ΟΝΟΜΑ: Μάνια Παπαδημητρίου
ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: Ηθοποιός
ΣΠΟΥΔΕΣ: Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν
& Φιλοσοφική Σχολή στο ΕΚΠΑ
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΟ: Έντονο βλέμμα
ΤΟΠΟΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗΣ: Θέατρο Τόπος Αλλού
Η πρώτη φορά που είδα τη Μάνια επί σκηνής ήταν στο θρυλικό «Γάλα» του Κατσικονούρη με τον Κωνσταντίνο Παπαχρόνη σε σκηνοθεσία Ν. Μαστοράκη (όπου βραβεύτηκε με την ερμηνεία της με το βραβείο «Κοτοπούλη» το 2004). Είχα ήδη αποφασίσει ότι θα γίνω ηθοποιός, αλλά εκείνη τη μέρα, μέσα στο κατάμεστο θέατρο είπα: «Θέλω να γίνω τέτοια ηθοποιός!».
Η Μάνια είναι σπουδαία ηθοποιός, με όλη τη σημασία της λέξης. Από τις καλύτερες ηθοποιούς της γενιάς της, που πράγματι «ποιεί ήθος», εντός και εκτός σκηνής.
Όταν λοιπόν τη γνώρισα από κοντά, ένιωσα όπως θα ένιωθα, αν ζούσα στην Αμερική και γνώριζα τη Μέριλ Στριπ. Και είμαι σίγουρη ότι, διαβάζοντας αυτήν την εισαγωγή, θα κοκκινίσει. Γιατί παράλληλα με όλα τα παραπάνω, η Μάνια είναι ταπεινή και μετριόφρων.
Ντρέπεται ακόμη όταν της λένε τέτοια λόγια, παρόλο που θα έπρεπε να το έχει συνηθίσει. Αέρινη φιγούρα, με πολύ χιούμορ, χαμογελαστή, σαν κοριτσάκι που μόλις μπήκε στην εφηβεία.
Δοτική, έξυπνη και ενεργητική. Ο πρώτο μεγάλος της ρόλος λεγόταν «ΧΝΟΥΔΙ». Δεν υπάρχει καλύτερη λέξη από αυτήν για να την περιγράψει. Ένα χνούδι που σε γαργαλάει, σε ξυπνά γλυκά και σου δίνει με ένα μαγικό τρόπο τη γνώση που έχει αποκτήσει για τη ζωή και τη σκηνή.
Παρακάτω, μιλήσαμε (τρώγοντας φασολάκια που έφτιαξε η μαμά της γιατί έχασε ένα στοίχημα που είχαμε βάλει!) για το θέατρο που της δίνει ζωή, για όλα όσα λατρεύει και μισεί, για την Αθήνα που είναι «η Πόλη της».
Απολαύστε την!
Πώς αποφάσισες να γίνεις ηθοποιός; Πόσα χρόνια κάνεις αυτή τη δουλειά;
Ήθελα από μικρή να γίνω ηθοποιός. Από πέντε χρονών. Είχα έναν θείο ηθοποιό, τον Κώστα Γεννατά και τον είχα δει στο θέατρο. Κάτι μου άρεσε τόσο πολύ όπως τον έβλεπα εκεί πάνω, που ήθελα να το κάνω κι εγώ. Είμαι στο θέατρο από το 1981. Παίζω από το πρώτο έτος της σχολής του Θεάτρου Τέχνης, όπου και φοίτησα!
Πόσο απέχει αυτό που ονειρευόσουν όταν ήσουν μικρή σχετικά με το θέατρο, με αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα;
Δεν ξέρω. Στην αρχή, νόμιζα ότι θα ήταν πιο… εύκολο! Μετά τα βρήκα «μπαστούνια». Κατάλαβα πως πρέπει να ανοίξω εγώ για να συναντήσω το θέατρο. Να νικήσω φόβους, καθωσπρεπισμούς, μικροαστικές συνήθειες και να διεκδικήσω από τον εαυτό μου ένα σώμα πολύ πιο ελεύθερο από αυτό που είχαν καταλήξει να με κάνουν η ζωή μέσα σ’ ένα διαμέρισμα και το Αρσάκειο σχολείο. Αυτή ήταν η πιο δύσκολη και σοβαρή διαδικασία, που κράτησε χρόνια. Από τη στιγμή που το αντιλήφθηκα όμως και άρχισα να το διεκδικώ από τον εαυτό μου, άνοιξε ένας χώρος μαγείας και έκφρασης που δεν με πρόδωσε ποτέ.
