Ποια είναι η εικόνα των τοξικομανών του Μεσοπολέμου και ποια η θέση της κοινωνίας στο θέμα εξάρτηση; Πώς σχετίζεται το ρεμπέτικο τραγούδι με τα ναρκωτικά; Τι συμβάλλει στην επιλογή χρήσης ουσιών και πόσο συχνά συναντάμε εξαρτημένες γυναίκες; Αυτά, είναι κάποια από τα ερωτήματα που θέσαμε στον Δημήτρη Υφαντή, ο οποίος είχε την ιδέα της έκθεσης «Αυτό που δεν βλέπουμε μας κοιτάζει», με θέμα τους τοξικομανείς του Μεσοπολέμου.
Αρχικά θα ήθελα να σας ρωτήσω πως προέκυψε η συνεργασία με το Φεστιβάλ Αθηνών- Επιδαύρου, πιο συγκεκριμένα στην ενότητα «Άνοιγμα στην πόλη»;
Ήταν μια ιδέα που συζητούσαμε με τον Ηλία Πούλο περίπου δύο χρόνια. Πέρυσι τον Αύγουστο κάναμε την πρόταση στο Φεστιβάλ Αθηνών και λίγους μήνες μετά λάβαμε θετική απάντηση. Το ενέταξαν στην ενότητα ’Άνοιγμα στην πόλη“, που το βασικό θέμα της είναι η διαφορετικότητα, λαμβάνοντας υπόψη και τον χώρο που θα ήταν καλύτερα να φιλοξενηθεί η εικαστική εγκατάσταση του Η. Πούλου με το υλικό αυτό.
Μας ενδιέφερε ο τόπος στον οποίο θα γίνει η έκθεση να μας φέρνει και στην σημερινή πραγματικότητα , για να κάνουμε όλη αυτή την μετάβαση από το παρελθόν στο παρόν, σε έναν χώρο που δεν είναι αποστειρωμένος, δεν είναι για διαλέξεις ή εκθέσεις ακαδημαϊκού τύπου. Εξάλλου, το θέμα της εξάρτησης εξακολουθεί να αφορά την πόλη. Πάμε με ένα τέτοιο θέμα σε μία περιοχή (σ.σ Βικτώρια) που παντού υπάρχουν ουσίες και ταυτόχρονα συχνάζουν πολλοί και διαφορετικοί άνθρωποι.
Κ. Υφαντή η έκθεση αυτή βασίζεται σε δική σας έρευνα και στο βιβλίο σας ¨Τοξικομανία δι’ ηρωίνης. Η χρήση των ουσιών στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου.¨ Πώς φτάσατε στην συγγραφή του βιβλίου και ποια ήταν τα αποτελέσματα της έρευνας σας σχετικά με τους τοξικομανείς εκείνης της περιόδου;
Το ερευνητικό μόνο μέρος κράτησε τρία χρόνια σε τρία ψυχιατρεία: Δρομοκαΐτειο, Αιγινήτειο και δημόσιο ψυχιατρείο, Δαφνί. Με βάση αυτό το υλικό, ένα μικρό μέρος του, περίπου 20%, αξιοποιήθηκε σ’ αυτή την έκθεση. Η βασική σκέψη ήταν να δείξω την ιστορικότητα του φαινομένου της εξάρτησης.
Γνώριζα ότι υπήρχαν εξαρτημένοι στον μεσοπόλεμο από τις ουσίες της νεωτερικότητας (μορφίνη, ηρωίνη, κοκαΐνη), αν και οι περισσότεροι γνώριζαν και μιλούσαν για την κάνναβη. Στον μεσοπόλεμο, ίσως επειδή υπήρχαν και τα αντίστοιχα τραγούδια της εποχής, θεωρούσαν ότι δεν υπήρχε κάτι άλλο εκτός από αυτό. Πίστευαν ότι υπήρχε μόνο το χασίς.
Ψάχνοντας στα ψυχιατρεία βρέθηκε ένα πολύ πλούσιο υλικό γι’ αυτήν την εποχή. Καταρχάς να πω για τον μεσοπόλεμο ότι είναι η εποχή που στην ελληνική κοινωνία εγκαθίσταται αυτό που λέμε: Εξάρτηση. Μέχρι τότε, θα λέγαμε ότι υπάρχει η γνωστή παραδοσιακή χρήση ουσιών -κατά κύριο λόγο κάνναβης και οπίου- η οποία ήταν αυτό-ρυθμιζόμενη χρήση· δε μπορούμε να μιλήσουμε για εξάρτηση.
