«Μελετώ την απιστία σαν ένα μοιραίο φαινόμενο, λες και δεν είμαι θύμα της».
Πιερ Πάολο Παζολίνι (5.3.1922-2.11.1975)
«Πιερ Πάολο, είσαι πολύ καυλιάρης με αυτά τα τεράστια γυαλιά», τον τσιγκλάω προβοκατόρικα.
«Καιρός να κόψεις την ψυχανάλυση», μου αντιγυρίζει.
«Καιρός να κόψω τις φλέβες μου, Πιερ Πάολο…». Του μιλάω για την προδοσία της.
Ξαναγεμίζει το ποτήρι μου μέχρι τα χείλη με γκράπα. Κάθε φορά που επισκέπτεται τα μέρη της μάνας του στο Φρίουλι, μου φέρνει το καλύτερο απόσταγμα.
«Δεν είναι αλήθεια ότι τα σεξουαλικά προβλήματα είναι έξω από την πολιτική. Είναι πολιτικά», μου λέει.
«Ναι, αλλά εκτός από τον ιμπεριαλισμό, υπάρχει και η μοναξιά», του λέω.
Με γραπώνει απ’ το μπράτσο και απαγγέλει:
«Δυο νεαρά ψάρια κολυμπούν αμέριμνα στη μέση του ωκεανού, συναντούν κατά τύχη ένα γεροντότερο ψάρι που κολυμπά προς την αντίθετη κατεύθυνση, το οποίο τους γνέφει και λέει: “Καλημέρα, παιδιά. Πώς είναι το νερό; Τα δύο ψάρια συνεχίζουν για λίγο την πορεία τους μέχρι που το ένα γυρνάει προς το άλλο και του λέει: “Τι στο καλό είναι το νερό;”». *
* Το μότο είναι από την ποιητική συλλογή του, Ποίηση σε σχήμα τριαντάφυλλου, Τυπωθήτω 2004 (μετάφραση: Ανδρέας Ριζιώτης, πρόλογος: Στέφανος Ροζάνης) και η ιστορία με τα ψάρια, από το βιβλίο του David Foster Wallace, Αυτό εδώ είναι νερό, Κριτική 2015 (μετάφραση-επίμετρο: Κ. Καλτσάς)
«Το μόνο μου είδωλο είναι η πραγματικότητα»
(Σταχυολογώντας ατάκες του Πιερ Πάολο από το διαδίκτυο)
«Η σεξουαλική ελευθερία του σήμερα για τους περισσότερους ανθρώπους είναι μόνο μια σύμβαση, μια υποχρέωση, ένα κοινωνικό καθήκον, μια ανησυχία, ένα απαραίτητο χαρακτηριστικό του καταναλωτικού τρόπου ζωής».
«Μου είπαν ότι έχω τρία είδωλα: τον Χριστό, τον Μαρξ και τον Φρόιντ. Το μόνο μου είδωλο είναι η πραγματικότητα».
«Αυτή είναι η επιδίωξή μου. Να εξοργίσω, να θυμώσω τον θεατή (για το Σαλό). Ο φασισμός δεν καίει μόνο σάρκες. Μας σπρώχνει στον ολοκληρωτικό αφανισμό».
«Η αστική καπιταλιστική κοινωνία κάνει το παν για να καταστείλει την παρουσία του ιερού στην καθημερινή ζωή. Τελικά όμως αυτό πάντα ξεπροβάλλει ορμητικά».
«Εάν η ταινία μου διαδραματίζεται σε λαϊκό περιβάλλον, επιλέγω λαϊκούς ανθρώπους. Αλλά αν κάνω μια ταινία που τοποθετείται στον κοινωνικό περίγυρο των αστών, από τη στιγμή που δεν μπορώ να ζητήσω από κάποιον γιατρό, δικηγόρο ή μηχανικό να παίξει για μένα, παίρνω επαγγελματίες ηθοποιούς».
«Μόνο την ώρα του θανάτου μας είναι που η ζωή μας παίρνει νόημα».
«Εκτός από τη μάνα σου κανείς δε σε θυμάται»…
… όπως θα ’λεγε και ο Καββαδίας. Στην αριστουργηματική μυθιστορηματική βιογραφία του, Εγώ ο Πιερ Πάολο στα χέρια του αγγέλου από τον Dominique Fernandez (Αστάρτη 1985), αναδύεται τρυφερά η προσωπικότητά του Παζολίνι μέσα από τις αντιφάσεις του: Υπό αναίρεση καθολικός που παρέμεινε για πάντα χριστιανός, διά βίου μαρξιστής που τον έδιωξε το Κομμουνιστικό Κόμμα επειδή ήταν ομοφυλόφιλος, μάτσο φιζίκ αλλά θηλυκή φινέτσα και ευαισθησία, ο Πιερ Πάολο πλήρωσε ακριβά το ασυμβίβαστο πνεύμα και την κοφτερή του γλώσσα, αφού ποτέ δεν αποδόθηκε αληθινή δικαιοσύνη κι ακόμη υπάρχουν αμφιβολίες, αν πράγματι τον διαμέλισε το 17χρονο ψωνιστήρι του ή οι φασίστες. Διανοητής, δημοσιογράφος, συγγραφέας, κινηματογραφιστής, ταρακούνησε την εποχή του παραπάνω απ’ όσο εκείνη σήκωνε: Στην πρώτη του ταινία, το 1961, με πρωταγωνιστή τον Ακατόνε, έναν λούμπεν ήρωα χωρίς στον ήλιο μοίρα, οι θεατές θα πετάξουν στην οθόνη κλούβια αυγά και μελανοδοχεία. Δεκατέσσερα χρόνια αργότερα, το σκανδαλώδες κύκνειο άσμα του, Σαλό ή 120 μέρες στα Σόδομα, βασισμένο στο έργο του Ντε Σαντ, θα απαγορευτεί. Αγάπησε πολύ τα αγόρια σωματικά, κάτι γκανιάν αλήτες στις λαϊκές συνοικίες της Ρώμης, και τις γυναίκες. «Με τη μητέρα μου ήμουνα, σε όλη μου τη ζωή, δεμένος με μια παθιασμένη αγάπη χωρίς ελπίδα», θα πει.
Ακροστιχίδα Γκανιάν#16-Παζολίνι
Γκανιάν
Κόμης
Αναμασώ
Νουνεχώς
Ιδεολογήματα
Απροσμέτρητης
Νοσταλγίας