Η Γεωργία Δρακάκη περνά μια γεμάτη μέρα, στο πλευρό καλλιτεχνών και στα σπίτια τους, ανακαλύπτοντας ότι καμιά φορά, υπάρχει λόγος για το «τα εν οίκω, μη εν δήμω»! Η αρχή γίνεται με τον τραγουδοποιό των επιτυχιών, Γιώργο Μουκίδη και το θεσπέσιο παστίτσιο του.
Η Ανάβυσσος δεν είναι ένα μέρος αποκλειστικά για το καλοκαίρι. Υπάρχει σε αυτήν μια ατμόσφαιρα ζεστής ελληνίλας, με ένα τίμιο μιξ γκριλ πόλης κι επαρχίας. Την έχει επιλέξει ο Γιώργος Μουκίδης για να ζει και να δημιουργεί, ενώ, παράλληλα, ο καθαρός της αέρας και η άπλα της προσφέρεται για όμορφα σαββατοκύριακα με τα δύο του μικρά παιδιά.
Σάββατο ξημερώματα και το λεωφορείο με αφήνει στη στάση Σαρωνίδα. Από εκεί, το ταξί που παρήγγειλα με φέρνει κατευθείαν στην σιδερένια πόρτα του σπιτιού όπου θα περάσω ολόκληρη τη μέρα.
Δύο πανέμορφα, καφέ σκυλάκια -μάνα και κόρη- με υποδέχονται και μπαίνω μέσα. Το σαλόνι και η κουζίνα είναι τα πρώτα δωμάτια που φαίνονται. Άνετος χώρος, μεγάλος, με μοντέρνα διακόσμηση και καθόλου φορτωμένος. Η τεράστια οθόνη της τηλεόρασης προβάλλει μια ασπρόμαυρη ταινία. Γερμανική.
Ο Γιώργος ξαπλώνει άνετα και με αφήνει να νιώσω σαν στο σπίτι μου. Δεν θέλω να πιω κάτι προς το παρόν. Του μιλάω ακατάπαυστα για πράγματα που μου έχουν συμβεί τον τελευταίο καιρό. Δεν είμαστε φίλοι, ο λίγος χρόνος γνωριμίας μας δεν θα επέτρεπε κάτι τέτοιο. Υπάρχει όμως αμφίπλευρη οικειότητα και ανοιχτή διάθεση. Σα να ξεκινά μια φιλία από στέρεες βάσεις: χωρίς μυστικά και μάσκες.
Ο Γιώργος Μουκίδης είναι ο άνθρωπος πίσω από πολλά, πάρα πολλά επιτυχημένα τραγούδια της εποχής του νεότερου ελληνικού τραγουδιού, αυτού που ορισμένοι αποκαλούν «καινούργιο λαϊκό» και κάποιοι πιο αυστηροί «σκυλοπόπ». Με λίγα λόγια, τραγούδια του έχουν πει ο Νότης Σφακιανάκης, η Πέγκυ Ζήνα, η Νατάσσα Θεοδωρίδου, ο Γιάννης Πάριος, ο Πασχάλης Τερζής, η Κωνσταντίνα, ο Νίκος Οικονομόπουλος, η Χρύσπα, ο Χρήστος Χολίδης, ο Βασίλης Καρράς και η λίστα συνεχίζεται…
Έχει γράψει όμως (στίχους και μουσική) κι ένα από τα πιο καταπληκτικά κομμάτια του Δημήτρη Μητροπάνου, το «Απόψε Θα’ θελα». Αυτό το κομμάτι με πονάει ιδιαίτερα, γιατί μου το είχε αφιερώσει ένας φευγαλέος έρωτας που δεν ευδοκίμησε ποτέ, για καλό ή για κακό.