Στον Μεσοπόλεμο και σαν κοινωνία, περνάμε από την χρήση στην εξάρτηση κυρίως για τις ουσίες που ανέφερα πριν, της νεωτερικότητας. Αν αυτό το δούμε σε μία αναλογία με αυτό που συμβαίνει σήμερα, λέμε ότι η γνωριμία με τις ουσίες γίνεται στην εφηβεία, γύρω στα δεκατέσσερα. Περίπου δύο χρόνια μετά την γνωριμία με τις ουσίες γίνεται και η εγκατάσταση. Αν αυτό το αναγάγουμε στην ελληνική κοινωνία, θα λέγαμε ότι ο μεσοπόλεμος είναι η ¨εφηβεία¨ της, η οποία περνάει από την χρήση στην εξάρτηση.
Ποιοι είναι οι πιθανοί παράγοντες που συμβάλλουν στην χρήση ουσιών και τελικά στην εξάρτηση;
Η εξάρτηση είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο και είναι πολυπαραγοντικό. Θα πρέπει να υπάρχει και μια συγκυρία. Να το πω λίγο διαφορετικά. Ένας σπουδαίος θεωρητικός αλλά και κλινικός έχει γράψει: ¨Για να εγκατασταθεί η εξάρτηση θα πρέπει να συναντηθούν μία συγκεκριμένη προσωπικότητα, με μια συγκεκριμένη ουσία, σε ένα συγκεκριμένο μικρο και μακροπεριβάλλον, μια συγκεκριμένη ιστορική-πολιτισμική στιγμή¨.
Για κάθε προσωπικότητα είναι κάτι διαφορετικό. Δεν υπάρχει προφίλ εξαρτημένου, όπως δεν υπάρχει και προφίλ οικογένειας τοξικομανούς. Αν πάμε στο μικροπεριβάλλον μπορεί να υπάρχουν κάποια επιμέρους στοιχεία, που κάποιες φορές να συμφωνούν, αλλά θα ήταν παρακινδυνευμένο να πούμε ότι αυτός ο τύπος εφήβου ή αυτός ο τύπος οικογένειας κινδυνεύει.
Είναι όλοι οι παράγοντες και η στιγμή όπου μπορεί να συμβάλλουν κάποιος να φτάσει στην εξάρτηση. Υπάρχει και μια άλλη πρόταση, μιας και μιλάμε λίγο κωδικοποιημένα. Η εξάρτηση μπορεί να εγκατασταθεί όταν μία ατομική ή προσωπική κρίση συνευρεθεί με μια κοινωνική κρίση.
Διανύουμε και μία τέτοια περίοδο…
Σε εποχές κρίσης και όχι μόνο οικονομικής, τα συμπτώματα αυτά μπορεί να εντείνονται και οι παρενέργειες αυτής μπορούν να φανούν όχι την ίδια στιγμή αλλά και σε ένα διάστημα μεγαλύτερο. Δε μπορεί κανείς να παραστήσει τον προφήτη. Η ιστορία είναι κάτι σημαντικό, γιατί μπορεί να μας δείξει τι έχει προηγηθεί και γιατί φτάσαμε μέχρι εδώ.
Αν δεν δούμε την ιστορία, είναι πολύ πιθανό να καταφύγουμε σε μονομερείς προσεγγίσεις και αναλύσεις κατ’ επέκταση και οι απαντήσεις που θα δώσουμε για το όποιο φαινόμενο, στην συγκεκριμένη περίπτωση, αυτό της εξάρτησης, θα είναι και αυτές μονομερείς. Οι παράγοντες λοιπόν είναι πάρα πολλοί και αυτοί που μπορούν να απαντήσουν είναι επίσης πολλοί, δεν είναι θέμα μιας ειδικότητας.
Όλα αυτά τα χρόνια – τα τελευταία εκατό στην Ελλάδα- αυτοί που δίνουν τις απαντήσεις και ακούγονται ήταν καταρχάς οι νομικοί, οι εγκληματολόγοι και ταυτοχρόνως οι ψυχίατροι και βιολόγοι. Κατά την γνώμη μου, δεν είναι αυτοί που θα μπορέσουν να δώσουν την απάντηση για το φαινόμενο αυτό, και μιλάω για φαινόμενο, γιατί, ενώ οι ουσίες υπάρχουν αιώνες, το φαινόμενο της εξάρτησης το συναντάμε 200 χρόνια περίπου από την βιομηχανική επανάσταση και μετά.
