Άγιε μου Βασίλη,
Θα μπορούσα σε παρακαλώ να έχω ένα κουδούνι από το έλκυθρό σου, ένα αληθινό ξωτικό που θα με αγαπάει και θα με φροντίζει και λίγη σκόνη από αυτή που σε κάνει να πετάς;
Αν πραγματικά υπάρχεις, σε παρακαλώ κάνε με κάποιον τρόπο τον αδελφό μου να πιστέψει σε εσένα.
Με αγάπη
Υ.Γ. Είμαι στη λίστα με τα καλά ή τα κακά παιδιά; Θα περιμένω την απάντησή σου.
Φέρε μου τον άγιο Βασίλη, πρόσεξε όχι οποιονδήποτε, ΤΟΝ άγιο Βασίλη. Τον αληθινό, με την άσπρη γενειάδα, τη μεγάλη κοιλιά, τα κόκκινα ρούχα και τις μαύρες μπότες. Αυτόν που μένει κάπου πολύ μακριά μέσα στα χιόνια και που κανείς από εμάς δεν μπορεί να φτάσει ως εκεί.
Αυτόν που έχει ολόκληρο εργοστάσιο για να φτιάχνει παιχνίδια, μαζί με τους αγαπημένους του καλικάντζαρους. Εκείνον που ρίχνει χρυσόσκονη στους ταράνδους και πετάνε την ημέρα των Χριστουγέννων με το έλκηθρο για να μοιράσουν τα δώρα στα καλά παιδιά…
Θέλω να σου πω ότι και εγώ φέτος ήμουν καλό «παιδί» (και ας κλείνω τα 25), είμαι ακόμη παιδί θαρρώ και θέλω να μου κάνουν δώρα. Από μικρό παιδί την Πρωτοχρονιά περιμένω πίσω από το τζάμι αυτόν τον γεροπαππούλη με την κόκκινη στολή να με πάρει αγκαλιά. Και όσα χρόνια και αν περνάνε εγώ θα περιμένω, γιατί είμαι σίγουρη πως υπάρχει. Και ποτέ δεν πίστεψα τα κακόβουλα σχόλια άλλων μαμάδων, συμμαθητών και δασκάλων πως δεν υπάρχει.
Ακόμα και όταν η μαμά, μου το αποκάλυψε. Ακόμα και εκείνη την Πρωτοχρονιά περίμενα πίσω από το θολωμένο παράθυρο να φανεί. Και τώρα τον περιμένω παρέα με τα ανίψια μου έχοντας το ίδιο εκείνο παιδικό τρέμουλο, που είχα σαν παιδί κι εγώ, από την χαρά της προσμονής. Και παρόλο που είμαι εκείνη που αφήνει τα δώρα στο μπαλκόνι, κάνοντας τον άγιο Βασίλη, προσέχοντας να μην με δουν, πάντα γυρίζω το κεφάλι στον ουρανό μήπως δω το έλκηθρο του δίπλα στο φεγγάρι.
Μετά γελάω αμήχανα και μπαίνω γρήγορα από την πίσω πόρτα χτυπώντας πρώτα με δύναμη το τζάμι για να δηλώσω την άφιξη του χοντρούλη. Το αστείο είναι ότι μιμούμαι ακριβώς τον τρόπο με τον οποίο έπαιρνα και εγώ τα δώρα μου κάθε Πρωτοχρονιά. Μόνο που στη θέση του παιδιού τώρα έχουν πάρει σειρά άλλοι.
Εγώ, λέει ο κόσμος, είμαι μεγάλη. Μεγάλη….και κάθομαι και σκέφτομαι την θηριότητά μου και νιώθω σαν μαμούνι. Τι μεγάλη ρε παιδιά, έγω θέλω κάποιον να μου χτυπήσει το παράθυρο να μου αφήσει το δώρο, ότι δώρο και να είναι αυτό και ίσα ίσα να δω το κόκκινο μανίκι του. Παράλογο είναι; Κάποτε η μαμά μου είπε ότι δεν υπάρχει άγιος Βασίλης, αλλά αυτός βρίσκεται μέσα στην καρδούλα μου.
Εγώ πάλι νομίζω πως πάντα θα υπάρχει ένας άγιος Βασίλης εκεί έξω για εμάς τους μεγάλους και το καλό που τους θέλω είναι να φοράνε κόκκινη στολή και να έχουν μεγάλη άσπρη γενειάδα!