Κατακαλόκαιρο στην Αθήνα, ώρα εβδόμη πρωινή λίγο μετά την ανατολή του ηλίου. Βαδίζοντας στη Λεωφόρο Πατησίων –στο ύψος της Καλλιφρονά– και ακολουθώντας το κατηφοράκι της οδού Καραμανλάκη, προβάλλει η ομώνυμη Πλατεία.
Αρχικά, προσεγγίζοντας το τοπίο, ο αυγινός «αναχωρητής» της πόλης έχει την εντύπωση ότι μόλις διάβηκε το κατώφλι ενός portal στο χρονικό/χωροταξικό ασυνεχές του άστεως.
Πρασιές, αριστοτεχνικά τελειώματα σε προσόψεις πολυκατοικιών και επαρκής διαστασιολόγηση των υπαίθριων κοινόχρηστων χώρων σε σχέση με τους πέριξ κτιριακούς όγκους. Το δυσεύρετο βίωμα του ανοικτού και του απελεύθερου είναι παρόν.
Συνδυάζεται με μια κομψή αισθητική που –θαρρείς ακόμα– πλαισιώνει τις όμορφες γειτονιακές σχέσεις του παρελθόντος. Ένας θύλακας πυκνών πολεοδομικών θαυμάτων. Ένα παράδειγμα προς μίμηση, που δεν βρήκε πρόθυμους μιμητές. Αυτή είναι η πάλαι ποτέ «δροσόβρεκτος όασις» της Πλατείας Καραμανλάκη («πρώην» Καλλιγά).
Σε μια αυθόρμητη συζήτηση όμως, με ντόπιους περιπατητές των Κάτω Πατησίων, δεν προέκυψε με σαφήνεια η προέλευση της οδο-τοπωνυμίας της περιοχής. Γιατί «Καραμανλάκη»;
Ο Αλέξανδρος Καραμανλάκης γεννήθηκε, κατά την επικρατέστερη άποψη, το 1888 στην Κωνσταντινούπολη από εύπορη οικογένεια και μαθήτευσε στην «Πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή». Σε ηλικία είκοσι ετών έρχεται στην Αθήνα όπου αναπτύσσει ένα έντονα φιλερευνητικό πνεύμα, ιδιαίτερα περί των κοινωνικοπολιτικών. Τον Ιανουάριο του 1911 εκδίδει την εφημερίδα «Ανεξάρτητος», ενώ σε λίγους μήνες μετακομίζει στη Γαλλία για να παρακολουθήσει εντατικά μαθήματα αεροπλοΐας.
Είναι η εποχή που αναπτύσσεται, με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, η ελκυστική (και πλανεύτρα) Αεροπορική Ιδέα σε όλο το δυτικό κόσμο. Την επόμενη χρονιά επιστρέφει στην Ελλάδα και –μαζί με τους πρωτοπόρους Εμμανουήλ Αργυρόπουλο και Δημήτρη Καμπέρο– αποτολμά πτήσεις στον «ανεξερεύνητο» αττικό ουρανό, ακολουθώντας τον «Ικάριο πειρασμό» του Υψιπετείν.
Μια μέρα –πιθανότατα σαν τη σημερινή, λίαν πρωί– τ’ Αυγούστου, στις 29, τ’ Αγιαννιού του Νηστευτή, επιχείρησε το ύψιστης επικινδυνότητας αεροναυτικό ταξίδι από την Αθήνα στην Πάτρα.
Δυστυχώς, το χαμογελαστό παιδί του Θεμιστοκλή και της Ευρυδίκης Καραμανλάκη συνάντησε ισχυρά ρεύματα ανέμου στον νότιο Κορινθιακό Κόλπο. Πραγματοποιώντας (μη ελεγχόμενη) προσθαλάσσωση, τραυματίστηκε και πνίγηκε λίγες εκατοντάδες μέτρα από την ακτή της Λυγιάς, στο Ξυλόκαστρο.
Η πάνδημη κηδεία του έγινε ανήμερα της ονομαστικής εορτής του στις 30/8/1912. Οι εφημερίδες της εποχής έκαναν λόγο για απώλεια «του εθνικού καλλωπίσματος». Ο πρόωρος χαμός αυτού του απολλώνιου «Αετανθρώπου» ενέπνευσε τον ποιητή Ιωάννη Πολέμη να γράψει τους ακόλουθους στίχους:
«Σ’ έπερνε πάνω ο ουρανός, μα η γη που σ’ αγαπούσε
και κάθε τόσο σ’ έχανε μα πάντα σε ποθούσε,
απ’ τη σκληρή τη θάλασσα εζήτησε βοήθεια, κι έτσι της είπε:
– Πάρε τον μεσ’ τα πλατειά σου στήθια,
κόψε του τα γοργά φτερά που με λαχτάρα ανοίγει,
και δοσ’ μου τον αφτέρουγο, να μη μου ξαναφύγει».
Ο Αλέξανδρος Καραμανλάκης έμεινε στην Ιστορία ως το πρώτο από τα θύματα της Ελληνικής Αεροπορίας.
“Η κόλαση των ζωντανών δεν είναι κάτι που αφορά το μέλλον. Αν υπάρχει μια κόλαση είναι αυτή που υπάρχει ήδη εδώ, η κόλαση που κατοικούμε καθημερινά, που διαμορφώνουμε με τη συμβίωσή μας. Δυο τρόποι υπάρχουν για να μην υποφέρουμε. Ο πρώτος είναι για πολλούς εύκολος: να αποδεχθούν την κόλαση και να γίνουν τμήμα της μέχρι να μην βλέπουν πια. Ο δεύτερος είναι επικίνδυνος και απαιτεί συνεχή προσοχή και διάθεση για μάθηση: να προσπαθήσουμε να μάθουμε και να αναγνωρίσουμε ποιος και τι, μέσα στην κόλαση, δεν είναι κόλαση, και να του δώσουμε διάρκεια, να του δώσουμε χώρο.”
(Italo Calvino, Invisible Cities)
Discussion about this post