Έτυχε την προηγούμενη εβδομάδα να κάνω ένα περίπατο στην Πατησίων, από το ύψος του Αγίου Λουκά, έως την πλατεία Αμερικής (Αγάμων).Την περιοχή αυτή την πρωτογνώρισα από το 1961 έως το 1967, παρθένα σε ανάπτυξη με λίγα μαγαζιά, καθώς περνούσα κάθε μέρα με το τρόλεϊ, για να πάω στα Πατήσια στο σχολειό μου στη Λεόντειο.Την έζησα φοιτητής από το 1966 έως το 1968 που έμενα στην Κνωσού 1.
Στην συνεχεία την ξανά αντίκρισα από το 1992 έως το 1999 στην πλήρη ανάπτυξη της με πολλά καταστήματα και από παλαιά, και με ζωντάνια ανθρώπων της κάθε ημέρας, όταν εργαζόμουν στα Κεντρικά Γραφεία της ΤΙΤΆΝ ΑΕ στην οδό Χαλκίδος 22α.
Και ο χρόνος, ή σύμπτωση, ή τύχη, με έφερε να την περπατήσω, πάλι μετά από τόσα χρόνια.
Πολλές οι αναμνήσεις.
Πολλοί οι κινηματογράφοι, που έγιναν μεγάλα Σούπερ Μάρκετ με την κρίση στην 7η Τέχνη. Το θέατρο των αδελφών Καλούντα που τώρα στο θυμίζει μια ταμπέλα κολλημένη στην είσοδο ενός πολυκαταστήματος τροφίμων. Το γαλακτοπωλείο των αδελφών Φιλίππου απέναντι. Το ζαχαροπλαστείο του συμμαθητή Βαρελά στην Κολιάτσου. Επίσης το μαγαζί του Κόρε.
Κάποια πολύ ωραία τυροπιτάδικα. Ένα ωραίο μαγαζί με ρούχα στο Λυσσιατρείο. Το κτιριακή της Γαλλικής Ακαδημίας στην Καλλιφρονά. Ο Κινηματογράφο Αχιλλεύς και το θρυλικό ABC διπλά του κλαμπ νεανικής αναψυχής χορού και έρωτα. Μα και πόσα αλλά μαγαζιά που είχαν αποτυπωθεί σαν ταινία στο μυαλουδάκι, και απλώς επιβεβαιώνονταν με το πέρασμα μου, στις περιόδους των χρόνων που ανέφερα.
Και ξαφνικά τίποτε από όλα αυτά δεν ζει πλέον. Η τελευταία οικονομική κρίση τα έχει όλα αφανίσει. Ελάχιστα μαγαζιά επιβιώνουν ακόμα μετρημένα στα δάκτυλα. Κλειστά τα περισσότερα με κολλημένα χαρτιά στα σκοτεινά τζαμιά από διαφημίσεις και αφίσες.
Που και που μικρά καφέ με κάποια σκαμπό γεμάτα από ανέργους? Φοιτητές? Αλλοδαπούς? Ποιος ξέρει. Και κάποιους μελαμψούς με σαγιονάρες βερμούδες κουκούλες να ουρλιάζουν στα κινητά τους για να συνεννοηθούν δεν ξέρω που και πως.
Όλοι και όλα σαν πινελιά μελαγχολίας σε πίνακα μιας αλλοτινής υπαρξιακής ζωντάνιας, που χάθηκε.
Πιστέψτε με κάμφθηκε η ψύχη μου, δάκρυσε η καρδιά μου.
Ήθελα να βγω, στην πλατεία Αμερικής, που η Πατησιών φαρδαίνει, για να πάρω αέρα, να δω λίγο φως. Και μέσα στην ομίχλη του είναι μου, να θαυμάσω την Έλενα Ναθαναήλ, που έβγαινε από την πολυκατοικία της, στην στάση Αγάμων, στα μαύρα όμως ντυμένη και δακρυσμένη.
Η γυναίκα μου που με κρατούσε από το χέρι, κοίταζε με περιέργεια το πρόσωπο μου, νοιώθοντας την ψυχική μου δοκιμασία.
Αλήθεια το ξεκίνημα, η ακμή, το ζενίθ, η παρακμή, μιας, για μένα, εξαιρετικής αθηναϊκής περιοχής που έτσι απλά αποτυπώθηκε σαν όνειρο στα παιδικά μάτια, για να αντιστραφεί μελαγχολικά, σε μάτια από ώριμα πλέον χρόνια.
Νίκος Σάνσης