Σε μεγάλωσαν με το όνειρο ότι αν σπουδάσεις, αν μελετήσεις, αν είσαι «καλό παιδί», όλα στη ζωή σου θα είναι καλά. Δεν θα ζήσεις τις ταραχές της προηγούμενης και της πιο προηγούμενης γενιάς, τίποτα κακό δε θα συμβεί στην «ευρωπαϊκή ουτοπία» που είχε χτιστεί γύρω σου και σε «προστατεύει» από όλα τα δεινά του παρελθόντος. Το παρόν ήρθε αλλαγμένο, το μέλλον διαγραφόταν λαμπρό. Εμπρός, πάμε μπροστά, για κάτι νέο.
Και όταν βγήκες από αυτή τη φούσκα που έχτισαν πολλοί, για εσένα και εμένα, τον 30 something, άρχισε κάτι να μην πηγαίνει καλά. Δεν ήξερες όμως τι ακριβώς. Μαζεύτηκαν σωροί και έγιναν θηλιά που σε πνίγει ακόμη και το πρωί που ξυπνάς.
Άκουσες από τα τηλέφωνα σειρήνες στο Βελιγράδι, είδες παιδιά να σκοτώνονται από αστυνομικούς, είδες κόσμο να αυτοκτονεί γιατί δεν έχει πληρώσει το ρεύμα, είδες φωτιές στη Συρία, ανθρώπους να παίρνουν τα όπλα στην Αρμενία, ιούς να αλλάζουν τα δεδομένα – ακόμη και τη φαινομενική δημοκρατία που θεωρούσες ότι ζεις- τη φύση να αλλάζει, τους χάρτες να αλλάζουν, το πρόβλημα στην Κύπρο και στην Παλαιστίνη να διαιωνίζεται, να προσπαθείς να βγάλεις άκρη σχετικά με το πόσο κακό είναι το όνομα «Βόρεια Μακεδονία». Κι εσύ κλεινόσουν στον προστατευμένο σου μικρόκοσμο, ακολουθώντας την ανθρώπινη τάση σου για προστασία και επιβίωση: «Όλα αυτά είναι μακριά από μένα» έλεγες, όχι γιατί είσαι κακός ή αδιάφορος, αλλά γιατί ήθελες να ζήσεις, όπως ονειρευόσουν όταν έπαιζες με τα παιχνίδια σου. Κι έτσι, η ενηλικίωση και η πραγματικότητα συγκρούστηκαν με το όνειρο.
Όταν όμως η φρίκη ήρθε πιο κοντά σου – μόλις 1 ημέρα και κάτι με το αμάξι – ένιωσες να σου κόβεται η ανάσα. Σαν να αντέδρασες περισσότερο από άλλοτε, σαν να έφτασες στο αμήν. «Μας έσκισαν», αναφωνείς επιδεικτικά και τώρα που έφτασες όντως 30 something σκέφτεσαι ρεαλιστικά (;) και δεν κλείνεις τα μάτια (;) Όντως ο πόλεμος μπορεί να έρθει κοντά σου. Όντως, σε μια ευρωπαϊκή πρωτεύουσα, ο ήχος της σειρήνας μπορεί να ηχήσει και οι λεωφόροι να είναι ακινητοποιημένες, να μην έχεις καταφύγια – γιατί πάνε αυτά, περάσανε, ανήκουν στο παρελθόν. Και το αδιέξοδο που χρόνια ένιωθες, να είναι πια απτό. Τόσο απτό που ο ήχος της σειρήνας σε κάνει να θέλεις να κλείσεις πάλι μάτια και αυτιά και να κλειδωθείς σε έναν μικρόκοσμο επιβίωσης.
Και εκεί που λες «μας έσκισαν», αναρωτιέσαι πότε άφησες να συμβεί όλο αυτό. Άλλοι να αποφασίζουν για σένα και οι κοινωνίες που διατείνονται ότι πηγαίνουν μπροστά, να γυρίζουν όλο πιο πίσω στο έρεβος του αιματηρού παρελθόντος. Κανένας κώδικας συμπεριφοράς δεν άλλαξε, η εξουσία έχει πάντα το ίδιο πρόσωπο και τα ίδια μέσα να επιβάλλεται, απλά εξελίσσονται μαζί με την τεχνολογία. Όπλα, άρματα, αεροπλάνα, παραπληροφόρηση, εμπάργκο, δορυφόροι του Έλον Μασκ. Κι όλη η παραμύθα για έναν κόσμο εξελιγμένο που έχει θεσπίσει ανθρώπινα δικαιώματα, διαλύεται από τον ήχο της σειρήνας.
Τι να κάνεις; Τι να κάνω; Θα διχαστώ στα social media εξαπολύοντας ευθύνες, μόνο και μόνο για να ξεσπάσω τα νεύρα μου, να δώσω πάλι μια ταμπέλα· ο κακός ο Πούτιν, οι ναζιστές Ουκρανοί, οι κυβερνήσεις-τσίρκο, οι πρόσφυγες από την Ουκρανία που είναι αδέρφια μας, οι πρόσφυγες από τη Συρία να πνιγούν, ρατσιστής ο ένας, γελοίος ο άλλος, επικίνδυνος δεξιός, άχρηστος αριστερός.
Ενώ η μόνη ταμπέλα που πρέπει να βάλεις είναι «Φτάνει πια». Πάρε μία και μόνη θέση. Αν θες, σου φτιάχνω και hashtag. #Με_την_Ειρήνη. Ότι κι αν σημαίνει «ειρήνη» για τον καθένα.
Υ.Γ. Ο κύριος του εξωφύλλου μας χαμογελά και μας προ(σ)καλεί σε νέες περιπέτειες. Αλήθεια, ποιος είναι;
Άντα Κουγιά
Κανένας δεν είναι τόσο ανόητος ώστε να προτιμά τον πόλεμο από την ειρήνη. Στην ειρήνη, οι γιοι θάβουν τους πατεράδες τους. Στον πόλεμο, οι πατεράδες θάβουν τους γιους.
Ηρόδοτος, 480-420 π.Χ., Αρχαίος Έλληνας ιστοριογράφος
ΤΡΥΓΑΙΟΣ: […] Τώρα το φαγοπότι το παλιό θυμηθείτε που η Ειρήνη μας έδινε τα χρόνια εκείνα, τα μύρτα, τα σύκα, το κρασί το ολόγλυκο την ιτιά στο πηγάδι, τις ελιές – αχ λαχτάρα – και για όλα ετούτα τη θεά προσφωνήστε… […]
«Ειρήνη», Αριστοφάνη
«Ο πόλεμος που έρχεται δεν είναι ο πρώτος. Πριν απ’ αυτόν γίνανε κι άλλοι πόλεμοι. Όταν τελείωσε ο τελευταίος, υπήρχαν νικητές και νικημένοι. Στους νικημένους, ο φτωχός λαός πέθαινε από την πείνα. Στους νικητές ο φτωχός λαός πέθαινε το ίδιο».
Γερμανικό Εγχειρίδιο Πολέμου – Απόσπασμα, Μπέρτολτ Μπρεχτ