Ο Πάνος Δρακόπουλος -που αρκετοί γνωρίζουν ως Witness- μιλά για τις ματιές πέρα από τους τοίχους, για την πόλη του που ξεκινά από το Βύρωνα και φτάνει ως το άπειρο, για την ποίηση που προτιμά να αφηγείται από το να απαγγέλλει και για τον έρωτα που, και να θέλει, δεν μπορεί να μην πιστέψει.
Μια συνέντευξη με έναν τύπο που λέει πως αν ήταν γη, η ραπ μουσική θα ήταν η θάλασσά του και που εξηγεί ότι αυτή την περίοδο γράφεται ιστορία, μέσα από την τοιχοθεραπεία, είναι σίγουρα ενδιαφέρουσα, τουλάχιστον για την δημοσιογράφο. Με αυτόν τον καλλιτέχνη,πάντως, είχα από την πρώτη στιγμή κάτι κοινό: το “Η Πόλη Ζει” που, τελικά, όπως είχαμε προβλέψει,είναι πολλά περισσότερα από ένα free press. Είναι κατάσταση.
Πότε ξεκίνησες να διαβάζεις και πότε να γράφεις ποίηση;
Ξεκίνησα αργά να διαβάζω ποίηση συστηματικά. Μετά τα φοιτητικά μου χρόνια. Βλέπεις, ήταν κι αυτό το ψυχολογικό τραύμα απ’ το σχολείο και τον τρόπο που η λογοτεχνία μας είχε σερβιριστεί, βαθμοθηρικά και εντελώς αποκομμένη από την πραγματική αξία της, ηθικά και πνευματικά. Δεν ξέρω αν πραγματικά αυτό που γράφω είναι ποίηση. Θα έλεγα πως είναι ένα υβρίδιο μεταξύ ποιητικού λόγου, προσωπικής μαρτυρίας και ραπ μουσικής. Ακόμα και στα γραπτά μου κείμενα – που δεν είναι προορισμένα να ειπωθούν/τραγουδηθούν σε μια σκηνή – υπάρχει έντονος ρυθμός και μια προφορικότητα, λες και παίζει μουσική από πίσω. Για την ιστορία πάντως, στο λύκειο ξεκίνησα να γράφω τα πρώτα μου ραπς.
Πώς είναι να φέρνεις την ποίηση σε μια υπόσταση εκτός χαρτιού και να την προφορικοποιείς με τον τρόπο που το κάνεις; Μίλησέ μου για την διαδικασία με την οποία το πραγματώνεις.
Επί της ουσίας, είναι ο τρόπος που γράφω. Είναι σα να γράφω με το στόμα, οπότε όταν ήρθε για πρώτη φορά το Poetry slam και η κουλτούρα της προφορικής ποίησης στην Ελλάδα, ήταν σα να ήμουν έτοιμος από καιρό. Σα να έγραφα κάποια πράγματα που βρήκαν το είδος τους, χωρίς να ήξερα τι είναι όταν τα έγραφα. Η διαδικασία πραγμάτωσης, εκτός του να γράψεις κάτι το οποίο σε εκφράζει και λες “ναι ρε πούστη, είναι καλό!” έχει μέσα και πολλές ώρες πρόβας και εκμάθησης του ποιος είσαι. Απ’ το χαρτί στο μικρόφωνο, υπάρχει μια μεγάλη απόσταση που πρέπει να καλύψεις, ώστε να φτάσεις να ταυτίσεις τον συγγραφέα με τον περφόρμερ και όλο αυτό να βγει αληθινό! Το γραπτό ο καθένας το διαβάζει όπως θέλει, ενώ στην προφορική ποίηση την θέση της ανάγνωσης παίρνει η ακρόαση και μέσω αυτού που λες και του τρόπου με τον οποίο το λες, ενεργοποιούνται και οι υπόλοιπες αισθήσεις.