Τι σου αρέσει περισσότερο στη δουλειά σου;
Η μαγεία! Η αίσθηση πως η πραγματικότητα γίνεται όνειρο, ενώ παραμένει πραγματικότητα.
Ποια ήταν η πρώτη σου παράσταση;
Η πρώτη φορά που πάτησα το σανίδι ήταν με “Το Πιστοποιητικό” του Έρτμαν στο θέατρο Βεάκη και “Οι Σφήκες” του Αριστοφάνη στην Επίδαυρο. Όλα με το Θέατρο Τέχνης ως μαθήτρια. Εκεί όμως είχα πολύ πολύ μικρούς ρόλους. Η πρώτη φορά που έπαιξα πρωταγωνιστικό ρόλο και αισθάνθηκα ότι μπορώ να κάνω αυτή τη δουλειά ήταν “Το Πανηγύρι” του Κεχαϊδη στο θέατρο Βεάκη με το θέατρο τέχνης σε σκηνοθεσία Γ. Λαζάνη όταν ακόμα ήμουν στο τρίτο έτος της σχολής. Έπαιξα «το χνούδι». Αυτό ήταν το όνομα του ρόλου!
Ποια ήταν η πιο αγαπημένη συνεργασία;
Δεν ήταν μία, ήταν αρκετές: “Ζουβέ Ελβίρα” της Μπριζίτ Ζακ, σε σκηνοθεσία Β. Παπαβασιλείου, “Ελίζα” της Ξένιας Καλογεροπούλου σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή, «Ο καλός ανθρωπος του Σετσουάν” του Μπ.Μπρεχτ σε σκηνοθεσία Σταύρου Ντουφεξή, «Μόλλυ Σουήννυ ” του Μπράιαν Φρίελ σε σκηνοθεσία Α. Αντύπα, “Το Ατσάλι” της Ρόνα Μάνροου σε σκηνοθεσία Έλλης Παπακωνσταντίνου, «Το Γάλα” του Β.Κατσικονούρη, σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη, «Ορλάντο» της Β. Γουλφ σε σκηνοθεσία Ρούλας Πατεράκη, “Αγγέλα” του Γ Σεβαστίκογλου σε σκηνοθεσία Παντελή Βούλγαρη και “Έγκλημα και Τιμωρία” του Φ. Ντοστογιέφσκη, σε σκηνοθεσία Νικίτα Μιλιβόγιεβιτς.
«Στη δουλειά μου, μου αρέσει… Η μαγεία! Η αίσθηση πως η πραγματικότητα γίνεται όνειρο, ενώ παραμένει πραγματικότητα»
Κι αυτές είναι μόνο οι αγαπημένες σου! Τι σου έχει συμβεί πάνω στη σκηνή που δεν θα ξεχάσεις ποτέ;
Είναι κάποιες στιγμές που αισθάνεσαι ότι ξεπερνάς τα όρια αυτού που ήξερες και σου συμβαίνει πραγματικά κάτι πιο ξεχωριστό στο επίπεδο της έκφρασης ή του συναισθήματος.
Κάπως νιώθεις ότι ανεβαίνεις επίπεδο. Αυτές τις στιγμές τις θυμάμαι όλες. Επίσης, θυμάμαι όλες τις στιγμές που είχα επικοινωνία ιδιαίτερη με κάποιον συμπαίκτη ή κάποια συμπαίκτριά μου.
Και φυσικά, όλα τα σαρδάμ και τα λάθη που μας έκαναν να σκάσουμε στα γέλια. Γενικά, θυμάμαι όλα τα απρόοπτα.
