Δεν τον/την γνώρισα προσωπικά.
Όταν έμαθα τα της -από κάτω και αυτονόητα- μετονομασμένης Γλάδστωνος [κανείς δεν τους ζήτησε καμία έγκριση, τι ανεπαρκείς ηλίθιοι], σοκαρίστηκα, εξοργίστηκα, σιχάθηκα.
Αυτή την [και] γαμημένα φοβική με τόσους τρόπους χώρα, πόλη. Την πόλη μου. Εμάς δηλαδή.
Πέρυσι είμαστε στην δράση με την Ι.Κ.Ζ. και τη Β.. Ήταν κατ’ εξαίρεση μη γραφικά, συλλογικά, θλιμμένα, αληθινά άρα με έναν τρόπο και όμορφα. Το ένιωσε, το είδε και [θα] το έχει μαζί της.
Πολύς, πολύχρωμος και ετερόκλητος κόσμος που αρνήθηκε με την παρουσία του να ξεχάσει, να συνηθίσει, να συμβιβαστεί.
Ο Π. (στενός του/της φίλος) ευχαρίστησε την Ι.Κ.Ζ. (ετών 11) που ήρθε [ήταν βέβαια αποκλειστικά δική της απόφαση]. Αν και βαθιά ευγενές, αυτό το ευχαριστώ θα έπρεπε να ήταν [κυρίως] αντίφορο.
Μάλλον [και] γι αυτό γράφω τώρα, για να αποκαταστήσω αυτή την ασυνέχεια.
Φέτος η Ι.Κ.Ζ. δεν μπορούσε να έρθει. Δεν είναι στη χώρα ούτε θα είναι για καιρό γαμώτο. Διπλή μαύρη επέτειος [με αρκετό γκλίτερ]. Εγώ, αν και μου ήταν πολύ δύσκολο, ξαναπήγα.
Γιατί ήμουν και θα παραμείνω [από άλλη κατεύθυνση] στην οδό του/της. Αυτή της απουσίας και του συνεχή [παρά τις απανωτές ήττες] αγώνα, για το δίκαιο, το ανοιχτό και το όμορφο. Αυτή τη δύσκολη, την αγκαθωτή, την αν-άγια [ποιά δεν είναι τέτοια άλλωστε;]. Απέναντι σε δαίμονες αλλά και [κυρίως] σε θεούς .
Και ας αισθάνομαι ώρες ώρες εδώ, σαν χάμστερ σε τροχό. Καλήτερα.
Εύχομαι λοιπόν [προς εαυτόν και όποιον τρίτο]: να νιώθεις βαθιά [άρα και να πονάς βαθιά] να μην ξεχνάς, και να μη σταματήσεις επ ουδενί να εξοργίζεσαι ούτε να προσπαθείς.
Σας ευχαριστώ Ζak/ Zackie & Π. και συγνώμη [που δεν έκανα περισσότερα].
sweet child o’mine.
Ζήτω η Madonna.