Το ότι ψάχνουμε αφορμή να αρπαχτούμε, στα σόσιαλ ειδικά, είναι γνωστό. Ακόμα και όταν υπάρχει σοβαρή αιτία, πάλι το άρπαγμα στερείται σοβαρότητας και αρκείται σε φωνές και υστερίες. Είναι η φύση του εργαλείου που επιτρέπει (αν όχι επιβάλει) την εξαλοσύνη.
Ένα από τα τελευταία επίδικα είναι η διοργάνωση της Έκθεσης Βιβλίου στο Πεδίον έπειτα από πολλά χρόνια. Κάποιοι αντιδρούν καταγγέλλοντας την εμπορευματοποίηση, άλλοι τους εγκαλούν για δογματισμό και άλλοι ακροβατούν ανάμεσα στις δύο απόψεις.
Η γνώμη μου ως πολίτης που έχω φάει εκατοντάδες (και λίγες λέω) ώρες στο πάρκο.
1. Από τα τέλη της δεκαετίας του 2000 οι Έλληνες σνόμπαραν το Πεδίον του Άρεως. Τα παιδιά τους τα πήγαιναν σε παιδότοπους, σε λούνα παρκ, σε μαθήματα ιππασίας κ.λπ. κ.λπ. Στο Πεδίον πήγαιναν κατά βάση οι μετανάστες –κυρίως Αλβανοί– που έφεραν μαζί τους όλες τις συνήθειές τους: τάβλι, ντόμινο, πικ νικ, τρέξιμο και μπάλα τα παιδιά. Πηγαίνοντας το παιδί μου εκεί έψαχνε απεγνωσμένα να βρει Ελληνάκια και έτσι έμαθε και λίγα Αλβανικά! Και απέκτησε και κάτι καλά φιλαράκια.
2. Οι εκθέσεις που πραγματοποιούνταν εντός του πάρκου καταγγέλθηκαν από διάφορες επιτροπές με σθεναρή όμως διαφορετική γνώμη από τους συμμετέχοντες σε αυτές τις επιτροπές. Τι μας πείραζαν οι εκθέσεις βιβλίου, η ανθοκομική, οι συναυλίες και τα παζάρια των Χριστουγέννων και του Πάσχα; Η εναντίωση στην «εμπορευματοποίηση» μαζί με την οικονομική κρίση έφερε το κλείσιμο όλης αυτής της δραστηριότητας.
3. Μία αναδιαμόρφωση του Πεδίου βασίστηκε σε τόνους χάλυβα, σίδερου, τιτάνιου κ.λπ., αμφιβόλου αισθητικής. Την ίδια περίοδο, ειδικά σε κάποια σημεία του, εμφανίστηκαν δεκάδες – ίσως και εκατοντάδες– άστεγοι, μετανάστες και ναρκομανείς που διώχθηκαν από διάφορες άλλες πιάτσες. Επίσης αναπτύχθηκαν «δουλειές» από συγκεκριμένες ομάδες που μεθοδικά και με εκπληκτικό καταμερισμό (άλλοι έβγαζαν – άλλοι φόρτωναν – άλλοι κουβάλαγαν) ξήλωναν τα σίδερα και τα οδηγούσαν σε διάφορα χυτήρια.
4. Αυτή η δεκαετία χαρακτηρίστηκε από παραίτηση (καθόλου εμπορευματοποίηση), συμμοριτισμό, υποβάθμιση και μια μεγάλη αντιπαράθεση για το αν θα μπουν κάγκελα, αν χρειάζεται φύλαξη, ωράριο λειτουργίας κ.λπ. Άντεξε το «Δέλεαρ» το οποίο πραγματικά κράτησε το πάρκο κάπως ζωντανό.
5. Σε μια επόμενη φάση και βγαίνοντας από την κρίση άνοιξαν μερικά κέντρα, θέατρα κ.λπ. Σε αρκετά από αυτά οι τιμές είναι ακριβές και είναι φανερό πως δεν απευθύνονται στον κόσμο των γύρω περιοχών. Επίσης κάποιοι μεγα-παίκτες έχουν αρχίσει με «πολιτιστικούς» τρόπους να ακουμπάνε την περιοχή, η οποία θα «αναβαθμιστεί» και με βάση το μετρό.
