Όταν επέστρεψα στην αγαπημένη μου Κυψέλη, δεν ήξερα ότι μοιράζομαι την ίδια πολυκατοικία με την Τζούλι Τσόλκα, που καθημερινά την έβλεπα στην τηλεόραση, στο επιτυχημένο «Μπρούσκο». Το ανακάλυψα σχετικά πρόσφατα και επειδή τα λέγαμε στο ασανσέρ, της ζήτησα να τα «πούμε» και επίσημα.
Η Τζούλι είναι πανέμορφη, πολύ πιο όμορφη απ’ ότι δείχνει στην τηλεόραση, είναι ευγενική, έχει παιδεία, λατρεύει το θέατρο.
Είναι κλασική «θεατρίνα» και έχει κοπιάσει για να πετύχει στη δουλειά της, γιατί μεγάλωσε και γαλουχήθηκε μέσα στο θέατρο.
Οι γονείς της, ενώ δεν ασχολούνταν ποτέ με το θέατρο, την πήγαιναν από μικρή να βλέπει πολλές παραστάσεις.
Έτσι, ήξερε από παιδί ότι ήθελε να κάνει αυτό το πράγμα: να εκφράζεται καλλιτεχνικά πάνω σε μία σκηνή.
Έχει χιούμορ, γελάει δυνατά, μιλάει για τη δουλειά της και τα μάτια της λάμπουν, αποκαλεί την Κυψέλη «Κυψελάρα» όπως κι εγώ και μου μίλησε τόσο για τις παραστάσεις που παίζει, όσο και για το πολύπαθο επάγγελμα του ηθοποιού στις μέρες μας!
Ανάμεσα σε σοκολατάκια από τον Αη-Γιώργη, μέτρια εσπρεσάκια και ανέκδοτα για τον Τσακ Νόρρις τα είπαμε και παρακάτω σας παρουσιάζω την Τζούλι. Όχι της διπλανής πόρτας, αλλά του απάνω ορόφου!
Τζούλι, πώς αποφάσισες να γίνεις ηθοποιός;
Ήταν κάτι το οποίο ήθελα από 5 χρόνων. Από εκείνη την ηλικία, πήγαινα πολύ συχνά με τους γονείς μου στην Επίδαυρο να δω παραστάσεις. Κάπως έτσι, μου κόλλησε το μικρόβιο. Πηγαίναμε κάθε χρόνο και κάναμε κάμπινγκ στο Ναύπλιο. Κάθε Παρασκευή, Σάββατο φεύγαμε και πηγαίναμε εκεί. Και επειδή οι γονείς μου είναι λάτρεις του θεάτρου, μας παίρνανε μαζί και εμένα και την αδερφή μου.
Τώρα εσύ εξακολουθείς να πηγαίνεις;
Έχω να πάω κάποια χρόνια, λόγω και της απουσίας μου στην Κύπρο και μου λείπει αυτή η διαδικασία. Θέλω πολύ να ξεκινήσω πάλι να πηγαίνω. Πράγματι είναι πάρα πολύ ωραία- σαν εκδρομή. Να πας δύο ώρες μακριά από την Αθήνα, δεν είναι τίποτα. Απλά, πρέπει να βολεύουν και οι δουλειές.
Εσύ τα καλοκαίρια δουλεύεις συνήθως;
Ναι, πηγαίνω περιοδείες. Ανάλογα τι προκύπτει. Είμαι στη γύρα! Δεν δουλεύω κάθε καλοκαίρι, αλλά όποτε προκύψει κάτι ωραίο, το κάνω με χαρά.
Εσύ τώρα, μεταξύ άλλων, βρίσκεσαι στο «Αγγέλων Βήμα», πρωταγωνιστώντας στην παράσταση “La Ronde”.
