Τη Νικολέτα Βλαβιανού τη γνώρισα μετά την παράσταση “Ευτυχισμένες Μέρες” που παρακολούθησα τον Οκτώβριο στο θέατρο ΤΟΠΟΣ ΑΛΛΟύ. Με άφησε άφωνη με την ερμηνεία της και στη συνέχεια, με το πόσο γλυκιά, προσιτή και ευχάριστη είναι.
Άνθρωπος με μεγάλη εμπειρία στο χώρο του θεάτρου, του κινηματογράφου και της τηλεόρασης, με μπόλικο χιούμορ και πολλή αγάπη, ήθελα καιρό να της πάρω συνέντευξη. Ήρθε ο καιρός, αφού είναι η καταλληλότερη να μας μιλήσει για όλα, τόσο ως μέλος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών και άλλων φορέων που διαφυλάσσουν τα δικαιώματα των καλλιτεχνών, όσο και ως άνθρωπος αντικειμενικός, ειλικρινής και βαθιά δημοκρατικός.
Η πανδημία, η ελευθερία και η ανθρώπινη επαφή
Η πανδημία είναι μια πρωτόγνωρη κατάσταση στην οποία δεν πιστεύαμε κιόλας ότι θα βρεθούμε. Προσωπικά, εκτίμησα πολύ την έννοια της ελευθερίας, το να μπορείς να κινείσαι ελεύθερα, να συναντάς ανθρώπους, να πίνεις έναν καφέ, να πηγαίνεις σινεμά και θέατρο, να κάνεις όσα θεωρούσες δεδομένα. Θεωρώ ότι επαναπροσδιορίσαμε όλοι την έννοια της ελευθερίας.
Μου έλειψε η ανθρώπινη επαφή, μου έλειψαν οι συναντήσεις και η δουλειά. Εννοώ στο θέατρο. Γιατί ευτυχώς κάνω τα γυρίσματα για το “Χαιρέτα μου τον Πλάτανο”. Αλλά δεν συγκρίνεται γιατί το θέατρο είναι ανταλλαγή ενέργειας. Μπαίνει μέσα στα πλαίσια της ανθρώπινης επαφής. Τα γυρίσματα δεν αντικαθιστούν τη θεατρική σκηνή. Θα φανώ αχάριστη άμα πω ότι δυσανασχετώ, γιατί πάρα πολλοί συνάδελφοι, πάνω από το 90%, βρίσκονται σε υποχρεωτική αεργία. Είχα αυτήν την καλή τύχη, βούτηξα την ευκαιρία και συνεχίζω να δουλεύω αυτήν την περίοδο. Αλλά δεν έχει καμία σχέση με το θέατρο.
Στην τηλεόραση είναι λίγο “προκατασκευασμένα” τα πράγματα. Ενώ στο θέατρο, η σκηνή διαμορφώνεται κάθε φορά αλλιώς. Παρά το ότι λες τα ίδια λόγια, η διαδικασία είναι εντελώς διαφορετική σε κάθε παράσταση. Στην τηλεόραση δεν υπάρχει η κάθαρση που συντελείται στη θεατρική πράξη και σκηνή. Ήταν μια πολύ σωστή κίνηση από την ΕΡΤ να ανοιχτεί προς τη μυθοπλασία. Και πρέπει να συνεχίσει έτσι.
Η κρατική τηλεόραση πρέπει να καλύπτει όλα τα γούστα και να είναι πιο ανταγωνιστική προς τα ιδιωτικά κανάλια. Έτσι ανεβαίνει η ποιότητα στην τηλεόραση. Ανάμεσα στις δύο καραντίνες, έπαιξα το καλοκαίρι σε ανοιχτά θέατρα την “Ευθαλία του Γαλατά” και από τον Οκτώβριο ξεκίνησα τις “Ευτυχισμένες Μέρες” του Μπέκετ στο θέατρο ΤΟΠΟΣ ΑΛΛΟύ.
Σε κάθε συνθήκη, ο κόσμος τήρησε τα μέτρα και τις αποστάσεις με ευλάβεια. Δεν είδα κανένα συνωστισμό. Παρά το φόβο και τους περιορισμούς, ο κόσμος ερχόταν στο θέατρο. Αυτό δείχνει ότι το θέατρο καλύπτει κενά. Είναι μια συνθήκη, σαν να παρίσταμαι σε μία λειτουργία. Φέρνει γαλήνη στο θεατή.
Με είχε συγκινήσει στην τελευταία παράσταση που κάναμε με τις “Ευτυχισμένες Μέρες” το Νοέμβριο που άκουσα δύο κυρίες να λένε “Γιατί μας το κάνετε αυτό; Πώς θα περνάνε οι μέρες μας;”. Για πολλούς ανθρώπους, το να πηγαίνουν μια φορά την εβδομάδα θέατρο είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό.
