Γιατί «παρά ένα»; Επειδή η συνεργασία μου με το περιοδικό άρχισε ουσιαστικά όταν είχε ήδη συμπληρώσει ένα χρόνο ζωής.
Την έκδοσή του την πήρα είδηση ενώ είχαν ήδη κυκλοφορήσει πέντε ή έξι τεύχη, δεν θυμάμαι πια. Μου κέντρισε το ενδιαφέρον γιατί, τότε, η ύλη του εστιαζόταν ειδικά σε θέματα των περιοχών εκατέρωθεν της Πατησίων, δηλαδή σε περιοχές που με απασχολούσαν άμεσα. Έτσι, μια μέρα, θα πρέπει να ήταν Σεπτέμβριος του 2013, αποφάσισα να επισκεφτώ τα γραφεία τους στην οδό Τροίας. Πέρα από το γενικότερο ενδιαφέρον, και με μια δόση υστεροβουλίας, είναι η αλήθεια, γιατί το είδα και σαν μια ευκαιρία να προβάλω τις απόψεις μου για την επικείμενη τότε αξιοποίηση της Δημοτικής Αγοράς της Κυψέλης, καθώς έβλεπα το θέμα να παίρνει μία τροπή εντελώς αντίθετη προς τις απόψεις μου.
Βέβαια, είχα κάποιους ενδοιασμούς. Εκείνη την εποχή είχαν αρχίσει να κυκλοφορούν διάφορα έντυπα με προκάλυμμα κάποιο ουδέτερο στόχο, αλλά με πραγματικό –πλην ανομολόγητο– στόχο την έντεχνη (δηλαδή κεκαλυμμένη) προβολή πολιτικών θέσεων. Είχα ήδη τη σχετική εμπειρία όταν προσπάθησα (και πέτυχα με χίλια βάσανα) να δημοσιεύσω κάποιες απόψεις για το συγκεκριμένο θέμα σε ένα άλλο έντυπο που μοιραζόταν στην Κυψέλη.
Παραμέρισα, ωστόσο, τους ενδοιασμούς μου και μίαν ωραίαν πρωίαν μπούκαρα στα γραφεία κάπως φουριόζος και ζήτησα να μιλήσω με τον υπεύθυνο της έκδοσης. Είχα πέσει διάνα! Μιλούσα με τον ίδιο τον Χρύσανθο. Του εξήγησα ότι, ως γνώστης του 6ου Διαμερίσματος, ενδιαφερόμουν να τους τροφοδοτώ με άρθρα για διάφορα τοπικά θέματα. Είχα, άλλωστε, εμπιστοσύνη στον εαυτό μου τόσο λόγω της αρθρογραφικής προϊστορίας μου όσο και λόγω της διαμονής μου για 64 (ως τότε) χρόνια στην Κυψέλη.
Δεν ξέρω πώς το πήρανε. Ίσως να με πέρασαν για κανένα αργόσχολο εμμονικό τύπο που έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του (και τις συγγραφικές ικανότητές του) ή θέλει να βρει βήμα για να βγάλει στη φόρα τα σώψυχά του. Αργόσχολος δεν ήμουνα, κάθε άλλο· εμμονικός, πιθανόν, ως προς ορισμένα θέματα· βήμα δεν είχα σε άλλα έντυπα τότε, αλλά το «Η Πατησίων Ζει» μου έδινε την ευκαιρία να θίξω ζητήματα που δεν είχαν θέση αλλού. Πάντως, η αίσθησή μου είναι πως με κοίταξαν κάπως περίεργα και μου είπαν πως θα επικοινωνήσουν μαζί μου. Δεν πτοήθηκα. Τους έγινα στενός κορσές, όπως λένε, και, ίσως για να απαλλαγούν από την ενόχλησή μου, αποδέχθηκαν να γράψω – το είχα ήδη γραμμένο – ένα κείμενο για τη Δημοτική Αγορά (Η Δημοτική Αγορά ως εργαλείο αναβάθμισης της Κυψέλης), το οποίο δεν δημοσιεύτηκε στο περιοδικό, αλλά ανέβηκε στο facebook στις 11 Οκτωβρίου 2013.
Συνέχισα τις επισκέψεις μου στα γραφεία του περιοδικού και, ίσως πάλι για να με ξεφορτωθούν, μου πρόσφεραν πρόσβαση στο έντυπο και, ένα εξάμηνο αργότερα, δημοσιεύτηκε στο τεύχος 13/04-14 ένα κείμενο με τίτλο: Πολιτιστικές – τουριστικές διαδρομές στο 6ο Διαμέρισμα. Μάλλον έκανε καλή εντύπωση, ενώ και οι συζητήσεις μου με τον Χρύσανθο «ανέβηκαν επίπεδο». Έτσι, στις αρχές Ιουλίου του μίλησα για την ιδέα μου να αποκτήσουν όνομα διάφορες ανώνυμες (μικρές ή μεγάλες) πλατείες της Κυψέλης. Του άρεσε και μου ζήτησε να του γράψω μερικές σχετικές προτάσεις. Ενθουσιάστηκα και μέσα σε λιγότερο από ένα μήνα του είχα στείλει πάνω από δέκα κείμενα διανθισμένα με φωτογραφίες. Άρχισαν να δημοσιεύονται υπό τον γενικό τίτλο Για να λέμε τις πλατείες, όπως και τα πράγματα, με τ’ όνομά τους…, στο τεύχος 17/09-14. Δημοσιεύτηκαν 8 προτάσεις μέχρι το τεύχος 25/06-15.
