Οι ΟΝΑΡ, το συγκρότημα του Λευτέρη Πλιάτσικα, συμπληρώνει φέτος τα 25 χρόνια από τη δημιουργία του.
Μετά τη χειμερινή τους περιοδεία σε 10 μεγάλες πόλεις της Ελλάδας και το νέο τους κομμάτι «Όλα εδώ», οι ΟΝΑΡ, έρχονται στη θρυλική σκηνή του Κυττάρου, έχοντας στο πλευρό τους αγαπημένους φίλους: Φίλιππος Πλιάτσικας, Νίκος Καλλίνης (Εκείνος κι Εκείνος), Ηρώ, Στάθης Δρογώσης, Μαργκώ Ενεπεκίδη αλλά και τη χορωδία του Ωδείου Πυξίδα.
Γαλάζιες ερωμένες, Χάρτινα φανάρια, Με τρομάζεις, Δεν χρωστάω σε κανέναν, Αν μ’ αγαπάς, Πέτα με ψηλά, Μαχαίρια τώρα τα φιλιά σου, Δεν ξέρω τίποτα για μένα· μερικά από τα τραγούδια της μεγάλης τους πορείας, που έχουμε συνδέσει με όμορφες, προσωπικές μας στιγμές μαζί τους.
Εμείς συναντήσαμε τον Λευτέρη, ένα όμορφο ανοιξιάτικο πρωινό στο Παγκράτι, και συζητήσαμε για την ιστορία του συγκροτήματος, το restart τους έπειτα από μια μεγάλη παύση αλλά και για τη μουσική γενικότερα και τα πράγματα που μας απασχολούν.
*Ευχαριστούμε το νεο-καφενείο το Λούβρον για τη φιλοξενία και τον Νικόλα Λειβαδίτη από τη Ρετιρέ Productions για τη βοήθεια πραγματοποίησης της συνέντευξης.
Λευτέρη, μίλησέ μας για το πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σου με τη μουσική.
Δε μπορώ να θυμηθώ ακριβώς την ηλικία, αλλά η μητέρα μου μου λέει ότι έγραφα από πολύ μικρός στιχάκια. Από το Δημοτικό δηλαδή είχα καλλιτεχνικές ανησυχίες. Αν και γονείς μας δεν είχαν κάποια σχέση με τη μουσική, κι εγώ κι ο Φίλιππος ξεκινήσαμε να ασχολούμαστε από μικροί, σχεδόν μαζί, την ίδια περίοδο. Ο πατέρας μου ήταν μετανάστης έξι-εφτά χρόνια στη Γερμανία κι όταν γύρισε και παντρεύτηκε με τη μητέρα μου, αγόρασαν ένα σπίτι στο Μενίδι. Μεγαλώσαμε δηλαδή στα βουνά και στις αλάνες. Ποδήλατα, λακκούβες, τούμπες, κατάλαβες! Είμαστε απ’ αυτές τις περιοχές, που τα παιδιά μεγαλώνουν με μεγάλη ελευθερία. Γι’ αυτό όταν κατεβαίνω στο κέντρο, παθαίνω σοκ! Ενώ είναι όμορφα, δεν το έχω συνηθίσει καθόλου.
Δεν έχεις ζήσει δηλαδή ποτέ σου στο κέντρο;
Όχι, είμαι… βουνίσιος! (γέλια)
Μέχρι να φτάσουμε στη δημιουργία των Όναρ, υπήρξαν άλλες μπάντες πιο πριν;
Κοίταξε εγώ ήμουνα ένα μοναχικό παιδί, έγραφα για πράγματα που με απασχολούσαν. Κάποια στιγμή στο Λύκειο κάναμε κάποια γκρουπάκια, μετά μεσολάβησε ο στρατός, που τότε ήταν 20 μήνες, κι εκεί γνώρισα την ελληνική πραγματικότητα σε όλο της το μεγαλείο! Καλό ήταν αυτό απ’ τη μία, πήρα πολλά διδάγματα και εμπειρίες. Εκεί γνωρίζεις κόσμο όλων των ειδών και μαθαίνεις να αποφεύγεις.
