Εξαιρετική!!! Παράσταση με ρυθμό, με ανατριχιαστικές ερμηνείες ανατομικού τύπου, διαχρονικά νοήματα και διεθνείς σκεπτομορφές, ριζωμένες πλέον βαθιά στα θεμέλια του Δυτικού Πολιτισμού μας.
Ένιωθα την ανάγκη να αναφωνήσω: «Αυτό είναι θέατρο!!!», με όλη την έμφαση στη σκηνική σύμβαση και ταυτόχρονα με την ψυχολογική απογείωση προς ύψη τόσο υπερρεαλιστικά που έμοιαζαν αληθοφανή!!!
Σπανίως χρησιμοποιώ το τριπλό θαυμαστικό στις κριτικές μου. Όμως είναι από τις ελάχιστες φορές που δεν διατηρώ καμία επιφύλαξη για το κοινωνούμενο θέαμα.
Ακόμα και η μετωπική mise en place τής Κόρης στην τελική σκηνή που χτυπάει – εις μάτην – του κουδούνι τού «ιατρείου» της επίσης ψυχαναλύτριας μητέρας της, ακόμη κι αυτή η μπρεχτική διαχείριση τού θεατρικού χωροχρόνου είναι λειτουργική, αποτελεσματική και χρήσιμη στον επαρκή θεατή προκειμένου να βγάλει τα δέοντα συμπεράσματα.
Είχα δει το ίδιο έργο στο «Θέατρο Εξαρχείων» εν έτει 2002 με την αείμνηστη φίλη μου Ελένη Χατζηαργύρη και με την πάντα χαμηλόφωνη, σεμνή και μετρημένη πάνω στο σανίδι Αννίτα Δεκαβάλλα. Πλήρεις κάτοχοι των εκφραστικών τους μέσων, αμφότεραι, κέντησαν ένα δομημένο μωσαϊκό σε πολλαπλά επίπεδα, «φέτες» εσωτερικής ζωής, που έπιανε τον θεατή από το λαιμό και δεν τον άφηνε να ανασάνει ήδη από την πρώτη και μέχρι την τελευταία στιγμή.
Εδώ (στο θέατρο με το συμβολικό όνομα «Αργώ»), είκοσι χρόνια μετά, τα πράγματα ξεκίνησαν – ας πούμε – περισσότερο «κινηματογραφικά» και – μόλις «ζεστάθηκε» η σκηνική «μηχανή» – απογειώθηκαν ρυθμολογικά, συναισθηματικά και αισθητικά.
Η λυσσαλέα σύγκρουση Μάννας-Κόρης έλαβε σχεδόν αρχετυπικές διαστάσεις με το τρίτο (θηλυκό κι αυτό) πρόσωπο να λειτουργεί σαν καταλύτης σε μια εκρηκτική αντίδραση, σχεδόν «πυρηνικής» (εσωτέρας) ενεργείας.
Είδαμε αυτή την ηφαιστειακή έκρηξη να συντελείται επί σκηνής, με τις σωστές παύσεις και σιωπές, που λειτουργούσαν σαν «ιντερμέδια» κι έδιναν τον χρόνο στο κοινό να αφομοιώσει τα ήδη ακραία, αλλά όχι υπερτονισμένα συναισθήματα.
Αυτή η «ενορχήστρωση» σωμάτων και φωνών, ήχων και εικόνων, ήταν μάλλον «σοφή», οργανωμένη σε διαδοχικά κύματα (layers), που έδιναν στον χώρο μια άλλη, διαχρονική διάσταση. Κι αυτό συμβαίνει σπάνια στο θέατρο. Παλαιά, με τους μηχανικούς προβολείς, που είχαν λάμπες πυρακτώσεως, ακούγαμε το «ψιχάλισμα» εκείνο που προκαλούσε η συστολή-διαστολή των μεταλλικών μερών εκείνων των φωτιστικών.