Ποιούς ποιητές αγαπάς;
Διαβάζω ποίηση, αλλά όχι όσο θα ήθελα. Τώρα βέβαια με την καραντίνα αυτό έχει αλλάξει σε ικανοποιητικό βαθμό. Σε ό,τι αφορά τους αγαπημένους ποιητές, αυτή είναι μια δύσκολη ερώτηση. Θα σου πω ό,τι μου ρχεται πρώτο στο κεφάλι.Ο Ρεμπώ είναι σίγουρα η πρώτη απάντηση. Από κει πέρα ο Ρίλκε, ο Ντύλαν Τόμας, ο Μπόρχες, ο Γκίνσμπεργκ και απ’ τους δικούς μας ο Αργύρης Χιόνης, ο Βύρων Λεοντάρης, ο Τάσος Λειβαδίτης και ο Σαμσών Ρακάς.
Θα σου αρέσει, θεωρώ, και ο Θωμάς Γκόρπας. Να σου πω, όταν σε ρωτούν “με τι ασχολείσαι, Πάνο;”, εσύ τι απαντάς;
Ειλικρινά δεν ξέρω. Είναι ένα θέμα το οποίο με απασχολεί! (γέλια) Εσύ πώς θα με αποκαλούσες; Η αλήθεια είναι πως δε μ’ αρέσουν οι ταμπέλες και αυτό προσπαθώ να κάνω στο καινούργιο μου πρότζεκτ “Η πόλη ζει” που δανείζεται στοιχεία από διάφορους χώρους της τέχνης. Έχει μέσα το ραπάρισμα, την προφορική ποίηση, στοιχεία θεατρικού μονολόγου, αλλά και σταντ απ κόμεντυ. Δεν είναι δηλαδή το live μιας μπάντας, αλλά μια παράσταση με μουσική, που παντρεύει το σύγχρονο με το παραδοσιακό πρόσωπο της τέχνης. Ως εκ τούτου θα σου συστηθώ ως περφόρμερ με συγγραφικές ανησυχίες και θα το κλείσουμε εδώ. (χαμογελά)
“Αγγελία”, το νικητήριο ποίημά του στον περσινό τελικό του Poetry Slam Gr
Πώς είναι η εμπειρία των διαγωνιστικών φεστιβάλ; Πες μου για την πρώτη φορά που συμμετείχες, αλλά και για τις προσδοκίες από την φετινή σου συμμετοχή, για την οποία προετοιμάζεσαι αυτή την περίοδο.
Είναι μια πολύ όμορφη εμπειρία. Το Poetry Slam χάρη στον Μάκη Μούλο προσγειώθηκε στην Ελλάδα τον Απρίλη του ’18 για πρώτη φορά – εκεί ήταν κι η δικιά μου πρώτη συμμετοχή και μια αστεία ιστορία, γιατί δήλωσα συμμετοχή την τελευταία στιγμή και μπήκα στους διαγωνιζόμενους μετά από μια ακύρωση συμμετοχής, κυριολεκτικά δηλαδή από το παράθυρο. Τελικά, κέρδισα. Πιστεύω ότι είναι μια πολύ ειλικρινής προσπάθεια να βγει η ποίηση από τα παραδοσιακά της καλούπια, να γίνει λόγος και να έρθει σε μια άμεση επαφή με το νεανικό κοινό. Έχει τη μορφή πρωταθλήματος όπου οι βαθμολογίες απ’ το κάθε event μαζεύονται για να βγει ο πρωταθλητής της χρονιάς.
Ήμουνα νικητής της πρώτης σεζόν του Poetry Slam στη χώρα μας και αποτέλεσμα αυτού ήταν να κερδίσω το δικαίωμα συμμετοχής μου στο Πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα προφορικής ποίησης (EuroSlam) που θα γινόταν στο Μιλάνο μέσα στον Μάρτη.
Δυστυχώς, η παγκόσμια πανδημία του Covid-19 έβαλε λουκέτο στα πάντα και ως εκ τούτου το Πανευρωπαϊκό προφορικής ποίησης για το 2020 ακυρώθηκε (μάλλον) δια παντός. Είχα προετοιμαστεί πολύ σκληρά για αυτόν το διαγωνισμό και σίγουρα μένει μια πικρία, αλλά από την άλλη, αυτό είναι δευτερεύον μπροστά σε ό,τι συμβαίνει τώρα στον πλανήτη μας.