Μετά το στρατό λοιπόν, έπρεπε οπωσδήποτε να δουλέψω για να ζήσω, έτσι έκανα αρκετές δουλειές. Όταν έφτασα στα 25 περίπου, αποφάσισα να ασχοληθώ πιο σοβαρά με τη μουσική, κάνοντας όμως ταυτόχρονα κι άλλες δουλειές γιατί ποτέ δε σκέφτηκα τη μουσική αποκλειστικά σαν επάγγελμα.
Στα 26-27 μου συναντηθήκαμε με την Πένυ (Ραμαντάνη) και με κάποια ακόμα παιδιά και δημιουργήσαμε τους ΟΝΑΡ. Φτιάξαμε τα τραγούδια που είχα γράψει, τα ενορχηστρώσαμε και βγήκαμε το 1999 με τον πρώτο μας δίσκο «Το Έργο Που Παίζουν Τα Μάτια Σου». Έτσι ξεκίνησε το ταξίδι μας!
Άρα ουσιαστικά οι ΟΝΑΡ ήταν πάντα ένα δικό σου πρότζεκτ, εσύ ήσουν ο κύριος δημιουργός των τραγουδιών;
Ναι, η κινητήριος δύναμη του πράγματος ήμουνα εγώ. Όπως συμβαίνει έτσι κι αλλιώς και με τις περισσότερες μπάντες, συνήθως ένα δυο άτομα είναι αυτοί που γράφουν, συνθέτουν και «στήνουν» την παρέα. Στους ΟΝΑΡ λοιπόν έγραφα εγώ, μετά τον τέταρτο πέμπτο δίσκο βέβαια, έγραφε και η Πένυ πράγματα. Η Πένυ αυτό που πρόσφερε περισσότερο στο σχήμα, είναι αυτή η καταπληκτική φωνή της. Θεωρώ ότι είναι από τις καλύτερες φωνές που έχουμε στην Ελλάδα!
Από δικά σου ακούσματα, υπάρχουν πράγματα που ακούμε μέσα στη μουσική των ΟΝΑΡ;
Μεγάλωσα σε γειτονιές όπου για παράδειγμα από το ένα σπίτι μπορεί να άκουγες ηπειρώτικα, από το άλλο την φωνή του Καζαντζίδη μέσα από ένα παλιό μαγνητόφωνο, ενώ παραδίπλα Ρωσοπόντιους μετανάστες με τις δικές τους μουσικές. Σε αυτές τις περιοχές όπου ζει κόσμος λαϊκός, όπου μαζεύονται άνθρωποι από διάφορες καταγωγές, παθαίνεις πολιτισμικό σοκ. Διασχίζοντας απλά ένα μικρό δρόμο, μπορείς να ακούσεις μουσικές και να μάθεις πράγματα από 4-5 διαφορετικούς πολιτισμούς. Οπότε αναγκαστικά είχα επιρροές από όλα αυτά. Όμως ταυτόχρονα, επειδή έβλεπα και εικόνες που δε μου άρεσαν, ένιωθα πως όλο αυτό ήθελα να το αποβάλλω. Γι’ αυτό, μάλλον, έπειτα στράφηκα στη Δυτική μουσική. Ξεκίνησα να ψάχνομαι με Pink Floyd, Dire Strtaits, REM αλλά και INXS και Depeche Mode. Ταυτόχρονα, μέσα από αυτά τα ακούσματα, κατάφερα να κατανοήσω και να έρθω πιο κοντά στον Σιδηρόπουλο, στον Σαββόπουλο, στους Κατσιμίχες, να αγαπήσω τα τραγούδια του Βασίλη… Όλα αυτά τα ακούσματα, λοιπόν, μένουν σε ένα παιδί, γι’ αυτό αν προσέξεις στα τραγούδια μου θα ακούσεις και ηπειρώτικες μελωδίες και λαϊκά στοιχεία, αλλά φυσικά κι αυτά που με άγγιξαν περισσότερο, τις ροκ και ποπ μελωδίες.
