Υπάρχουν πολλοί τρόποι να γνωρίσεις μία γειτονιά. Να την περπατήσεις, να την… οδηγήσεις, να διαβάσεις γι’ αυτήν. Σίγουρα όμως, το να μιλήσεις με τους ανθρώπους που ζούνε ή ζούσαν σε αυτή είναι από τους πιο ωραίους.
Το Σαν Φρανσίσκο της Ελλάδας
Φίλιππος Κουντουράς | γλύπτης
Τα πρωινά, από το κρεβάτι μου, βλέπω το λόφο του Λυκαβηττού κι ύστερα, από τη βεράντα μου, την ώρα που τη λέμε «ώρα του πρώτου τετραπλού καφέ», βλέπω την Ακρόπολη, το αστεροσκοπείο, στο βάθος τη θάλασσα και την Αίγινα.
Θα μπορούσες να με πεις και ορκισμένο γκυζιώτη. Ζω εδώ από το 2009. Την περπατάω τη γειτονιά. Έχει την αγορά της (με τα όλα της), έχει το πάρκο των δικαστηρίων, την πλατεία Πρωτομαγιάς, που ενώνει το πάρκο με το πεδίον του Άρεως και είναι μια υπέροχη βόλτα, ακόμη και για να κατέβεις απλά να πάρεις τον ηλεκτρικό από τη Βικτώρια. Είναι μια επαρχία μέσα στο κέντρο της Αθήνας ― που κατοικείται κυρίως από Ανδριώτες και πολλούς καλλιτέχνες, βέβαια. Έχει και την ομάδα μας, την ΠΕΤΑ, στην οποία μεσήλικες (σοβαροί) άνθρωποι παίζουν κάτι μεταλλικούς βόλους παρέα με νεαρά άτομα στο πεδίο του Άρεως.
Είναι γνωστό πως το Γκύζη είναι το Σαν Φρανσίσκο της Ελλάδας! Οι επικές ανηφοροκατηφόρες του σε κάνουν να αισθάνεσαι ότι είσαι εκεί. Παλιά το Γκύζη λεγόταν «ο λόφος των ζωγράφων». Ο Γύζης ανέβαινε και ζωγράφιζε και στην ουσία το όνομα το πήρε από αυτόν ― γι’ αυτό και ο κεντρικός δρόμος λέγεται
οδός Ν. Γύζη.
Δε φεύγω. Μένω Γκύζη.
Μ’ αρέσει.
Μια άλλη Αθήνα
Ευγενία Μπουρνόβα | Ιστορικός, Καθηγήτρια
Ζω στο κέντρο της Αθήνας εδώ και 33 χρόνια. Καταρχάς στον περιφερειακό του Λυκαβηττού, μετά στο Κολωνάκι και στη συνέχεια, εδώ και 20 χρόνια, στο Γκύζη, χαμηλά, κοντά στο Πεδίον του Άρεως και το πάρκο της Σχολής Ευελπίδων. Αισθάνομαι πραγματικά τυχερή που ζω δίπλα σε τόσο πράσινο! Το σύμπλεγμα του Πεδίου του Άρεως, του λόφου Φινοπούλου και του πάρκου της Σχολής Ευελπίδων είναι μάλλον η μεγαλύτερη έκταση πρασίνου στην πρωτεύουσα.
Όποιος κάνει μια βόλτα στην οδό Βαλτινών ανακαλύπτει μια άλλη Αθήνα: καταπράσινη, δροσερή και ήσυχη. Δυστυχώς, επί της Βαλτινών έχει μόνο ένα καφέ (ΚΟΙΝ.Σ.ΕΠ) , το Κουτσό, στο οποίο μπορεί κανείς να φάει απλά και φτηνά. Τα όποια μαγαζιά εστίασης βρίσκονται μόνο επί της Αλεξάνδρας. Λίγοι Αθηναίοι γνωρίζουν την τεράστια διαφορά ανάμεσα στις κατοικίες προς την πλευρά της ήσυχης και καταπράσινης Βαλτινών και αυτών της πολύβουης λεωφόρου Αλεξάνδρας. Οι νεραντζιές και οι λεμονιές που έχουν φυτευτεί σχεδόν σε όλους τους δρόμους δίνουν στη συνοικία μια καταπληκτική ευωδιά την άνοιξη.