Ακριβώς. Πρόκειται για ένα έργο γραμμένο το 1897 από τον Άρθουρ Σνίτσλερ, το οποίο στην εποχή του είχε απαγορευθεί. Μιλά για τις προσωπικές σεξουαλικές σχέσεις, φωτίζοντάς τες, μέσα από ένα πρίσμα υποκριτικής σοβαροφάνειας. Άνετα ανταποκρίνεται στο σήμερα. Δεν μπορώ να πω ότι ανταποκρίνεται απόλυτα στις σεξουαλικές σχέσεις όπως τις βιώνουμε σήμερα, γιατί πλέον οι κοινωνίες είναι πολύ πιο ελεύθερες σε αυτό το κομμάτι. Απλά βλέπεις ότι ο άνθρωπος -ανεξαρτήτως κοινωνίας, εποχής, συνθηκών- στον ερωτικό τομέα συμπεριφέρεται με τον ίδιο τρόπο.
Από όσο ξέρω λοιπόν σε αυτό το έργο γίνεται ένα «Γαϊτανάκι», όπου ουσιαστικά «ανταλλάσσονται» οι σύντροφοι. Αν θυμάμαι καλά, ξεκινάει με μία υπηρέτρια που έχει σεξουαλικές σχέσεις με ένα φαντάρο και μετά, βλέπουμε το φαντάρο να έχει σεξουαλικές σχέσεις με κάποια άλλη και ούτω καθεξής. Οπότε, όντας δυο άτομα, με τον παρτενέρ σου Αποστόλη Ψαρρό, αλλάζετε συνέχεια ρόλους.
Στο δικό μας ανέβασμα, από τις δέκα ιστορίες του Σνίτσλερ έχουμε κρατήσει τις έξι. Οπότε ουσιαστικά, ξεκινάμε με τον νεαρό κόμη και τη σύζυγό του.
Έχουμε πειράξει λίγο τους ρόλους και το κείμενο, έχουμε δώσει μία τρομερά χιουμοριστική νότα σε όλο το έργο και στους χαρακτήρες, γιατί πιστεύουμε ακράδαντα ότι κάποια μηνύματα, τα περνάς ευκολότερα μέσα από το χιούμορ και δεν προσβάλλεις κανέναν.
Οπότε έχουμε «τσιμπήσει» το κωμικό του στοιχείο αρκετά. Και ναι, αλλάζουμε συνέχεια ρόλους, πράγμα απαιτητικό, καθώς πρέπει να έχεις άλλη ενέργεια, πρέπει να γίνονται όλα με γρήγορους ρυθμούς. Δύσκολο, αλλά τρομερά ενδιαφέρον και θεωρώ ότι για να πετύχει πρέπει να έχεις τρομερή χημεία με τον συμπαίκτη σου. Και ευτυχώς με τον Αποστόλη, έχουμε πολύ καλή χημεία πάνω στη σκηνή.
Γνωρίζεστε από παλιά;
Όχι γνωριστήκαμε σε αυτή τη δουλειά, αλλά «ταίριαξαν τα χνώτα μας» που λένε. Ο Αποστόλης είναι και σκηνοθέτης και δουλέψαμε πολύ μόνοι μας, για να βρούμε ακριβώς εκείνα τα σημεία που θα αντιμετωπίσουμε το έργο με χιούμορ, χωρίς να το χλευάσουμε.
Η αρχή ήταν πολύ δύσκολη. Όταν βρήκαμε τη ροή μας, όλα ήταν πιο εύκολα. Πλέον, η παράσταση είναι για μένα κάθε φορά σαν ένα μικρό πάρτυ. Διασκεδάζω τόσο πολύ! Επί σκηνής, αλλάζουν όλα τόσο γρήγορα, οι ρόλοι, οι ιστορίες. Κι αυτό έχει τρομερό ενδιαφέρον όταν έχεις έναν τέτοιο συμπαίκτη.
Γιατί πας τη δουλειά πολύ παρακάτω, μαθαίνεις συνέχεια και αναλύεις περισσότερο το έργο. Έτσι, επικοινωνείς καλύτερα και με τους θεατές.
Οι θεατές γελάνε;
Οι θεατές –ευτυχώς- γελάνε. Κάποιοι, επειδή ξέρουν ότι το έργο και το έχουνε δει με ένα πιο ρεαλιστικό ανέβασμα, μπορεί λίγο στην αρχή να είναι πιο μαγκωμένοι. Μετά όμως αφήνονται. Καταλαβαίνουν και το δικό μας τρόπο, το πώς θέλουμε να εκφραστούμε μέσα από αυτό, οπότε εν τέλει, το διασκεδάζουν.
