Έργα παλαιότερων και νέων καλλιτεχνών, παρουσιάζονται στην έκθεση σύγχρονης τέχνης που διοργανώνει ο ΟΠΑΝΔΑ, με τίτλο «ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ», και συνθέτουν μία διαδρομή που ενώνει την ιστορία, με τον τρόπο που προσλαμβάνεται στο σήμερα.
125 έργα 50 Ελλήνων εικαστικών καλλιτεχνών (έργα ζωγραφικής, χαρακτικής, βίντεο και φωτογραφίες), πλέκουν τη δική τους αφήγηση γύρω από το ρεμπέτικο, από τις 10 Φεβρουαρίου έως τις 3 Απριλίου, και μας καλούν να τα ακολουθήσουμε σε τρεις διαφορετικούς χώρους μέσα στην πόλη: στην Πινακοθήκη, το Κέντρο Τεχνών και το Ολύμπια, Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας».
Μιλήσαμε με τον επιμελητή εκθέσεων και δράσεων του ΟΠΑΝΔΑ και επιμελητή της εν λόγω έκθεσης, Χριστόφορο Μαρίνο
Τι γυρεύει μια έκθεση για το ρεμπέτικο στην Αθήνα του 2022;
Το τονίζω στις ξεναγήσεις και το επαναλαμβάνω και τώρα: η έκθεση ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ δεν εξετάζει την ιστορία του ρεμπέτικου τραγουδιού μέσα από αρχειακό υλικό και ντοκουμέντα. Είναι μια εικαστική έκθεση με θέμα το ρεμπέτικο. Μας ενδιαφέρει η εικόνα σε σχέση με το ρεμπέτικο, τι είδους εικόνες μπορεί να γεννήσει ένα τέτοιο θέμα. Ζούμε σε μια περίοδο ριζικής επαναθεώρησης αξιών, συμπεριφορών και αντιλήψεων, σε μια περίοδο επανεξέτασης καταπνιγμένων αφηγήσεων. Το ρεμπέτικο ήταν παραγκωνισμένο από το αφήγημα του ελληνικού μοντερνισμού και αυτή η έκθεση έρχεται να το τοποθετήσει στη θέση που του αξίζει.
Στην έκθεση βρίσκουμε παλιές και νέες συνθέσεις. Εκρηκτικός συνδυασμός;
Δεν θα χαρακτήριζα αυτή τη συνύπαρξη «εκρηκτικό συνδυασμό». Αντιθέτως, ο διάλογος ανάμεσα στα σύγχρονα έργα (όπως αυτά του Τσώλη, του Παπαηλιάκη και του Ψυχούλη) και στα ιστορικά έργα (Τσαρούχης, Τάσσος, Σικελιώτης, Φασιανός, Λαζάρου) είναι χρήσιμος και αποκαλυπτικός, γιατί δημιουργεί γέφυρες και βοηθά τον θεατή να συγκρίνει τις διαφορετικές ερμηνείες και προσεγγίσεις. Η αλήθεια πάντως είναι πως τα παλαιότερα έργα είναι αμιγώς παραστατικά και προβάλλουν μια εξιδανικευμένη εικόνα του ρεμπέτικου.
Ήρθατε αντιμέτωπος με εκπλήξεις όσο συλλέγατε υλικό για την έκθεση;
Καταρχάς, με εξέπληξε η θερμή ανταπόκριση και ο ενθουσιασμός των καλλιτεχνών, καθώς και η επίδραση που έχει το ρεμπέτικο στη νεότερη γενιά μουσικών. Επίσης, δεν περίμενα ότι θα έβρισκα την ταινία «Από μπουζούκια σε μπουζούκια» (1962) του Πάνου Κουτρουμπούση και είμαι πολύ περήφανος που καταφέραμε να την ψηφιοποιήσουμε και να την παρουσιάσουμε για πρώτη φορά στο πλαίσιο αυτής της έκθεσης. Ευχάριστη έκπληξη ήταν και η χαραγμένη κολοκύθα του Σταμάτη Λαζάρου, την οποία ανακάλυψα κατά την επίσκεψή μου στη Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά, αλλά και οι εξαιρετικές μονοτυπίες του Γιώργου Ιωάννου.
