Μίλησα στη μικρή μου αδερφή για τους ραδιο-πειρατές και εκείνη με κοίταξε όλο απορία και με ρώτησε “Τι είναι οι ραδιο-πειρατές; Τι φοράνε;” Και τότε κατάλαβα ότι έπρεπε να της πω μια ιστορία απλή, μια ιστορία ενδιαφέρουσα, να αφήσω τις αφηγήσεις τύπου εγκυκλοπαιδικό λύμμα και να της πω πράγματα που δεν είχε ξανακούσει.
Της μίλησα λοιπόν για μια εποχή, όπου το ραδιόφωνο ήταν εργαλείο κυβερνητικό.
Και ύστερα της είπα για κάποιους τρελαμένους τύπους που ξυπνούσαν το χάραμα, έπαιρναν το πρώτο τρόλεϋ και έτρεχαν στο Μοναστηράκι για να αγοράσουν μεταχειρισμένα εξαρτήματα από το παζάρι.
Και αυτό γιατί κανένας τους δεν είχε λεφτά για καινούργια εξαρτήματα, άλλα όλοι ήθελαν να εξασφαλίσουν τα δυνατότερα για να μπορούν να κοντράρουν τους άλλους και να έχουν καλύτερο σήμα από τους απέναντι.
Οι περίφημοι αυτοί ραδιοσταθμοί στήνονταν σε εφηβικά δωμάτια, σε μικρά δωματιάκια των σπιτιών τους και εξέπεμπαν χάρη σε ένα χάλκινο σύρμα, την κεραία, που απλωνόταν στην ταράτσα.
Όσο πιο μακριά έφτανε το σύρμα, τόσο πιο μεγάλη εμβέλεια είχε ο σταθμός.
Έτσι συχνά έπρεπε ο επίδοξος ραδιοπειρατής να βρει ένα συνεργό στη δίπλα πολυκατοικία ώστε να περάσουν το σύρμα και στη δική του ταράτσα. Και όλα αυτά κρυφά από την αστυνομία και τα ραδιογωνιόμετρα της που έκαναν περιπολίες.
Αυτά ήταν βανάκια που είχαν πάνω ένα ραντάρ και ανίχνευαν τις ραδιοφωνικές γωνίες, έβρισκαν δηλαδή τους πομπούς.
Όταν εντόπιζαν το σήμα, η κεραία άρχιζε να γυρίζει για να βρει την ακριβή θέση του πομπού και έκανε ένα θόρυβο χαρακτηριστικό, έναν θόρυβο που οι τσιλιαδόροι των σταθμών γνώριζαν καλά. Ειδοποιούσαν τους πειρατές και εκείνοι, μάζευαν τα μηχανήματα, έκοβαν την κεραία και έφευγαν.
Την εποχή εκείνη κυκλοφορούσαν και ραδιοηλεκτρολόγοι οι οποίοι με δυο δραχμές σου έφτιαχναν ραδιόφωνο, μια μικρή ξύλινη κατασκευή που είχε μέσα ένα πηνίο βιδωμένο και δυο καλώδια σαν κεραία και το κουβαλούσε καθένας πάνω του.
Ακροατές και ραδιοπειρατές έστηναν ένα παιχνίδι αφιερώσεων και μουσικών “επιθυμιών” μέσω τηλεφώνου ή αλληλογραφίας έξω από τα όρια του νόμου, σημαδεύοντας μια εποχή με τους ήχους του πικάπ στα μεσαία ραδιοκύματα.
Το αόρατο θέατρο
Δεν υπάρχει κανείς που να μην το νοσταλγεί, κανείς που να μη χαμογελάει μόλις το αναφέρεις, κανείς που να μην κλείνει τα μάτια και να προσπαθεί να ξαναζήσει τη στιγμή…
Εκείνη τη στιγμή που ακουγόταν η γυναικεία φωνή να λέει αυτά τα λόγια “στο θέατρο της Κυριακής θα μεταδοθεί σήμερα το έργο…” και ύστερα λίγα ακόμα λεπτά αναμονής μέχρι να αναφέρει η εκφωνήτρια όλους τους συντελεστές του έργου. Και μετά άνοιγε ένα παράθυρο στον κόσμο, ξεκινούσε μια μοναδική επαφή με συγγραφείς και έργα που ήταν αδύνατο να γνωρίσει ο κόσμος αλλιώς.
