Ζούμε στην εποχή της πολιτικής παράνοιας, η “κοινή λογική” που διέπει τους ανθρώπους και λειτουργεί ως αντίβαρο ισορροπιών και ρυθμιστής αντιθέσεων, στην εξέλιξη και διαμόρφωση των κοινωνιών, αλλά και του ανθρωπίνου είδους ως σύνολο, πλέον θεωρείται σχεδόν εγκληματική.
Η ατομοκεντρική διάσταση της ύπαρξης προωθείται ως η πεμπτουσία του συγχρόνου ανθρώπου, δηλαδή ενός ανθρώπου αποκομμένου από κοινωνικές διεργασίες και ζυμώσεις που τον διαμορφώνουν και τον εντάσσουν ως συνθετικό υποκείμενο στο κοινωνικό φάσμα των αντιθέσεων.
Είναι μια πολιτική διαστροφή, η οποία – ειδικά τώρα στην φάση της πανδημίας – δοκιμάζεται και προωθείται από όλα τα μέσα, που διαθέτει η πολιτική εξουσία και τα φερέφωνά της.
Μια τέτοια πολιτική προσέγγιση δεν μπορεί να έχει οπαδούς, αλλά μόνο θύματα, υπάκουα, θελημένα και άθελα, στις κατευθύνσεις και συμβουλές ενός πολιτικού δόγματος που, από την φύση του, στρέφεται ενάντια στην κοινωνία, αλλά την ίδια στιγμή, αποθεώνει τις προσωπικές ελευθερίες.
Εντέχνως αφαιρείται η κοινωνία από την πολιτική και αυτό που μένει είναι η πολιτική απέναντι στον πολίτη. Και ο πολίτης είναι το απομονωμένο κοινωνικά υποκείμενο και εύκολα, πολιτικά χειραγωγήσιμο από την πολιτική εξουσία.
Το παραγόμενο προϊόν είναι αποκλίνουσες κοινωνικές συμπεριφορές, που φαντάζουν αντίθετες, αλλά στον πυρήνα τους, έχουν το ίδιο φορτίο ναρκισσισμού και εγωκεντρικότητας, είτε με τη μορφή πλήρους υποταγής στο νεοφιλελεύθερο δόγμα “η οικονομία πάνω απ’ όλα” , είτε με την απαξίωση της κυρίαρχης τάσης και στάσης της κοινωνίας, θεωρώντας την καθυστερημένη, άβουλη, προβατοποιημένη.
Και οι δυο πλευρές έχουν ένα βασικό κοινό: λειτουργούν ατύπως συμμαχικά στον υποδαυλισμό και το σαμποτάρισμα της λογικής και του κοινού αισθήματος, χρησιμοποιούνται ως “γενικευμένα φαινόμενα” από την πολιτική εξουσία και τα ΜΜΕ, με απώτερο σκοπό την αποφυγή πολίτικων ευθυνών τους και την ενοχοποίηση της “κοινωνίας θύτη”, απέναντι στην “κοινωνία θύμα”.
Υπάρχουν αρκετά παραδείγματα που η κοινωνία έδωσε απαντήσεις, αλλά η υπεράξια της επιτυχίας πέρασε στο πολιτικό σύστημα. Όταν έγινε το πρώτο lockdown, η ίδια η κοινωνία είχε το συλλογικό αντανακλαστικό της κοινής λογικής, να βάλει φρένο στην πανδημία, αναγνωρίζοντας τον κίνδυνο και την σοβαρότητα της κατάστασης, ακολουθώντας σχεδόν καθολικά τις συστάσεις ειδικών και επιδημιολόγων, που ουσιαστικά ήταν μια αντανάκλαση της ιδίας της κοινωνίας και συνeτέλεσε σε μια δέσμη μέτρων, που υιοθέτησε και ανακοίνωσε η κυβέρνηση.
Η κυβέρνηση με ύφος χιλίων καρδιναλίων έπλεκε το εγκώμιό του εαυτού της, εντελώς αυτοαναφορικά, παρακάμπτοντας τον βασικό υπεύθυνο για την ομαλή εξέλιξη της πανδημίας, μέχρι πριν το καλοκαίρι.
Έκτοτε, η κατάσταση ξέφυγε και υπάρχουν ευθύνες. H κυβέρνηση και τα δημοσιογραφικά της παπαγαλάκια την προσδιόριζαν ως “ατομική”, μεταφέροντας και συλλογικοποιώντας την αποτυχία στον “κακό λαό” και στους απροσάρμοστους και αντιδραστικούς πολίτες.
Βέβαια, ούτε λόγος για το άνοιγμα του τουρισμού με όρους αρπαχτής, υπηρετώντας το διεθνές και ντόπιο τουριστικό κεφάλαιο, που υπονόμευσε και ακύρωσε τη διαρκή στάση συλλογικής υπευθυνότητας της κοινωνίας όλο το προηγούμενο διάστημα.
Καμία πολιτική ευθύνη δεν έχουν αναλάβει για την καταστροφική πορεία της πανδημίας και το χειρότερο, καμία πρωτοβουλία ώστε ακόμα και την ύστατη στιγμή, να θωρακίσουν το σύστημα υγείας που βρίσκεται σε τροχιά κατάρρευσης, κρούοντας καμπανάκι κίνδυνου για την ασφάλεια της κοινωνίας και των πολιτών της.
Ο “υπεύθυνος πολίτης” που τόσο έχει γίνει καραμέλα της εξουσίας, θα κολλήσει τον ιό, όχι σε κάποιο πάρτι νεολαίων, αλλά μέσα στο λεωφορείο πηγαίνοντας στη δουλειά του στοιβαγμένος σαν σαρδέλα, στην τάξη του σχολείου που διδάσκει με 30 άτομα, στους διαδρόμους των νοσοκομείων που επικρατεί το αδιαχώρητο.
Ακόμα χειρότερα, θα χρειαστεί να νοσηλευτεί και δεν θα υπάρχουν ΜΕΘ, θα βλέπει ανθρώπους να πεθαίνουν στις αίθουσες αναμονής και στα προαύλια των νοσοκομείων, ενώ στα νούμερα των νεκρών, θα υπάρχουν συγγενικά, φιλικά και αγαπημένα πρόσωπα.
Εκεί θα καταλάβει και τα όρια της “ατομικής ευθύνης”, εκεί θα αναζητήσει αυθόρμητα τις ευθύνες για την κατάσταση που επικρατεί, εκεί θα νιώσει ανασφαλής και εκτεθειμένος από πολίτικες επιλογές που τον αφορούσαν, αλλά με μαεστρία, τον αφαιρούσαν από το κοινωνικό σύνολο, αποδυναμώνοντας την “κοινή λογική” ως προέκταση κοινωνικών αναγκών που αυτή η κυβέρνηση, αυτό το μοντέλο εξουσίας με αυτό το πολιτικό προσωπικό, τις έχει γραμμένες στα παλιά του τα παπούτσια.
Αυτό το παρά φύση ιδεολόγημα – έκτρωμα, που θέλει να αποσαθρώσει κάθε έννοια συλλογικού προσδιορισμού, αναπαράγοντας την αποστειρωμένη και αντιεπιστημονική έννοια του ατόμου και της ατομικότητας ως εξέλιξη και όραμα μια σύγχρονης “κοινωνικής ταυτότητας”, θα αποτύχει παταγωδώς, γιατί η ίδια η πραγματική εξέλιξη της ανθρωπότητας, είναι θεμελιωμένη με το υπαρξιακό αντανακλαστικό της συλλογικής καθολικότητας, της επιβίωσης.