Θεωρείς σημαντικό για τη μετέπειτα πορεία του γκρουπ, το ότι γνώρισε μεγάλη αποδοχή από την αρχή;
Κοίταξε, ένας καλλιτέχνης όταν ξεκινάει θέλει το έργο του να έχει αποδοχή, αλλά φυσικά δε μπορεί από πριν να ξέρει πώς θα εξελιχθεί όλο αυτό το πράγμα. Εμείς προσπαθήσαμε να κάνουμε αυτό που θέλουμε, με σεβασμό πάντα στους εαυτούς μας και στους άλλους, να μας γεμίζει και να μας αρέσει το αποτέλεσμα που βγάζουμε. Από κει και πέρα αν αυτό μπορούσε να γίνει «μεγάλο» και να μοιραστεί, ήταν ευχής έργον. Αλλά θεωρώ πως ακόμα και να μην είχε αυτή την επιτυχία ο πρώτος δίσκος θα συνεχίζαμε, έτσι ρομαντικά όπως ξεκινήσαμε. Με τις ανησυχίες μας και με όλα αυτά που είχαμε να δώσουμε…
Ακούγοντας σήμερα, 25 χρόνια μετά, τον πρώτο δίσκο είσαι περήφανος για το αποτέλεσμα; Γυρνώντας πίσω το χρόνο, θα άλλαζες κάτι;
Κοίτα, αυτό που έχω παρατηρήσει ακούγοντας τα παλιά τραγούδια, ειδικά τώρα που ξεκινάμε πάλι έπειτα από παύση πέντε ετών, είναι ότι τώρα τα τραγουδάω καλύτερα! (γέλια) Τότε ήταν πιο ερασιτεχνικά τα πράγματα, σε όποιον τόνο γράφαμε το τραγούδι μπαίναμε στο στούντιο και το λέγαμε. Σίγουρα δηλαδή χρειαζόντουσαν περισσότερη δουλειά κι όχι βιαστικές κινήσεις. Αλλά με το χέρι στην καρδιά, τα τραγούδια μού αρέσουν. Και θεωρώ πως οι ενορχηστρώσεις που κάναμε, με τα όργανα που χρησιμοποιούσαμε, μπορούν άνετα να σταθούν και σήμερα.
Θα συμφωνήσω και θεωρώ ότι ενώ και σήμερα υπάρχουν εξαιρετικοί καλλιτέχνες με καλό υλικό, οι παραγωγές υστερούν σε σχέση με αυτές της δικής σας γενιάς.
Ναι, και υπάρχουν λόγοι για αυτό. Ο πιο σημαντικός είναι η έλλειψη της παρέας. Δηλαδή στους ΟΝΑΡ, ενώ το μόνο σταθερό μέλος είμαι εγώ κι έχουμε αλλάξει στην πορεία αρκετά μέλη, πάντα κυριαρχούσε η αίσθηση της παρέας. Αισθάνομαι πως ακόμα κι αν έχω ένα ταλέντο να γράφω τραγούδια, αν δεν υπάρχουν άνθρωποι τριγύρω να το αγκαλιάσουν και να το μπολιάσουν με δικές τους ιδέες, είναι δύσκολο να το αγαπήσει ο κόσμος και να ταυτιστεί μαζί του. Xθες, για παράδειγμα, είχαμε την πρόβα μας στο Κύτταρο. Είμαστε εφτά άτομα πάνω στη σκηνή: φωνές, μπάσο, τύμπανα, ηλεκτρικές κι ακουστικές κιθάρες, μαντολίνο, λύρα. Βγαίνει ένα αποτέλεσμα καταπληκτικό. Τέσσερις ώρες πρόβα και πραγματικά μας φάνηκε σαν μισή!
Βέβαια κατανοώ πως είναι αρκετά δύσκολο σήμερα να υπάρξει μια μπάντα με συνέπεια, γιατί αναγκαζόμαστε πια να κάνουμε κι άλλες δουλειές. Τρέχουμε όλοι σαν τους τρελούς και ψάχνουμε τον τρόπο να βρούμε κοινούς χρόνους.
Προσωπικά, νιώθω και τυχερός γιατί έχω ένα ωδείο στη Μεταμόρφωση και δουλεύω πάλι μέσα στη μουσική.
Πάμε στη μεγάλη συναυλία σας το Κύτταρο που ανέφερες. Τι θα ακούσουμε;
Παρασκευή 17 Μαΐου λοιπόν, επιστρέφουμε σε έναν ιστορικό χώρο που αγαπώ πολύ, το ΚΥΤΤΑΡΟ, για να γιορτάσουμε τα 25 χρόνια των ΟΝΑΡ. Είχαμε παίξει και το 2008 εκεί και ήταν καταπληκτικά.
