«Από μια πατρίδα, εγώ είμαι, κι όσο κι αν το λησμονώ, πάω, προς μια πατρίδα πάω, μια για πάντα να σταθώ». Είχε γράψει ο Κωστής Παλαμάς. Στα αλήθεια, πόσο δύσκολο είναι να ζεις μακριά από το σπίτι σου, μακριά από τους γονείς σου και τους φίλους σου; Πόσο δύσκολη είναι η προσαρμογή; Μπορεί μια ξένη γη να αντικαταστήσεις τις ρίζες σου και τους κοντινούς σου ανθρώπους; Ο Μιχάλης Φιντέλιο είναι Έλληνας ομογενής που ζει στην Γερμανία, συγκεκριμένα στο Μόναχο και μας απαντάει στα παραπάνω ερωτήματα.
Πες μου λίγα λόγια για εσένα.
Είμαι 38 ετών, γεννημένος σε επαρχία της Βόρειας Ελλάδας. Από την ενηλικίωση και έπειτα έφευγα συνεχώς εντός της Ελλάδας, τα τελευταία 5 χρόνια όμως στο εξωτερικό. Με απασχολεί καθημερινά η κοινωνική κατάσταση τόσο στην Ελλάδα όσο και στον κόσμο, οι συνθήκες των αδικημένων αυτού του κόσμου, τα δικαιώματά τους, καθώς και η στήριξή τους. Μεγαλύτερο ιδανικό του ανθρώπου, θεωρώ την αλληλεγγύη χωρίς αλλά. Ως λύση στα τόσα προβλήματα της κοινωνίας, προτείνω την αυτοοργάνωση, την αυτοδιαχείριση και τον συνεργατισμό, σε όλους τους τομείς. Γράφω κείμενα, ποιήματα, δοκίμια. Σκιτσάρω προσπαθώντας να αποτυπώσω τις σκέψεις μου στο χαρτί.
Ποιοι οι λόγοι που σε οδήγησαν να φύγεις από την Ελλάδα και να πας να μείνεις στο Μόναχο;
Η αλήθεια είναι πως εντόπισα μέσα μου μια ευκαιρία να δοκιμάσω τον εαυτό μου σε πιο δύσκολες καταστάσεις. Δεν είχα εισέλθει σε οικονομικό αδιέξοδο ή σε άλλη παρόμοια κατάσταση. Θέλησα να δω και να ζήσω άλλες νοοτροπίες, άλλες κουλτούρες και μια άλλη καθημερινότητα. Ξεκίνησα λοιπόν να ψάχνω επαγγελματική προοπτική σε διάφορες χώρες και πόλεις. Το Μόναχο έκατσε τυχαία λόγω της πρώτης δουλειάς που είχα κλείσει.
Ποιες ήταν οι πρώτες εντυπώσεις όταν έφτασες εκεί, τι σκεφτόσουν;
Στην αρχή αναγνωριστικές. Βρισκόμουν σε μια επαρχία της Βαυαρίας, μεσαιωνικού μοτίβου, με αρκετή φύση τριγύρω. Ένιωθα όμορφα και χαρούμενος από τις νέες εικόνες, τους νέους ανθρώπους, τις νέες συνθήκες. Σκεφτόμουν αν θα ήταν αυτός ο τόπος για το επόμενο χρονικό διάστημα ή αν θα υπήρχε σύντομα μια νέα ανατροπή.
Η συγκατοίκηση πώς είναι;
Η συγκατοίκηση είναι όπως είναι παντού στον κόσμο. Φιλίες, έρωτες, κακή χημεία, νερό στο κρασί, ξενύχτια, μοναξιά, όλα. Διότι μιλάμε για αναγκαστική συγκατοίκηση χωρίς την θαυμάσια επιλογή να επιλέξεις τον ή τους συγκατοίκους.
Μετά από πόσο καιρό προσαρμόστηκες και ένιωσες άνετα με τον τόπο και με τους ανθρώπους;
Δε θα σου κρύψω πως μετά από 5 χρόνια, ακόμα προσπαθώ. Ακόμα δεν νιώθω πλήρως ενσωματωμένος και ακόμα δεν έχω βρει ακριβώς αυτά που έχω ανάγκη ως άνθρωπος. Διαρκής αναζήτηση. Ο τόπος πάλι δεν μου δημιούργησε κάποιο πρόβλημα στην προσαρμογή.
