Φιγούρες στον δρόμο
Κάθε μέρα περνάνε από μπροστά μας δεκάδες ντελίβερι. Έρχονται στο σπίτι, στη δουλειά, μας προσπερνάνε ενώ οδηγάμε στον δρόμο ή μας αφήνουν να περάσουμε όταν είμαστε πεζοί. Τους παρατηρούμε. Κάποιοι μας βγάζουν κάτι γνώριμο. Σαν να τους έχουμε ξανασυναντήσει. Ίσως να τους έχουμε ταξινομημένους στο μυαλό μας ανάλογα με το μαγαζί στο οποίο δουλεύουν, το στυλ, την ηλικία τους. Είναι ίδιοι αλλά πάνω απ’ όλα διαφορετικοί! Μερικοί από αυτούς που θα συναντήσουμε:
Ο Στολάτος
Είναι ο ένστολος κούριερ. Εκείνος που δουλεύει για μια μεγάλη εταιρεία, κατά πάσα πιθανότητα αλυσίδα καταστημάτων. Φοράει στολή, άλλοτε απλή – ένα μακό μπλουζάκι σε έντονο φωσφορούχο χρώμα-, άλλοτε επίσημη -πουκάμισο και στενό παντελόνι. Έχει σοβαρό ύφος, αντάξιο της επιχείρησης στην οποία εργάζεται. Είναι τυπικός και κρατάει πάνω του POS, ικανοποιώντας ακόμα και τον πελάτη που δεν έχει ψιλά.
Ο Τρίμπαλος
Μικρός ή μεγάλος σε ηλικία, είναι ο ντελίβερι που δουλεύει σε τρεις δουλειές για να τα βγάλει πέρα. Και οι τρεις δουλειές ντελίβερι. Το δίκυκλο έχει γίνει η προέκταση των ποδιών του. Κι όμως καταφέρνει να μην δείχνει κουρασμένος μετά την τρίτη βάρδια. Τον έχεις πετύχει σε μηχανάκι πιτσαρίας, καφετέριας με μικρογεύματα και δεν θυμάσαι και πού αλλού. Είναι ένας τρισυπόστατος εξωτερικός εργαζόμενος.
Ο Κάγκουρας
Είναι ο ντελίβερι των δυτικών προαστίων. Θα τον αναγνωρίσεις από το μαλλί, ξυρισμένο στα πλάγια και καρφί μοϊκάνα. Συνήθως φορά αμάνικο αντιανεμικό μπουφάν χειμώνα καλοκαίρι. Είναι ο πιτσιρικάς που ασχολείται με μηχανάκια από την ηλικία των 15. Ίσως και όταν ήταν ακόμα μικρότερος. Πήρε το πρώτο του παπάκι με λαχτάρα και μαζί με αυτό χτύπησε την πόρτα της πρώτης του δουλειάς. Λατρεύει να το φτιάχνει και να κρατά το τιμόνι περίεργα. Για εκείνον η δουλειά είναι να μετρά χιλιόμετρα. Όσο γρηγορότερα τόσο καλύτερα.
Ο Επαρχιώτης
Ο νεαρός που ήρθε από το χωριό του για να δουλέψει και να βρει μια καλύτερη τύχη στην πόλη. Τον γοητεύει το χάος των δρόμων και θέλει να εξερευνήσει κάθε στενό της Αθήνας. Καβαλάει το μηχανάκι του γεμάτος ενέργεια και είναι πάντα καθαρός και περιποιημένος στη δουλειά του. Τον αναγνωρίζεις από την ιδιαίτερη προφορά, την αφέλεια και τον ενθουσιασμό του μικρού παιδιού που διαθέτει.
Ο Μεγάλος
Είναι ο τύπος που έχει φάει χρόνια στους δρόμους. Δουλεύει ντελίβερι από τότε που θυμάται τον εαυτό του. Μπορεί να έχει πάρει σύνταξη αλλά συνεχίζει να δουλεύει για να συμπληρώσει στον οικογενειακό προϋπολογισμό. Φαίνεται κουρασμένος αλλά δεν τα παρατάει, ακόμα και αν τον δυσκολεύει το μηχανάκι λόγω των παραπανίσιων του κιλών.
ΑΤΑΚΕΣ
Φράσεις βγαλμένες από τα χιλιόμετρα και τα στενά της πόλης.
> Όταν ο ντελιβεράς είναι φορτωμένος με τα άπειρα, αρνείται να ξεκινήσει συζήτηση για διάφορες λεπτομέρειες που θέλει να του πει η γραμματέας. Γεμάτος απεγνωσμένη αισιοδοξία αναφωνεί «Βαλ’ τα να πάνε, πήγανε» και ορμά στην έξοδο.