Θα είναι κατ’ αρχάς μαζί μας εκλεκτοί καλεσμένοι, τους αναφέρω με τη σειρά εμφάνισης: η Χορωδία του Ωδείου Πυξίδα με καθηγήτρια τη Χριστίνα Γεμιδοπούλου που έχουν διασκευάσει υπέροχα το «Φωτεινό Αστέρι» (ένα τραγούδι που δε θυμόμουνα καλά καλά), ο Στάθης Δρογώσης, η Μαργκώ Ενεπεκίδη, η Ηρώ, ο Νίκος Καλλίνης από τους Εκείνος κι Εκείνος και φυσικά ο Φίλλιπος Πλιάτσικας. Είναι όλοι τους καλλιτέχνες που πάνω απ΄ όλα αγαπώ και θαυμάζω. Θα πουν τραγούδια των ΟΝΑΡ αλλά κι εμείς θα παίξαμε τραγούδια δικά τους. Το πρόγραμμα θα έχει αναφορές σε όλους μας τους δίσκους και δε θα λείψουν φυσικά τα πιο γνωστά μας κομμάτια.
Η μπάντα αποτελείται από τους: Λευτέρη Πλιάτσικα (κιθάρες, φωνή), Φένια Βούλγαρη (φωνή), Λουκά Καλαντζάκο (τύμπανα), Παναγιώτη Μπουραζάνη (μπάσο), Λία Μιχαηλίδου (πλήκτρα), Γιώργη Βροντινάκη (κρητική λύρα, μαντολίνο, λαούτο), Νίκο Ταβουλάρη (ηλ. κιθάρα)
Όλοι τους είναι καθηγητές του Ωδείου μας, είμαστε αυτό που σου έλεγα και πριν: μια παρέα!
Μίλησε μας περισσότερο για αυτή την ιδέα σου, να προσθέσεις και παραδοσιακά όργανα στο set-up σας.
Είναι η πρώτη φορά που βάζουμε παραδοσιακά όργανά στα live μας, ίσως επειδή πια μεγάλωσα… (γέλια)
Τώρα πώς μου ήρθε η ιδέα: Ηχογραφούσαμε κάποια στιγμή το τραγούδι που κυκλοφόρησε πριν από τρεις μήνες περίπου, το «Όλα εδώ» . Μέσα στο κομμάτι υπάρχουν χαρακτηριστικές μελωδίες που εγώ τις έκανα με το στόμα ή με την κιθάρα. Όταν λοιπόν γράφαμε τα όργανα στο στούντιο που έχουμε στο Ωδείο, περνούσε απ’ έξω ο Γιώργης, ο οποίος είναι καθηγητής στη σχολή μας, και τον σταματάω και του λέω: «Έλα να δοκιμάσουμε αυτή τη μελωδία» . Μπήκε λοιπόν και ξεκίνησε να παίζει τη μελωδία στη λύρα. Ε, εκεί τελείωσε το πράγμα! Δε το φαντάστηκα όλο αυτό, απλά ήρθε μπροστά μου. Είναι ένας σπουδαίος μουσικός που πέρα από τη γνώση στην παραδοσιακή μουσική, ως νέο παιδί, έχει και σύγχρονα ακούσματα. Έτσι λοιπόν όπως έπαιξε τη μελωδία στη δοκιμή που κάναμε, έτσι ακριβώς την κρατήσαμε και στην ηχογράφηση.
Οπότε φαντάζομαι στον δίσκο που ετοιμάζετε, θα έχει συμμετοχή και σε περισσότερα τραγούδια;
Αυτή τη στιγμή δουλεύουμε διάφορες ιδέες και ίσως προσθέσει όντως κι αυτός κι άλλα πράγματα στο υλικό μας, απλά δεν υπάρχει προς το παρόν ο χρόνος για να έχουμε μια πιο σαφή εικόνα. Πιστεύω πως μέσα στο καλοκαίρι θα βρεθεί αυτός ο χρόνος, ώστε να ολοκληρώσουμε το άλμπουμ.