Τότε ο Χρύσανθος είχε την ιδέα να συγκεντρώσουμε τόσο τις δημοσιεύμενες όσο και τις αδημοσίευτες σε ένα βιβλιαράκι. Συμφώνησα, συμπλήρωσα τα υφιστάμενα κείμενα με άλλα δύο (ένα εισαγωγικό και ένα ως επίλογο) και, δύο μήνες μετά, το βιβλιαράκι (Πως σας είπαμε; 12+κάτι προτάσεις ονοματοδοσίας πλατειών πέριξ της Κυψέλης) κυκλοφορούσε με ένα ευρηματικό εξώφυλλο, ιδέα του περιοδικού. Βρήκε ανταπόκριση στον στενό κύκλο της Κυψέλης και, με πρωτοβουλία του Πολιτιστικού Συλλόγου Κυψέλης, κάποιες από τις προτάσεις υποβλήθηκαν στον Δήμο Αθηναίων. Τελικά, μετά από πολλές καθυστερήσεις και καραμπόλες, η Αθήνα απέκτησε επισήμως πλατείες Αιμιλίου Βεάκη, Αντώνη Σαμαράκη, Γιάννη Μαρή, Νίκου Γκάτσου και Σμυρναϊκού.
Από αυτή την εξέλιξη φαίνεται ότι η σύνταξη του περιοδικού απέκτησε εμπιστοσύνη στη γραφίδα μου και, έκτοτε, ανέτρεχαν σε αυτήν οπότε έκριναν ότι θα μπορούσα να συνεισφέρω στη θεματολογία του. Και η συνεργασία ευοδώθηκε και συνεχίστηκε. Δεν μπορώ να εκτιμήσω την αποδοχή των κειμένων μου στο κοινό με δύο εξαιρέσεις. Η μία αφορά ένα χριστουγεννιάτικο διήγημα (Το δέντρο του παππού) στο τεύχος 30/12-15, για το οποίο αρκετοί γνωστοί μου μίλησαν στο τηλέφωνο (και, άρα, το είχαν διαβάσει). Η άλλη, το άρθρο μου Όταν η Πατησίων ζούσε διδάσκοντας, στο τεύχος 36/06-16, το οποίο αναπαράχθηκε σε πολλές ιστοσελίδες (μέχρι και σε μία στο Λιδωρίκι) και, από την επικοινωνία που είχαν μαζί μου, διαπίστωσα ότι είχε γίνει γνωστό ακόμα και σε άτομα που δεν διάβαζαν το περιοδικό. Μάλιστα, κάποια αποσπάσματά του βρήκαν θέση και σε ηλεκτρονικά άρθρα τρίτων. Ίσως η επιτυχία του να οφείλεται στο ότι ο αριθμός του τεύχους περιέχει τρία εξάρια, δηλαδή τον σατανικό αριθμό 666, τον αριθμό του θηρίου κατά την «Αποκάλυψη» του Ιωάννη!
Η συνεργασία μου με το περιοδικό συνεχίστηκε και όταν αυτό άλλαξε από «Η Πατησίων Ζει» σε «Η Πόλη Ζει». Μάλιστα με μία παράλληλη μορφή, καθώς, στις συζητήσεις που είχα με τον Χρύσανθο συμφωνήθηκε, παράλληλα με την περιπτωσιακή αρθρογραφία μου, να εμπλουτίζω το ένθετο «Φτου, ξελευθερία» με ένα σταυρόλεξο και μικρά κείμενα σε μία στήλη με τον τίτλο «Η άχρηστη πληροφορία του μήνα». Την ιδέα για αυτές την έριξα, συζητώντας με τον Χρύσανθο τις μέρες που σχεδίαζε την μετατροπή του περιοδικού, αναφέροντας μερικές από αυτές τις «πληροφορίες» που είχα ήδη στο μυαλό μου. Την καλοδέχθηκε και την επόμενη μέρα παρέλαβε την πρώτη για το πρώτο τεύχος του περιοδικού με τη νέα μορφή. Έκτοτε και μέχρι το τεύχος 99/12-22 δημοσιεύτηκαν 35 με υπογραφή «Ο Τι;Πως;» (που δεν χρησιμοποιούσα για πρώτη φορά).
Πριν κλείσω αυτό το όχι και τόσο σύντομο σημείωμα, θα πρέπει να αναφέρω ότι πέρα από τον Χρύσανθο, με τον οποίο διατηρώ πλέον μία φιλική σχέση, είχα την ευκαιρία να γνωρίσω και τους άλλους συνεργάτες (όπως εγώ) του περιοδικού και, ιδιαίτερα, αυτούς που εργάζονται επαγγελματικά σε αυτό. Δεν τολμώ να τους αναφέρω, παρά την εκτίμησή μου στο άτομό τους και την εξαιρετική συνεργασία μαζί τους, μήπως ξεχάσω κάποιον ή (κυρίως) κάποια (λόγω της γυναικοκρατίας στα γραφεία της οδού Θήρας) και παρεξηγηθώ. Θα κάνω μόνο μία εξαίρεση για την Άντα και την Ηλέκτρα, όχι για κάποιον άλλο λόγο, αλλά επειδή συνεργάστηκα πολύ περισσότερο μαζί τους και εκτίμησα δεόντως τη συνεισφορά τους.
Πάντως, η συνεργασία μου με το street press «ΗΠΖ» δεν κλείνει εδώ, στα δέκα-κάτι χρόνια. Έχει μέλλον. Άλλωστε, κάπου δεκαπέντε έτοιμες «άχρηστες πληροφορίες» περιμένουν τη σειρά τους και θα ήταν κρίμα να πάνε στράφι!