> Όταν έχει βγάλει το κράνος και βλέπει ξαφνικά μπροστά του μπλόκο της αστυνομίας. Σταματάει και προσπαθεί να περάσει απαρατήρητος. Ρίχνει τότε το σύρμα σε συναδέλφους: «Λουκάρεως Βλαχοκαουμπόυδες».
> Όταν μπαίνει στη δουλειά. Το αφεντικό εξαφανίζεται, η υπεύθυνη για τα τιμολόγια χαμογελάει διστακτικά και ο άλλος συνάδελφος φεύγει μουρμουρίζοντας: «Τι ‘’πλυντήρια’’ έχετε πάλι;»
Όταν ανεβαίνει την Αλεξάνδρας γκαζωμένος και ακούει το τηλέφωνο να υστεριάζει συνεχώς. Και πρέπει να σταματήσει να βάλει βενζίνη. Και έχει αργήσει. Και έχει και κίνηση. Και βλέπει μία όμορφη κοπέλα και τότε αναφωνεί «Άλογο είσαι!»
Η Ισμήνη απογειώνει το delivery με το πατίνι της
Το επάγγελμα του delivery και γενικά των κούριερ ή των εξωτερικών υπαλλήλων είναι συνυφασμένο με την αντρική παρουσία. Η εικόνα του άντρα που πάνω στο παπάκι του σκίζει την άσφαλτο και με την μαγκιά του καταφέρνει να ξεπεράσει τις δυσκολίες του δρόμου είναι λίγο πολύ γνωστή.
Μήπως έχουμε στο μυαλό μας ότι οι άντρες από τη φύση τους είναι περισσότερο ικανοί να κάνουν πιο επικίνδυνα επαγγέλματα, όπως αυτά που είναι στον δρόμο; Πόσο συχνά πετυχαίνουμε γυναίκα delivery;
Συναντήσαμε την Ισμήνη, από το Ismini Café της Πατησίων, μια φρέσκια κοπέλα που κάνει η ίδια delivery με το πατίνι της.
Πώς σε αντιμετωπίζουν οι άντρες συνάδελφοί σου;
Οι περισσότεροι άντρες με αντιμετωπίζουν με θαυμασμό. Δεν έχω νιώσει ποτέ αρνητικά στη δουλειά μου επειδή είμαι γυναίκα. Δεν θεωρώ ότι υπάρχουν πλέον γυναικείες ή αντρικές δουλειές, αν σε γεμίζει αυτό που κάνεις τότε ναι, μπορείς να το κάνεις.
Πώς σε αντιμετωπίζουν οι πελάτες; Περιμένουν να δουν κάποιον άντρα στη θέση σου; Τι σχόλια έχεις ακούσει;
Σε όσους έχω πάει ανοίγουν την πόρτα τους ξαφνιασμένοι αλλά με χαμόγελο, γιατί άλλον περίμεναν και άλλον αντίκρισαν. Μια φορά ξαφνιάστηκε τόσο πολύ η κοπέλα που μου άνοιξε που άφησε ένα γενναιόδωρο tip και από τότε παραγγέλνει συστηματικά από εμάς.
Κάνεις delivery με πατίνι. Πώς προέκυψε αυτό; Το χρησιμοποιούσες ήδη στις μετακινήσεις σου;
Ξεκίνησα να χρησιμοποιώ το πατίνι μόνο για τις μετακινήσεις μου για το μαγαζί. Σκεφτήκαμε πως είναι ένας εναλλακτικός τρόπος διανομής, γιατί σε κοντινές αποστάσεις πάω ακόμα πιο γρήγορα απ’ ότι με το μηχανάκι ή τα πόδια. Οι πελάτες μας επιβραβεύουν γι’ αυτή την κίνηση διότι δεν μολύνουμε την ατμόσφαιρα και κάνουμε κάτι πρωτότυπο.
Σε ποιές περιοχές κινείσαι; Αγαπημένη και χειρότερη περιοχή όπου έχεις βρεθεί για delivery;
Οι περιοχές που κάνουμε διανομή είναι σε όλο το κέντρο, Κυψέλη και Γαλάτσι. Δεν κοιτάμε ποια περιοχή είναι καλή ή κακή. Στοχεύουμε στο να πάει η παραγγελία σωστά και ο πελάτης να είναι τόσο ικανοποιημένος από το προϊόν όσο και από την ταχύτητα της παράδοσης.