Ας μιλήσουμε για κάτι ευχάριστο, λοιπόν, για το νέο project σου που ανέφερες και προηγουμένως, το “Η Πόλη Ζει”.
Καταρχάς, θέλω να πω, πως το όνομα το εμπνεύστηκα από το έντυπό σας, μετά από μια συνάντηση που είχα με τον εκδότη Χρύσανθο Ξάνθη δυο χρόνια πριν. Αρχικά ως όνομα κομματιού, πριν γίνει τελικά και το όνομα ολόκληρου του πρότζεκτ. Το “Η πόλη ζει” είναι ένα όραμα που είχα στο κεφάλι μου καιρό. Είναι μια ιστορία για την πόλη μέσα από τη δική μου οπτική. Η προσπάθεια να συγκεράσεις το γκρίζο με το χρώμα, τον ήλιο με τη βροχή, τον τοίχο με το έξω, κάνοντας μια βόλτα στην πόλη – κάτι που τώρα μοιάζει ως φαντασίωση – και παράλληλα, μέσα σου. Το ιδιαίτερο, νομίζω, είναι ότι ανάμεσα στα μουσικά κομμάτια και τα ποιήματα που κάνω περφόρμανς, υπάρχει μια ιστορία που τρέχει και παρεμβάλλεται – εδώ ακριβώς είναι που μπαίνει και το θεατρικό στοιχείο, γιατί υπάρχει κάτι να εξελίσσεται. Έχει κάτι πρωτοποριακό αυτό το πράγμα και όσο πηγαίνει θα ανακαλύπτουμε κι άλλα.
Σίγουρα υπάρχουν και συνεργάτες πίσω και γύρω από όλο αυτό το ωραία που μου λες.
Εννοείται! Αυτό το πρότζεκτ δεν θα μπορούσε να βγει χωρίς τους υπέροχους μουσικούς μου, που ντύσανε όλα μου τα λόγια και τους στίχους, με την κατάλληλη ατμόσφαιρα. Ο Ορέστης Γράβαρης στα ντραμς, ο Γιάννης Χριστακόπουλος στα πλήκτρα και ο Αλέξης Βερύκης στο μπάσο συνδύασαν ο καθένας τα δικά του βιώματα – μουσικά και ζωής – και καταφέραμε να φτιάξουμε μια ομάδα, η οποία έχει κάτι πέρα από μπάντα. Αυτά τα παιδιά πιστέψανε το “ανορθόδοξο” πρότζεκτ μου και το έκαναν να κυλήσει ως κάτι φυσικό. Όπως και η εξαιρετική guest Μαριάννα Παπαθανασίου στα φωνητικά, καθώς και η πολύ ταλαντούχα Μαριλέννα Γρίσπου στην δημιουργία των visuals που έντυναν το σκηνικό.
Το “Η πόλη ζει” είναι για μένα μια προσπάθεια να σπάσουμε τα κατεστημένα της τέχνης, με σεβασμό σ’ όποιο στοιχείο απ’ αυτήν χρησιμοποιούμε. Αυτό που θέλω εγώ είναι, όταν απελευθερωθούμε απ’ τα δεσμά του ιού, να το ξαναπιάσουμε από κει που το αφήσαμε και να εντάξουμε και άλλα κομμάτια μέσα. Πιστεύω πολύ
και στο πρότζεκτ και στους ανθρώπους που συμμετέχουν σ’ αυτό. Και ειδικά τώρα, μετά από όσα περνάμε ως ανθρωπότητα πια, όταν θα δούμε ξανά πέρα απ’ τους τοίχους, το “Η πόλη ζει” δεν θα ναι απλά ένα πρότζεκτ, αλλά ένα στοίχημα για όλους μας.
Δεν είχα, ξέρεις, καταλάβει καλά την σχέση αυτού που κάνεις με την ραπ. Μου φαίνεται πολύ ενδιαφέρον κράμα.
