Το πρώτο βιβλίο της Κάτιας Μαγγιώρου Είκοσι τέσσερις φορές κόλλυβα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΛΟΓΟ_ΤΥΠΟ
Περιτριγυριζόμαστε από τόσο θάνατο, αλλά δε μιλάμε εύκολα για αυτόν. Και συνήθως, όταν το κάνουμε, το κάνουμε κάπως άτσαλα και γραφικά. Σε αυτά τα είκοσι τέσσερα σύντομα διηγήματα –τα οποία ομοιάζουν σε φωτογραφικά κλικ– η Κάτια Μαγγιώρου δίνει στον θάνατο διαφορετικές οπτικές, βάζοντάς τον κάθε φορά σε έναν χώρο διαφορετικό, δίνοντάς του μία ποιότητα διαφορετική και μία ιστορία που αξίζει στον καθένα· και προπάντων έναν διαφορετικό τρόπο,γιατί όπως καμία ζωή δεν είναι ίδια,έτσι και κανένας θάνατος δεν είναι ίδιος!
Είκοσι τέσσερις ιστορίες με πολύ θάνατο αλλά και πολλή ζωή, από τη δεκαετία του ’60 μέχρι και το έτος 2133 – ή, σύμφωνα με την Οικουμενική Διακυβέρνηση και το διάταγμά της, μέχρι την 74η ημέρα 55 Ο.Δ.
Ιστορίες γεμάτες τρυφερότητα, απογοητεύσεις, όνειρα, έρωτες, κλάματα, εκδίκηση, ήττες, μάχες και ειρήνες, με όχημα άλλοτε την πραγματικότητα και άλλοτε τη φαντασία.
Πώς προέκυψε η ιδέα για αυτό το βιβλίο; Είναι ένα ζήτημα ταμπού για πολλούς. Δεν σε φόβισε καθόλου η αποστροφή του κόσμου για τον θάνατο;
Οι ιστορίες γράφτηκαν στη διάρκεια των μαθημάτων στο Μικρό Πολυτεχνείο (εκτός από το Ραντεβού Των Πέντε). Ήθελα να τις συνδέσω. Παρατήρησα ότι όλοι είχαν πεθάνει στο τέλος. Μόνες τους ενώθηκαν λοιπόν, πολύ απλά, όπως συμβαίνει και στη ζωή. Το βιβλίο μιλάει όμως για τη ζωή. Εκεί επικεντρώνεται.
Οι τρεις πιο ιδιαίτερες ιστορίες του βιβλίου;
Ιδιαίτερες… Αυτόματα μου έρχονται οι πρώτες ιστορίες που γράφτηκαν: «Η ντουλάπα της Σούζης» και το «Αλέ ρετούρ». Έχω ζήσει περισσότερο διάστημα με αυτούς τους ήρωες. Και το «Πεντακόσια τρία μαγικά δάκρυα», γιατί μπορεί να έχω χύσει κι εγώ πεντακόσια πέντε δάκρυα – όχι μαγικά. Από την άλλη, στο «Αν είσαι αλαφροΐσκιωτος» και στο «Here comes the sun» ή στο «Τα δαχτυλάκια δεν είναι εικονικά», έπρεπε να μπω σε εντελώς διαφορετικά περιβάλλοντα από τα γνωστά μου. Νιώθω ήδη ενοχή για τους άλλους ήρωες που δεν αναφέρω.
Ως συγγραφέας του βιβλίου, ήξερες ότι σε κάθε ιστορία θα πρέπει να σκοτώσεις κάποιον χαρακτήρα σου. Τι συναισθήματα σου δημιουργούσε αυτό;
Όχι, δεν το ήξερα. Και δεν τους σκότωσα εγώ είπαμε· η ζωή το έκανε. Ο θάνατος είναι φυσικό επακόλουθο. Δε νιώθω καμία ενοχή, αν αυτό ρωτάς. Ακόμη και τις πιο σκληρές ιστορίες τις έγραψα με μία δόση τρυφερότητας.
Θα διαβάσει κάποιος δραματικές ιστορίες ή και κάτι διαφορετικό;
Θα διαβάσει διαφορετικές ιστορίες ανθρώπων. Και όπως συμβαίνει και στην πραγματική ζωή, περιέχουν δυσκολίες, τραγικά στοιχεία, τρυφερότητα, σκληρότητα, έρωτα, χιούμορ.
Σε απασχολεί ο θάνατος στην καθημερινότητά σου;
Όλους μας απασχολεί λίγο ή πολύ. Μακάρι να μας απασχολεί δίνοντάς μας ώθηση για αληθινή ζωή.
Θέλεις να υπάρχει κάτι μετά τον θάνατο;
Θα ήθελα να πιστεύω ότι υπάρχει κάτι μετά. Ζηλεύω καμιά φορά αυτούς που το κάνουν. Όχι φυσικά με την έννοια του παράδεισου-κόλασης και της τιμωρίας.
Ήδη το βιβλίο τρέχει, διαβάζεται. Πες μας κάτι ειλικρινές που έχεις ακούσει.