Τρώμε λίγους ξηρούς καρπούς στο τραπέζι της κουζίνας, αυτός με λίγο κρασί, εγώ με ένα ποτήρι γάλα. Μπαίνουμε στο studio, που είναι ένα καμουφλαρισμένο δωμάτιο πίσω από το σαλόνι και ακόμα δεν έχει ξημερώσει. Ο χώρος είναι ζεστός και άνετος. Τα μηχανήματα του Γιώργου πανάκριβα και τελευταίας τεχνολογίας. Μου τραγουδά ένα νέο του πόνημα, ένα τραγούδι μουκιδένιο- μπαλαντοειδές, με αυτά τα κλασικά σκυλολαϊκά τελειώματα που προσωπικά δεν μισώ εντελώς. Η μουσική βγαίνει από τον υπολογιστή του κι ο ίδιος τραγουδά από πάνω.
Έπειτα, ακούμε ένα σωρό κομμάτια από το youtube. Δεν κάνουμε άλλο από το να τα αναλύουμε και να τα σχολιάζουμε αυτά που ακούμε. Τους υπερεκτιμημένους έντεχνους με τα σουξέ που μετριούνται στα δάχτυλα του μισού χεριού, το νέο τραγούδι της Στικούδη «Ενθάδε Κείται» που έχει συμπαθητικούς στίχους και τα χίλια δυο…
Μιλάμε, σε λίγο, για τον έρωτα. Βλέπω, μέσα από τα γυαλιά του τα μάτια του να αλλάζουν χρώμα, να γίνονται γαλάζια. Νόμισα πως ήταν από την κούραση, αλλά όταν γύρισα από την άλλη πλευρά, διαπίστωσα ότι όχι απλά έχει ξημερώσει, αλλά είναι ήδη 07:30 το πρωί. Όμως, οι συζητήσεις για τον έρωτα, το σεξ, την ηδονή, τα βίτσια δεν διακόπτονται από καμία ημερολογιακή συνθήκη. Για μια ώρα ακόμα, διαπιστώνω ότι ο άνθρωπος που έχει εμπνευστεί τρυφερούς στίχους και γλυκές μελωδίες, έχει κι ένα άλλο πρόσωπο, στραμμένο στην επιθυμία του να αναπολεί και να βιώνει σωματικές συγκινήσεις, κι όχι μόνο εγκεφαλικές ή ψυχικές.
Και αυτό είναι ίδιον πολλών, αν όχι των περισσότερων, καλλιτεχνών που έχω γνωρίσει. Ίσως η ενασχόληση με τη μη ύλη επαγγελματικά, τους οδηγεί σε ξέφωτα χειροπιαστής ηδονής, όταν βγάζουν τη φορεσιά του ηθοποιού, του ζωγράφου, του σκηνοθέτη, του τραγουδιστή…
Μετά από λίγο, ο Γιώργος Μουκίδης ξεκινά να ετοιμάζει το παστίτσιο που θα τρώγαμε το μεσημέρι. Εγώ, έχω ανάγκη από μια ολιγόωρη σιέστα. Όταν σηκώνομαι και, αφού κάνω ένα απολαυστικό ντους μες στο κατάμεστο από αφρόλουτρα, σαμπουάν και κρέμες μπάνιο του τραγουδοποιού, ο κιμάς και η μπεσαμέλ με οδηγούν βήμα βήμα προς την κουζίνα. Κατεβαίνω τις ξύλινες σκάλες και βλέπω να κάθεται στο τραπέζι μια ακόμα μουσαφίρισσα, η Χριστίνα Γεράνη, η τραγουδίστρια, ίδια η ηθοποιός Halle Berry. Το κοριτσάκι της παίζει με τα παιδιά του Μουκίδη στην αυλή του σπιτιού. Από κοντά, και τα δύο πανέμορφα σκυλάκια.
Ο Γιώργος μάς σερβίρει από ένα ταψί που μοιάζει να φτιάχτηκε για είκοσι άτομα. Τα παιδιά ζητούν δεύτερο κομμάτι και με βοηθούν να ξεπεράσω τη ντροπή μου. Τρώω κι εγώ δεύτερο. Είναι καταπληκτικό. Συνοδεύουμε με απίθανο κρασί, στο οποίο ο Γιώργος Μουκίδης έχει ιδιαίτερη αδυναμία, ενώ, παράλληλα, είναι γνώστης. Η Χριστίνα μας λέει για τις εμφανίσεις της στην Αρχιτεκτονική, τέσσερις μέρες μετά τις εμφανίσεις του οικοδεσπότη μας. Παρασκευή εκείνη, Δευτέρες αυτός.