Το θέατρο ήταν πολυτέλεια για όσους έμεναν στα μεγάλα αστικά κέντρα και εκείνους που είχαν την ικανότητα να το παρακολουθήσουν.
Άλλοτε γειτονιές και άλλοτε οικογένειες μαζεύονταν στο σπίτι κάποιου που είχε ραδιόφωνο, αρκετές ώρες νωρίτερα.
Οι μεγάλοι με ούζο και κρασί και οι μικροί παίζοντας χαρτιά περίμεναν να φτάσει η ώρα. Και όταν ακουγόταν η φωνή έκλειναν τα μάτια και φαντάζονταν τους ήρωες και το σκηνικό όπως ήθελαν.
“Ονειρευόμουν την πριγκιπέσα Ιζαμπώ, δεν μπορούσα να τη βγάλω από το μυαλό μου. Και ήμουν για μέρες θλιμμένος βαθιά ακούγοντας το “Θάνατο του παλικαριού” του Παλαμά. Ζούσαμε μέσα σ’αυτόν το μαγικό κόσμο, έναν καινούργιο κόσμο κάθε Κυριακή.”
Φλασάκια
«Προκειμένου να κρατήσουμε μυστική την τοποθεσία του σταθμού δίναμε τη διεύθυνση ενός ταχυδρομείου, και από εκεί πηγαίναμε και παραλαμβάναμε τα γράμματα. Γυρίζαμε στο σπίτι παρέα και ανοίγαμε όσα περισσότερα μπορούσαμε. Αν κάποιος διάβαζε ένα γράμμα που του άρεσε, έδινε ραντεβού με την κοπέλα και παρουσιαζόταν ως Iron Butterfly. Έτσι στήνονταν τα ραντεβουδάκια μας».
Αντιστασιακές προσπάθειες γίνονταν με έναν τρόπο ιδιαίτερο. Ετοίμαζαν έναν πομπό και ένα πομπινόφωνο στο οποίο ήταν γραμμένα συνθήματα, και επειδή τότε δεν είχαν ωρολογιακούς μηχανισμούς έστηναν έναν μηχανισμό με κερί. Όταν το κερί έλιωνε απελευθέρωνε το καλώδιο και άρχιζε να παίζει η πομπίνα. Εκείνη την ώρα οι επίδοξοι πειρατές και κουρσάροι ήταν πια πολύ μακριά.
«Τα μηχανήματα που είχαμε στη διάθεση μας ήταν παλιά, μεταχειρισμένα και πολλές φορές σε κακή κατάσταση. Είχα ένα πικάπ που η βελόνα του πηδούσε και για να το ισορροπήσω είχα βάλει πάνω στη βελόνα ένα νόμισμα, για να έχει βάρος και να μην φεύγει».
Πιτσιρικάδες, δαιμόνιοι τύποι, καλοί με τα τεχνικά ήταν οι ραδιοπειρατές. Μέχρι και αντιγραφή από τα ερτζιανά έκαναν! «Είχαμε στις εξετάσεις μαζί μας ένα τρανζίστορ και κάποιοι φίλοι, μας έδιναν τα θέματα από το ραδιόφωνο».
«Ο καλός ραδιοπειρατής ήταν αυτός που άλλαζε πιο γρήγορα τους δίσκους. Εγώ είχα ένα φίλο που οι γονείς του είχαν ένα μεγάλο έπιπλο με πικαπ και ραδιόφωνο που με διαβεβαίωσε πως δε χρησιμοποιούν το πικάπ. Πήγαμε λοιπόν ένα βράδυ και το ξηλώσαμε κρυφά. Έτσι είχα δύο πικάπ στο σταθμό και όλοι θαύμαζαν το πόσο φοβερός τεχνίτης ήμουν και απορούσαν πως κατάφερνα να κάνω τις αλλαγές τόσο γρήγορα».
Τα πράγματα τότε ήταν δύσκολα, ήταν αδύνατο να τηλεφωνήσει κάποιος στην κοπελιά του για να κλείσουν ραντεβού, χωρίς να το καταλάβει ο πατέρας ή τα αδέρφια της και να τον κυνηγάνε. Βρίσκανε επομένως ένα ψευδώνυμο και ανακοίνωναν το σημείο και την ώρα του ραντεβού από το ραδιόφωνο.
