Ο Τάκης Τζαμαργιάς είναι σκηνοθέτης και εκπαιδευτικός, όπως και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος του Πανεπιστημίου Αθηνών με ειδίκευση «Θέατρο στην εκπαίδευση».
Έχει διδάξει Υποκριτική σε πολλές σχολές, ενώ ήταν για 15 χρόνια υπεύθυνος σκηνοθέτης της Θεατρικής Σκηνής του Δήμου Κερατσινίου και ιδρυτής της Εταιρείας Θεάτρου Δυτικά της Πόλης. Έχει συνεργαστεί με πολλά κρατικά (Θέατρα Εθνικό Θέατρο, ΘΟΚ, ΚΘΒΕ) και με ελεύθερους θιάσους στην Ελλάδα, στην Κύπρο, ενώ έχει συμμετάσχει στο Φεστιβάλ Αθηνών. Από το 2013 -2015 ήταν ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά. Ανάμεσα στις πολυάριμθες σκηνοθεσίες του συγκαταλέγονται και τρεις φετινές παραγωγές: «Ο Μεγάλος Περίπατος του Πέτρου», «Αιολική Γη», και «Το Μινόρε». Οι δύο τελευταίες δε σχετίζονται και με την καταγωγή του. Γεννήθηκε στον Πειραιά, εκεί που γεννήθηκε και το ρεμπέτικο, ενώ μέρος της καταγωγής του είναι από το Λεβίσσι της νοτιοδυτικής Τουρκίας, όπου ζούσαν Έλληνες της Ανατολής.
Τον γνώρισα πριν κάποια χρόνια και έφτασε η ώρα για μία συνέντευξη που εξελίχθηκε σε ανθρώπινη κουβέντα. Γιατί αυτό εξάλλου είναι η τέχνη· έχει και πρέπει να έχει ως κέντρο της τον άνθρωπο. Γεμάτος ενέργεια, χαμόγελο και πολλή όρεξη για κουβέντα, γελάσαμε, ήπιαμε καφέ και κάναμε μια μικρή βόλτα στα Πετράλωνα. Ποιητικός, δημιουργικός, μα πάνω απ’ όλα ειλικρινής, αυθόρμητος, ευγενής, με μια γλυκύτητα και γενναιοδωρία ψυχής που φαίνονται και στις πιο μικρές λεπτομέρειες.
Είστε πάντα τόσο ευγενικός όσο δείχνετε ή όσο ακούγεται;
Νιώθω έναν σεβασμό στον άνθρωπο. Βέβαια, στη διαδικασία της δουλειάς και της πρόβας, επειδή είμαι αγχωτικός, γίνομαι έμμεσα πιεστικός. Όχι άμεσα. Αλλά έχω λίγη γκρίνια, να το πω έτσι! Κι αυτό καμιά φορά δημιουργεί προβλήματα. Δεν είμαι και άγιος στην πρόβα ώστε να θέλει κανείς να δουλέψει οπωσδήποτε μαζί μου.
Έχουν περάσει 40 χρόνια που ασχολείστε με το θέατρο. Το βιογραφικό σας είναι πλούσιο.
Δεν ξέρω. Νομίζω είναι μία με δύο παραγωγές το χρόνο. Γιατί οι νέοι σκηνοθέτες κάνουν πολύ περισσότερες δουλειές. Είναι πιο ευέλικτα τα πράγματα.
Είναι άλλες εποχές, άλλα δεδομένα όμως. Μέχρι και οι σεζόν έχουν αλλάξει.
Ναι, συμφωνώ. Γενικά, στο θέμα της σκηνοθεσίας θα ήθελα να είχα κάνει κι άλλα πράγματα. Όμως, επειδή είμαι ταυτόχρονα και στο Πανεπιστήμιο, έχω λιγότερο χρόνο. Βέβαια, η θητεία μου στη διδασκαλία με έχει βοηθήσει πολύ και είμαι ευγνώμων για αυτή την εμπειρία. Ταυτόχρονα με έχει δεσμεύσει χρονικά. Γιατί είναι σαν δύο καρπούζια κάτω από μια μασχάλη που λένε.