Είναι μια συνοικία που αναπτύχθηκε με το ιπποδάμειο σχέδιο τον 20ό αιώνα και κατοικήθηκε από πολλούς νησιώτες. Η συνοικία έχει πάρα πολλά καταστήματα που δεν είναι απαραίτητα συγκεντρω-
μένα στην οδό Γκύζη, αλλά είναι διασκορπισμένα σε όλους τους δρόμους και σπάνια υπάρχει έλλειψη σε κάτι, ώστε να κατεβεί κάποιος στο κέντρο.
Οι γειτονιές λειτουργούν πραγματικά ως τέτοιες, με τις καλημέρες από τα μπαλκόνια και τους καταστηματάρχες, αφού η ατμόσφαιρα είναι φιλική και οι γνωριμίες πολύ εύκολες. Πολλοί Αλβανοί μετανάστες εγκαταστάθηκαν στο Γκύζη και, βεβαίως, είναι όλοι ενσωματωμένοι στη συνοικία.
Ο χαρακτήρας της είναι μάλλον μεσοαστικός και οικογενειακός και ίσως γι’ αυτό δεν κατοικούν εδώ πολλοί Αφρικανοί.
Του Γκύζη ήταν η νιότη
Δημήτρης Παπακώστας | Επιμελητής εκδόσεων
Γκύζη (1975-2006). Το απόλυτο κέντρο απόκεντρο. Χωρίς όρια για μένα. Ο «κοσμοπολιτισμός» του: ενιαία κι αδιαίρετη γειτονιά με Αλεξάνδρας-Νεάπολη-Εξάρχεια-Λυκαβηττό και Αμπελοκήπους-Κυψέλη-Πολύγωνο. ~ Στη Λουκάρεως, τα τελευταία κτίσματα των Φυλακών Αβέρωφ. Και παραπίσω γύφτοι σε παραπήγματα. Τα σάρωσε όλα ο Άρειος Πάγος. Τα Προσφυγικά πάντα εκεί. ~ Έναντι Σχολής Ευελπίδων, χέρσα χωράφια, παίζαμε μπάλα. Όπως και πίσω από τη Λεωφόρο, στην Τσόχα. ~ Το ’70 και το ’80 γυρίζαμε την Αθήνα με τα πόδια: Παγκράτι, Πλατεία Αμερικής, Μοναστηράκι, όπως πετάγεσαι στη γωνία για τσιγάρα. Περιπατητικοί.
~ Αξέχαστες (υπόγειες κυρίως) ταβέρνες. Ρεμπετάδικα. Πέντε θερινοί ή χειμερινοί σινεμάδες. Μπιλιάρδα, φλίπερ, παράνομοι κουλοχέρηδες. ~ Το θρυλικό ψητοπωλείο «Ο Γιώργος». Τον φάγανε στο Μενίδι, όπως τον καιρό των λήσταρχων. ~ Τηλέφωνο: στο περίπτερο, στο ψιλικατζήδικο, ν’ ακούνε όλοι. ~ Βαζελοσφηκοφωλιά. Εμείς γαύροι. Από την ασφάλεια του 5ου ορόφου, ο μικρός φώναζε αργότερα Ο-ΛΥ-ΜΠΙΑ-ΚΟΣ, όταν οι οργανωμένοι κατηφορίζανε για Βικτώρια. ~ Φοιτητογειτονιά. Με μια ανάσα στην ΑΣΟΕΕ, τη σχολή μου. Το φοιτητικό δυομισάρι το κράτησα 20 χρόνια. Μόνο έμπνευση και ορμή. Μέχρι πρωτόγονο τυπογραφείο έστησα. Και παρέες, κι αγάπες. ~ Κύπριοι φοιτητές στην πολυκατοικία. Και μαχητές από την εισβολή του ’74. Η αστυνομία ξέρει. Ξιφολόγχες και όπλα σουβενίρ στο συρτάρι μου με τις σωβρακοφανέλες. Συνωμότες στα όνειρά μας. Αλλά το 1985 έγινε μακελειό στην Αμφικλείας με την Αντικρατική Πάλη του Τσουτσουβή. ~ Ένα φεγγάρι μετακόμισε εκεί ο φίλος μου ο Θωμάς Γκόρπας, άλλος περιπατητικός, αλωνίζαμε μαζί. ~ Πυρετός. Ποια «υγιεινή» ζωή. Αργότερα όμως τα παιδιά πηγαίνανε Πανελλήνιο. ~ Του Γκύζη ήταν για μένα η νιότη. Ένα ελατήριο όπου πατάω πολλές φορές από τότε.