Πολυτεχνείο
Η φράση “Εδώ Πολυτεχνείο,εδώ Πολυτεχνείο” έχει μείνει χαραγμένη στο μυαλό όλων, όσων το έζησαν και όσων το άκουσαν σαν παιδιά από εκείνους, γιατί έγινε σύμβολο του αγώνα κατά της χούντας και σφραγίστηκε με αίμα. Το τόλμημα ωστόσο ήταν μεγαλύτερο από όσο συνηθίζουμε να λέμε.
Ο πειρατικός σταθμός που πολυτεχνείου, που στήθηκε από τον Γιώργο Κυρλάκη, γνωστό ως easy rider, ήταν ο πρώτος σταθμός από τον οποίο αρθρώθηκε πολιτικός λόγος. Μέσα στο χώρο του πολυτεχνείου ακούστηκε για πρώτη φορά τραγούδι του Θεοδωράκη, εκείνο που όλοι μέχρι τότε ψιθύριζαν στα κρυφά. Έξω από αυτό, το σήμα έφτανε σε κάθε σπίτι με τη βοήθεια αμέτρητων ραδιοπειρατών που με λάμπες αναμεταδότη που είχαν στηθεί στην Κολιάτσου, έπαιρναν το σήμα και το μετέδιδαν από τις δικές τους συχνότητες.
Ραδιοπειρατία BLACK ANGEL
Όλα τα… “περίεργα” ξεκίνησαν από τη σχολή, κάπου στη δεκαετία του ’70. “Οι πρώτες εκπομπές βγήκαν στον αέρα για πλάκα, σαν ηλεκτρονικοί κατασκευάζαμε μηχανήματα για άλλους και αν καμιά φορά περίσσευε κανένα εξάρτημα βγάζαμε εκπομπή για να το δοκιμάσουμε”.
Έτσι στήθηκε ο πειρατικός ραδιοφωνικός που άκουγε στο όνομα black angel , έτσι άρχισαν τα βράδια της ροκ και των συζητήσεων που κρατούσαν 5-6 ώρες ανάλογα με τα κέφια της παρέας, τα ραντεβουδάκια, τα τηλεφωνήματα από τις εξαγριωμένες μανάδες.
Οι κοπελιές κατέληγαν ερωτευμένες, με ένα ραδιόφωνο κολλημένο στο αφτί όλη νύχτα και οι γονείς εξαγριωμένοι που δεν μπορούσαν ποτέ να κοιμηθούν. Καμιά φορά μάλιστα προέκυπτε και ραντεβουδάκι, αν η φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν καλή. Η συνάντηση ήταν του τύπου “θα σε περιμένω στην πλατεία Αμερικής, στην πάνω γωνία και θα φοράω κόκκινο φόρεμα”. Ο “πειρατής” πήγαινε, έβλεπε την κοπελιά και αν του άρεσε συστηνόταν, διαφορετικά, έφευγε και εκείνη έμενε να σκέφτεται τη φωνή του…
Ερωτική και η σχέση με την αστυνομία, ένα παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι καθ’όλα συναρπαστικό.”Και αν καμιά φορά το ραδιογωνιόμετρο τους πλησίαζε πολύ κόβαμε την κεραία, τα μηχανήματα φεύγαν από το φωταγωγό και πάνω τους πετούσαμε και σακούλες για να είμαστε σίγουροι ότι δε θα τα προσέξουν αν κάνουν έφοδο”. Και όλα αυτά για την παρέα, για την τρέλα, για τη ροκιά!
Κώστας 4711
Οι εκπομπές άρχιζαν πάντα με το wicked world των Led Zeppelin από το μαθητικό του γραφείο που είχε μετατραπεί σε ραδιοφωνικό σταθμό, κρυφά από τους γονείς και σε κόντρα του μεγάλου αδερφού που ήθελε να ακούσει ποδόσφαιρο και κατέληγε να ακούει Iron Butterfly!