Βγαίνοντας όμως ένας άτομο από την εστία του μικροπεριβάλλοντος του επιλέγει να μπει σε μία άλλη -ενδεχομένως μικρότερη- εστία. Σε αυτή των ναρκωτικών. Κάπου θέλει να ανήκει. Τι είναι όμως αυτό που τον οδηγεί εκεί;
Αυτό γίνεται ενδεχομένως γιατί αδυνατεί να επικοινωνήσει ή όταν επικοινωνεί ο λόγος του δεν ακούγεται ή ακούγεται παραμορφωμένος στα αυτιά των άλλων, που ¨οι άλλοι¨ μπορεί να είναι η οικογένεια, ο δάσκαλος του, η γειτονιά του. Προσπαθώντας ο έφηβος να επικοινωνήσει, αισθάνεται ότι δεν τα καταφέρνει. Ανησυχεί στην αρχή. Αυτή η ανησυχία μπορεί να γίνει αγωνία και κάποια στιγμή, σε ακραίες περιπτώσεις, μπορεί να γίνει άγχος κι ένας βαθύς πόνος εν τέλει, γιατί αδυνατεί να επικοινωνήσει με το ¨άλλο¨.
Αυτό είναι και το βασικό ζήτημα της έκθεσης. Προκειμένου να καλύψει αυτή τη ρωγμή με το ¨άλλο¨ ο έφηβος ή ο μετέφηβος μπορεί να χρησιμοποιήσει ουσίες στην προσπάθεια του, καταρχάς, να αισθανθεί καλά κι από την άλλη να επικοινωνήσει. Χρησιμοποιώντας όμως την ουσία, τα πράγματα γίνονται χειρότερα.
Η σχισμή, η ρωγμή μπορεί να γίνει χάος ή άβυσσος. Εκεί πλέον, απομονώνεται πλήρως από αυτό που προσπαθούσε στην αρχή να πετύχει, δηλαδή να επικοινωνήσει. Νομίζω βασικός αιτιολογικός παράγοντας της εξάρτησης είναι αυτό. Το κύριο χαρακτηριστικό της εξάρτησης είναι η αλλοτρίωση. Η αποξένωση του προσώπου, το οποίο γίνεται άτομο και η αποξένωση από το περιβάλλον. Δηλαδή γίνεται ¨άλλος άνθρωπος¨.
Αναφερόσαστε στην περίοδο του Μεσοπολέμου, μία περίοδο παγκόσμιας αναταραχής με ποικίλα ιστορικά γεγονότα. Θα σκεφτόταν κανείς ότι δεν υπάρχει το περιθώριο του να βιώσει ένας νέος το εφηβικό στάδιο. Πως ξεκινά αυτά τα χρόνια το φαινόμενο της εξάρτησης. Γίνεται η γνωριμία με τις ουσίες από την χρήση τους για ιατρικούς σκοπούς, εκείνη την περίοδο;
Την περίοδο που μιλάμε για τον Μεσοπόλεμο, έχουμε μία χώρα η οποία από το 1912 -13 έως το 1922 για δέκα χρόνια βρίσκεται σε πόλεμο. Έχουμε τους Βαλκανικούς πολέμους, τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο, έχουμε την εκστρατεία στην Ουκρανία και την αποβίβαση του ελληνικού στρατού στην Σμύρνη, μέχρι που φτάνουμε στο 1922. Έκανα μια έρευνα κι επειδή είδα όλα τα ιστορικά, το 20 % των τοξικομανών του μεσοπολέμου της δεκαετίας του 30΄, είναι Μικρασιάτες. Όταν έγινε η καταστροφή ήταν έφηβοι ή μετέφηβοι.
Δέκα χρόνια μετά, τους συναντάμε τοξικομανείς. Το ¨αδύνατο¨ πένθος -τα πένθη είναι πάρα πολλά αυτής της περιόδου- είναι ένας παράγοντας που παίζει ρόλο στην εγκατάσταση της εξάρτησης, γιατί έχουμε τους αγνοούμενους. Μέχρι την δεκαετία του 80, το δημόσιο ραδιόφωνο μέσω του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, επικοινωνούσε αναζητήσεις συγγενικών προσώπων. Αυτούς τους ανθρώπους δε μπόρεσαν ποτέ να τους πενθήσουν.