Το μάθημα που διδάσκετε είναι το θέατρο στην εκπαίδευση. Τι ακριβώς καλύπτει το συγκεκριμένο αντικείμενο;
Με αυτό το αντικείμενο ασχολούμαι κυρίως και με αυτό προσδιορίζομαι. Αρχικά, ήμουν επί 16 χρόνια δάσκαλος στην Πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Τώρα, διδάσκω στο Πανεπιστήμιο, στο Παιδαγωγικό σε προπτυχιακό επίπεδο και στη Θεατρολογία σε μεταπτυχιακό. Με το θέατρο στην εκπαίδευση ουσιαστικά, μαθαίνουμε πώς οι τεχνικές θεάτρου μπορούν να κάνουν το μάθημα πιο ζωντανό και εύληπτο.
Έχω δουλέψει πολύ, αυτό το κομμάτι μου είναι αρκετά βαθύ και προχωρημένο.
Συμπληρώνει η μία ιδιότητα την άλλη;
Σαφώς. Για μένα είναι το υπόστρωμα. Είναι κατά κάποιον τρόπο το χαλί.
Και εξηγεί και την ευγένεια που λέγαμε.
Όταν υπάρχει και παιδαγωγική σκοπιμότητα, εκ των πραγμάτων αυτό το στοιχείο έχει έναν εμπλουτισμό.
Το θέατρο ως στοιχείο του σχολικού προγράμματος έχει παραγκωνιστεί;
Βεβαίως. Φάνηκε από την αφαίρεση του μαθήματος «Στοιχεία Θεατρολογίας». Αφαίρεσαν γενικά τις τέχνες από το Λύκειο. Και τη θεατρική αγωγή από την Ε’ και ΣΤ’ Δημοτικού. Αυτό είναι πάρα πολύ σοβαρό. Το 1999 πετύχαμε την εισαγωγή της θεατρικής αγωγής στην εκπαίδευση ως θεσμό. Έως τότε, κάποιοι δάσκαλοι έκαναν θέατρο στα παιδιά εκτός προγράμματος, με σκοπό να ανεβάσουν μια σχολική μαθητική παράσταση. Από εκεί και μετά, το θέατρο έγινε μέρος εργαλείο της διδακτικής. Για κοινωνική ευαισθητοποίηση, για να κάνεις το μάθημα πιο ζωντανό και βιωματικό.
Κανονικά, θα έπρεπε να υπάρχει θεατρική αγωγή από το νηπιαγωγείο μέχρι το Λύκειο. Το θέατρο ανοίγει κόσμους, ένα σύμπαν, είναι γενναιόδωρο. Δηλαδή όλο αυτό που συντελείται στη διαδικασία της εμπλοκής είτε ως θεατής είτε ως δρων πρόσωπο είναι πολύ σημαντικό.
Θεωρείτε ότι οι δάσκαλοι υιοθετούν αυτόν τον τρόπο παράδοσης του μαθήματος;
Σε ένα μεγάλο βαθμό, ναι. Είναι πλέον διδακτική μέθοδος. Ειδικά οι παθιασμένοι το δουλεύουν πολύ.
Πόσο σημαντικό είναι για το κοινωνικό σύνολο να βάλουμε το θέατρο στη ζωή μας;
Το θέατρο είναι τέχνη επικοινωνίας και ομάδας κατεξοχήν. Σε βοηθάει να ενταχθείς σε μια ομάδα. Και μέσα από τα παιχνίδια ρόλων σού δίνεται η ευκαιρία να αναπτύξεις την ενσυναίσθηση, να μπεις στη θέση του άλλου. Μέσω της θεατρικής διαδικασίας διαμορφώνεται ένας κώδικας ήθους, στάσης στα πράγματα. Θα ‘θελα να πιστεύω ότι αυτή η διαδικασία επιδρά και στην υπόλοιπη ζωή σου. Αλλά έστω, για όσο το κάνεις, αυτή η στάση καλλιεργείται.
Ας πάμε στις σκηνοθεσίες. Φέτος, σκηνοθετήσατε τρεις παραστάσεις.
Ουσιαστικά, οι δύο ήταν να γίνουν την περίοδο της πανδημίας. «Ο Μεγάλος Περίπατος του Πέτρου» και το «Μινόρε». Αλλά δυστυχώς τότε οι συνθήκες δεν το επέτρεψαν. Και με την απόσταση του χρόνου έπρεπε να δουλευτούν εκ νέου και σε βάθος, γιατί άλλαξαν κάποια δεδομένα. Η καινούργια δουλειά ουσιαστικά ήταν η «Αιολική Γη» στο Εθνικό Θέατρο.