Κάτι τέτοιο πάθαιναν και οι κυρίες στην πολυκατοικία που ήθελαν να δουν τον “άγνωστο πόλεμο” στην τηλεόραση και άκουγαν τους Jethro Tull και τους Black Sabbath να μιλάνε πάνω στις ατάκες του Βαρτάνη.
Μια μέρα μάλιστα τον σταμάτησαν πιτσιρικά στην πολυκατοικία και του έδωσαν συγχαρητήρια,”μα για ποιο πράγμα κύριε Νίκο; Ξέρεις εσύ Παντελή,ξέρεις!” ήταν η απάντηση. Και όλα αυτά παρά τις αγωνιώδεις προσπάθειες να μείνει κρυφό.
Στην ταράτσα το σύρμα της κεραίας δεν έπρεπε να φαίνεται γιατί οι νοικοκυρές που άπλωναν τις μπουγάδες τους αντιλαμβάνονταν ότι δεν ήταν δικό τους και άρχιζαν οι ερωτήσεις.
Ύστερα όταν χρειαζόταν να περάσει το σύρμα από ταράτσα σε ταράτσα έπρεπε να μπει στο κόλπο και κάποιος γείτονας για να είναι σε επιφυλακή. Για να το περάσουν απέναντι, το έδεναν σε μια πατάτα αφ’ενός για να μην κάνει θόρυβο και αφ’ ετέρου για να μπορεί να το πιάσει ο συνέταιρος που περίμενε στην άλλη μεριά. Και κάπως έτσι οι αφιερώσεις και τα ερωτικά γράμματα έπεφταν βροχή υπό τους ήχους του πικάπ.
Iron Βutterfly
Δεν ήμουν απλή ακροάτρια, ήμουν οπαδός σας!
Ήμουν 9 χρονών όταν ο 18χρονος τότε ξάδερφος μου άκουγε φανατικά Jeronimo. Έτσι ξεκίνησαν να ακούν και οι μεγαλύτερες αδερφές μου, οι οποίες μύησαν και εμένα. Θυμάμαι τον εαυτό μου μικρό παιδί να ζητάω από την αδερφή μου να κοιμηθώ στο κρεβάτι της γιατί στο δωμάτιό της είχαμε το ραδιόφωνο.
Κολλούσα το αφτί μου πάνω στο ηχείο έχοντας τον ήχο πολύ χαμηλά για να μην καταλάβουν οι γονείς μου ότι ξενυχτούσα για να ακούω τις μεταμεσονύχτιες εκπομπές του. Θυμάμαι κάποια εκπομπή που έκαναν δύο και ο ένας είχε πέσει από την καρέκλα ενώ ήταν στον αέρα.
Ακόμα θυμάμαι τα πνιγμένα μου γέλια κάτω από το μαξιλάρι για να μην με ακούσει κανείς. Κάπως έτσι περνούσαν τα χρόνια και εγώ έμενα πιστή. Η επιθυμία μου όλα αυτά τα χρόνια ήταν να γίνω 17 για να μου επιτρέψουν οι γονείς μου να τηλεφωνήσω και εγώ και να πάρω μέρος στη συζήτηση.
Δεν ήμουν απλή ακροάτρια, ήμουν οπαδός σας. Ήσασταν φίλοι, συμβουλάτορες, ψυχαναλυτές, παιδαγωγοί, η οικογένειά μου. Πέρασα την εφηβεία μου λύνοντας τις απορίες μου μέσα από τις εκπομπές σας…ωρίμασα και διαμόρφωσα προσωπικότητα μέσα από τις απόψεις που εκφράζατε εσείς για τη ζωή.
Από τη λυχνία στο διαδίκτυο
Δεν υπάρχει τίποτα πιο δυνατό από την ανάγκη των ανθρώπων να επικοινωνούν μεταξύ τους. Οι άνθρωποι μεταδίδουν από γενιά σε γενιά τις ιδέες, τα αξιώματα και τη γνώση του παρελθόντος. Οι λέξεις και οι εικόνες του κάθε πολιτισμού ήταν και είναι φορείς νοημάτων, υποδοχείς ιδεών. Οι λέξεις και οι εικόνες έχουν ιστορία, εξυπηρετώντας πάντα την πρωταρχική ανάγκη της επικοινωνίας.