Θεωρείς την δουλειά delivery πιο επικίνδυνη για μια γυναίκα απ’ ότι για έναν άντρα;
Θεωρώ ότι είναι επικίνδυνο και για τα δύο φύλα, διότι δεν ξέρεις τι θα αντιμετωπίσεις στον δρόμο, ούτε ποιον θα αντικρίσεις εκεί που κάνεις διανομή.
Γιατί δεν συναντάμε εύκολα γυναίκες- delivery;
Παλιά ίσως πολλές δουλειές να ήταν ταμπού για τις γυναίκες. Όσο περνούν τα χρόνια βλέπεις τις γυναίκες να μην διστάζουν για τίποτα, ίσως λόγω των οικονομικών δυσκολιών ή επειδή η κοινωνία είναι πιο έτοιμη να δεχτεί τις γυναίκες σε δουλειές που κάποτε θεωρούνταν αντρικές.
Έχεις ζητήσει δουλειά ως delivery girl από ξένο εργοδότη; Αν ναι, πώς σε αντιμετώπισε;
Δεν έχω ξανακάνει αυτή τη δουλειά σε άλλο μαγαζί. Όμως επειδή το μαγαζί όπου εργάζομαι είναι δικό μου, πριν ξεκινήσω να κάνω κι εγώ delivery έβαλα αγγελία ότι ψάχνουμε άτομο για διανομή και αρκετές γυναίκες ανταποκρίθηκαν. Κάποιες το είχαν ξανακάνει και κάποιες όχι.
Πώς θα χαρακτήριζες την οδηγική συμπεριφορά του Έλληνα; Θεωρείς ότι οι οδηγοί δυσκολεύουν την δουλειά σας;
Δεν ξέρω τι γίνεται στις άλλες πόλεις, αλλά στην Αθήνα, ειδικά στο κέντρο, λόγω της σύγχυσης που υπάρχει όλοι τρέχουν πανικοβλημένοι. Αυτό που έχω νιώσει είναι ότι δεν σέβονται ούτε τα ποδήλατα, ούτε κι εμάς που χρησιμοποιούμε εναλλακτικούς τρόπους μετακίνησης, όπως εγώ με το πατίνι. Πολλές φορές με έχουν βρίσει, μου κορνάρουν και μου φωνάζουν. Και ναι πολλές φορές με έχει πανικοβάλλει αυτή η φασαρία που δημιουργείται, και αγχώνομαι όταν βγαίνω έξω για το αν θα με δουν, αν θα μου φωνάξουν. Αυτό δημιουργεί πρόβλημα γιατί όταν στρεσάρομαι, πολλές φορές μπερδεύομαι στον δρόμο και δεν ξέρω που να πάω ή σε πιο στενό να στρίψω.
ΤΙ ΤΟΥΣ ΕΚΝΕΥΡΙΖΕΙ
Στον έβδομο!
Με χαλασμένο ασανσέρ, καμένες λάμπες, να ανεβαίνεις και να μετράς σκαλιά και ορόφους… Ξελιγωμένος στα ρετιρέ της κοινωνίας. Α και χωρίς πουρμπουάρ!
Ρέστα έχεις;
Και σου πετάει ο άλλος το ‘’πράσινο’’. Το κολαριστό, το ασάλιωτο! Από κατοστάρι ρε φίλε; Και άντε ψάχνε να χαλάσεις. Και να σου κρατάει ο πελάτης την ταυτότητα μη και φύγεις…
Έλα δίπλα είναι!
Συνηθισμένη ατάκα του αφεντικού που σου προσθέτει και μία Ζωγράφου δίπλα από το Παγκράτι. Σιγά σιγά θα φτάσουμε Ρούμελη. Και αυτή δίπλα είναι!
Ένα λαθάκι έκανα!
Και να είσαι στο 75 της Μεσογείων και να μην βρίσκεις την κα Τάδε. Και να παίρνεις τηλέφωνο και να μιλάει. Και να ξαναπαίρνεις την δικιά σου και να ρωτάς. Αχ 75 σου πα; 57 είναι!
ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΚΙΝΑ
Έδειχνε να κάνει πράξεις, προσθέσεις αφαιρέσεις, σα κάτι να υπολόγιζε. Το ‘κλεινε, πλήρωνε την γκαρσόνα με χαμόγελο-πάντα της άφηνε και 1 ευρώ – χαιρετούσε και έφευγε.