6. Το πάρκο απέκτησε χρηστικότητα για τους κατοίκους κυρίως την περίοδο του κορονοϊού. Και εδώ πήραν μέρος και οι Έλληνες και μάλιστα και η νεολαία με παρέες, πικ νικ, δρώμενα κ.ά. Μπορεί να ξεχνώ κάποια σημεία (όχι επίτηδες), αλλά για μένα αυτή είναι μια διαδρομή κοντά στην πραγματικότητα.
Τι γίνεται τώρα;
α. Ο ¨Έλληνας ας αφήσει τις φωνές και ας επανοικειοποιηθεί μαζί με τα παιδιά του και τις παρέες τον δημόσιο χώρο. Το «όλο ξένους έχει» είναι φοβικό και μίζερο. Πάρ’ το παιδί σου και πήγαινε.
β. Είμαι υπέρ των παζαριών, των εκθέσεων, των συναυλιών. Το στείρο «όχι στην εμπορευματοποίηση» πραγματικά δεν βοηθάει καθόλου. Και δεν κάνω κανέναν διαχωρισμό στην έκθεση βιβλίου με το Χριστουγεννιάτικο πάρκο και το Πασχαλινό παζάρι. Δεν καταλαβαίνω τι κακό έχει να κατεβαίνει απλός κόσμος και να αγοράζει κάλτσες (6 ζευγάρια 3 ευρώ), να κάνει το παιδί του πατιναζ με 3 ευρώ (περιμένοντας στην ουρά, αυτή η αξιαγάπητη ουρά των πληβείων). Εκτός και αν κάποιοι αγοράζουν κάλτσες που κοστίζουν 120 ευρώ με τον τουίτι παρδαλό…
γ. «Μα καταλαμβάνουν δημόσιο χώρο»… Σαχλαμάρες! Ποιος σας είπε ότι ο δημόσιος χώρος είναι απαγορευτικός για εμπορικές πράξεις;; Ποια βίβλος το λέει αυτό; Το πάρκο είναι τόσο μεγάλο που μπορεί να υποδεχτεί τέτοιες δράσεις που το κρατούν ζωντανό, πολυχρήσιμο, λειτουργικό. Και όλα αυτά απευθύνονται σε χαμηλά και μεσαία στρώματα και αυτός είναι ο χαρακτήρας του. Τα διάφορα ιδεολογήματα δεν έχουν πέραση και ελάχιστη χρησιμότητα.
δ. Όλα αυτά οφείλουν να γίνονται με μέτρο, κανόνες και όρια. Όπως όλα τα πράγματα δηλαδή. Δεν είμαι υπέρ δηλαδή του ξέφραγου αμπελιού – αλλά από όλες τις πλευρές. Δεν με ενοχλεί καθόλου ένα μικρό καφέ που άνοιξε. Δεν με ενοχλεί να ξανάρθει η ανθοκομική έκθεση. Αρκεί να σέβονται τα όρια. Αυτά δίνουν ζωή στο πάρκο, μαζί με τους τρέχοντες, τους περιπατητές, τους ποιητές, τους μονάχους, τους
ηλικιωμένους, τα ζευγαράκια, τους ποδοσφαιριστές και τους ποδηλάτες, τους βαρεμένους, τους ηλικιωμένους, τα σκυλάκια, τους κούκους κλπ κλπ.
ε. Ας κάνουμε μία υπόθεση. Έρχεται το ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, το ίδρυμα Ωνάση και απαιτεί να του δοθεί χώρος για εκθέσεις με μόνιμο ή και πρόσκαιρο χαρακτήρα.
Που όπως καταλαβαίνετε θα θελήσει να μας ευαισθητοποιήσει για τα κοινωνικά ζητήματα που τα επιβάλλει η «γνωστή ατζέντα»…
Προσωπικά, θα είμαι αντίθετος.
Εσείς;