Όσο αυτή η ανάγκη παραμένει ζωντανή για τον άνθρωπο και τον πολιτισμό του, πάντα θα βρίσκονται και τα μέσα που θα την εξυπηρετούν. Η τέχνη, η φιλοσοφία, ο προφορικός και ο γραπτός λόγος είναι μερικά από αυτά. Στο νεότερο κόσμο, οι νέες εφευρέσεις στο πλαίσιο της βιομηχανικής επανάστασης, άλλαξαν ριζικά τον τρόπο που επικοινωνούμε.
Το τηλέφωνο, ο τηλέγραφος, το γραμμόφωνο και έπειτα το ραδιόφωνο, που ήρθε να καθιερωθεί μέσα στον 20ο αιώνα. Ο ρόλος του ραδιοφώνου υπήρξε καθοριστικός στον τρόπο, με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε το μήνυμα, την ενημέρωση και την ψυχαγωγία.
Την ίδια στιγμή, για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, χιλιάδες άνθρωποι λάμβαναν το ίδιο μήνυμα με ταχύτητα ασύλληπτη για τα δεδομένα της εποχής.
Στην Ελλάδα, η δύναμη του ραδιοφώνου ζωντανεύει μέσα από τις διηγήσεις των «παλιών», που καλωσόρισαν στα σπίτια τους μια νέα φωνή, εκείνη του ραδιοφωνικού παραγωγού.
Παιδιά, ενήλικες και ηλικιωμένοι «κόλλαγαν» στην κυριολεξία το αφτί τους πάνω στο ηχείο, τη στιγμή της μετάδοσης κάποιας σημαντικής πολιτικής είδησης, ενός αθλητικού αγώνα, ενός αγαπημένου τραγουδιού ή μιας θεατρικής ραδιοφωνικής αυλαίας. Η δεκαετία του 1980 στην Ελλάδα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί κι ως η «χρυσή δεκαετία του πειρατικού ραδιοφώνου».
Πριν από αυτή είχε μεσολαβήσει η «είσοδος» της τηλεόρασης στο ελληνικό νοικοκυριό, μα και η εμπειρία του Πολυτεχνείου το 1973 και του παράνομου ραδιοπομπού του. Το «πειρατικό» ραδιόφωνο ήρθε να διεκδικήσει το χώρο του στην ελληνική ραδιοφωνική σκηνή και το δικαίωμα, του να εκφράζει μια διαφορετική άποψη για τα πράγματα. Το να στήσεις, βέβαια, έναν παράνομο ραδιοσταθμό, κατά τη διάρκεια μιας περιόδου που οι διώξεις των «ραδιο-πειρατών» ήταν συστηματικές, δεν ήταν καθόλου ασφαλές.
Είτε η ανάγκη για κατασκευή του ραδιοσταθμού σου, αφορούσε «τα μάτια της Μαίρης», είτε το ημι- φασιστικό καθεστώς της χώρας σου και έναν λόγο καταγγελτικό προς αυτό, υπήρχε ο κοινός παρονομαστής της πειρατικής ραδιοφωνίας. Σήμερα, σε παγκόσμιο επίπεδο, το «παιχνίδι» της επικοινωνίας έχει περάσει σε σημαντικό βαθμό στο πεδίο των ψηφιακών μέσων.
Το «κλικ, κλικ», η φωσφορίζουσα οθόνη, ο κοσμοχώρος, οι άπειρες πληροφορίες, η αξεπέραστη ταχύτητα διάδοσης του μηνύματος είναι μερικά από τα στοιχεία κατασκευής του νέου, εικονικού κόσμου. Τι θέση μπορεί να έχει το ραδιόφωνο σε μια τέτοια πραγματικότητα; Είναι το διαδικτυακό ραδιόφωνο, επίγονος του πειρατικού;
Το διαδικτυακό ραδιόφωνο έρχεται με τη σειρά του ν’ αναζητήσει χώρο στην έκφραση και την επικοινωνία. Βέβαια, ο αχανής κόσμος του διαδικτύου το κάνει πολύ διαφορετικό από το πειρατικό. Δεν είναι το ίδιο να κινδυνεύεις στη μία περίπτωση να συλληφθείς και στην άλλη, απλά να κάνεις «log in» για να σ’ ακούσουν δέκα φίλοι. Επίσης, δεν είναι το ίδιο σε πολλές περιπτώσεις του πειρατικού ραδιοφώνου να διατυπώνεις έναν συγκρουσιακό λόγο και από την άλλη, το διαδικτυακό να αποτελεί μίμηση του συμβατικού ραδιοφώνου ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Αν εξαιρέσουμε τη διαρκή ανάγκη της επικοινωνίας και της έκφρασης, το πειρατικό και το διαδικτυακό ραδιόφωνο διαφέρουν ριζικά μεταξύ τους. Είναι προϊόντα διαφορετικών εποχών, συνεπώς και διαφορετικών αναγκών. Το πειρατικό ενέχει σε μεγάλο βαθμό την εξοικείωση με το ίδιο το μέσο, την ιστορία και τις δυνατότητές του.