Πώς είδατε την ανταπόκριση του κόσμου; Και μάλιστα, σε έργα όπως αυτά, πολυπληθή σε διανομή και σε μεγάλα θέατρα.
Όσο το επέτρεψαν οι συνθήκες, η ανταπόκριση ήταν πολύ καλή. Ειδικά στο «Μινόρε» ήταν απερίγραπτη. Πήγε πολύ καλά. Η αποδοχή ήταν τεράστια. Παίχτηκε και στον Πειραιά, γεγονός πολύ σημαντικό, καθώς ορισμένες φορές η δραματουργία ξεπερνιέται από την ίδια την τοπογραφία. Ουσιαστικά πρόκειται για μεταφορά της τηλεοπτικής σειράς «Το μινόρε της αυγής» στο θέατρο και πραγματεύεται την ιστορία του ρεμπέτικου τραγουδιού μέσα από τη δημιουργία και δράση της θρυλικής ρεμπέτικης τετράδας του Πειραιά, η οποία ξεκίνησε το 1934 και την αποτελούσαν οι Μάρκος Βαμβακάρης, Γιώργος Μπάτης, Ανέστης Δελιάς και Στράτος Παγιουμτζής. Και στο θέατρο Ιλίσια είχε τεράστια ανταπόκριση. Το αγκάλιασε ο κόσμος. Έρχονταν με μία διάθεση ιδιαίτερη, αφού η σειρά είχε αφήσει το αποτύπωμά της.
Όσο για την «Αιολική Γη» ήταν η παράσταση-φάντασμα. Έτσι ακριβώς όπως σας το λέω. Τόση δουλειά, τόση αγωνία και τελικώς μόνο την τελευταία εβδομάδα παίξαμε κανονικά.
Και αυτά τα δύο, όπως και ο «Μεγάλος Περίπατος του Πέτρου» ήταν μεταφορές. Πόση δουλειά χρειάζεται αυτή μεταφορά, η διασκευή;
Κάθε έργο έχει τις δικές του απαιτήσεις. Το καθένα μάς δίνει τα δικά του κλειδιά. Είναι εξοντωτική διαδικασία, γιατί πάντα πρέπει να έχεις μια επαφή με το πρώτο κείμενο. Ειδικά αν το πρώτο κείμενο είναι του Βενέζη όπως στην περίπτωση της «Αιολικής Γης», καταλαβαίνεις ότι γυρνάς συνέχεια εκεί.
Τώρα ετοιμάζετε κάτι;
Όχι. Είμαι αποφασισμένος να βρω το σωστό πλαίσιο παραγωγής ώστε να ανεβάσω κάτι. Με ενδιαφέρει το αστικό δράμα. Και γενικά τα έργα σχέσεων.
Η ζωή μας όλη δεν είναι ανθρώπινες σχέσεις;
Όχι ακριβώς, αλλά είναι ένα σημείο έντονο. Μην ξεχνάτε ότι η παγκόσμια δραματουργία επικεντρώνεται στις σχέσεις. Πάμε στο θέατρο για να δούμε καταστάσεις που μας επιτρέπουν να κάνουμε το διάλογό μας.
Είστε καλός θεατής;
Ναι! Βλέπω πολλές δουλειές συναδέλφων, γιατί με ενδιαφέρει πραγματικά. Έχω την ίδια αγνότητα και την ίδια λαχτάρα που είχα ως θεατής όταν ήμουν παιδί. Είναι πολύ σπουδαίο αυτό. Γιατί αλλιώς θα ήμουν δηλητηριασμένος ανά περιόδους. Υπάρχουν πράγματα με τα οποία είμαι εκ διαμέτρου αντίθετος αισθητικά και ιδεολογικά. Θα τα δω όμως. Με ενδιαφέρει. Οι προτάσεις των νέων σκηνοθετών με συγκινούν. Ίσως επειδή εγώ δεν ήμουν τόσο τολμηρός όσο θα ‘θελα. Προσωπικά, υπήρξα δέσμιος των κειμένων. Λειτουργώ κειμενοκεντρικά γιατί με ενδιαφέρει πολύ ο ηθοποιός. Πώς μπορεί, δηλαδή, να λειτουργήσει κάτω από μία σχέση με το κείμενο.
