Τo Rabbithole και η ομάδα Νοσταλγία επιστρέφουν σε μια καινούργια περίοδο γνωριμίας του Αμερικάνου διηγηματογράφου Έντγκαρ Άλλαν Πόε με το ελληνικό κοινό. Αφορμή τα 180 χρόνια από την έκδοση του πιο γνωστού και αντιπροσωπευτικού του έργου, «Το Κοράκι», ένα αφηγηματικό ποίημα που συγκεντρώνει τις πιο γνωστές από τις τεχνικές και τα θέματα με τα οποία ο συγγραφέας διέγραψε την λογοτεχνική του πορεία.
«Ο Πόε ισχυρίστηκε ότι έγραψε το “Κοράκι” λογικά και μεθοδικά, με την πρόθεση του να φτάσει σ’ ένα αποτέλεσμα που θα συνδύαζε ταυτόχρονα την ανάλυση, τις ψευδαισθήσεις, την πρωτοτυπία στην ποιητική δομή, ακόμη και την εικονογράφηση».
Πρόκειται για μια περίοδο εννέα (9) εβδομάδων μέσα στην οποία δώδεκα ομάδες / καλλιτέχνες θα παρουσιάσουν στο κοινό και από μία παράσταση βασισμένη πάνω σε ένα από τα έργα του (νουβέλα, ποίηση, διήγημα). Παράλληλα, το φεστιβάλ θα φιλοξενήσει πρόσθετες δράσεις και events, καθώς και θα παρέχει, μέσω της ιστοσελίδας του, υλικό έρευνας και αφιερώματα για την ζωή και το έργο του σκοτεινού αυτού συγγραφέα που σημάδεψε τον 19ο αιώνα. Το φεστιβάλ «ΝΥΧΤΕΣ ΕΝΤΓΚΑΡ ΑΛΛΑΝ ΠΟΕ | ΤΟ ΚΟΡΑΚΙ 1845 – 2025» είναι το δεύτερο φεστιβάλ της ομάδας Νοσταλγία πάνω στο έργο του διάσημου συγγραφέα – έργα του οποίου έχει συχνά διασκευάσει για την σκηνή και παράλληλα έχει προσδώσει σε αρκετές παραγωγές της το ύφος και την ατμόσφαιρα με τα οποία και ταυτίστηκε. Το φεστιβάλ θα πραγματοποιηθεί στους δύο χώρους της ομάδας, το Θέατρο Rabbithole και το Στούντιο Εικαστικών και Παραστατικών Τεχνών Space Baby, στο Μεταξουργείο.
Εμείς μιλήσαμε με τους εμπνευστές Τώνια Ράλλη και Γιώργο Σίμωνα εν μέσω του φεστιβάλ που παρουσιάζει ολόπλευρα το έργο του Πόε στην πιο ατμοσφαιρική γειτονιά της πόλης!
Τι είναι αυτό που σας συγκινεί στο έργο του Πόε ώστε να δημιουργήσετε αποκλειστικά ένα φεστιβάλ με αφορμή το έργο του;
Τ.Ρ: Προσωπικά, με συγκινεί ο τρόπος που καταφέρνει και εσωκλείει στο έργο του τεράστιες αντιθέσεις, το πώς συνδυάζει τον τρόμο με το χιούμορ ή τη νεανική αθωότητα με τις σκέψεις γύρω απ’ το θάνατο. Αγαπούσαμε τον Πόε από μικροί και μας κινούσε πάντα την περιέργεια το πώς τα κείμενά του θα μπορούσαν να αποτελέσουν υλικό για σκηνική δράση. Ο Γιώργος, που έχει κάνει το μεταπτυχιακό του πάνω στον Ρομαντισμό, είχε ήδη ασχοληθεί πολύ με τη μεταφορά των έργων του στη σκηνή μέχρις ότου, το 2018, πρότεινε να δώσουμε βήμα σε άλλους δημιουργούς προκειμένου να ερευνηθεί περαιτέρω η «σκηνική ανάγνωση» του συγγραφέα. Το φετινό φεστιβάλ, οπότε, είναι η δεύτερη διοργάνωση με τη θεματολογία αυτή.