Το διαδικτυακό έρχεται να συμπληρώσει ένα απρόσωπο κι αποστασιοποιημένο τρόπο επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων, που όλοι μπορούν να φωνάζουν και κανείς να μην τους ακούει. Η τριβή με το ίδιο το μέσο, δηλαδή με την μηχανική του μορφή δεν είναι ένας ρομαντισμός, προερχόμενος από προηγούμενες εποχές. Είναι η άποψη που θέλει το τυπωμένο βιβλίο να μην αντικαθίσταται από το ηλεκτρονικό, το διαδικτυακό ραδιόφωνο να μην αντικαθιστά το μηχανικό, την ψηφιακή φωτογραφία να μην αντικαθιστά την αναλογική.
Ένας ραδιοφωνικός σταθμός έκτακτης ανάγκης
Μπορεί και να μας χρειαστεί!
Σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης βρέθηκε η πόλη των Φιλιππίνων το Νοέμβριο του 2013 όταν χτυπήθηκε από τον τυφώνα Haiyan, με αποτέλεσμα όλοι οι ραδιοφωνικοί της σταθμοί να βγουν εκτός λειτουργίας. Μετά από σχετική έκκληση και εργασία αρκετών εθελοντών άρχισε να εκπέμπει ένας φορητός ραδιοσταθμός έκτακτης ανάγκης, που ενημέρωνε τους επιζώντες του φονικού τυφώνα έγκαιρα κι αξιόπιστα για τις τρέχουσες εξελίξεις, καθώς και για το πώς θα μπορούσαν να λάβουν ιατρική βοήθεια.
Ο εν λόγω σταθμός συνιστούσε μέρος ενός διεθνούς μη κερδοσκοπικού δικτύου τεχνικών ραδιοφώνου και εξέπεμπε ακόμη και με ασθενές σήμα σε ακτίνα χιλιομέτρων, μέσω μιας μικρής κεραίας τοποθετημένης στην οροφή του κατεστραμμένου δημαρχείου της πόλης. Οι εθελοντές του Ραδιοφώνου Άμεσης Απόκρισης, όπως ονομάστηκε, μοίρασαν εκατοντάδες ραδιόφωνα ηλιακής ενέργειας και μανιβέλας, μιας και ο ηλεκτρισμός δεν είχε αποκατασταθεί, ενώ ακόμη είχαν διατυπώσει πως θα εκπέμπουν έως ότου αποκατασταθεί η ομαλότητα στην πόλη.
Σαράντα χρόνια πριν. Κάθομαι στα γόνατα μπροστά στο ξύλινο ραδιόφωνο. Κοιτώ τη βελόνα που τέμνει πόλεις άγνωστες σε ’μένα. Λισαβόνα, Χαρτούμ, Καράκας. Την πηγαίνω πέρα δώθε. Ακούω άγνωστους, σε άγνωστες γλώσσες να μου μιλάνε. Κλείνω τα μάτια και με πιάνει ίλιγγος. Τόσες χώρες, τόσο άγνωστο… Αγχώνομαι από τη μια. Από την άλλη είμαι ευτυχισμένος! Πόσα πολλά πράγματα έχω να ζήσω, να μάθω… Με τη φαντασία μου πλάθω πρόσωπα και ζώα… Η γιαγιά μου με σταυρώνει και μου λέει. Αχ αγόρι μου, ονειροπαρμένος θα γίνεις…
Σε 5’ είμαστε στον αέρα
5’ πριν έχεις ήδη χωθεί στο στούντιο. 5’ πριν φοράς τα ακουστικά και έχεις ελέγξει όλο τον εξοπλισμό σου (μικρόφωνα, pc, κονσόλες και κάρτες ήχου). 5’ πριν η μουσική σου βιβλιοθήκη είναι ήδη στη λίστα αναπαραγωγής. 5’ πριν το υλικό σου έχει ταξινομηθεί.
