Με ανυπομονησία για άλλη μία όμορφη δουλειά στο Ολύμπια, σας μεταφέρουμε όσα μας είπαν οι ερμηνευτές του μουσικού θρίλερ «Σουίνι Τόντ: Ο Δαιμόνιος Κουρέας της Fleet Street», λίγες μέρες πριν από την πρεμιέρα της παράστασης. Μιλήσαμε λοιπόν, για το διάσημο αυτό έργο (σε μουσική και στίχους του Stephen Sondheim και κείμενο του Hugh Wheeler) με τον Χάρη Ανδριανό, που ερμηνεύει τον Sweeny Todd, και με τη Σία Κοσκινά, που ερμηνεύει την κυρία Λάβετ.
Πώς βλέπετε τον χαρακτήρα του Σουίνι Τοντ; Πιστεύετε ότι οι θεατές τον συμπονούν; Τον συμπαθούν;
Χάρης Ανδριανός: Όταν ακούς την ιστορία, βεβαίως καταλαβαίνεις πως πρόκειται περί θύματος. Έχει υποστεί μια φρικτή αδικία, σε μια εποχή που δεν υπάρχει δικαιοσύνη, που υπάρχει εξαθλίωση, καταχρήσεις, ταξικές διαφορές, φτώχεια εγκληματικότητα κι αρρώστιες. Όλα υπάρχουν. Βλέπεις πως διαλύεται μια οικογένεια κι έναν άνθρωπο που δραπετεύει για να επιστρέψει στην οικογένειά του κι όχι για να γίνει δολοφόνος· επιστρέφει για να πάρει εκδίκηση, για να μάθει τι έγινε. Και μαθαίνει την πραγματική κατάσταση, ότι η γυναίκα του βιάστηκε και σκοτώθηκε και την κόρη του την έχουν κλέψει. Η τρέλα έρχεται στο epiphany και εκεί που είναι κοντά στο να σκοτώσει τον δικαστή και να πάρει την κόρη του, του φεύγει ο δικαστής και άρα τρελαίνεται. Δεν μπορεί να μη χάσει τα λογικά του γιατί ξέρει πως δεν υπάρχει επιστροφή, δεν θα μπορέσει να τα καταφέρει και χάνει κάθε έλεγχο. Και εμείς μαζί του παρακολουθούμε αυτήν την τρέλα, αλλά δεν μπορούμε να πούμε πως είμαστε μαζί του και το φροντίζει τόσο πολύ μετά ο Sondheim με το ντουέτο που έρχεται και με το πως προχωράει το έργο, που επιστρέφουμε με το να συμπάσχουμε και να κατανοούμε χωρίς να δικαιολογούμε, αλλά να βλέπουμε όλες αυτές τις βιαιότητες και ότι δεν θα μπορούσε να συμβεί διαφορετικά. Δεν μπορεί να υπάρξει αίσιο τέλος.
Μακάρι να ζούσαμε σε μια κοινωνία που να υπάρχει δικαιοσύνη, ελευθερία, ισότητα και όλα τα ωραία και να μην υπάρχουν διαφορές. Αλλά εκεί δεν υπήρχε τίποτα απ’ όλα αυτά. Και δεν ξέρω αν υπάρχει γενικότερα. Είναι κάτι που πρέπει να το σκεφτούμε όλοι, το πως είναι οι εποχές και τι θέλει να πει αυτό το παραμύθι, που μοιάζει μακρινό.