Μια φορά που γλίστρησα κι έπεσα και ο σκηνοθέτης είπε “όπα!” ενώ παίζαμε και είχαμε κοινό, όλοι γελάσαμε. Πολλές στιγμές που κάποιοι θεατές νιώθουν να ταυτίζονται με κάτι και τους ξεφεύγει μια κουβέντα ή ένας αναστεναγμός, που το ακούς και είναι σαν να μιλάμε μεταξύ μας. Πολλά. Πολλά ενδιαφέροντα σημεία ρωγμής σ’ εμένα ή στους άλλους.
Θυμάσαι κάτι πολύ όμορφο που έχεις ακούσει από θεατή;
Το πιο ωραίο που άκουσα από θεατή, ήταν από μια κυρία που μου είπε, μετά από μια παράσταση: “Σας ευχαριστώ, παίρνω πέντε χρόνια αντικαταθλιπτικά και δεν μπορούσα να κλάψω, σας ευχαριστώ γιατί με κάνατε να κλάψω”
Φέτος μεταξύ άλλων, συνεργάζεσαι με το θέατρο ΤΟΠΟΣ ΑΛΛΟύ στην παράσταση “Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε”. Μίλησέ μας για τη δουλειά που γίνεται εκεί, τη σκηνοθετική ματιά και το ρόλο σου, την παράξενη ξένη “κα Φρόλα”. Πώς την βλέπεις; Ποια είναι η κυρία Φρόλλα;
Είμαι μέσα σε μια ομάδα που νιώθω ότι έχει έναν κώδικα, μέσα στον οποίο καλούμαι να μπω και αυτό μ’ αρέσει. Μ’ αρέσει επίσης πολύ η ιδέα της αντιστοίχισης του έργου, αυτού με σημεία από την θεωρία της σχετικότητας. Ο Νίκος Καμτσής μέσω του «Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε», κάνει φέρνει τη θεωρία του Αϊνστάιν στον κοινωνικό χωροχρόνο.
Η κυρία Φρόλλα είναι το απρόσμενο, το ξένο, το ανοίκειο που εισβάλλει μέσα σε μια «κανονικότητα» της κοινωνίας και όλοι νιώθουν πως θέλει να την ανατρέψει. Τελικά, συνθλίβει η κοινωνία την Κυρία Φρόλλα και τον Κύριο Πόντζα, αλλά και η ίδια η κοινωνία δεν θα ξαναείναι ίδια ποτέ, αφού δεν μπόρεσε να πάρει τις απαντήσεις που ζητούσε. Όταν το ξένο, το ανοίκειο εισβάλλει, δημιουργούνται αλυσιδωτές συγκρούσεις που, οπωσδήποτε, αλλάζουν την πραγματικότητα όλων.
«Πρέπει να έχεις περάσει από τη σκηνή, για να μπορείς να αντιληφθείς τη λειτουργία του ηθοποιού και να μάθεις να μην το ξεχνάς όταν είσαι στην πλατεία. Ο ηθοποιός είναι ένα σώμα, που πρέπει να μπορεί να παράξει και ερήμην του συνειδητού του. Ένας σκηνοθέτης πρέπει να ξέρει να το στοχεύει, να το πολιορκεί και να το κερδίζει από τον ηθοποιό, δίχως να του δημιουργήσει ψυχικό πρόβλημα ή άγχος.»
Όντας ένας άνθρωπος με κοινωνικοπολιτικές ανησυχίες, ασχολούμενη και η ίδια με τα κοινά, πόσο σε επηρεάζει αυτό στη δουλειά σου; Επιλέγεις να παίξεις και να σκηνοθετήσεις έργα που έχουν κοινωνικοπολιτικές προεκτάσεις; Έργα που αφορούν τη σύγχρονη πραγματικότητα; Ισχύει κάτι τέτοιο για το έργο του Πιραντέλλο;
Προσπαθώ να ξεχωρίζω τις δύο μου ιδιότητες. Οπωσδήποτε με ενδιαφέρουν έργα με κοινωνικό και πολιτικό προβληματισμό. Αλλά όχι μόνο. Το «Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε» του Πιραντέλλο ήταν το πρώτο έργο που διάβασα στη ζωή μου, όταν ήμουν 14 ετών, και είχα τρομάξει πραγματικά. Τότε δεν μπορούσα να αντέξω τη σκέψη της αδυναμίας εύρεσης μιας αλήθειας. Σήμερα, όλα είναι διαφορετικά. Η ζωή, η ηλικία και το θέατρο μου έμαθαν τη σχετικότητα και το παιχνίδι. Γι’ αυτό είπα ναι στην πρόταση. Για αυτόν τον πολύ προσωπικό λόγο.