Με ποια κριτήρια επελέγησαν οι συμμετοχές;
Τ.Ρ: Στη φετινή διοργάνωση λάβαμε ανέλπιστα μεγάλο αριθμό προτάσεων. Δεν ήταν καν στα σχέδιά μας να συμπεριληφθούν τόσα πολλά έργα, αλλά διαβάσαμε πραγματικά ενδιαφέρουσες ιδέες και αποφασίσαμε να επεκτείνουμε τη διάρκεια του φεστιβάλ όσο η διαθεσιμότητα των χώρων μας το επέτρεπε. Επιδιώξαμε να επιλέξουμε έργα που ήταν ήδη κάπως προχωρημένα στην ανάπτυξή τους και θα ήταν σημαντικό να έχουν μια πρώτη παρουσίαση σε κοινό, δημιουργώντας ένα ετερόκλητο ρεπερτόριο. Και να δώσουμε βήμα σε φωνές και είδη παραστάσεων / δρώμενων που θα ήταν ίσως δύσκολο να συναντηθούν μεταξύ τους. Όπως είπαμε και στους συμμετέχοντες στην πρώτη μας συνάντηση, στόχος δεν είναι να έρθουν απλώς και να κάνουν την παράστασή τους. Είναι σημαντικό για εμάς να υπάρξει έρευνα, ανταλλαγή και διάλογος με αφορμή τη συνθήκη που προτείνουμε.
Ποια έργα θα παρουσιαστούν και ποια θα θέλατε να παρουσιαστούν ακόμη;
Γ.Σ: Έχουμε και λέμε: «Το σύστημα ανακούφισης του δρα Πίσσα και του καθηγητή φτερά», η «Λιγεία», «Η πτώση του οίκου των Άσερ», «Το κοράκι», «Οι φόνοι της οδού Μοργκ», η «Μαρτυριάρα καρδιά» (the tell-tale heart), η «Σιωπή», αλλά και συνθέσεις από κομμάτια ή έργα που αφορούν/σχετίζονται με τον Πόε: «Ο Πόε στο χαρτί» (βασισμένο στον «Χρυσό σκαραβαίο»), ο «Αόριστος» (με πηγή έμπνευσης την ταινία του D.W. Griffith “Edgar Allan Poe”), το «Ένα ποίημα μέσα σε ένα ποίημα» (από το «Όνειρο μέσα στο όνειρο»), το «Λήθη vs Θύμηση» (από διάφορα ποιήματα και διηγήματα) και τέλος, το «6 μέρες, το τέλος ενός ποιητή» (εμπνευσμένο από τον θάνατο του ποιητή και βασισμένο σε ποιήματα αλλά και κείμενα διάσημων συγγραφέων σχετικά με τον Πόε). Θα θέλαμε να υπάρχει: η «Μάσκα του κόκκινου θανάτου», ο «Ουίλιαμ Ουίλσον» και σίγουρα «Ο μαύρος γάτος».
Είναι η δεύτερη φορά που διοργανώνετε αυτό το φεστιβάλ. Ποιος είναι ο απόηχος του πρώτου;
Τ.Ρ: Το πρώτο φεστιβάλ μας έχει αφήσει τις καλύτερες αναμνήσεις, καθώς οι δημιουργοί του έκαναν όλοι υπέροχη δουλειά. Υπήρξε ένα πεδίο ουσιαστικής εξερεύνησης του συγγραφέα και πολύ διαφορετικές προσεγγίσεις – από την ποιητική και γεμάτη παραισθήσεις μεταφορά της Καλλιόπης Σίμου πάνω στο «Βαρέλι του Αμοντιλλάδο» μέχρι την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και τολμηρή δραματουργία της «Πρόωρης ταφής» της Μαριάννας Φασόη. Όλοι οι σκηνοθέτες (και χορογράφοι) που συμμετείχαν ανέβασαν σημαντικά τον πήχη και, πραγματικά, αναρωτιόμασταν τι θα έφερνε μια δεύτερη απόπειρα ανοιχτής συνεύρεσης με τον αγαπημένο αυτό συγγραφέα.