Ανακαλύπτω πάντως ακούγοντας τα παραδοσιακά όργανα μέσα στα τραγούδια μου, πάρα πολλές αναφορές στην παράδοση που βγαίνουν αβίαστα στις μελωδίες γιατί προφανώς υπάρχουν μέσα στο DNA μου, στις επιρροές μου.
Μιας και μιλάμε για τον δίσκο, πόσο δύσκολο είναι στην εποχή μας να κυκλοφορήσεις ένα ολόκληρο άλμπουμ; Μήπως η ευκολία του να βγάλεις ένα single και να το προωθήσεις μέσω του ίντερνετ μάς έχει απομακρύνει λίγο από τις ολοκληρωμένες δουλειές;
Είναι πολύ δύσκολο να βγάλεις πια δίσκο. Χρειάζεσαι πολλά χρήματα για να βγει κάτι καλό. Επίσης, ακόμα κι αν καταφέρεις να το βγάλεις, είναι δύσκολο ο άλλος να το ακούσει. Οι νέες γενιές δεν έχουν μάθει στην ολοκληρωμένη ακρόαση, όλα τρέχουν πολύ γρήγορα. Και είναι και θέμα χρόνου φυσικά, το βλέπω και στον εαυτό μου.
Εσύ για παράδειγμα τι ακούς αυτή την περίοδο; Υπάρχουν πράγματα σημερινά που να σε έχουν συγκινήσει;
Ακούω πάρα πολύ μουσική, τα πάντα, ακόμα και rap – όχι trap! Υπάρχουν σαφώς αρκετοί νέοι καλλιτέχνες που παρουσιάζουν ενδιαφέρον και μου έχουν κάνει εντύπωση, αλλά δε μπορώ να σου πω πως κάτι έχει καταφέρει να με συγκινήσει τόσο πολύ, όπως ακούσματα που είχα μικρότερος. Ίσως γιατί μεγαλώνοντας παραξενεύεις! (γέλια)
Τι είναι αυτό που σε ενοχλεί περισσότερο στη σημερινή κατάσταση;
Έρχεται τόση πολλή πληροφορία, που δε μπορώ να την επεξεργαστώ. Είναι αυτό που λέγαμε και προηγουμένως: όταν ο άνθρωπος ζει μια τρέλα, τρέχει όλη την ημέρα για να καταφέρει να επιβιώσει, είναι λογικό στον λίγο χρόνο που του απομένει για να τον αφιερώσει στην ψυχούλα του, να μην μπορεί να επεξεργαστεί τον τόσο μεγάλο όγκο πληροφορίας. Οπότε σίγουρα θα του ξεφύγουν διαμάντια και πράγματα που έχουν λόγο ύπαρξης. Είναι τόσο κατευθυνόμενα γρήγορη η εποχή. Δε σου επιτρέπουν πια να έχεις το χρόνο για να επεξεργαστείς τα πράγματα που μπορούν να σε κάνουν πιο δυνατό ψυχικά και πνευματικά. Όλα οδηγούν, δυστυχώς, σε μια ανούσια υπερπληροφόρηση. Κι αν καταφέρει και ξεχωρίσει έστω ένα διαμάντι, πραγματικά το βρίσκω ηρωικό! Κι αυτός είναι ο λόγος που τα παιδιά πάνω στην επανάστασή τους, μπορεί να ακολουθήσουν πράγματα που κάνουν μεγάλο κακό κοινωνικά. Όταν οι γονείς δεν έχουν το χρόνο να ασχοληθούν βαθιά με τα παιδιά τους, να τα εφοδιάσουν με όμορφα πράγματα για να μπορέσουν να σταθούν στα πόδια τους, αυτά θα ακολουθήσουν το πρότυπο π.χ. της trap μουσικής, που προσωπικά το θεωρώ ξεφτίλα – ναρκωτικά, υποτίμηση της γυναίκας κ.λπ.
Να τα λέμε τα πράγματα με το όνομά τους!