«Δεν θέλω να πηγαίνω από τη μία ιστορία στην άλλη. Θέλω όταν τελειώνει να τη σκέφτομαι». Και επίσης, με μια αθώα έκπληξη: «Τι;… Αυτοί οι άνθρωποι δεν υπήρξαν πραγματικά δηλαδή;!»
Μπορεί ένας θάνατος να επισκιάσει τη ζωή που προηγήθηκε;
Να επισκιάσει, όχι. Να την απογειώσει παλιότερα θα μπορούσε. Αλλά έχουμε τελειώσει με τους ηρωικούς θανάτους.
Κάποιοι αποφεύγουν τις κηδείες όσο μπορούν. Σε άλλους ασκούν μια γοητεία. Εσύ πού τοποθετείσαι;
Οι κηδείες είναι γι’ αυτούς που μένουν πίσω. Ο λόγος που πάω είναι μόνο αυτός. Επίσης δεν μου αρέσει η λέξη «συλλυπητήρια». Αν μπορώ, την αποφεύγω. Δε συζητάω για το «ζωή σε σας»!
Στο βιβλίο σου υπάρχουν θάνατοι βίαιοι, ήρεμοι, τυχαίοι ή και προμελετημένοι και αναμενόμενοι. Το σχεδίασες ή απλά προέκυψε;
Είπαμε… η ζωή τους τα έκανε όλα. Δε σχεδίασα τίποτα.
Στο τέλος κάθε ιστορίας η ημερομηνία θανάτου του χαρακτήρα συνδέεται με έναν πραγματικό θάνατο γνωστού προσώπου που έχει συμβεί την ίδια ημερομηνία. Μίλα μας για αυτή τη σύνδεση.
Το τέλος των ιστοριών θυμίζει λίγο τα κοινωνικά σε εφημερίδες. Η αναγγελία κηδείας των ηρώων θα ήταν με ψιλά γράμματα. Σε πιο περίοπτη θέση θα ήταν τα συνδεδεμένα γεγονότα. Ήθελα να αναδείξω, να στρέψω τον προβολέα σε αυτούς τους ανώνυμους θανάτους ή ζωές. Στο Ρομαντικό Πανεπιστήμιο δημιουργήθηκε για ένα χρόνο το «Μουσείο Νεοελληνικής Αυτοχειρίας». Ο Σαμσών Ρακάς θέλησε να αναδείξει άγνωστους αυτόχειρες των αρχών του προηγούμενου αιώνα ύστερα από έρευνα που έκανε μαζί με τον Κίμωνα Θεοδώρου σε εφημερίδες της εποχής. Είχα αναλάβει τότε έναν αυτόχειρα και μέσα από την αναγγελία της αυτοχειρίας του και της τελευταίας του επιστολής προσπάθησα να σκεφτώ τη ζωή του. Τώρα έκανα το αντίθετο. Η ζωή των ηρώων μου ήταν γνωστή, έπρεπε να αναγγείλω και το θάνατό τους.
Σχολίασε τα παρακάτω αποφθέγματα.
Ο καλύτερος θάνατος είναι ο απροσδόκητος (Ιούλιος Καίσαρας)
Ο καλύτερος θάνατος είναι στον ύπνο στα 104.
Ο θάνατος είναι μόνο μια στιγμή και η ζωή χίλιες (Καρδινάλιος Ρισελιέ)
Χίλιες είναι λίγες. Τις στιγμές χαράς διόγκωσέ τες και τις άλλες συρρίκνωσέ τες.
Όταν έρχεται ο θάνατος, δεν είναι η τρυφερότητα για την οποία μετανιώνουμε, αλλά η σκληρότητά μας (George Eliot, Αγγλίδα συγγραφέας)
Ό,τι σκέφτεσαι εκείνη τη στιγμή είναι και λίγο ανούσιο. Ας σκεφτούμε κάποια πράγματα και λίγο νωρίτερα. Ας κερδίσουμε χρόνο.
Ελευθερία ή Θάνατος.
Δεν νιώθω και τόσο ελεύθερη στο σύγχρονο κόσμο. Βρισκω όμως ομορφιές να τις χαρώ.
Η ζωή, ο θάνατος κι αναμεσίς η Τέχνη (Νίκος Εγγονόπουλος)
Η τέχνη έχει σώσει πολλούς. Όμως δε θα μπορούσα να ζήσω χωρίς τους ανθρώπους μου. Χωρίς τέχνη ναι.
Δώσε μας και ένα δικό σου απόφθεγμα.
Μέχρι να φύγεις, κάτσε. Μέχρι να πεθάνεις, ζήσε.
Αν ξεκινήσεις ένα νέο βιβλίο προς τα πού θα κινηθείς; Το ’χεις σκεφτεί;
Δεν έχω ξεμπερδέψει ακόμα με το θάνατο.
Αλήθεια, σ’ αρέσουν τα κόλλυβα;
Superfood. Και ξέρω να φτιάχνω επίσης. Αμέεε…
Το βιβλίο μπορείτε να το προμηθευτείτε ηλεκτρονικά από ΕΔΩ