Το έργο δείχνει εκ πρώτης να έχει ως θέμα την εκδίκηση. Ποια άλλα θέματα θίγονται και ποιο πιστεύετε ότι είναι εν τέλει αυτό που μένει περισσότερο ως απόσταγμα στον θεατή;
Ναι, η εκδίκηση φαίνεται στην ιστορία του Σουίνι. Αναλαμβάνει ο ίδιος να αποδώσει τη δικαιοσύνη, να πάρει την εκδίκηση και να ξαναβρεί την οικογένειά του. Παράλληλες ιστορίες υπάρχουν πολλές και όλοι έχουν την αγωνία τους και τη διαδρομή τους. Όμως, νομίζω, ότι αυτό που έρχεται τόσο κομψά στο τέλος της 1ης πράξης και το λέει τόσο ξεκάθαρα ο Σουίνι –σχεδόν φεύγοντας από την εποχή του και κάνοντας μια σκηνή μιούζικ χολ, σαν ένας άλλος Τσάπλιν– είναι το «Ωραία, έχουμε ένα πτώμα. Τι θα το κάνουμε;» Του προτείνει η Λάβετ να το μαγειρέψουν -άρα περνάει ένα μαύρο χιούμορ κανιβαλισμού. Όμως, λέει, «μην αστειεύεσαι! Αυτό είναι: ποιος είναι ο ήχος του κόσμου; Αυτός ο τραγανιστός ήχος από παντού; Ο άνθρωπος που τρώει άνθρωπο και εμείς δεν θα το αρνηθούμε αυτό. Και εμείς δεν θα το αρνηθούμε αυτό.» Οπότε, θέλετε να είστε ανθρωποφάγοι; Πάμε να κανιβαλίσουμε όλοι μαζί. Και όχι μόνο θα κανιβαλίσουμε, αλλά θα βγάλουμε και πάρα πολλά λεφτά. Και αυτό θέλετε και αυτό θα έχετε, γιατί είμαστε και άριστοι μάγειρες και θα το κάνουμε επιχείρηση καταπληκτική. Και όντως η 2η πράξη ξεκινά με το να έχουν πλουτίσει και να υπάρχει τρομακτική πελατεία, αλλά ο ίδιος ο Σουίνι είναι δυστυχισμένος. Η Λάβετ παίρνει άλλη διαδρομή. Ήθελε να είναι με έναν άνθρωπο, να έχει μία επιχείρηση, να βγάλει χρήματα και να πάει σε ένα νησάκι, να ζήσει δίπλα στη θάλασσα. Με αυτό είναι χαρούμενη. Δεν φαίνεται να έχει και πάρα πολλές ενοχές με το πως ζει. Ο Σουίνι, από την άλλη, διαρκώς έχει αυτό το σκοτάδι και τη μανία εκδίκησης –δεν μπορεί να το χαρεί– δεν σκέφτεται «Πολύ ωραία τα καταφέραμε, δεν πειράζει, ας μην σκοτώσω τον δικαστή, γιατί έχω την επιχείρησή μου και περνάω πάρα πολύ καλά». Όχι, παραμένει πάρα πολύ προσηλωμένος στο στόχο του και αυτό που θέλει είναι να πάρει την εκδίκησή του και το καταφέρνει και στο τέλος όσοι είναι στο δρόμο του, ακόμα και η Λάβετ που είναι συνεργός του σε όλο αυτό, βγαίνουν από τη μέση. Δεν συνδέεται, γιατί δεν έχει καταλάβει ακόμα τι σχέση έχει με την Λάβετ, αν έχουν περάσει σε μια ερωτική σχέση, αν είναι ζευγάρι, πόσο την χρησιμοποιεί ή πόσο τον χρησιμοποιεί. Για την ίδια είναι ξεκάθαρο –γιατί ήταν από πάντα ερωτευμένη μαζί του, πριν τον καταδικάσουν– και χαίρεται με τη νέα της ζωή. Εκεί αλλάζει και στην σκηνή, και είναι ωραίο το πως την έχει αλλάξει και ο Γιώργος με άλλη εμφάνιση, άλλα ρούχα. Όμως ο Σουίνι είναι ο ίδιος, όπως τον βλέπουμε. Άρα, αυτή χαίρεται με τη νέα ζωή αλλά εκείνος όχι. Νομίζω είναι το θέμα του έργου αυτό: η ανθρωποφαγία και η τοξικότητα, ο κανιβαλισμός, η αδιαφορία. Αλλά φωτίζεται τόσο ωραία, με τόσο ωραίες δόσεις, με τις παράλληλες ιστορίες, με τα δράματα, με τη χαρά, με το happy end της Τζοάνας με τον Άντονι.