Από την εικόνα που έχει από το Ωδείο, υπάρχει ανάγκη των παιδιών σήμερα μάθει ένα μουσικό όργανο;
Ναι, φυσικά! Όταν άνοιξα την Πυξίδα, το 2012, οραματιζόμουν έναν χώρο, μια μουσική σχολή, όπου αυτοί που έρχονται μπορούν να διδαχθούν με αγάπη και όμορφο τρόπο τα πάντα. Και σύγχρονη και κλασική αλλά και παραδοσιακή μουσική. Έτσι φτιάχτηκε και το team των καθηγητών. Υπάρχουν ολοκληρωμένα προγράμματα για όλα τα όργανα, αλλά αυτό που μας ενδιαφέρει πρωτίστως είναι τα παιδιά να αγαπήσουν τη μουσική σε βάθος, να πάρουν τα εφόδια και να να αποκτήσουν μια κοινή γλωσσά. Κι έπειτα, φυσικά, να γίνουν και καλοί μουσικοί. Θεωρώ πως το έχουμε καταφέρει σε μεγάλο βαθμό, είμαι πολύ ικανοποιημένος και χαρούμενος.
Κάνοντας λοιπόν έναν απολογισμό στα 25 χρόνια της μπάντας, υπάρχει μια στιγμή που να ξεχωρίζεις ως πιο σημαντική;
Αυτό που έχω να θυμάμαι είναι ότι ξεκινήσαμε αμέσως τα λάιβ γιατί ο δίσκος είχε επιτυχία, οπότε δυσκολευόμουνα να το χαρώ. Όταν παρουσιάζεις τη δουλειά σε μεγάλα κοινά χωρίς ακόμα να έχεις μεγάλη εμπειρία και πρέπει να ανταποκριθείς σε όλο αυτό, υπάρχει αρκετό άγχος. Έπειτα από τέσσερα-πέντε χρόνια άρχισα να το δουλεύω μέσα μου και να συνηθίζω την έκθεση, οπότε άρχισα και να το ευχαριστιέμαι. Πάρα πολλές όμορφες συναυλίες, όπως και φοβερές συνεργασίες. Γυρνούσαμε όλη την Ελλάδα· κάποιες στιγμές δεν ήξερα πραγματικά σε ποια πόλη ξυπνούσαμε. Χάνεις λίγο τον εαυτό σου, αλλά από την άλλη γνωρίζεις κόσμο, βλέπεις τόσο ωραία μέρη. Όλες αυτές οι στιγμές υπήρξαν σημαντικές, όπως και οι άνθρωποι που συνεργαστήκαμε: ο αδερφός μου ο Φίλιππος, ο Μάνος Ξυδούς, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, ο Γιάννης Κότσιρας κ.ά.
Κάποια δύσκολη στιγμή;
Δύσκολες στιγμές φυσικά και υπήρξαν, όπως σε όλες τις μπάντες. Δυσκολία για μένα είναι όταν δεν μου έρχονται φρέσκιες ιδέες, όταν αυτό που ζω δεν μου δίνει ερεθίσματα. Όταν αισθάνομαι τον εαυτό μου σε έναν λήθαργο και λέω πως δεν υπάρχει περίπτωση να ξαναγράψω κάτι. Εκεί τρομάζω πολλές φορές, αλλά αυτό, ευτυχώς, διαρκεί λίγο.
Το κοινό έχει αλλάξει πολύ σε σχέση με τα πρώτα χρόνια; Σε ενοχλεί, για παράδειγμα, που ο κόσμος τραβάει συνεχώς βίντεο και φωτογραφίες με τα κινητά του;
Όχι, δε με ενοχλεί. Ό,τι αλλάζει το αποδέχομαι, αλλάζει για κάποιον λόγο και προσπαθώ να καταλάβω ποιος είναι.
Υπάρχει φανατικό κοινό που σας ακολουθεί;
Υπάρχει αρκετός κόσμος που έχουμε γνωρίσει μέσα στα χρόνια που αγαπά αυτό που κάνουμε, που έχει συνδέσει τα τραγούδια μας με δικές του μοναδικές στιγμές. Μας στέλνουν πολλά μηνύματα, μας έχουν πει για παράδειγμα πως έχουν επιλέξει για τραγούδι του γάμου τους το «Είναι στιγμές».
Είναι συγκινητικό και όμορφο και καταλαβαίνεις έτσι τη δύναμη που έχουν τα τραγούδια.
25 χρόνια Όναρ Αθήνα @ Κύτταρο – Facebook Event