Το να έχεις τον ζωντανό που πεθαίνει ή σκοτώνεται τον πενθείς. Επιτελείται το πένθος και μετά ο κόσμος λέει: ¨Οι ζωντανοί με τους ζωντανούς και οι πεθαμένοι με τους πεθαμένους.¨ Όταν δεν ξέρεις αν ζει ή πέθανε, αυτό τον ¨αν¨ έχει ¨βρυκολακιάσει¨, δεν ξέρεις αν πρέπει να πενθήσεις ή όχι, γιατί πάντα υπάρχει η ελπίδα μήπως είναι ζωντανός. Αυτό το ¨αδύνατο πένθος¨ υπάρχει και στον εξαρτημένο. Είναι ένας πένθος που δεν επιτελέστηκε, και μπορεί να είναι η απώλεια του θείου, του παππού, κάποιου προσφιλούς ανθρώπου.
Οι ψυχαναλυτές λένε ότι ο εξαρτημένος είναι αυτός που δεν μπόρεσε να πενθήσει το παιδί και να ενηλικιωθεί και χρησιμοποιώντας την ουσία, πάγωσε τον χρόνο συναισθηματικά. Σε πάρα πολλές περιπτώσεις, συναντάμε κάποιους να εξαρτήθηκαν από τις ουσίες επειδή κάποιος γιατρός τους συνταγογράφησε εκείνη την εποχή μορφίνη, κωδεΐνη, ή πεθιδίνη. Σκεφτείτε ότι στα 1880 την μορφίνη την χρησιμοποιούσαν για πενήντα διαφορετικές ασθένειες.
Ποιες ιστορίες συναντάμε στο βιβλίο σας και ποιο είναι το προφίλ των εξαρτημένων του Μεσοπολέμου; Υπάρχει κάποια ιστορία που σας εντυπωσίασε;
Υπάρχει αυτό που είπατε πριν, ότι κάποιοι μυήθηκαν στις ουσίες σε καιρό πολέμου ή σε καιρό αιχμαλωσίας ή μετά από τραύματα στον πόλεμο. Συναντάμε εξαρτημένους οι οποίοι είχαν σχέσεις με ιατρικά, παραϊατρικά επαγγέλματα και είχαν πρόσβαση στην μορφίνη, όπως επίσης στρατιώτες και στρατιωτικούς. Εκτός από αυτά τα επαγγέλματα που ανέφερα, συναντάμε την χρήση σε καλλιτέχνες και σε ανθρώπους που έχουν σχέση με το εξωτερικό (ναυτικούς κ.α). Αυτοί είναι οι πρώτοι.
Στην δεκαετία του 30’ όμως, γίνεται φαινόμενο που αφορά γενικότερο πληθυσμό και όχι μόνο αυτής της κατηγορίας. Στο βιβλίο έχω κωδικοποιήσει τους αιτιολογικούς παράγοντες όπως τους παρουσίαζαν οι ίδιοι και θα δείτε να λένε: ¨επειδή με παρέσυραν κάποιοι φίλοι¨, σε πολλές περιπτώσεις μπαίνουν κάποιες γυναίκες στην μέση, ¨Λόγω του ότι έκανα παρέα με καλλιτέχνιδες ή γυναίκες ελαφρών ηθών¨.
Σε άλλες περιπτώσεις αναφέρουν μία συγκεκριμένη στενοχώρια, χωρίς όμως οι γιατροί να ρωτάν εκείνη την εποχή τι στενοχώρια ήταν αυτή, πράγμα που κάποιος που δουλεύει ψυχοθεραπευτικά το κάνει σήμερα γιατί είναι μια καλή αφορμή να δούμε τι έχει συμβεί.
Κάτι που μου είχε κάνει εντύπωση είναι μία γυναίκα, η οποία λέει ότι έμαθε τη μορφίνη και στην συνέχεια, νομίζω, την ηρωίνη από τον πατέρα της. Εκείνος ήταν γιατρός και τις έκανε ενέσεις λέγοντάς της ότι είναι δυναμωτικές, ενώ στην πορεία την πληροφόρησε ότι ήταν ενέσεις μορφίνης. Η ίδια, λέει, ότι έψαξε στην συνέχεια σε κάποιο βιβλίο και βρήκε τι είναι η μορφίνη. Αυτό είναι ένα κομμάτι που δείχνει την σχέση ιατρικής με τις ουσίες αυτές.