Υπάρχουν ιστορίες, έχει ατμόσφαιρα, είναι καλοφτιαγμένο και τόσο ωραίο μουσικά, που αξίζει να έρθει κάποιος να το δει και να συνειδητοποιήσει πράγματα και να πάρει και ένα υλικό κι αυτός, όπως όλοι μας και να δει τι μπορεί να το κάνει. Άρα ναι, πιστεύω ότι είναι ένα αριστούργημα, όπως είναι οι όπερες του Μότσαρτ και του Βέρντι και κυρίως η αγάπη και το πάθος για την ιστορία και την αλήθεια και την σύνδεση που μπορεί κανείς να έχει με αυτές τις ιστορίες.
Τι απολαύσατε περισσότερο από τη διαδικασία των προβών και της προετοιμασίας;
Ερχόμουν σε αυτές τις πρόβες έχοντας ήδη τον απόηχο του προηγούμενου ανεβάσματος, της επιτυχίας, της ανταπόκρισης και της χαράς και ερχόμουν διπλά χαρούμενος, γιατί μπορούσα να ξανασυναντηθώ με αυτό το υλικό και να επιστρέψω στο Ολύμπια, που είναι το σπίτι μου ή τουλάχιστον έχω τραγουδήσει τόσο πολύ εδώ. Άρα, ήμουν ενθουσιασμένος έτσι και αλλιώς. Με γοήτευσε το να βρω και να δοκιμάσω νέα πράγματα, το ότι θα συναντήσω νέο κόσμο, νέα διανομή και αυτό έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον -δεν είναι πάντα εύκολο, γιατί όταν αναβιώνεις κάτι, κάποια πράγματα ήδη έχουν φτάσει κάπου από την προηγούμενη φορά. Άρα για όλους υπήρχε μια δυσκολία στο να προλάβουμε να γνωριστούμε και να κατακτήσουμε το υλικό μας και να μπορέσουμε να εξελιχθούμε ταυτόχρονα.
Με γοήτευσε όλη η διαδικασία της πρόβας, γιατί είναι η στιγμή της δημιουργίας, η στιγμή που ανακαλύπτεις, η στιγμή που προτείνεις, η στιγμή που μαθαίνεις, η στιγμή που μοιράζεσαι, η στιγμή που γίνεσαι μια ομάδα και αυτό το έργο είναι ομαδικό. Υπάρχει ένας χορός, είμαστε διαρκώς μαζί και λέμε την ίδια ιστορία, άρα όσο και αν δοκιμάζεις στο σπίτι σου, αν δεν μπεις στην πρόβα και δεν βρεθείς με τους υπόλοιπους, δεν προχωράς να κατακτήσεις τις επόμενες πίστες και να καταλάβεις που μπορείς να πας και που μπορείς να φτάσεις. Έφευγα από την πρόβα και περίμενα να πάω στην επόμενη με μεγάλη χαρά. Με εξαιρετικούς συνεργάτες, με δύο μαέστρους. Όλοι οι καινούριοι άνθρωποι που ήρθαν έφεραν τη δική τους χαρά, τέχνη, προσωπικότητα, ενέργεια και έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον για εμάς, τους πιο παλιούς, το έργο αυτό να το μοιραζόμαστε και είτε να δώσουμε εμείς τη δική μας χαρά και το δικό μας κούρδισμα ως οι άνθρωποι που είχαν κάνει μία διαδρομή και είχαμε να προτείνουμε ή να σκεφτούμε και στην πορεία να δούμε και τι προσφέρουν και οι άλλοι. Και αυτό έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον.