Τώρα, με την καινούργια τεχνολογία στον χώρο των σκηνικών και της αξιοποίησής τους, ακούμε τις ανάσες των ηθοποιών, αλλά και το κράτημα της αναπνοής του κοινού, στα κρίσιμα σημεία τής μεγίστης συναισθηματικής κορυφώσεως.
Αυτό το «ηχητικό τοπίο» (τι ακούει ένας τυφλός) είναι ιδιαίτερα πλούσιο σε αυτήν ειδικά την παραγωγή, κάτι που προδίδει άκρα επαγγελματική εμπειρία, αλλά και διδακτική μεταδοτικότητα εκπαιδευτικού τύπου.
Ας μην ξεχνάμε πως το θέατρο λειτουργεί σαν σχολείο και είναι ανοικτό πανεπιστήμιο για όλους τους φανατικούς θεατές-αναγνώστες.
Όσον αφορά την αριστοτελικήν «όψιν» της παραστάσεως (ό,τι βλέπει ένας κωφός), θα επισημάνω την προσεκτική διαχείριση τού κιτς στοιχείου, που συμπλήρωνε την παλαιολιθική αλαζονεία των συγκρουομένων «ιερών τεράτων». Ένα στοιχείο «νεοπλουτισμού» στον τομέα τής Γνώσης πρέπει πάντα να επισημαίνεται και να εικονοποιείται επί σκηνής.
Τρεις ηθοποιές (η κορυφαία Αιμιλία Υψηλάντη, η δυναμικότατη «εξπρεσσιονιστική» Νατάσα Καλογρίδη και η θελκτική Σάρα Εσκενάζη, που ήξερε να γεμίζει τη σκηνή σωπαίνοντας), απόλυτα συνεργάσιμες, ενωμένες σαν σφιχτή γροθιά, κα-τα-πλη-κτι-κές, χάρη στην σοφή ενορχήστρωση από την έμπειρη στη σκηνοθεσία Χρύσα Καψούλη, που απέφυγε μετανεωτερισμούς διανοητικού τύπου κι επέμεινε στον «πειραγμένο», ποιητικό – θα τον χαρακτήριζα – ρεαλισμό ενός αστικού δράματος που χτυπάει (ακόμη) την πόρτα τού σήμερα (ανάστροφα από το αμήχανο χτύπημα στο κουδούνι τής μητρικής εστίας, νοσταλγική κίνηση τού αβέβαιου νέου προς το καταξιωμένο κι αναγνωρισμένο παλαιό).
ΜΗΝ ΤΗΝ ΧΑΣΕΤΕ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ, ΓΙΑΤΙ ΘΑ ΧΑΘΕΙΤΕ ΣΤΟΝ ΒΑΛΤΟ ΤΗΣ ΕΟΡΤΑΣΤΙΚΗΣ ΜΕΤΡΙΟΤΗΤΑΣ. ΚΑΙ ΔΕΝ ΤΟ ΑΞΙΖΕΤΕ ΜΗΤΕ ΣΑΣ ΑΞΙΖΕΙ ΚΑΤΙ ΤΕΤΟΙΟ!!!
ΠΡΟΛΑΒΑΙΝΕΤΕ!!! ΣΠΕΥΣΤΕ!!!
Έμπλεος θαυμασμού,
Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας
https://konstantinosbouras.gr
info:
Η Αιμιλία Υψηλάντη, η Νατάσα Καλογρίδη και η Σάρα Εσκενάζη συναντώνται στη σκηνή του θεάτρου Αργώ, στο έργο «Η κυρία Κλάιν» του Νίκολας Ράιτ σε σκηνοθεσία της Χρύσας Καψούλη.
Τρεις γυναίκες και οι τρεις ψυχαναλύτριες, μια μάνα -η περίφημη Μέλανι Κλάιν- η κόρη της και η γραμματέας της περνούν μια νύχτα μαζί, στο Λονδίνο του 1934. O ξαφνικός θάνατος του γιου και αδελφού δημιουργεί άγριες συγκρούσεις, συνεχείς ανατροπές, ανταγωνισμό, ενοχές, πάθη.