Εγώ ακούω, τρώω, πίνω, ακούω. Απολαμβάνω. Η Χριστίνα εκφράζει την απορία της, για το γεγονός ότι οι χρυσοί και οι πλατινένιοι δίσκοι του φίλου της βρίσκονται στο πάτωμα του σαλονιού του. «Δεν υπάρχει λόγος να βρίσκονται στους τοίχους ενός σπιτιού, που προορίζεται για φίλους και οικογενειακές στιγμές. Κάποια στιγμή, ίσως, τους κρεμάσω στους τοίχους ενός μεγαλύτερου studio που θα έχω, εντός ή εκτός σπιτιού.»
Πηγαίνουν οι δυο τους στο studio, όπου το πρωί, εμείς είχαμε πιάσει τις αναλύσεις και τις ψυχαναλύσεις. Ο Γιώργος έχει ένσταση ως προς την ενορχήστρωση ενός κομματιού της Χριστίνας. Και έκατσε να της το αναλύσει. Φυσικά, ήμουν παρούσα. Είχα , πια, καταλάβει την τελειομανία του και την αγάπη του για το καλό: είτε αυτό είναι τραγούδι, είτε φαγητό, είτε στρώμα για σωστό ύπνο, είτε, είτε…
Ο Μουκίδης είναι ένας άνθρωπος που γίνεται αμέσως συμπαθής, αλλά δεν τα λέει «συμπαθητικά». Μπορείς να τον ακούσεις να γίνεται ειρωνικός ή σκωπτικός, έχει ορισμένες απόλυτες απόψεις πάνω σε ορισμένα θέματα και, με το οξύ του χιούμορ, μπορεί να πληγώσει άθελά του. Ισχυρή προσωπικότητα, με άποψη, με καλλιτεχνικό στίγμα, φορέας αρκετών γνώσεων και από άλλα πεδία, καθόλου κουλτουριάρης, καθόλου «τυπικός», με την αποστειρωμένη έννοια.
Είναι απλός, πολύ. Ζητά να βρίσκεται πλάι σε έξυπνα μυαλά και σε καλές καρδιές. Τον πιστεύω σε αυτά που μου λέει, τα μεγάλα και λίγο γουρλωτά μάτια του φαντάζουν απολύτως ειλικρινή. Άλλωστε, δε λέει μεγαλοστομίες, ούτε ακκίζεται πάνω σε κάποιο θέμα. Και, ευτυχώς, είναι παρών όταν έρχεται η ώρα του αντιλόγου πάνω σε κάτι που πιστεύει ο ίδιος για σωστό.
Το βράδυ έπαιξε δύο παρτίδες τάβλι με την έτερη μουσαφίρισσα, ενώ η αφεντιά μου κάτι πάλι πληκτρολογούσε στο λάπτοπ, που είχε κουβαληθεί μαζί μου ως την Ανάβυσσο.
Ο Μουκίδης (το μουκιδάκι…) με πήγε με το αυτοκίνητο ως τα λεωφορεία κι εγώ, σε όλη τη διαδρομή, σκεφτόμουν πώς θα ξεκινήσω αυτό το κείμενο.
Χμμμ, «η Ανάβυσσος δεν είναι ένα μέρος αποκλειστικά για το καλοκαίρι», καλό μου ακούγεται. Αλλά, ας βάλω στα ακουστικά μου τον Αύγουστο. Όχι του Παπάζογλου. Του Γιώργου Μουκίδη. Υπάρχει κι αυτή του η πλευρά… Και αισθάνομαι τυχερή που την εντόπισα από την αρχή.
Discussion about this post