– Πως σκοτώνεις το παρελθόν;
– Λίγο – λίγο.
Όποτε επανέρχεται, καταπίνεις και ένα κεφάλι του.
Όποτε σε στοιχειώνει, χτίζεις και κάτι νέο [για αντίποινα].
[Βλέπεις δεσποινίς, εδώ γύρω μόνο μια αξία καταλαβαίνω, μόνο έναν Θεό αναγνωρίζω. Και αυτός/αυτή είναι a persistent motherfucker, καθ’ομοίωση, και γω το ίδιο.]
Λίγο – λίγο, το μεταβάλλεις όσο μπορείς, για να μη χρειαστεί να το προδώσεις [αν το κάνεις θα σε σκοτώσει αυτό]. Και κάθε φορά, λίγο παραπάνω από όσο μπορείς.
Μέχρι που κάποια στιγμή αυτό το λίγο γίνεται όλα, και αυτό το όλα, με μιας.
Τότε μπροστά σαυτον τον νέο τόπο [κάποιος τον είπε δεύτερη μεταμόρφωση] θα αιφνιδιαστείς, θα τρομάξεις.
Μαζί με όλα τα αλλά θα πρέπει να αλλάξει και η γενναιότητα σου, θα πρέπει να γίνει ένα άλλο, ψηλότερο είδος γενναιότητας.
Όταν αυτό αρχίσει να συμβαίνει [είναι πια πολύ πιο εύκολο], θα αρχίσεις να καταλαβαίνεις την εντελώς νέα ιδιωτική πραγματικότητα που τόσο καιρό δημιουργούσες [χωρίς να αντιλαμβάνεσαι ότι τη δημιουργείς].
Θα αρχίσεις να θυμάσαι ότι, η ασφάλεια είναι μια έννοια άχρηστη, οριακά υπαρκτή ακόμη και για τους μικρούς [που δεν είναι ότι τόσο μπορούν, αλλά ότι τόσο θέλουν].
Τότε το παρελθόν θα έχει αμετάκλητα σκοτωθεί. Θα έχει ενσωματωθεί πλήρως δηλαδή, σε αυτό που περιστρεφόμενο, έρχεται.
Τότε θα μπορείς να φωνάξεις καισυ αβίαστα I am here, κοιτάζοντας και μπροστά και πίσω.
Τότε επιτέλους, η αθόρυβη και ανελέητη επανάσταση που ονειρευόσουν, θα έχει ξεκινήσει
[δηλαδή θα έχει ήδη νικήσει, και εσύ μαζί της].