Τι άλλα σχέδια έχεις για τη φετινή σεζόν;
Παίζουμε το έργο “Camille Claudel Mudness” του Γιάννη Λασπιά στο θέατρο Τόπος Αλλού για τα Δευτερότριτα του Οκτωβρίου. Συγκεκριμένα, οι δύο τελευταίες παραστάσεις είναι στις 29 & 30 Οκτωβρίου. Επίσης, σκηνοθετώ μια παράσταση που θα παιχτεί στο Θέατρο Κνωσός, το Νοέμβριο, τη “Φθινοπωρινή Ιστορία” του Αρμπούζωφ, όπου θα παίζουν ο Λάμπρος Τσάγκας και η Άννα Γεραλή.
Η ζωή, η ηλικία και το θέατρο μου έμαθαν τη σχετικότητα και το παιχνίδι.
Και έτσι με φέρνεις στην επόμενη ερώτηση: Εκτός από μια μαγική ηθοποιός έχεις κάνει και κάνεις σκηνοθεσίες. Πόσο διαφορετική είναι η μία λειτουργία από τη άλλη και τι από τα δύο προτιμάς;
Έχουν τη σχέση που έχει ο ψυχαναλυτής με τον ψυχαναλυόμενο: Όταν είσαι στη σκηνή, είσαι ψυχαναλυόμενος, όταν είσαι στην πλατεία, είσαι ψυχαναλυτής. Πρέπει να έχεις περάσει από τη σκηνή, για να μπορείς να αντιληφθείς τη λειτουργία του ηθοποιού και να μάθεις να μην το ξεχνάς όταν είσαι στην πλατεία. Ο ηθοποιός είναι ένα σώμα, που πρέπει να μπορεί να παράξει και ερήμην του συνειδητού του.
Ένας σκηνοθέτης πρέπει να ξέρει να το στοχεύει, να το πολιορκεί και να το κερδίζει από τον ηθοποιό, δίχως να του δημιουργήσει ψυχικό πρόβλημα ή άγχος. Είναι πιο δύσκολη δουλειά. Αυτή με ενδιαφέρει περισσότερο, όσο μεγαλώνω.
Θα σταματήσεις ποτέ να παίζεις θέατρο;
Ίσως, δεν ξέρω. Κάποιες φορές κουράζομαι. Άλλοτε πάλι λέω ότι με αναζωογονεί αυτό και, αν το αφήσω, θα πάθω κατάθλιψη.
Στα γρήγορα!
Όταν η Μάνια μου απάντησε γρήγορα και αυθόρμητα!
Τι θα συμβούλευες ένα νέο ηθοποιό;
Να κάνει θέατρο μόνο αν το αγαπάει πάρα πολύ, ανεξάρτητα από την επιτυχία και το χρήμα. Αν ζητά κι αυτά, δηλαδή χρήμα και επιτυχία, τότε το θέατρο στην Ελλάδα μπορεί να τον τρελάνει.
Τι είναι το θέατρο για σένα με τρεις λέξεις;
Αναπνοή, κολύμπι, διαλογισμός.
Πώς φαντάζεσαι τον εαυτό σου σε 10 χρόνια;
Δεν το σκέφτομαι αυτό. Ζω το τώρα.
Τι σ’αρέσει πολύ να κάνεις στην καθημερινότητά σου;
Να ξεκουράζομαι , να παίζω μουσική, να μελετώ κάτι που με ενδιαφέρει πολύ, να θυμάμαι διάφορα πράγματα, όμορφα.
Ποιος είναι ο αγαπημένος σου θεατρικός συγγραφέας;
Ο Μπρεχτ.
Γιατί δεν έχεις κάνει τηλεόραση;
Γιατί μάλλον δεν θέλαμε πολύ η μια την άλλη. Κι έτσι, συναντηθήκαμε και μετά, απομακρυνθήκαμε.