Η Κυρία Κλάιν είναι η βιεννέζα ψυχαναλύτρια Μέλανι Κλάιν, η σημαντικότερη της Ευρώπης που έκανε πρωτοπόρες έρευνες στη νηπιακή και παιδική ψυχολογία και αμφισβήτησε έντονα τον Σίγκμουντ Φρόυντ του οποίου υπήρξε μαθήτρια.
Το έργο γράφτηκε το 1988 και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Εθνικό θέατρο της Αγγλίας.
Ο Άγγλος δραματουργός Νίκολας Ράιτ βασίστηκε στην βιογραφία της Κλάιν για να συνθέσει με μαεστρία στοιχεία από την προσωπική και την επαγγελματική της ζωή, δραματοποιώντας καταστάσεις και παράλληλα κριτικάροντας, πότε με χιούμορ και πότε με οξύτητα, τις ακρότητες και την ανεπάρκεια της ψυχανάλυσης ακόμη και για τους επαγγελματίες του είδους. Ο ίδιος έχει πει: «Δεν έχει καμία σημασία για το έργο, αν εγώ είμαι υπέρ ή κατά της ψυχανάλυσης, αν συμφωνώ ή όχι με τις θεωρίες της Κλάιν, αφού η ιστορία των τριών αυτών γυναικών – παρά το ότι ήταν ψυχαναλύτριες – λειτουργεί σαν μεταφορά για τις σχέσεις οποιασδήποτε μάνας με την κόρη της και τη φίλη της. Το έργο έκανε ιδιαίτερη αίσθηση σε κοινωνίες, όπου η μάνα έχει κυρίαρχο ρόλο, όπως, για παράδειγμα, στη Λατινική Αμερική».
Πώς γίνεται μία γυναίκα που θεραπεύει τα τραύματα της ανθρώπινης ψυχής ταυτόχρονα να συνθλίβεται από τα δικά της τραύματα; Και γιατί οι συγκρούσεις μέσα σε σχέσεις βαθιάς αγάπης αντί να καταλήγουν στη λύση και την ανακούφιση να οδηγούν στην συντριβή;
Μια διαρκής σύγκρουση μεταξύ τριών γυναικών τόσο σε προσωπικό όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο, που καταλήγει σε μια σύγχρονη τραγωδία. Το έργο – πιο σύγχρονο από ποτέ – δεν στέκεται μόνο στις ανθρώπινες σχέσεις και τις συγκρούσεις που είναι φαινόμενο κάθε κοινωνίας, σε οποιαδήποτε εποχή, από καταβολής κόσμου. Εγείρει παράλληλα τόσο φιλοσοφικά όσο και κοινωνικά ζητήματα, αλλά και τις προεκτάσεις τους.
Στην παράσταση χρησιμοποιείται στροβοσκοπικός φωτισμός.
Παίζουν οι ηθοποιοί:
Αιμιλία Υψηλάντη
Νατάσα Καλογρίδη
Σάρα Εσκενάζη
Κείμενο: Νίκολας Ράιτ
Μετάφραση: Έλση Σακελλαρίδου
Σκηνοθεσία: Χρύσα Καψούλη
Σκηνογραφία: Γιάννης Αρβανίτης
Συνεργάτης σκηνογράφος: Μελίνα Αναλυτή
Κοστούμια: Σπύρος Γκέκας
Σχεδιασμός Φωτισμών: Βαλεντίνα Ταμιωλάκη
Φωτογραφία/Βίντεο: Παναγιώτης Μάλλιαρης
Βοηθός σκηνοθέτη: Βαγγέλης Βογιατζής
Β’ βοηθός σκηνοθέτη: Βίλλυ Κοντονικολάκη
Καλλιτεχνικός συνεργάτης: Χάρης Φλέουρας
Διεύθυνση παραγωγής: Άρτεμις Υψηλάντη-Ναπολέων
Επικοινωνία: Art ensemble | Μαρίκα Αρβανιτοπούλου
Τα κοστούμια της φωτογράφισης είναι του κ. Βασίλη Ζούλια.