Για τα σημεία των καιρών – Το άσχημο παρασκήνιο του θεάτρου που είδε το φως της δημοσιότητας
Όλα αυτά τα κακώς κείμενα του θεάτρου που έχουν έρθει στην επιφάνεια, είναι αποτελέσματα κατάχρησης εξουσίας. Η εξουσία έχει δοθεί απλόχερα σε πολύ λίγους. Και το θέατρο ήταν ανέκαθεν ο καθρέφτης της κοινωνίας μας. Όταν λοιπόν έρχονται στην επιφάνεια τέτοια πράγματα, δηλώνεται κάτι για την κοινωνία.
Για μένα, όλα αυτά είναι δείγματα της κοινωνικοπολιτικής κατάστασης. Όσο υπάρχει απορυθμισμένη αγορά, ανυπαρξία συλλογικών συμβάσεων από το 2008, ανοχή μόνο και μόνο για να έχουμε ψωμί στο πιάτο μας λόγω της κρίσης, όλα αυτά δημιουργούν ένα δηλητηριώδες περιβάλλον και για τους εργαζόμενους και για το αποτέλεσμα. Και γίνονται αυτά σε όλες τις δουλειές, απλά στο θέατρο υπάρχει η προβολή.
Η παρενόχληση δεν είναι μόνο από άντρες προς γυναίκες. Είναι από άνθρωπο σε άνθρωπο. Το ίδιο και η εκμετάλλευση. Το ίδιο και το bullying. Πρέπει αυτό να σταματήσει. Να πάρει η ζωή και η οντότητα αξία. Να μην υπάρχει πια η φράση “Ουδείς αναντικατάστατος”. Ο καθένας έχει την προσωπική του αξία. Είμαι πολύ πεισματάρα. Αυτό με έχει σώσει και με έχει καταστρέψει συγχρόνως.
Κάποια στιγμή με έκαναν πολύ άσχημα πέρα. Δεκαπέντε χρόνια είχα βαρύτατο αποκλεισμό. Αλλά μου άνοιξαν οι πόρτες του Εθνικού Θεάτρου, όπου δούλεψα για έξι χρόνια μέχρι να πέσει λίγο ο “κουρνιαχτός”. Όλα ξεκίνησαν από ένα δικαστήριο που πήρα θέση υπέρ αυτού που πίστευα ότι έχει δίκιο. Κι αυτό δεν άρεσε. Είναι μη δημοκρατικό να μπαίνουν όλοι στο ίδιο σακί. Οι κατηγορίες είναι πολύ διαφορετικές. Άλλο η λεκτική βία, άλλο η ψυχολογική βία, άλλο η σωματική βία, άλλο η σεξουαλική παρενόχληση, άλλο ο βιασμός, άλλο η παιδεραστία.
Όλα έχουν βαρύτητα, αλλά μην τα βάζουμε όλα στο ίδιο σακί. Μου φάνηκε πολύ απότομη η απόφαση θεσμών και φορέων να παύσουν εργαζόμενους, χωρίς να έχει αποσαφηνιστεί δικαστικά το τι έχει συμβεί. Και δεν μιλάω για ποινικά αδικήματα φυσικά. Να είμαι ξεκάθαρη. Αλλά έχουμε δημοκρατία. “Διαφωνώ με αυτό που λες, αλλά θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες”. Αυτή είναι η πεμπτουσία του λόγου του Βολταίρου. Στη δημοκρατία έχεις δικαίωμα να μιλήσεις. Και ο άλλος έχει υποχρέωση να ακούσει ακόμη κι αν διαφωνεί. Η δημοκρατία είναι βαρύ πολίτευμα. Και δύσκολο. Αλλά αυτή είναι η ομορφιά της.
Ο ενεργός ρόλος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών
Με το Σ.Ε.Η. και σε συνεργασία με άλλους ανθρώπους, είμαστε σε διαδικασία να δούμε τι μπορεί να γίνει με τη δημιουργία μίας νέας “άδειας ασκήσεως επαγγέλματος”. Δεν μπορεί να γίνει το ίδιο που γινόταν παλιά, καθώς υπάρχει κοινοτική οδηγία για ανοιχτά επαγγέλματα. Όμως, μπορεί να υπάρχει μία επαγγελματική άδεια.