Όσον αφορά τη γλώσσα;
Η γλώσσα αποτελεί δύσκολο κομμάτι στην αρχή, ειδικά όταν δεν την κατέχεις. Θέλει χρόνο και αρκετό κόπο ώστε να φτάσεις να ένα σημείο να νιώσεις άνετα με την γλώσσα.
Οι γνωριμίες με τους Έλληνες γίνονται εκεί πιο εύκολα από ότι εδώ;
Ναι. Στην αρχή ειδικά που χρειάζεσαι κάποιες παραπάνω πληροφορίες ή και βοήθεια ακόμα, όντας μόνος, αναγκάζεσαι να αναζητήσεις ομοεθνείς.
Μιας και ξέρω πως σου αρέσει να ασχολείσαι με τα πολιτιστικά και κοινωνικά δρώμενα, εκεί πώς το βίωσες όλο αυτό;
Το πολιτισμικό σοκ είναι εμφανές όταν πας εξωτερικό. Και σε πολιτιστικό και σε κοινωνικό πλαίσιο. Ακόμα και σε πολιτικό-κινηματικό. Η διαφορετικότητα στην αντίληψη και στην κουλτούρα σε πολλά πράγματα διαφέρει από την χώρα που έρχεσαι. Η τέχνη, η κοινωνία, οι δράσεις, η έκφραση, όλα είναι διαφορετικά και σε προκαλούν να τα αναζητήσεις.
Βλέπεις διαφορά στη συμπεριφορά των εργοδοτών μεταξύ των ντόπιων και των ξενόφερτων;
Μέχρι στιγμής όχι. Δε συνάντησα κάποιου είδους διαχωρισμού με αυτό το κριτήριο.
Είμαστε όλοι μετανάστες;
Φυσικά. Είτε μέσα στην χώρα που γεννηθήκαμε είτε σε άλλη, πάντα θα αντιμετωπίζουμε θέματα που αφορούν την προσαρμογή, τα δικαιώματά μας, τις συνθήκες, τις συμπεριφορές, τους διαχωρισμούς, όπως οι μετανάστες. Αυτό μας ενώνει ως ανθρώπους, ως εργαζόμενους. Η κοινή μας θέση.
Ανά πόσο καιρό έρχεσαι Ελλάδα; Οι δικοί σου τι λένε για αυτό;
Συνηθίζω 2 φορές τον χρόνο να έρχομαι, να βλέπω την οικογένειά μου και τους αγαπημένους μου φίλους. Τελευταία, ξεκίνησαν να έρχονται και πολλοί δικοί μου ταξιδάκια στο Μόναχο. Όλοι θα θέλαμε να είμαστε κοντά, μαζί, καθημερινά, με τους δικούς μας ανθρώπους αλλά η ζωή είναι ταξίδι. Ταξίδι με σταθμούς, που εμείς επιλέγουμε που θα κατέβουμε και που όχι.
Τι σου λείπει περισσότερο από τη χώρα;
Μου λείπουν οι φίλοι μου, οι παρέες μου, οι δικοί μου άνθρωποι. Πατρίδα είναι η γη των φίλων, είχε πει κάποιος. Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο. Η εσωτερική μας ανάγκη να νοσταλγούμε τις όμορφες στιγμές που αφήσαμε πίσω. Τα μεγάλα τραπέζια γεμάτα βλέμματα, τα ξενύχτια με μουσικές, οι συλλογικές δράσεις που συνυπήρξαμε, οι ατέλειωτοι καφέδες στα στέκια, τα φεστιβάλ και οι συναυλίες, το ελεύθερο κάμπινγκ στην άκρη του πουθενά. Όλα αυτά που πότισαν τον ουρανό με το βροντερό γέλιο μας.
_
Η κεντρική φωτογραφία είναι από το Ανάκτορο των Λουδοβίκων. Όλες οι φωτογραφίες είναι από το Μόναχο.