Η κοινωνία μας τι ρόλο διαδραματίζει σε αυτή την κατάσταση; Μία μερίδα ανθρώπων φαίνεται να λυπάται για τον θάνατο κάποιου, αλλά όχι του τοξικομανή.
Το θέμα της εξάρτησης είναι κάτι οδυνηρό για τον εξαρτημένο και – θα έπρεπε- για την κοινωνία ολόκληρη. Η απάντηση δεν είναι εύκολη, δεν είναι αυτό που λένε η τοξικομανία είναι υποτροπιάζουσα νόσος και νομίζουν ότι θα τους δώσουμε το φάρμακο και θα λήξει.
Επειδή λοιπόν, είναι κάτι οδυνηρό και κάτι που φοβόμαστε να αντικρύσουμε στα μάτια, στην έκθεση κάνουμε ένα μικρό τρικ. Φέρνουμε τους τοξικομανείς του Μεσοπολέμου- που εδώ είναι αποδραματοποιημένο όλο το πράγμα γιατί είναι πολύ μακρινό- και λέμε: Κοίτα αυτόν στα μάτια, αφού δεν μπορείς να δεις αυτόν που είναι στην Βάθη, στην Κουμουνδούρου ή όπου αλλού είναι.
Λέμε λοιπόν, να δούμε μέσα στα μάτια τον τοξικομανή, μέσα από τους συμβολισμούς να δούμε τον αποδραματοποιημένο επειδή είναι μακριά χρονικά, οπότε μπορούμε να είμαστε πιο ψύχραιμοι και να “συναντήσουμε” και τον εαυτό μας εκεί. Είπε κάποτε ένας θεωρητικός και κλινικός: «Η εξάρτηση δεν είναι τίποτα περισσότερο παρά μια έκφραση δυσαρέσκειας στον πολιτισμό μας».
Νομίζω ότι αυτό τα λέει όλα ή λέει πολλά για μία πτυχή του φαινομένου που λέγεται εξάρτηση. Ο τοξικομανής είναι ένας ζωντανός- νεκρός κι αυτό δεν το αντέχουμε. Τους ¨βρυκόλακες¨ δεν τους αντέχουμε. Πρέπει να αποφασίσουν με ποιους θα είναι γιατί είναι μεταξύ ζωής και θανάτου.
Φέρνουμε λοιπόν τους τοξικομανείς του Μεσοπολέμου που είναι κάτι τόσο μακρινό -ασκεί, αν θέλετε, και μια γοητεία αυτό- για να μιλήσουμε για το σήμερα. Αξιοποιούμε το παρελθόν γιατί μας ενδιαφέρει το παρόν και πολύ περισσότερο το μέλλον. Τι θα γίνει, χωρίς να κάνουμε το μαντείο, αλλά με επιστημονικές προγνώσεις. Πού πάμε; Τι θα συμβεί στο μέλλον;
Η γυναίκα στα ναρκωτικά;
Το ποσοστό των τοξικομανών γυναικών, με βάση τα ιστορικά που υπάρχουν, είναι μικρό. Την δεκαετία του ’30 συναντάμε γυναίκες τοξικομανείς από μορφίνη, κοκαΐνη. Εδώ όμως συμβαίνει το εξής: Το Δαφνί είναι το ίδρυμα το οποίο δέχεται κατά κύριο λόγο απόρους ή αν θέλετε άτομα από τα χαμηλά οικονομικά και κοινωνικά στρώματα. Εκεί, το ποσοστό των γυναικών είναι πολύ μικρό, είναι 4%.
Στο Δρομοκαΐτειο, το οποίο έχει πολύ λίγες θέσεις για απόρους και υπόλοιπες κλίνες (γιατί έχει διάφορες κατηγορίες), συναντάμε περισσότερες γυναίκες από τα μεσαία στρώματα που έχουν την ευχέρεια να προσεγγίσουν έναν χώρο θεραπείας.
Στο Αιγινήτειο που είναι πανεπιστημιακή ψυχιατρική κλινική, το ποσοστό γυναικών φτάνει στο 25%, που σημαίνει ότι στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα είναι πιο ισότιμα τα πράγματα και ο γυναικείος πληθυσμός μπορεί να τα προσεγγίσει με μεγαλύτερη ευκολία.
Οι γυναίκες βέβαια -επειδή για κοινωνικούς λόγους το στίγμα ήταν πολύ πιο έντονο οι ίδιες (όπως και σήμερα)-, κατέφευγαν στα φάρμακα. Σήμερα είναι γνωστό ότι μεγάλο μέρος του γυναικείου πληθυσμού χρησιμοποιεί τα φάρμακα που είναι νόμιμα ή καταφεύγουν στο αλκοόλ που είναι επίσης νόμιμο και υπάρχει στο σπίτι.