Εφημερίδες, περιοδικά, ειδήσεις και άλλα βρίσκονται μπροστά σου για να τα σχολιάσεις, να τα σατυρίσεις, να τα επικρίνεις ή να τα παινέψεις. 5’ πριν έχεις μπει για τα καλά στο χώρο και στο χρόνο του ραδιοφώνου. 5’ πριν είσαι ήδη συνεπαρμένος από αυτό. «Είμαστε στον αέρα». Είναι η στιγμή που το ταξίδι και η ιδιαίτερη επικοινωνία που προσφέρει το μέσο ξεκινούν. Και πριν από αυτή; Τι κάνουμε πριν τη στιγμή που η φωνή μας ανιχνεύεται στις ιντερνετικές συχνότητες;
Τα πάντα ξεκινούν από τη θεματική που επιλέγουμε. Όσο ελεύθερη ή αυθόρμητη κι αν είναι η εκπομπή μας, το θέμα ή ο άξονας είναι αναγκαίος γι αυτήν. Και πώς επιλέγουμε θέμα; Ο πρώτος λόγος που μας έρχεται στο μυαλό είναι και ο σημαντικότερος: θέλουμε να επικεντρώσουμε σε κάτι που μας ενδιαφέρει, να εισάγουμε μια προβληματική για συζήτηση, να ανοίξουμε ένα πεδίο απόψεων.
Συγκεντρώνουμε το υλικό μας, όλα όσα θέλουμε να αναφέρουμε, καθώς και τις συναφείς μουσικές επιλογές που θα τα συνοδεύουν. Φτιάχνουμε ένα ενδεικτικό σχεδιάγραμμα της πορείας που θα ακολουθήσουμε, αναφορικά με το χρόνο που έχουμε στη διάθεσή μας. Σημειώσεις, σχεδιαγραμματικές απόψεις και σχόλια έρχονται να συμπληρώσουν και να τελειοποιήσουν το προαναφερόμενο υλικό.
Κάπως έτσι, μπαίνουμε στο στούντιο (κατά προτίμηση λίγο παραπάνω από «5’ πριν») έτοιμοι όχι απλά για μια παρουσίαση της θεματικής, αλλά για τη διατύπωση της θέσης μας, της άποψής μας. Ευτύχημα αποτελεί όταν στο chat του ραδιοφώνου ή στο e-mail μας αναπτυχθεί ο προαναφερόμενος διάλογος. Αφού τα είπαμε: το ραδιόφωνο είναι πάνω απ’ όλα επικοινωνία.
Μάθε πώς θα φτιάξεις ερασιτεχνικό web radio
Είναι γεγονός πως το στήσιμο ενός ραδιοφωνικού σταθμού, «παραδοσιακού- πειρατικού» μέχρι πρότινος ή διαδικτυακού, συνιστά μεγάλη πρόκληση.
Στις μέρες μας, συγκεκριμένα, συνιστά πρόκληση λόγω του υπέρογκου ποσού που απαιτείται από κάποιον για να μπορέσει να εγκαταστήσει έστω και τον πλέον απαραίτητο εξοπλισμό.
Ακριβώς πάνω στα συγκεκριμένα δεδομένα βασίστηκε η ιδέα ορισμένων ιστοσελίδων που προσφέρουν τη δυνατότητα σε ερασιτέχνες να εκπέμψουν μέσω αυτών, κάνοντας χρήση του ηλεκτρονικού τους υπολογιστή και ενός μικροφώνου.
Ενδεικτικά στην περίπτωση της ιστοσελίδας http://www.listen2myradio.com/, όπως μπορείτε εύκολα να διαπιστώσετε δίνεται η δυνατότητα να εκπέμψει κανείς διαδικτυακά, μέσω μιας απλής εγγραφής με e-mail.
Discussion about this post