Μα, η ραπ μουσική είναι για μένα η βάση όλων. Αν μπορούσα να δώσω έναν ορισμό στα κείμενά μου, θα τα ονομάτιζα “ποιητικό ραπ”, είτε είναι τραγούδια ραπ, είτε κείμενα που θα πω προφορικά. Το ραπ είναι και το 1/2 του πρότζεκτ “Η πόλη ζει”. Παίζει κομβικό ρόλο στη δημιουργική μου διαδικασία. Γιατί όπως σου είπα και πιο πάνω, η πρώτη μου απόπειρα να γράψω ήταν στίχοι ραπ. Η πρώτη μου φορά επί σκηνής ήταν σε ένα τζαμ της Ανάσας όπου έκανα freestyle (δηλαδή ραπ αυτοσχεδιασμό) πάνω σε αφρικάνικα κρουστά! Αν ήμουνα η γη, η ραπ θα ήταν η θάλασσά μου.
Πού ζεις, αλήθεια, και πού…κυκλοφορούσες;
Ζω στον Βύρωνα και όταν κυκλοφορούσα, η ζωή μου ήταν στο κέντρο. Κάπου μεταξύ Θησείου, Πετραλώνων, Μοναστηρακίου και Μεταξουργείου. Δουλειά, έξω, λάιβ, όλα εκεί. Και χαίρομαι γι’ αυτό. Μιας που μιλάμε για κυκλοφορία, ένα “αγαθό” που μας έχει λείψει, ελπίζω ό, τι συμβαίνει, να μην αφήσει πάνω μας ουλές. Ζούμε σε μια μετάβαση εποχής. Γράφεται ιστορία, φίλε! Απέναντι στον αόρατο εχθρό, είμαστε όλοι αυτόπτες μάρτυρες! Ένας πλανήτης να ανασαίνει μέσα σε μάσκα. Ελπίζω η τοιχοθεραπεία να μας βοηθήσει να ρίξουμε τους τοίχους που είχαμε πριν. Έχουμε μια ευκαιρία μέσα σ’ αυτήν την κρίσιμη καμπή να δούμε τα πράγματα αλλιώς.
Μακάρι, Πάνο! Πιστεύεις στον έρωτα; Όχι με την πρώτη ματιά, γενικώς στον έρωτα.
Στον έρωτα και να θες να μην πιστέψεις, δε γίνεται! Μπορεί να είναι με την πρώτη ματιά, με τη δεύτερη, την τρίτη, μπορεί με μια κουβέντα που θ’ ακούσεις, μια φωνή να σε διαπερνά, με ένα άγγιγμα που θα σε κάνει να νιώσεις όπως ποτέ ξανά, μια μυρωδιά που δεν μπορείς να ξεχάσεις. Δεν είναι εύκολο, αλλά συμβαίνει καμιά φορά.
Μοιράσου, αν θες, ένα ποίημα που δημιούργησες πρόσφατα.
Θα μοιραστώ ένα ποίημα το οποίο έγραψα πριν λίγες μέρες, με βάση όσα συμβαίνουν γύρω μας. Μια απόπειρα με σοβαρές προθέσεις για να δούμε λίγο και την άλλη όψη του δράματος. Και ίσως γελάσουμε τελικά!
Ανάποδη Φορά
Επιτέλους, κλεισμένος στο σπίτι, ξεκούραση.
Δε μπορώ να το πιστέψω πόσο ανάγκη το’χα αυτό!
Μου είπαν για ιούς και συμφορές,
δε συμφωνώ με τίποτα.
Η ιστορία αλλάζει και είμαστε μέρος της.
Τι ευλογία!
Καθολικοί ναοί τα λεν ορθόδοξα
Ολυμπιακοί αγώνες αναβάλλονται.
Τρίτος παγκόσμιος ξεκούρασης!
Χύνεται ο ιδρώτας στο κρεβάτι απ’ τα γαμήσια.
Χύσια παντού
ακόμα και σε σένα που δεν έχεις ταίρι.
Μονοιάζουμε με τον εαυτό μας
μακριά απ’ τους άλλους
όλοι μονοιασμένοι!
Μειώθηκε η εγκληματικότητα
σας το’πα;
Τα παιδιά κυκλοφορούνε με ασφάλεια.
Το ίδιο κι οι γυναίκες τη νύχτα.
φορώντας ό,τι θέλουνε.
Η υπέρτατη μορφή ελευθερίας
βρίσκεται κλειδωμένη σ’ ένα σπίτι.