Τον έβλεπα στο τέλος της ημέρας να έρχεται στο καφενείο. Κάθε μέρα μετά τη δουλειά. Άφηνε το κράνος του στην γωνία, άναβε ένα τσιγαράκι, έκλεινε το μάτι στην Βασιλικούλα, την γκαρσόνα, και της έλεγε ήρεμα: “Μία μπυρίτσα κούκλα!”
Με την ανάστροφη του χεριού καθάριζε το τσίγκινο τραπέζι ήταν,δεν ήταν καθαρό. Έπινε μία μεγάλη γουλιά, χτύπαγε κάπως δυνατά το ποτήρι στο τραπέζι. Λες και ήθελε να ακούσει τον ήχο. Ή μήπως σαν ένα γκονγκ που σηματοδοτεί την έναρξη μιας ιεροτελεστίας;
Μόνο τότε έβγαζε το μπουφάν του σαν ήταν χειμώνας. Το καλοκαίρι απλά σηκωνόταν. Μάλλον για να ξεμουδιάσει από τα δεκάωρα που είχε παλέψει με το μηχανάκι. Έβγαζε και το κινητό και ένα μπλοκάκι, πράσινο που τα άλλαζε κάθε χρονιά.
Όταν κάποιος θαμώνας τον είχε πειράξει και του χε πει “βρε αδελφέ, πόσα τέτοια έχεις;”, εκείνος τον αγριοκοίταξε και κοφτά αποκρίθηκε: “όσα και τα χρόνια μου ρε μαλάκα, τι ζόρι τραβάς;”. Ο άλλος αποτραβήχτηκε τρομαγμένος και συνέχισε να παίζει το τάβλι του, κάνοντας την ελάχιστη φασαρία.
Άνοιγε το μπλοκάκι, έπινε μία δεύτερη γερή, χαμογελούσε στο υπερπέραν, κόβοντας οποιαδήποτε επαφή με τον περίγυρο. Ξαναγυρνούσε όμως, έπιανε το τηλέφωνο και μιλούσε με την μάνα του. “Ναι μάνα, μόλις τέλειωσα. Στο καφενείο είμαι. Εσύ όλα καλά;”. Και πάντα πρόσθετε μία φράση. Πότε “σου πλήρωσα το ρεύμα”, ή “αύριο θα ‘ρθουν τα ψώνια” και άλλοτε “εντάξει με το γιατρό σου” κλπ. Α! και πάντα τέλειωνε με ένα ζεστό “να προσέχεις”.
Πάντα με αυτή τη σειρά. Η Βασιλικούλα είχε μάθει απόξω τις κινήσεις και αναρωτιόταν: “μα τι διάολο κάνει κάθε μέρα;”.
Έπιανε το μπλοκάκι ξανά, ενώ το βλέμμα του ξαναχανόταν στο άπειρο. Σημείωνε κάτι με ένα bic κίτρινο. “Θα είχε τόσα bic, όσα και μπλοκάκια ο ψυχάκιας”, σκέφτηκε κάποια μέρα ο ταβλαδόρος, μα δεν τόλμησε να πει κάτι. Έδειχνε να κάνει πράξεις, προσθέσεις αφαιρέσεις, σα κάτι να υπολόγιζε. Το ‘κλεινε, πλήρωνε την γκαρσόνα με χαμόγελο-πάντα της άφηνε και 1 ευρώ – χαιρετούσε και έφευγε.
Τριάντα Δεκεμβρίου ήρθε ξυλιασμένος. “Βασιλικούλα μπύρα” κλπ. Η Βάσιλική δεν άντεξε και τον ρώτησε: “Βρε μυστήριε, τι υπολογίζεις κάθε μέρα ξανά και ξανά; Λεφτάς είσαι; Και δεν μας έχει πάει σε ένα μαγαζί να μας κεράσεις;”. “Κούκλα μου”, της απάντησε – και σα να ταν χαρούμενος που κάποιος τον ρώτησε επιτέλους- “τα χιλιόμετρα που κάνω κάθε μέρα υπολογίζω. Και στο τέλος τα ‘χω όλα μαζί και βλέπω μέχρι που έφτασε κάθε χρονιά η αφεντιά μου. Μόλις τώρα Βασιλικούλα έφτασα Κίνα!” Η Βασιλικούλα τον κοίταξε στα μάτια και μάλλον τον καψουρεύτηκε λίγο περισσότερο από πριν. “Κάποια μέρα” της είπε, “θα σε πάω εκεί”. Αυτή χαμογέλασε, τον φίλησε στο μάγουλο, ενώ από το βάθος ακούστηκε η φωνή του ταβλαδόρου: “Γαμώ το ζάρι σου γαμώ”.