Ταιριάζει ο Πόε στην Αθήνα και συγκεκριμένα στο Μεταξουργείο και στον Κεραμεικό; Και γιατί;
Γ.Σ: Στην Αθήνα πάντα ταίριαζε ο Πόε, διότι είναι ένας συγγραφέας με τεράστιο κοινό στα μέρη μας. Είναι πασίγνωστός, έχει μελετηθεί αρκετά και το όνομά του είναι ένα brand από μόνο του. Στην Αθήνα των καιρών μας γίνεται ακόμη πιο συναρπαστική αλλά και γνώριμη η κατάσταση που μας περιγράφει σε κάθε του γράφημα γιατί οι καιροί, δυστυχώς, που ζούμε δεν είναι ευνοϊκοί – καθημερινά πληροφορούμαστε και ένα ζοφερό γεγονός. Ο Πόε μετατρέπεται έτσι σε μια αποκρυπτογράφηση των καιρών, των μυστηρίων, των μυστικών περασμάτων υπογείως, αυτά που δεν λέγονται αλλά συμβαίνουν.
Το Space Baby είναι ο νέος σας χώρος. Πότε άνοιξε; Και πώς το αποφασίσατε μετά το επιτυχημένο πλέον Rabbithole?
Γ.Σ: Το Space baby λειτουργεί περίπου ενάμιση με δύο χρόνια. Άνοιξε, άτυπα, πέρυσι και από τότε κερδίζει πιστούς, καλλιτέχνες και κοινό, μαθητές και ερευνητές, επισκέπτες φιλότεχνους με γρήγορο ρυθμό. Η αρχή του είναι παράδοξη, γιατί αρχικά ψάχναμε έναν χώρο αποθήκευσης του βεστιαρίου μας και του φροντιστηρίου, καθώς και πολλών υλικών ξυλείας και εν γένει σκηνογραφίας: το Rabbithole όσο και να το αγαπάμε δεν μπορεί να σηκώσει μια αποθήκη μιας ομάδας είκοσι πέντε (πια) ετών. Έτσι ξεκίνησε ως χώρος αρχικά για αποθήκευση και στην συνέχεια λόγω της ιδιαιτερότητάς του και των μεγάλων χώρων που διαθέτει, λειτούργησε και ως καλλιτεχνικός χώρος. Τώρα σχετικά με το Rabbithole δεν το ανταγωνίζεται επί της ουσίας. Το πρώτο είναι ένας θεατρικός καθαρά χώρος. Ο δεύτερος λειτουργεί κυρίως με άλλα πράγματα και όχι με γνώμονα τις παραστάσεις θεάτρου.
Ποια είναι τα επόμενα σχέδια της ομάδας Νοσταλγία; Και εδώ θα ήθελα να ρωτήσω γιατί “Νοσταλγία”;
Τ.Ρ: Η επόμενή μας παραγωγή είναι η «Γραμμή σκιάς» του Τζόζεφ Κόνραντ, σε σκηνοθεσία Γιώργου Σίμωνα, η οποία ανεβαίνει την άνοιξη (με την υποστήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού). Αν και αγαπώ βαθιά τους μεγάλους δραματουργούς, χαίρομαι πολύ που η ομάδα μας ασχολείται τόσο πολύ με τη μεταφορά λογοτεχνικών κειμένων στη σκηνή – είναι μεγάλο σχολείο αυτή η διαδικασία. Όσο για το όνομά μας, κάνει σίγουρα αναφορά στο ομώνυμο ποίημα του Καρυωτάκη και στην ομώνυμη ταινία του Ταρκόφσκι. Νομίζω όταν το επιλέξαμε (είμασταν κοντά στα 20 τότε), μας φαινόταν και κάπως ειρωνικό. Μας ρωτούσαν «Τι νοσταλγείτε;» «Το μέλλον!», λέγαμε. Τώρα, μετά από 25 σχεδόν χρόνια κοινής ζωής και δημιουργίας, νοσταλγούμε πολλά. Αλλά, ευτυχώς, φανταζόμαστε άλλα τόσα.
Για εσάς Η Πόλη Ζει;
Γ.Σ: Ζει και βασιλεύει. Αλλά νιώθω ότι χρόνια τώρα είναι σε χειμερία νάρκη. Ας ελπίσουμε να ξυπνήσει. Πάντως είναι ζωντανή ακόμη, το νιώθω.