Οι νέοι σκηνοθέτες δεν είναι κειμενοκεντρικοί;
Νομίζω ότι κάνουν έναν διάλογο με το κείμενο εντελώς διαφορετικό. Πολλές φορές το κείμενο γίνεται αφορμή για να πουν δικά τους πράγματα. Και δεν το λέω καθόλου αρνητικά. Το βρίσκω τολμηρό. Το θαυμάζω.
Εσείς δημιουργείτε πολύ ωραίες εικόνες. Ποιητικές. Είναι δικό σας χαρακτηριστικό. Αν και φέτος δεν είδα κάποια από τις παραπάνω παραστάσεις, θυμάμαι όμως και την «Τάξη μας»ου Ταντέους Σλομποντζιάνεκ το 2017 στο Εθνικό Θέατρο, όπως και τον «Ριχάρδο τον Γ’» στο Σύγχρονο Θέατρο.
Σας ευχαριστώ. Ειδικά για την «Τάξη μας» είμαι πολύ περήφανος.
Στον «Ριχάρδο τον Γ’» υπήρξατε τολμηρός, με την επιλογή της Καίτης Κωνσταντίνου για το ρόλο του Ριχάρδου.
Όντως, έχετε δίκιο. Τότε, άκουσα και καλά και κακά σχόλια. Όμως, ήταν συνειδητή επιλογή μου. Ήταν ψυχή, ήταν έρευνα και μια υπέροχη συνεργασία.
Τα κακά σχόλια είναι τροχοπέδη για εσάς;
Εξαρτάται. Εγώ είμαι πολύ ανοιχτός, πιστεύω στην κριτική. Απλώς θα ήθελα με κάποιο τρόπο να με βοηθά στην εξέλιξή μου. Και δεν είναι πάντα βοηθητικά όλα τα σχόλια. Ο κριτικός λόγος είναι πολλές φορές αφοριστικός και γενικόλογος.
Υπάρχει κάποιο σχόλιο που σας συγκινεί ιδιαίτερα όταν το ακούτε;
Η φράση «μας αγγίξατε». Εγώ ως σκηνοθέτης είμαι παρών στη διαδικασία της παράστασης. Δεν το κάνω για να ελέγξω τους ηθοποιούς, σε καμία περίπτωση. Το κάνω γιατί με ενδιαφέρει η λειτουργία του θεατή. Πολλές φορές διαπιστώνω ότι κάτι που βρίσκω συγκλονιστικό στη διαδικασία της πρόβας, έρχεται η ώρα να το δει το κοινό, ίσως του περνάει αδιάφορα. Και το αντίθετο. Βλέπω ότι στιγμές που δεν είχα φωτίσει, μπορούν να φωτίζονται από την παρουσία του κοινού, από τη ματιά τους. Και έτσι, αποκτούν άλλο όγκο. Κι εκεί κερδίζω κάτι για μένα. Εμπλουτίζομαι. Δεν αφήνομαι φυσικά σε έναν ναρκισσισμό. Όταν μπαίνει το κοινό, είναι τελικά μια άλλη παράσταση.
Η παρουσία του κοινού διαφοροποιεί και το παίξιμο των ηθοποιών;
Αν έχει γίνει σωστή δουλειά, την ανθίζει. Αν όχι, την κάνει ακόμη χειρότερη. Αν δεν έχει γίνει στοχευμένη η δουλειά, νομίζω το κοινό μπορεί να διαλύσει την παράσταση.
Οι καταστάσεις σε ανθρώπινο επίπεδο έχουν αλλάξει. Αυτό επηρεάζει και το θέατρο;
Η πραγματικότητα είναι πάρα πολύ ισχυρή. Κι όταν το θέατρο προσπαθεί να αντλήσει υλικό από αυτήν, ωχριά. Η σκηνική πραγματικότητα ωχριά μπρος στην πραγματικότητα της ζωής πλέον. Έχουν αγριέψει πάρα πολύ τα πράγματα. Σε επίπεδο πρακτικό τώρα, επίσης έχουν αλλάξει τα πράγματα στο θέατρο. Η τηλεόραση έχει παίξει ισχυρό ρόλο. Κάποτε ήταν στην υπηρεσία του θεάτρου. Ήταν πρώτα το θέατρο και μετά η τηλεόραση. Τώρα οι άνθρωποι για να επιβιώσουν δεσμεύονται χρονικά με συμβόλαια που δεν τους επιτρέπουν να κάνουν και τα δύο.