Εκείνη την εποχή, υπάρχει μία διαβάθμιση στις γυναίκες και σε ποιες απευθύνονται οι ουσίες, που κάτι ανάλογο, νομίζω, συμβαίνει και σήμερα σε μικρότερο βαθμό αλλά ισχύει. Γυναίκες που απευθύνονται στο δικό μας πρόγραμμα, το 18 Άνω, είναι περίπου το 20%, όμως ο αριθμός του ποσοστού εξάρτησης των γυναικών μάλλον είναι μεγαλύτερος, γύρω στο 30-35%, αλλά για λόγους κοινωνικούς δεν απευθύνονται στα προγράμματα αντιμετώπισης της εξάρτησης.
Να μιλήσουμε λίγο για το Ρεμπέτικο και τον συσχετισμό του με τα ναρκωτικά;
Σε ότι αφορά το ρεμπέτικο οι ίδιοι οι δημιουργοί δεν έχουν καθόλου καλές σχέσεις με τις ουσίες αυτές. Μάλιστα, στέκονταν απέναντι και φαίνεται πολύ καθαρά σε ένα τραγούδι του Γιοβάν Τσαούς που λέει: ¨Τι νόμιζες ότι ήμασταν τίποτα πρεζάκηδες¨.
Για τα ρεμπέτικα τραγούδια που αφορούν στις ουσίες αυτές, θα έλεγα ότι είναι περισσότερο μια καταγραφή ή αναφορές απλές. Δηλαδή το τραγούδι που έχει παίξει και από τα μέσα, είναι του Δελιά , ο οποίος ήταν ο μοναδικός που εξαρτήθηκε από τις ουσίες (ηρωίνη- κοκαΐνη) και πέθανε από αυτές. Ο Βαμβακάρης, το αναφέρει κάπου, λέει για τον Δελιά: «Αυτός έπινε και μετά είχε γίνει ελεεινός και εμείς δεν τον κάναμε παρέα γιατί μας έβλεπε η αστυνομία κι ο κόσμος και θα λέει ότι κάνουμε παρέα με έναν πρεζάκια». Οι ίδιοι πίνανε χασίς. Είναι άλλο πράγμα το χασίς.
Στο ρεμπέτικο τραγούδι, υπάρχουν γύρω στα 350, 360 τραγούδια που αναφέρονται στις ουσίες. Από αυτά είναι λιγότερα από 20 εκείνα που αναφέρουν την μορφίνη, ηρωϊνη, κοκαΐνη… την πρέζα· και τα περισσότερα απλά την αναφέρουν· δεν είναι το θέμα τους. Τα τραγούδια αυτά θα τα παρουσιάσουμε στις 8 Ιουνίου και θα πω δυο λόγια για κάθε τραγούδι. Αυτό που συμβαίνει με το ρεμπέτικο συμβαίνει γιατί είναι απλό, λιτό τραγούδι, έχει ενωτικό χαρακτήρα και ένα τρίτο χαρακτηριστικό είναι ότι βγάζει πολύ ¨ασυνείδητο¨.
Η εικαστική εγκατάσταση του Η. Πούλου, βασίζεται στην προσωπική έρευνα του Δ. Υφαντή και στο βιβλίο του «Τοξικομανία δι’ ηρωίνης. Η χρήση των ουσιών στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου» και σ’ αυτήν θα δούμε σπάνιο φωτογραφικό υλικό από τους τοξικομανείς εκείνης της περιόδου κάνοντας μία μικρή αναφορά και σε ορισμένα ρεμπέτικα τραγούδια.
Ο Δημήτρης Γ. Υφαντής γεννήθηκε στην Αθήνα. Έκανε τις βασικές σπουδές του (Κοινωνιολογία) στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σόφιας St. Kliment Ohridski και τη διδακτορική διατριβή του στον Τομέα Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Εργάζεται στην αντιμετώπιση των εξαρτήσεων από το 1987. Είναι επιστημονικός υπεύθυνος του Τμήματος Έρευνας και Εκπαίδευσης της Μονάδας Απεξάρτησης 18 ΑΝΩ. Περισσότερες πληροφορίες για την δράση εδώ http://greekfestival.gr/festival_events/ayto-poy-de-vlepoyme-mas-koitazei/