Ένα βιβλίο που διάβασες και άλλαξε την κοσμοθεωρία σου;
“501 χρόνια η κατάκτηση συνεχίζεται” του Νόαμ Τσόμσκι, καθώς και το “Κατασκευάζοντας συναίνεση”, πάλι δικό του.
Ποιο είναι το αγαπημένο σου “moto”;
«Η ζωή έχει πάντα μεγαλύτερη φαντασία από σένα»
Η Μάνια και η Αθήνα
«Αθήνα Αθήνα
Χαρά της γης και της αυγής
μικρό γαλάζιο κρίνο
Κάποια βραδιά στην αμμουδιά
κοχύλι σου θα μείνω»
Η Μάνια είναι βέρα Αθηναία. Όπως μου είπε, η οικογένειά της ζει πάππου προς πάππου στην Πόλη μας εδώ και 100+ χρόνια. Έτσι ήταν η κατάλληλη για να την «ανακρίνω». Και όπως φαίνεται, για τη Μάνια η Αθήνα είναι λατρεία!
Ποιο είναι το αγαπημένο σου τραγούδι για την Αθήνα;
Αχ, το αγαπημένο μου για την Αθήνα, που είναι και η πόλη μου, είναι το ομώνυμο του Χατζιδάκι.
Και το «Συνέβη στην Αθήνα»,
που είναι πάλι δικό του.
«Μεθά ο αγέρας, μεθάνε και τα κρίνα κι ό,τι αγαπάμε γεννιέται στην Αθήνα»
Σου αρέσει να περπατάς στην Πόλη; Ποια είναι η αγαπημένη σου βόλτα;
Μου αρέσουν τα Εξάρχεια. Μου αρέσει η Πλάκα, ο Κολωνός, η Ερμού, η Αδριανού. Αλλα και η λεωφόρος Αλεξάνδρας, όταν έχει ηλιοβασίλεμα. Μου αρέσει το Παγκράτι, η Κυψέλη, η πλατεία Βικτωρίας, τα Πατήσια, το Σύνταγμα, το Μεταξουργείο. Μου αρέσει η Βασιλίσσης Σοφίας, η Πανεπιστημίου, η Σταδίου, η Χαριλάου Τρικούπη, η Ζωοδόχου Πηγής, η Ιπποκράτους νωρίς το πρωί.
Μ’ αρέσει όταν είναι Αύγουστος, ή Πάσχα ή έχει διαδήλωση και μπορώ να την περπατώ χωρίς αυτοκίνητα. Μου αρέσει να σηκώνω τα μάτια μου και να βλέπω την Ακρόπολη από την Πατησίων, κι ας είναι όλα τόσο άσχημα τριγύρω. Μου αρέσει αυτή η Πόλη, κι ας βουλιάζει όλο και περισσότερο στην κατάθλιψη. Η Πόλη πονάει, αλλά παραμένει ελαφριά. Κι έχει τον ωραιότερο ουρανό.
Θα ζούσες ποτέ αλλού εκτός από την Αθήνα;
Έχω ζήσει Πάτρα και Θεσσαλονίκη. Θα μου άρεσε να ζήσω και Ναύπλιο ή Χανιά.
Τι αγαπάς πολύ στην πόλη και τι σε εκνευρίζει αφάνταστα;
Αγαπώ τη μνήμη που μου γεννά και με θλίβει η φτώχεια που βλέπω να πνίγει το Κέντρο, που είναι και η καρδιά της.
Μου αρέσει αυτή η Πόλη, κι ας βουλιάζει όλο και περισσότερο στην κατάθλιψη. Η Πόλη πονάει, αλλά παραμένει ελαφριά. Κι έχει τον ωραιότερο ουρανό.
Για σένα η Πόλη Ζει; Και τι θα μπορούσαμε να κάνουμε για ζήσει περισσότερο;
Ναι, η Πόλη Ζει. Στην ερώτηση, τι θα μπορούσαμε να κάνουμε για να ζήσει περισσότερο, δεν ξέρω να απαντήσω. Ίσως, να μην καταστρέψουμε άλλο τη μνήμη της, να μην τη χτίσουμε άλλο.
Discussion about this post