Επαναδιαπραγματευθήκατε τη σχέση σας με το ρεμπέτικο μέσα από αυτή την έκθεση;
Η σχέση μου με το ρεμπέτικο ξεκινάει επίσημα με αυτή την έκθεση. Για να το θέσω διαφορετικά, η έκθεση αυτή ήταν η αφορμή για να ασχοληθώ σοβαρά με το ρεμπέτικο. Μέχρι τώρα ήμουνα ένας απλός ακροατής. Τώρα όμως, μέσα από τη θέση του επιμελητή, ανέπτυξα μια άλλη σχέση μαζί του, πιο προσωπική και εγκάρδια. Θέλοντας και μη, η έκθεση ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ και οι συντελεστές της θα γίνουν μέρος της ιστορίας του ρεμπέτικου.
Εάν μπορούσε να ανοίξει την πόρτα της έκθεσης ο Μάρκος, τι νομίζετε ότι θα έλεγε;
Νομίζω ότι θα στεκόταν στα έργα που αφορούν τον ίδιο. Στα πορτρέτα που έχουν κάνει ο Βαγγέλης Αβραμόπουλος, ο Σταμάτης Λαζάρου και ο Ηλίας Παπαηλιάκης. Στην περφόρμανς-εγκατάσταση του Πάνου Χαραλάμπους, ο οποίος χόρεψε στα εγκαίνια το «Βαθιά στη θάλασσα θα πέσω». Σίγουρα θα του άρεσε η ταινία του Κουτρουμπούση, που παρουσιάζουμε στο φουαγιέ του Ολύμπια στην Ακαδημίας. Και πιστεύω πως θα τον συγκινούσε η εγκατάσταση της Φοίβης Γιαννίση, με τίτλο «Το χασαπάκι».
Κατά πόσο μπορεί μία έκθεση, που είναι κατά κύριο λόγο οπτική διαδικασία, να κρυσταλλώσει τη μουσική;
Η έκθεση δεν επιχειρεί να αποκρυσταλλώσει το ρεμπέτικο. Δεν επιχειρεί δηλαδή να δώσει, μέσα από εικαστικά μέσα, μια «οριστική μορφή» στη συγκεκριμένη μουσική. Αντιθέτως, τα έργα των σύγχρονων καλλιτεχνών αποτυπώνουν το ρεμπέτικο ως μια ρευστή μορφή, ως μια μορφή που τη χαρακτηρίζει η ρευστότητα. Είναι μια μορφή που δεν μπορείς να τη συλλάβεις εύκολα, ακόμα κι αν νομίζεις ότι την κατέχεις. Και αυτό νομίζω πως είναι το ενδιαφέρον με αυτή την έκθεση. Από την άλλη, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η εικόνα, λόγου χάρη τα εξώφυλλα του χαράκτη Τάσσου για τους δίσκους της Μπέλλου, μας βοηθά να προσεγγίσουμε τη μουσική, να την εικονοποιήσουμε και να την κατανοήσουμε.
Στο σημείωμά σας για την έκθεση, διαβάσαμε τη φράση «Ο ύμνος δεν έχει πεθάνει». Τι σηματοδοτεί για εσάς;
Η συγκεκριμένη φράση ανήκει στον ιστορικό τέχνης Georges Didi-Huberman και τη συναντάμε στο «Βγαίνοντας από τον χρόνο», ένα δοκίμιο σε επιστολική μορφή που έγραψε για το φιλμ Επιστροφή στην οδό Αιόλου (2013) της Μαρίας Κουρκούτα. «Για να βγούμε από τις παρελθούσες εποχές, πρέπει να ξέρουμε να επιστρέφουμε διαρκώς στις αναβιώσεις τους. Ο ύμνος δεν έχει πεθάνει. Μπορεί να επιβιώνει εκεί που δεν το περιμένουμε καθόλου, σε ένα λαϊκό ποίημα του ρεμπέτικου ή σε μια μικρή πειραματική ταινία» γράφει ο Didi-Huberman. Η φράση αυτή με βοήθησε να καταλάβω ότι ο ύμνος -το ρεμπέτικο δηλαδή-, παρότι ανήκει στο παρελθόν, όχι μόνο δεν έχει πεθάνει, αλλά διεκδικεί σημαντική θέση στη ζωή μας.
