«Λίγο κρασί (κεράσι έστω), λίγη θάλασσα και το αγόρι μου»: φαίνεται πως καλά κρατεί στις ελαφρών απαιτήσεων ψιλοϋπαρξιακές ανησυχίες κι αγωνίες τού μέσου νεοέλληνα αστού, του εγκλωβισμένου σε τσιμεντένια κλουβιά και σε ασφυκτικές πολυκατοικίες που μόλις κι αφήνουν κάποια ψωριάρικα δεντράκια κατακατουρημένα από τα σκυλιά. Χαρακτηριστική η ρήση τού αντί-ήρωα όταν μισοκρύβει με λίγο χώμα σπρωγμένο από το πέδιλό του τα φρεσκοχυμένα περιττώματα τού σκύλου και λέει συνωμοτικά στο συμπαθές τετράποδο «μεταξύ μας»!!!
Ετούτος ο στρουθοκαμηλισμός συνέχει και διαπερνά όλα τα επίπεδα τής ποτ-πουρί ψευτο-υποκουλτούρας μας, που λειτουργεί μεν μυοχαλαρωτικά και ψυχοθεραπευτικά δεν μας βοηθάει όμως να διορθώσουμε τα κακώς κείμενα αφού η καλώς εννοούμενη αποδοχή δεν οδηγεί στην παραδοχή, ικανή τε αναγκαία συνθήκη μίας πολυπόθητης αυτογνωσιακής βελτίωσης. Ο Έλληνας είναι φιλόξενος, φιλειρηνικός, ανεκτικός, χαβαλεδιάρης, καλοπερασάκιας, ψιλοαδιάφορας για τα κοινά, απαθής μπροστά στα μεγάλα κοινωνικά, πανανθρώπινα προβλήματα. Είναι μελοδραματικός δίχως να ανεβαίνει όμως σε αριστοτελικά ύψη. Η αρχαία τραγωδία για την πλειονότητα των συμπατριωτών μας είναι μια καλή αφορμή για μεταπαραστασιακά κοψίδια στην παρακείμενη ταβέρνα. Το ίδιο περίπου κι ο θερινός κινηματογράφος: «η αβάσταχη ελαφρότητα» τού μη-είναι, τού λάθε βιώσαντος, η αυτοπαθής παραφίνη, η εαυτοκεντρική φλυαρία. Έπληξα σε αυτή την χαριτωμένη «χαμηλού προϋπολογισμού» ταινία. Πολύ γρήγορα έκανε κοιλιά κι ο ρυθμός έφτασε στο σημείο παλμογράφου που μετράει τους σφυγμούς άρτι αποβιώσαντος. Η μεταμοντερνιά μιας «ταινίας εν ταινία» ήταν τόσο προφανής που έμοιαζε και περιττή και ναρκισσιστική και άχρηστη, αν και ευνοήτως αναμενόμενη. «Τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται», λέγαμε παλιά. Τώρα τα ευκόλως εννοούμενα πρέπει να εξηγηθούν, να επεξηγηθούν, να αναλυθούν, να υπεραναλυθούν, να υπομνηματιστούν, να υπογραμμιστούν μέχρι αηδίας.
Εντάξει, ως παρωδία χολυγουντιανών κωμωδιών καλή ήταν. Όμως ο λεγόμενος «underground» κινηματογράφος προϋποθέτει αυτό που λέμε στη ζωγραφική κιάρο-σκούρο. Εδώ ήταν όλα σαν την «Αλίκη στο Ναυτικό» (ροζ και πουπουλένια). Δεν λέω, μπορεί αυτό να λειτουργήσει και υπνωτικά ή να σε ωθήσει να παραγγείλεις δεύτερη μπύρα από το ταμείο τού κινηματογράφου (με ή χωρίς αλκοόλ).
Πάντως (επειδή γράφτηκε κι αυτό!) Αλμοδοβάρ ΔΕΝ ήταν. Ουδεμία σχέση με το καυστικό χιούμορ τού μεγάλου ισπανού δημιουργού.
Εδώ υπερίσχυσε ο φτηνός, απλοϊκός μελοδραματισμός κι ένας υπαρξισμός για προβλήματα λυμένα (διεθνώς) προ πολλού. Μα τέτοια χρονοκαθυστέρηση πια;!;!;!
Καλές ερμηνείες, αξιολάτρευτα ντεκόρ, «τουριστική» φωτογραφία. Το σίγουρο είναι ότι θα κατακλύσουν όλοι οι φιλοπερίεργοι περιηγητές τα κακοτράχαλα Λιμανάκια τής Βάρκιζας.
Έστω κι έτσι όμως, οι παράπλευρες ωφέλειες είναι πολλές.
Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας
https://konstantinosbouras.gr
Info:
https://www.athinorama.gr/cinema/movie/to_kalokairi_tis_karmen-10082253/
Το Καλοκαίρι της Κάρμεν
2023
Έγχρ.
Διάρκεια: 106′
3
Κομεντί
Eλληνική
Απολαμβάνοντας ένα ολοήμερο μπάνιο, ο Δημοσθένης βοηθά το φίλο του Νικήτα στη συγγραφή ενός σεναρίου βασισμένου στα προσωπικά τους βιώματα.
Σκηνοθεσία:
Ζαχαρίας Μαυροειδής
Με τους:
Ανδρέα Λαμπρόπουλο
Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου
Γιώργο Τσιαντούλα