Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, η οικονομική κρίση άφησε τη χώρα σε μία τρύπα και ενδέχεται να χρειαστεί μια γενιά προτού η Ελλάδα κατορθώσει να βγει από αυτήν.
Στο ιστορικό πλαίσιο γύρω από την ανάκαμψη της Ελλάδας μετά την πανδημία στέκονται σε δημοσίευμά τους οι Financial Times, τονίζοντας ότι η χώρα έχει μεν ισχυρές επιδόσεις, ωστόσο είναι παράλληλα η φτωχότερη της Ευρωζώνης.
Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, την περασμένη εβδομάδα, ο οίκος αξιολόγησης S&P αναθεώρησε την προοπτική της χώρας σε «θετική». Οι Financial Times στέκονται στα νέα στοιχεία της Eurostat για τη μείωση του δημοσίου χρέους ως προς ΑΕΠ στο 162% το 2023. Επισημαίνουν, επιπλέον, ότι η ελληνική οικονομία από το 2019, πριν από την πανδημία, αναπτυσσόταν με σχεδόν διπλάσιο ρυθμό από τον ρυθμό της ευρωζώνης.
Οι FT επικαλούνται δήλωση του οικονομολόγου της BNP Paribas, Guillaume Derrien, ο οποίος είπε ότι «η ανανεωμένη πολιτική σταθερότητα και η έντονη δημοσιονομική εξυγίανση καθιστούν την Ελλάδα πολύ πιο ελκυστική χώρα για επενδύσεις από ό,τι στο παρελθόν».
Ωστόσο, όπως τονίζεται στο δημοσίευμα, η τελευταία ανάκαμψη έχει μόλις ελαφρώς ανεβάσει το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων σε σχέση με τον μέσο όρο της Ε.Ε. τα τελευταία χρόνια – και όχι αρκετά για να τους απομακρύνει από τη θέση τους ως τους φτωχότερους στην Ευρωζώνη.
Όπως αναφέρουν οι FT, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν παρόμοιο με αυτό του μέσου όρου της Ε.Ε. μέχρι το 2009. Από τότε, 10 χώρες έχουν δει το βιοτικό επίπεδο να ξεπερνά αυτό της Ελλάδας. Πλέον, η Ελλάδα είναι η δεύτερη φτωχότερη χώρα στην Ε.Ε. μετά τη Βουλγαρία και παραμένει ουραγός στην Ευρωζώνη. «Καθώς το χάσμα με τη Βουλγαρία μειώνεται απότομα, δεν είναι παράλογο να περιμένουμε ότι η Ελλάδα θα γίνει σύντομα η φτωχότερη χώρα της Ε.Ε.» επισημαίνουν οι FT.
Πώς συνυπάρχουν αυτές οι αντίθετες ιστορίες ισχυρής ανάκαμψης και φτώχειας; Η απάντηση, σύμφωνα με τους FT, βρίσκεται στον απόηχο της οικονομικής κρίσης και της λιτότητας που ακολούθησε. Οι ελληνικές δαπάνες περικόπηκαν και οι φόροι αυξήθηκαν για να εξασφαλιστεί η διάσωση από το ΔΝΤ και την Ε.Ε., με αποτέλεσμα να συμπιεστούν επιχειρήσεις και νοικοκυριά και να κατεδαφιστεί η οικονομία, τονίζεται στο δημοσίευμα. Όπως σημειώνεται, η έκταση της οικονομικής ζημιάς ήταν σπάνια για καιρό ειρήνης.
Ως αποτέλεσμα, η ελληνική οικονομία είναι σήμερα περίπου 19% μικρότερη από ό,τι το 2007 – παρά την ισχυρή ανάκαμψη της χώρας μετά την πανδημία – ενώ η οικονομία της Ε.Ε. στο σύνολό της έχει μεγεθυνθεί κατά 17%. Το οικονομικό πλήγμα είναι σχεδόν άνευ προηγουμένου στη σύγχρονη εποχή, συγκρίσιμο μόνο με τη Μεγάλη Ύφεση των ΗΠΑ στη δεκαετία του 1930, σημείωσε στους FT ο Γιώργος Λαγαρίας, επικεφαλής οικονομολόγος στη Mazars Wealth Management.
Όπως αναφέρουν οι FT, oι πραγματικοί μισθοί μειώνονταν σταθερά μέχρι το 2022 -τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία του ΟΟΣΑ- υποχωρώντας κατά 30% από τα προ της οικονομικής κρίσης επίπεδα. Αναφέρουν επιπλέον ότι υπάρχουν ανησυχίες και για τις μακροπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές της χώρας, με φόντο την κλιματική αλλαγή και το δημογραφικό πρόβλημα.
Συνολικά, η οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας θα πρέπει να γιορταστεί, αλλά πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο μιας αξιοσημείωτης οικονομικής κρίσης που άφησε τη χώρα σε μια τρύπα, από την οποία η Ελλάδα ενδέχεται να βγει μια γενιά μετά, καταλήγει το δημοσίευμα.