Πριν λίγες μέρες ήσασταν στην Πάτρα με το «Μινόρε». Σας αρέσει να παίζετε και εκτός Αθηνών;
Πάρα πολύ. Έρχεσαι σε επαφή με ένα κοινό που έχει πολύ ωραία διάθεση. Γιατί δεν είναι δεδομένο ότι θα δει μια παράσταση, όπως στην Αθήνα. Έτσι, όταν έρχεται, την αγκαλιάζει. Και του χρόνου προγραμματίζεται μια σειρά παραστάσεων στην επαρχία.
Ήρθε η ώρα για λίγη ξεκούραση πριν την επόμενη σεζόν;
Δε νομίζω. Σε λίγες μέρες, θα είμαι στο Λουξεμβούργο με τη θεατρική ομάδα των Ελλήνων ομογενών. Θα κάνω ένα σεμινάριο εκεί. Και πάω με πολλή χαρά και λαχτάρα, γιατί φάνηκαν και ενημερωμένοι, όπως και με μεγάλη αγάπη για το αντικείμενο.
Με το εξωτερικό έχετε κάνει συνεργασίες;
Με την Κύπρο. Σε επιστημονικό επίπεδο, με την Ιταλία και την Ολλανδία.
Ασχολείστε και με ερασιτεχνικές ομάδες;
Όχι πια. Είχα χρόνια ερασιτεχνική ομάδα στο Κερατσίνι. Ήταν πολύτιμη εμπειρία. Και επιστρέφω συχνά εκεί. Γιατί η ομάδα δεν υπάρχει πια. Όμως, αυτή η περίοδος είναι άρρηκτα συνδεδεμένη και με τα νιάτα μου και τα κρατάω με πολλή αγάπη μέσα μου. Για μένα, δεν υπάρχει διαφορά όταν ασχολείσαι με επαγγελματίες ή με ερασιτέχνες. Ξεχώρισαν οι παραστάσεις αυτές. Κι αν ήταν άλλη εποχή, δεν θα υπήρχε καν η διάκριση.
Οι ερασιτέχνες είναι περισσότερο ενθουσιασμένοι;
Ναι. Λογικό όμως, γιατί στο επαγγελματικό επίπεδο, μπαίνει το κομμάτι της επιβίωσης. Οπότε δεν μπορώ να το προσάψω ως αρνητικό προς τους επαγγελματίες. Υπάρχει και μεγάλη εκμετάλλευση στο χώρο.
Εσάς ποια είναι η άποψή σας τόσο για την εκμετάλλευση, όσο και για τις κακοποιητικές συμπεριφορές που ήρθαν στο φως;
Σε αυτό το χώρο νιώθεις πολλές φορές ότι δεν έχεις φωνή. Γιατί κάποιων οι φωνές είναι πιο ισχυρές από τις δικές σου. Από την άλλη, εγώ είμαι πολύ προσεκτικός με την ανθρωποφαγία. Νιώθω ότι είμαστε όλοι μια οικογένεια και όταν συμβαίνουν άσχημα πράγματα είναι καλό να καταγγέλλονται και να οδηγούνται στη δικαιοσύνη. Δεν μου αρέσει αυτό το αλισβερίσι που γίνεται στα media.
Θεωρείτε ότι θα αλλάξει κάτι στο θέατρο;
Σε ένα μεγάλο βαθμό, η εκμετάλλευση οφείλεται πιο πολύ στην ανέχεια. Η εξουσία βασίζεται κυρίως στο οικονομικό κομμάτι. Από τη μία η επιβίωση, από την άλλη η λαχτάρα σου να παίξεις. Μπαίνεις μες στη διαδικασία και μετά υφίστασαι ό,τι υφίστασαι. Θα περιοριστεί αυτό πιστεύω. Αλλά εξαρτάται από όλους.