Το άλλο βράδυ δεν πήγε. Μόνο ήρθε ένας γνωστός και είπε πως σκοτώθηκε κάπου στην Ιερά οδό από έναν πιωμένο οδηγό.
Έφτασε στην Κίνα και παρέμεινε.
Κανείς δεν ξαναείδε τη Βασιλικούλα εκεί γύρω.
Χ.Ξ.
ΜΠΟΥΦΑΛΟΣ
Όταν το burger ανέβηκε στο δίκυκλο
Αν κάτι έλειπε από την πλατεία του Αγίου Γεωργίου ήταν το burger το σωστό, το νόστιμο, το χορταστικό. Και εκεί που μας έλειπε, ήρθε ο “Μπούφαλος” για να κάνει τη διαφορά και να συνδυάσει ποιότητα και γεύση σε ένα πραγματικά κολασμένο burger. Για όλα τα γούστα, υπάρχει ένα burger με προσεκτικά διαλεγμένους συνδυασμούς, που θα σε κάνει να μην θέλεις να τελειώσει!
Αγαπημένα μας; Το Colazione για τους λάτρεις του crispy chicken, το Extreme με τα δύο μπιφτέκια για τους πολύ πεινασμένους, αλλά και το Verger με το μανούρι στη συνταγή να κλέβει την παράσταση. Βεβαίως, έχει και τα… συναφή: Σαλάτες, σάντουιτς και διάφορα ορεκτικά είναι ό,τι πρέπει για να συμπληρώσεις όλο το γεύμα. Πώς θα το ξεχωρίσετε; Από τη μοναδική pop αισθητική που δίνει χρώμα στην πιο ωραία πλατεία της Κυψέλης. Α! Και μην το ξεχάσουμε! Το μενού του brunch είναι η τελευταία άφιξη στον Μπούφαλο και πρέπει οπωσδήποτε να το δοκιμάσετε!
Βασίλης
Ο Βασίλης είναι ένας εκ των εκπροσώπων του Μπούφαλο… στο δρόμο! Θα τον δείτε πάνω σε δυο τροχούς ή να κάνει διάλειμμα στα τραπεζάκια της πλατείας. Κλασική φιγούρα εκεί στον Αη-Γιώργη, σπάνια θα τον δεις κατσούφη. Μαχητής της ασφάλτου κι εκείνος, καθημερινά φέρνει στην πόρτα μας όσα λαχταράμε από το καλύτερο burgerάδικο της περιοχής. Από αυτά τα ωραία τυπάκια, που σου φτιάχνουν το κέφι με μία ατάκα.
Φυσικά μιλήσαμε μαζί του, για να καταλάβουμε έστω και λίγο, πώς είναι να δουλεύεις καθημερινά στο δρόμο: “Μου αρέσει πολύ να δουλεύω στο δρόμο. Ξεσκάω. Βλέπω την πόλη, εικόνες, ιστορίες. Βέβαια, η οδηγική συμπεριφορά είναι τόσο άθλια στην Αθήνα, που καθημερινά νομίζω ότι είναι πια επικίνδυνα να οδηγείς μηχανάκι. Αν κάτι δηλαδή θα ήθελα να αλλάξει, θα ήταν αυτό. Όμως, μ’ αρέσει. Βλέπω κόσμο, κάποιοι που είναι σταθεροί πελάτες, λένε και μια κουβέντα παραπάνω. Περνάει η ώρα ευχάριστα. Μπορείς να δεις πολλές συμπεριφορές και τύπους ανθρώπων”. Έχουν καλά τιπς πια οι διανομείς; “Από ό,τι μου λένε οι μεγαλύτεροι, οι πιο παλιοί στο επάγγελμα, δεν έχουν σχέση τα παλιά τιπς με τα τωρινά. Όχι ότι δεν δίνει ο κόσμος, αλλά είναι πολύ μαζεμένος.”.
Τον ρώτησα να μου πει καμιά αστεία ιστορία.“Είναι πολλές, δεν μπορώ να διαλέξω μία. Γενικά, όταν είσαι στο δρόμο, έχεις πολύ υλικό να διηγηθείς στους φίλους σου!”. Όταν τον ρώτησα ποιο είναι το αγαπημένο του burger μετά τη βάρδια, απάντησε χωρίς δεύτερη σκέψη, το Big Apple. “Είναι τέλειο! Από την πρώτη μέρα που το δοκίμασα, κόλλησα!”.