Κάπου μεταξύ σουρεαλισμού, φουτουρισμού, μαγικού ρεαλισμού και δυστοπικού εφιάλτη, αυτή η παραβολή για τον τεχνολογικό εγκλεισμό (και λόγω καραντίνας) δημιουργήθηκε ένα συνεκτικό, άριστα δομημένο, συνεπές στους στόχους του και απόλυτα αισθητικό θέαμα (κυρίως για νέους κάτω των 30 ετών, αλλά και για πολλές ευέλικτες νοήσεις άνευ ηλικιακών περιορισμών).
Τα αυτοάνοσα, οι νευρώσεις, «Ο Πολιτισμός πηγή δυστυχίας» (όπως λέγαμε τις δεκαετίες 1960, 1970 και εντεύθεν), το τεχνολογικό περιβάλλον που μας αποκόπτει με την υπνωτική αληθοφάνειά του ολοένα και περισσότερο από την «Μητέρα Φύση».
Όμως, ο «ερπετοειδής εγκέφαλος» επιμένει ακόμη στην μαγική αντίληψη τού κόσμου, εξ ου και οι σαμάνικες τεχνικές που αναβιώνουν. Βρίσκω αριστουργηματική τη σκηνή όπου ανασυντίθεται ένα τοτέμ γύρω από το οποίο εκτυλίσσεται κάποια περίεργη (ποιητική αδεία) απροσδιόριστη «πρωτόγονη» τελετουργία εξορκισμού/εξευμενισμού «κακών πνευμάτων». Ενώ συχνά στο έργο, από τα δευτερεύοντα πρόσωπα ακούγονται οι λέξεις “evil”, “strange”…
Συνήθως πλήττω σε παρόμοια θεάματα και εξαντλείται το ενδιαφέρον μου το πρώτο εικοσάλεπτο. Εδώ όμως δεν συνέβη το ίδιο, χάρη στην επαγγελματικότατη δραματουργική επεξεργασία τής όλης ιδέας. Γιατί δεν χρησιμοποιούν και οι νεοέλληνες δραματουργίζοντες έμπειρους, πολύπειρους, καταξιωμένους επαγγελματίες θεατρικούς συγγραφείς και αναλαμβάνουν θρασύτατα οι θεωρητικολουγούντες «τσιτακιστές» (copy-paste) να δρέψουν ΚΑΙ μεταφραστικές ΚΑΙ δραματουργικές δάφνες; Βέβαια, σύμφωνα με τη ρήση τού Τσαρούχη «στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις». Όμως γιατί οι «ξένοι» έρχονται πάνοπλοι να αντιμετωπίσουν, να συναρπάσουν, να κινητοποιήσουν τον συνδημιουργικό «επαρκή θεατή»;
Παράδειγμα αυτή η αριστουργηματική παράσταση των 140 λεπτών τής ώρας. Υπέροχα όλα. Σκηνικά, κοστούμια, οπτικά εφέ, ηχητικό τοπίο, ορθοφωνία… Εξαιρετικό το κείμενο. Φανταστικά τα ψηφιακά video art που δίδουν την ψευδαίσθηση κατασκευασμένου σκηνικού. Υπέροχη η εικονοποίηση των εφιαλτών και των οραμάτων τής πρωταγωνίστριας που φέρει το βάρος τού επώνυμου ρόλου. Η παραπομπή στην «αγγελική» φύση τού ανθρώπου είναι σαφέστατη και συμβολικότατη.
Προσεκτική διακειμενικότητα που δεν αποκαλύπτει τις «ραφές» της. Αυτό από μόνο του είναι ένα κατόρθωμα στις ανενδοίαστες «συν-γραφικές» εποχές που ζούμε.
Είναι η πρώτη φορά που έφυγα φέτος από την οδό Πειραιώς 260 απολύτως ικανοποιημένος και δίχως να γκρινιάζω για τη συγκοινωνία, για τα λασπόνερα, για τους «δήθεν» που τα βρίσκουν όλα τέλεια…
Όχι, δεν ήταν όλα τέλεια, αλλά ΥΠΗΡΧΕ ΣΕΒΑΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΕΑΤΗ, δεν μας πετούσαν τα σκουπίδια των ληγμένων πρωτοποριών τής δεκαετίας τού 1990 κατά πρόσωπο!!!
Εύγε και πάλι εύγε. Οι άθλοι πρέπει να ονοματίζονται προκειμένου να μην ζούμε σε πολιτιστική χωματερή. Και το λειτούργημα τού/τής Κριτικού σε αυτό έγκειται: στον εντοπισμό των αξίων.
Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας
https://konstantinosbouras.gr
info:
Susanne Kennedy & Markus Selg
ANGELA (a strange loop)
Ποια είναι η φύση της πραγματικότητας; Πώς συγκροτείται ο εαυτός; Τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος;
Επιχειρώντας να απαντήσει σ’ αυτά τα ερωτήματα, η Σουζάνε Κένεντι συνεργάζεται με τον εικαστικό καλλιτέχνη Μάρκους Ζελγκ και βάζει κάτω από το μικροσκόπιο μια γυναίκα που πάσχει από μια ασθένεια, μελετώντας εξονυχιστικά κάθε στιγμή που μεσολαβεί στη ζωή ενός ανθρώπου ανάμεσα στη γέννηση και τον θάνατο.
Με τη χαρακτηριστική μετα-ανθρωπιστική, φουτουριστική αισθητική της, η Κένεντι ερευνά εδώ τη δυναμική σχέση ανάμεσα στο ανθρώπινο σώμα, την τεχνολογία και την τέχνη στη μεταπανδημική εποχή. Μια σκοτεινή ποιητική προσέγγιση στα θεμελιώδη ερωτήματα της ύπαρξης, της ταυτότητας και της συνειδητότητας μέσα από το πρίσμα της ασθένειας.
Από τις σημαντικότερες δημιουργούς της γενιάς της, τακτική συνεργάτιδα της Φόλκσμπύνε, η Σουζάνε Κένεντι συστήθηκε στο ελληνικό κοινό το 2019 με την παράσταση Αυτόχειρες παρθένοι στο πλαίσιο του Φεστιβάλ.
Eλληνικοί και αγγλικοί υπέρτιτλοι
Γιάννης Καλιφατίδης