Σωτηρία Μπέλλου και Μαρία Κάλλας «συστεγάζονται» στο Δημοτικό Θέατρο ΟΛΥΜΠΙΑ. Τι είναι αυτό που τελικά συνδέει τις δύο κυρίες;
Πράγματι, στο φουαγιέ του Ολύμπια, όπου τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται μια έκθεση με φωτογραφίες και προσωπικά αντικείμενα της Μαρίας Κάλλας, μεταφέραμε μια προθήκη με προσωπικά αντικείμενα της Σωτηρίας Μπέλλου τα οποία ανήκουν στον ΟΠΑΝΔΑ. Με αυτόν τον τρόπο «συστεγάσαμε», όπως λέτε, δύο μεγάλες προσωπικότητες του 20ού αιώνα. Βάζοντας την Μπέλλου δίπλα στην Κάλλας, επιχειρήσαμε να ζωντανέψουμε το γνωστό τσιτάτο του Τσαρούχη: «Αγαπώ την Κάλλας και τη Σωτηρία Μπέλλου. Και δεν αισθάνομαι διχασμένος. Ας κοπιάσουν όσοι σκανδαλίζονται γι’ αυτό να καταλάβουν τι μου συμβαίνει». Με άλλα λόγια, αυτό που συνδέει τις δύο κυρίες δεν είναι μόνο το πάθος τους για τη μουσική και η ανεκτίμητη κληρονομιά τους, αλλά και ο αδικαιολόγητος διχασμός μας. Είναι ένας ανόητος διχασμός που υπάρχει και σήμερα, ο οποίος μας τυφλώνει και οφείλουμε να τον ξεπεράσουμε.
Ποια είναι, κατά την άποψή σας, η πιο ενδιαφέρουσα κουβέντα που μπορεί να ανοίξει αυτή η έκθεση;
Πρώτα απ’ όλα, η έκθεση αυτή μπορεί να προκαλέσει συζητήσεις. Αυτό από μόνο του είναι σημαντικό και σπανίως συμβαίνει με μια εικαστική έκθεση, πόσο μάλλον με τις εικαστικές εκθέσεις που γίνονται στην Ελλάδα, οι οποίες τείνουν να είναι εσωστρεφείς, να καταπιάνονται δηλαδή με θέματα που δεν αφορούν τη δημόσια σφαίρα. Θα ήθελα η έκθεση να γεννήσει ερωτήματα, όχι τόσο για την ιστορία του ρεμπέτικου, όσο για τη βαθύτερη σχέση μας με αυτό, για τη θέση του στις ζωές μας και τη σημασία του για την εποχή μας.
Υπάρχει στην καθομιλουμένη ο όρος «ροκ καταστάσεις». Ρεμπέτικες καταστάσεις συμβαίνουν στους δρόμους της Αθήνας;
«Ρεμπέτικες καταστάσεις» συμβαίνουν πρωτίστως στα σπίτια αυτής της απρόσωπης πόλης. Οι παρεκτροπές, οι παραβατικές συμπεριφορές, τα ερωτικά δράματα, ο χορός από λύπη, ο πόνος στην καρδιά και το «χαροποιό πένθος» λαμβάνουν χώρα κυρίως σε ιδιωτικούς χώρους, μακριά από τα δημόσια βλέμματα.
Δήλωση της προέδρου του ΟΠΑΝΔΑ, Νίκης Κ. Αραμπατζή, για την έκθεση:
«Το ρεμπέτικο είναι μια σημαντική έκφανση του αστικού λαϊκού πολιτισμού, έχει καταγράψει όλες τις πτυχές της πραγματικότητας και τα προβλήματα των ανθρώπων χωρίς εξωραϊσμούς και πέρα από κοινωνικές συμβάσεις. Ορόσημο στην ανάπτυξη του είδους υπήρξε η Μικρασιατική Καταστροφή του 1922. Όπως γνωρίζουμε, το 2022 είναι αφιερωμένο στην επέτειο των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή και είναι πραγματικά συγκινητικό που ο ΟΠΑΝΔΑ διοργανώνει μια εικαστική έκθεση με θέμα το ρεμπέτικο και τους ρεμπέτες, αυτές τις πολυδιάστατες φυσιογνωμίες που καθόρισαν την αισθητική του. Τα ρεμπέτικα μιλάνε στην καρδιά όλων των Ελλήνων, ενώ, όπως έχει φανεί, συγκινούν και πολλούς φίλους της Ελλάδας, οι οποίοι αγαπούν και μελετούν τον πλούσιο λαϊκό πολιτισμό της. Όπως αποδεικνύει η έκθεση που διοργανώνουμε, τα ρεμπέτικα όχι μόνο συνεχίζουν να ασκούν επιρροή σε μουσικούς της νεότερης γενιάς, αλλά αποτελούν πηγή έμπνευσης και για τους σύγχρονους εικαστικούς καλλιτέχνες.»