Ποια στοιχεία του χαρακτήρα σάς κίνησαν περισσότερο το ενδιαφέρον;
Σία Κοσκινά: Τα στοιχεία που πραγματικά μου προξένησαν το ενδιαφέρον δεν ήταν τα χαρακτηριστικά που ανακαλύπτει κάνεις στην πρώτη ανάγνωση της κυρίας Λάβετ, δηλαδή μιας πανούργας και αδίστακτης γυναίκας, που δε δείχνει έλεος μπροστά στο συμφέρον της και που δεν υπολογίζει την ανθρώπινη ζωή, προκειμένου να πετύχει το στόχο της! Αυτό που προσπαθώ να αναδείξω μέσα από την ερμηνεία μου, είναι η μοναξιά, τα τραύματα, οι συναισθηματικές αναπηρίες της, που «αιτιολογούν», κατά κάποιον τρόπο τα κίνητρα της, που δεν είναι άλλα, από την ανάγκη της ν’ αγαπήσει και ν’ αγαπηθεί, να ονειρευτεί και να ζήσει έξω από τη φτώχεια και το μόχθο της καθημερινής επιβίωσης. Είναι τόσο ενθουσιασμένη για την νέα «Sweeney Todd – ευκαιρία» που έρχεται στη ζωή της που θα την υπερασπιστεί, με ένα αρρωστημένο πάθος και χωρίς όρια…
Κάτι που μάθατε με αφορμή τη συγκεκριμένη παράσταση; Κάποιο νέο εργαλείο που πιστεύετε ότι θα κρατήσετε από τη συγκεκριμένη συνεργασία και στις επόμενες δουλειές σας;
Από κάθε νέα συνεργασία μόνο να κερδίσεις έχεις και να «πλουτίσεις» ακόμα περισσότερο, πόσο μάλλον όταν συνεργάζεσαι με τον κορυφαίο Αρχιμουσικό Γιώργο Πέτρου, που εδώ, εκτός από την Διεύθυνση της Συμφωνικής Ορχήστρας Του Δήμου Αθηναίων, υπογράφει και μια συναρπαστική σκηνοθεσία, καθώς και μια συγκινητικά εύστοχη μετάφραση! Έχει δημιουργήσει έναν μοναδικό θίασο, από δυνατούς ερμηνευτές όπως ο Χ. Ανδριανός, στον ομώνυμο ρόλο, η Μ. Μαργαρίτη, η Β. Ζαχαροπούλου, Μπ. Βελισσάριος, ο Γ. Φίλλιας, οι Γ. Σελιτσανιώτης, ο Δημ. Ναλμπάντης, και μας φροντίζει παραχωρώντας μας τους σοφά επιλεγμένους συνεργάτες του. Η εμπειρία Sweeney Todd είναι ένα masterclass για κάθε θεατή που θα το παρακολουθήσει, όχι μόνο για τον συνολικό τρόπο δημιουργίας μιας παράστασης με σοβαρές δομές, αλλά και για τη βαθιά ανάλυση της δραματουργίας του «Σαίξπηρ του Μιούζικαλ» Stephen Sondheim, που δεν μπορείς παρά να θαυμάσεις, σε κάθε λέξη και σε κάθε νότα.
Πιστεύετε ότι υπάρχουν «Κυρίες Λάβετ» σήμερα;
Θεωρώ ότι όλες οι γυναίκες είμαστε λίγο «Λάβετ», όταν μια κατάσταση το απαιτεί. Σε περιπτώσεις δηλαδή που απειλούνται οι αγαπημένοι μας άνθρωποι, η αξιοπρέπειά μας, οι κόποι μιας ζωής ή τα κεκτημένα μας. Φυσικά δεν εννοώ σε αυτόν τον ακραίο βαθμό, όμως, πάντα, μπροστά στην απειλή, αγωνιζόμαστε να διασώσουμε αυτά που αγαπάμε και βάζουμε το μυαλό μας να δουλέψει. Για να φέρουμε ισορροπία σε μια κατάσταση ή για να κερδίσουμε χρόνο, συχνά αυτοσαρκαζόμαστε, όπως κι εκείνη ή «κουκουλώνουμε» μια στενάχωρη συνθήκη, με χιούμορ και χαριτωμένα τεχνάσματα.
Ποια είναι η αγαπημένη σας στιγμή στο έργο;
Είναι πολλές, αφού πρόκειται για ένα έργο αριστουργηματικό, αλλά θα πω, το φινάλε της κυρίας Λάβετ, όπου ομολογεί τον έρωτα της για τον Τοντ και που το σατανικό της σχέδιο, να τον κάνει δικό της, καταρρέει. Η μουσική είναι μεγαλειώδης και «καίει» ακριβώς όπως η φωτιά, που λυτρώνει τη Λάβετ από την κακή της μοίρα και εξαγνίζει το κακό.