Η τρίτη & κυριολεκτική και ας είναι Ιούνιος.
Έξω 11 βαθμοί και ομίχλη’ υπέροχα.
Μια ηρεμία, αρκετά κοντά στην αδράνεια αλλά όχι ακριβώς, άρα καθόλου. Κανένας πανικός, καμία υστερία, καμία υπερπροσπάθεια. Ένα αυστηρό τοπίο και ανθρωποτοπίο.
Πρωτόγνωρη συνθήκη μικρής δυσκολίας [αυτές έρχονται από τους εσωτερικούς και όχι από εξωτερικούς εχθρούς]. Περίεργο το πώς και το γιατί εξελίσσουμε τα πράγματα ή πάλι καθόλου.
Αυτή η εκδοχή του είμαι, μου αρέσει.
Το ίδιο και η στέπα που έψαχνα πολλούς Αυγουστους και στην οποία έφτασα. Ενας κάποιος προορισμός μη-προορισμός, αφετηρία προορισμών.
Κάνει κρύο εδώ. Κανένα καλοκαίρι δεν έρχεται έτσι απλά κάθε Μάιο. Είναι μακριά [και από πολλών ειδών νέους και παλιούς παραλογισμους] υπέροχα.
Ο,τι έγινε εκεί, έγινε.
Ο,τι γίνει εδώ, θα γίνει.
Τίποτα απ’ τα δυο δεν είμαι εγώ.
Οι άνθρωποι δεν είναι γεγονότα ούτε τόποι ούτε προθέσεις ούτε πατρίδες- [δικαίως] άνευρα σφάγια.
Εγώ είμαι η συνειδητοποίηση που δεν κατάφερα, αυτή ακριβώς που δε μου χρειάζεται. Γι Αυτό και ποτέ νικημένος.
Κάθε μέρα πεθαίνω χωρίς να ξεχνάω και κάθε μέρα βαφτίζομαι
[στο αίμα].