Οι συμμετέχοντες καλλιτέχνες:
Βαγγέλης Αβραμόπουλος, Σώτος Αλεξίου, Γιάννης Βαρελάς, Φίλιππος Βασιλείου, Αντώνης Βολανάκης, Βασίλης Γεροδήμος, Φοίβη Γιαννίση, Απόλλωνας Γλύκας,
Κατερίνα Ζαχαροπούλου, Γιάννης Θεοδωρόπουλος, Ανέστης Ιωάννου, Γιώργος Ιωάννου (1926-2017), Γιώργος Κόντης, Αλέξανδρος Κορογιαννάκης(1906-1966), Πάνος Κουτρουμπούσης (1936-2019), Σταμάτης Λαζάρου (1916-1988), Εσθήρ Λέμη, Ανδρέας Λόλης, Μαρία Λουίζου, Δημήτρης Μεράντζας, Ειρήνη Μπαχλιτζανάκη, Κώστας Μπέζος(1905-1943), Χρόνης Μπότσογλου, Μυρτώ Ξανθοπούλου, Λάμπρος Ορφανός(1916-1995), Άγγελος Παπαδημητρίου, Νίκος Παπαδόπουλος, Ηλίας Παπαηλιάκης, Ρένα Παπασπύρου, Τάσος Παυλόπουλος, Γιώργος Σικελιώτης(1917-1984), Ηλίας Σιψάς, Σπύρος Στάβερης, Άσπα Στασινοπούλου(1935-2017), Τάσσος (1914-1985), Πέτρος Τουλούδης, Νίκος Τρανός, Μαρία Τσάγκαρη, Γιάννης Τσαρούχης (1910-1989), Κώστας Τσώλης, Αλέκος Φασιανός (1935-2022), Πάνος Χαραλάμπους, Κωνσταντίνος Χατζηνικολάου, Μάριος Χατζηπροκοπίου σε συνεργασία με τον Μιχάλη Αλεξανδράτο, Θάλεια Χιώτη, Κώστας Χριστόπουλος, Αλέξανδρος Ψυχούλης, CacaoRocks, The Callas, CharlesHoward (1936-2021)
Διάρκεια έκθεσης:
Πέμπτη 10 Φεβρουαρίου – Κυριακή 3 Απριλίου 2022
Πινακοθήκη Δήμου Αθηναίων (κτίριο Μεταξουργείου): Λεωνίδου & Μυλλέρου, Πλ. Αυδή. Πληροφορίες: 210 5202420
Ωράριο: Τρίτη – Σάββατο 11:00 – 19:00, Κυριακή 10:00 – 16:00, Δευτέρα κλειστά
Κέντρο Τεχνών Δήμου Αθηναίων: Βασ. Σοφίας, Πάρκο Ελευθερίας
Πληροφορίες: 210 7232604, 210 7224028, στάση Μετρό: Μέγαρο Μουσικής
Ωράριο λειτουργίας: Τρίτη – Παρασκευή 11:00 – 19:00 Σάββατο – Κυριακή 10:00 – 15:00, Δευτέρα κλειστά.
Ολύμπια, Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας»
Ακαδημίας 59, Πληροφορίες: 210 3642540
Ωράριο λειτουργίας:
Τρίτη – Παρασκευή 11:00 – 19:00
Σάββατο – Κυριακή 10:00 – 15:00
Δευτέρα κλειστά
Η είσοδος για το κοινό είναι ελεύθερη.
Διοργάνωση
Οργανισμός Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας του Δήμου Αθηναίων (ΟΠΑΝΔΑ)