Μια μαυρίλα έχει καλύψει την πόλη αυτή τη χρονιά. Οι λόγοι είναι γνωστοί και βαριόμαστε να τους επαναλαμβάνουμε. Πραγματικά κουραστήκαμε να βλέπουμε και να ακούμε μαύρο. Ανιχνευτές της πόλης καθώς είμαστε, ρουφώντας τις ανθρώπινες ιστορίες που ακούμε σε στενά σοκάκια ή μαντεύοντας πίσω από ένα “Αχ!” που βγαίνει αληθινό απ’την ψυχή του συνομιλητή μας τη δική του ιστορία, αποφασίσαμε να δεχτούμε και να σας πούμε ότι η ζωή είναι πολύχρωμη. Και δεν μπορεί, κάτι καλό θα βγήκε από αυτήν την χρονιά. Αληθινές ιστορίες; Φανταστικές; Το δικό μας ηθικό δίδαγμα όπως το “διαβάσαμε” πίσω από το βλέμμα ενός ανθρώπου; Μικρή σημασία έχει. Εμείς πάντα θα λέμε ότι ήμασταν εκεί και τις είδαμε.
Μια χρονιά δεν καθορίζεται από τις άσχημες ειδήσεις. Υπάρχουν και τα θετικά! Αυτές οι όμορφες στιγμές που πρέπει να εκτιμάμε!
Η κατάθλιψη της Δήμητρας είχε χτυπήσει την πόρτα και είχε καθίσει αναπαυτικά στον καναπέ της. Δεν ήταν μόνο ο ιός, ο φόβος, τα οικονομικά, η ανακοίνωση ότι θα κυκλοφορούσαν μόνο με αποστολή sms στο 13033.
Ήταν κάτι πολύ πιο βαθύ απ’ αυτό. Υπαρξιακό. Άρχισε σιγά σιγά να μην τρώει, να μην θέλει να σηκωθεί από τον καναπέ, να βλέπει μόνο Netflix. Μέχρι και τα τηλέφωνα έκοψε με φίλους γιατί ήταν πολύ κουραστικό να χαλάει σάλιο.
Ο Ορέστης προσπαθούσε να αντέξει το πέρα δώθε. Δεν πίστευε ποτέ ότι το να δουλεύει delivery θα γινόταν επάγγελμα υψίστης σημασίας. Γυρνούσε όλο το κέντρο να πηγαίνει φαγητό, αφού δούλευε σε μια ταβερνούλα που την αγαπούσε πολύς κόσμος πριν το lockdown. Σήμερα είχε παραγγελία για Νέα Σμύρνη. Μα καλά, ποιος ανακάλυψε την ταβερνούλα τόσο μακριά από την Κυψέλη;
Μια μέρα η Δήμητρα, συνειδητοποίησε ότι είχε να φάει τρεις μέρες και δεν είχε κουράγιο να σηκωθεί να μαγειρέψει. Άνοιξε την εφαρμογή και παρήγγειλε κεφτεδάκια με πατάτες από το πρώτο μαγαζί που εμφανίστηκε στην οθόνη. Άργησε η παραγγελία και όταν της χτύπησαν το κουδούνι, σχεδόν την είχε πάρει πάλι ο ύπνος. Άνοιξε την πόρτα και δύο μεγάλα φωτεινά μαύρα μάτια την κοιτούσαν πάνω από τη μάσκα.
Όταν η πόρτα άνοιξε, ο Ορέστης είδε μια κοπέλα με θλίψη στο βλέμμα, αλλά τόσο όμορφη, που του κόπηκε η ανάσα. Το είπε ψιθυριστά, όμως εκείνη τον άκουσε και χαμογέλασε. Του άφησε γερό τιπ και τον ρώτησε: “Αν ξαναπαραγγείλω, το φαγητό θα το φέρεις εσύ;”.
Από τον Ιούνιο, ο Ορέστης και η Δήμητρα ζουν μαζί στη μέση της διαδρομής. Στο Κουκάκι.