Επίσης, προσπαθούμε να συντάξουμε έναν κώδικα δεοντολογίας που θα συνδιαμορφωθεί με το σωματείο και το Υπουργείο και ο οποίος θα βάζει όρια, την ίδια στιγμή που το σωματείο θα είναι υπεύθυνο για τους χώρους εργασίας. Για παράδειγμα, να απαγορεύεται να πας για επαγγελματικό ραντεβού το βράδυ σε σπίτι, αλλά να απαγορεύεται και να σε καλέσουν. Η πανδημία ήταν μια αφορμή να γίνει πιο ενεργό το Σωματείο. Όπως, με την κρίση του 2008.
Όταν η δουλειά σταματάει εντελώς, φανερώνονται όλα τα λάθη και οι παραλείψεις. Για παράδειγμα, έγινε πολύ καθαρό πια ότι το Εθνικό Θέατρο είναι ένα πάρα πολύ κλειστό κύκλωμα που δεν προσλαμβάνει καινούργιο κόσμο, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει εναλλαγή ούτε σε σκηνοθέτες ούτε σε ηθοποιούς. Ή ότι διακρίνεται από έναν έντονο ηλικιακό ρατσισμό. Αυτά είναι απαράδεκτα για κρατική σκηνή. Οι δραματικές σχολές ήταν – κάποτε- μετρημένες στα δάχτυλα και ήταν περήφανες αν έβγαζαν 4-5 επαγγελματίες σε κάθε έτος. Αυτό δεν ισχύει πια. Άρα αναδύεται και το θέμα της καλλιτεχνικής παιδείας.
Το σύστημα πρέπει να αλλάξει για να αλλάξει και το επάγγελμα προς το καλύτερο. Χρειάζονται αυστηρότερες, λιγότερες σχολές. Κριτήρια για το διδακτικό προσωπικό, αλλά και για αυτόν που έχει τη σχολή ή αναλαμβάνει την καλλιτεχνική διεύθυνση. Πολλά χρόνια είμαι εκλεγμένη στο Σ.Ε.Η. και είμαι πάντα στο Δ..Σ. του ΔΙΟΝΥΣΟΣ που αφορά τα πνευματικά δικαιώματα των ηθοποιών. Είμαστε μια γενιά, που μόλις τελειώναμε τη σχολή, γραφόμασταν στο σωματείο.
Ήμασταν πάντα κοντά στο σωματείο γιατί μας βοηθούσε, είχε δύναμη. Το Σωματείο όμως βγήκε από τις επιτροπές αποφάσεων (πχ. επιτροπές επιχορηγήσεων). “Αποκλείστηκε” για μεγάλο διάστημα γιατί η συνδικαλιστική δράση θεωρήθηκε ξεπερασμένη από τους ίδιους τους σκηνοθέτες και ηθοποιούς, ειδικά τους νεότερους. Μόνοι τους οι εργαζόμενοι αποδυνάμωσαν το Σωματείο. Ενώ ένα Σωματείο είναι προστασία, θέτει όρια.
Τα σχέδια για το μέλλον
Έχω πολλά καλλιτεχνικά σχέδια. Εμένα ο ηλικιακός ρατσισμός δεν με αγγίζει! Ο ηθοποιός είναι σαν το παλιό καλό κρασί. Γενικά ο καλλιτέχνης. Οι τέχνες πάνε μαζί με την τεχνική. Ο τεχνίτης χρειάζεται εμπειρία για να γίνεται καλύτερος. Όσο μεγαλώνεις, τόσο πιο πολλά έχεις να προσφέρεις. Γι’αυτό έχουμε πολλά σχέδια στα σκαριά. Η πανδημία όμως μας θύμισε κάτι πολύ σημαντικό: δεν μπορείς να κάνεις πλάνα για πολύ μακριά. Ούτε καν για το αύριο. Ζεις αποκλειστικά για το σήμερα. Μας δικαίωσε τελικά τους Έλληνες αυτή η πανδημία τώρα που το σκέφτομαι! (γέλια)
Η Αθήνα
Πάντα μου άρεσε η βόλτα στο κέντρο της Αθήνας. Ερμού, Ακρόπολη. Πλάκα, Αέρηδες, πλακόστρωτα δρομάκια. Ή στη Δεξαμενή στο Κολωνάκι. Λατρεύω και όλη την παραλία, ειδικά το Φάληρο. Και φυσικά τη γειτονιά μου, τη Νέα Σμύρνη. Όμως πια νιώθω μεγάλη ανασφάλεια στην Αθήνα. Η εγκληματικότητα μας έχει ξεπεράσει. Χτυπάει περισσότερο τις γυναίκες και τις μεγάλες ηλικίες. Θα μιλήσω “αθηναϊκά”. Ναι στα περισσότερα πάρκα, ναι στην πεζοδρόμηση, αλλά με φύλαξη. Γιατί καταλήγουν κέντρα εγκληματικότητας.