Αντιμετωπίζετε τη σκηνοθεσία ως διδασκαλία;
Σε μεγάλο βαθμό. Η διδαχή και η επιμονή στη λεπτομέρεια είναι σημαντικές διεργασίες. Γιατί η λεπτομέρειες είναι που διαφοροποιούν το αποτέλεσμα. Πώς μπορείς να εμβαθύνεις αλλιώς όμως; Αυτό είναι το ενδιαφέρον. Αν δεν δεις κάτι στο βλέμμα του ηθοποιού που θα σε ταξιδέψει, γιατί να σε ενδιαφέρει; Το έχω ανάγκη αυτό προσωπικά.
Τι επιλέγετε; Διδασκαλία ή σκηνοθεσία;
Τώρα πια σκηνοθεσία. Εδώ και πολλά χρονιά ισχύει αυτό μέσα μου. Με ενδιαφέρει όμως και το άλλο κομμάτι. Η εξάπλωσή του, η εξέλιξή του, το πόσο διευρύνεται, πόσο γίνεται κτήμα ή συνείδηση. Όμως η σκηνοθεσία είναι ένα στοίχημα με τον εαυτό σου. Κάθε φορά έρχεσαι αντιμέτωπος με τις δικές σου δυσκολίες. Κι αυτό σε προχωράει.
Γεννηθήκατε στον Πειραιά. Πείτε μου, τι είναι ο Πειραιάς για εσάς;
Έχω πολύ ισχυρές μνήμες. Όχι πάντα θετικές. Αλλά δυνατές. Εκεί που είναι η παιδική σου ηλικία είναι η πατρίδα σου κατά κάποιον τρόπο. Αγαπώ τον Πειραιά. Ήμουν δε και ο πρώτος καλλιτεχνικός διευθυντής του Δημοτικού Θεάτρου μετά την ανακαίνιση. Παρέλαβα ουσιαστικά ένα χάος. Έπρεπε να αποκτήσει όλο αυτό ταυτότητα και χαρακτήρα. Δεν μπόρεσα να ολοκληρώσω τη δουλειά. Μόλις άρχισε να γίνεται κάτι, έληξε η θητεία μου. Σε ενάμιση χρόνο, πώς να προλάβεις;
Γιατί δε συνεχίσατε;
Ήταν επιλογή της δημοτικής αρχής να μη συνεχίσω. Δεν έχει σχολιάσει κανείς αρνητικά. Αλλά νομίζω ότι πίστευαν ότι με κάποιον άλλο θα ήταν καλύτερα τα πράγματα. Και με πονάει αυτό το κομμάτι. Με την έννοια ότι δεν έχει αναγνωριστεί το πόσο δούλεψα. Δεν έχω ξαναδουλέψει έτσι. Αυτό που με ενδιέφερε ήταν να αποκτήσει το θέατρο το βηματισμό του και ένα ισχυρό brandname. Ήταν μεγάλη συγκίνηση που επέστρεψα ως σκηνοθέτης φέτος. Αλλά νιώθω σαν να μην πέρασα ποτέ ως διευθυντής.
Υπάρχει κάτι που έχετε μετανιώσει;
Το ότι εμπιστεύομαι τους ανθρώπους, αλλά έχω μια τάση να δημιουργώ μύθους. Θαυμάζω πολύ τον άλλον και θεωρώ ότι αν είμαι μαζί του, θα γίνει κάτι συγκλονιστικό. Επίσης, τη χαμηλή μου αυτοεκτίμηση.
Πείτε μου μία αγαπημένη βόλτα στον Πειραιά και μία στην Αθήνα.
Α, εγώ είμαι λάτρης του καλού φαγητού. Κυρίως, αν είναι κάπως γκουρμέ. Λατρεύω και τα ιδιαίτερα ζαχαροπλαστεία. Μπορώ να πάω στην άλλη άκρη της πόλης για να δοκιμάσω κάτι. Μ’ αρέσουν και τα ανατολίτικα, καθότι ένα κομμάτι της ρίζας μου είναι από τη Μικρά Ασία. Οπότε, όποια βόλτα περιλαμβάνει καλό φαγητό ή γλυκό τη λατρεύω. Λατρεύω επίσης το κομμάτι της Δραπετσώνας και του Κερατσινίου. Με συγκλονίζει. Εκεί πήγα σχολείο και είμαι δεμένος με αυτά.