Με ποιο τρόπο δουλέψατε με τον Αποστόλη;
Είχαμε την τύχη να έχουμε έναν σκηνοθέτη, ο οποίος μας εμπιστεύτηκε από την πρώτη στιγμή. Μας έδωσε πολύ χώρο και μέσα από τρομερούς αυτοσχεδιασμούς με τον Αποστόλη και υπό την επίβλεψη του Θοδωρή Βουρνά και της Ανδρονίκης Αβδελιώτη, η οποία έκανε τη δραματουργική επεξεργασία, στήθηκε το έργο που βλέπουμε σήμερα.
Γνωρίζω ότι φέτος παίζεις και στο θέατρο Αλκμήνη.
Ναι, κάθε Κυριακή παίζουμε στο Αλκμήνη την παράσταση «Νούρα, ένα πένθιμο μπλουζ». Είναι ένα έργο που μιλάει για προσφυγές, για μετανάστες, για πολέμους στην Ελλάδα του 2018, αλλά και για ανθρώπους που έχουν τη ζωή τους και το σπίτι τους και τις σπουδές τους, τη μαμά τους, την οικογένειά τους.
Για ανθρώπους που ξεριζώνονται από τα σπίτια τους, που αναγκάζονται να ξεριζωθούν, ενώ δεν θέλουν. Πρόκειται για ένα κείμενο της Βάσιας Αργέντη, πρωτότυπο, σε σκηνοθεσία της ίδιας. Πραγματικά, υπάρχουν στιγμές, επειδή είναι πολύ σκληρό θέμα, που βλέπω μάτια δακρυσμένα και με συγκινεί.
Όχι γιατί τα βλέπω δακρυσμένα, αλλά γιατί κατάφερα εγώ να τους μεταδώσω κάτι. Εκεί έχω το ρόλο της Σύριας προσφυγά. Ένας επίσης απαιτητικός ρόλο, γιατί δεν έχω καμία σχέση ούτε με τη θρησκεία της ούτε με την κατάσταση που βιώνει.
Εσύ πως δουλεύεις τους ρόλους σου;
Τους «κουβαλάω» συνέχεια τους ρόλους μου. Στα ψώνια μου, στην βόλτα μου, την στιγμή που θα πάω στο θέατρο, όταν περπατάω το πρωί, όταν ξυπνάω, το βράδυ που κοιμάμαι. Είναι λίγο παρανοϊκό αυτό, αλλά δεν μπορώ αλλιώς, αυτόν τον τρόπο έμαθα στη σχολή Βεάκη.
Τι ρόλο έχεις όνειρο να παίξεις κάποια στιγμή;
Το ρόλο της Κασσάνδρας. Είτε από Αισχύλο είτε από Ευριπίδη. Είναι μεγάλος ρόλος για μένα και έχει πολύ ψάξιμο. Επίσης, θέλω πολύ να κάνω έναν Αγγελιαφόρο. Αγαπώ τους αντρικούς ρόλους και σε τέτοια είδη θεάτρου, πιστεύω ότι μπορεί να γίνει. Δεν έχει σημασία η εμφάνισή σου. Σημασία έχουν άλλα πράγματα. Η φωνή, η ερμηνεία, το σώμα κλπ.
Τι είναι το θέατρο για σένα;
Ο φυσικός μου χώρος, το καταφύγιο μου, το βάσανο μου. Το θέατρο είναι το ομορφότερο είδος τέχνης. Έχει και πίκρες, αλλά είναι μία μεγάλη ευλογία.
Σπούδασες κάτι άλλο ή ασχολήθηκες απευθείας μετά το σχολείο με το θέατρο;
Απευθείας θέατρο. Δεν με ενδιέφερε τίποτα άλλο. Ήξερα από 5 χρονών ότι θέλω να γίνω ηθοποιός. Ήμουνα στη θεατρική ομάδα του σχολείου μου, στο Αρσάκειο, με το που τελείωσα το σχολείο, μπήκα στη δραματική σχολή. Ήμουν ταγμένη από μικρή.
Ποια ήταν η πρώτη σου δουλειά;
«‘Ονειρο καλοκαιρινής νύχτας» του Σαίξπηρ, στο Εθνικό Θέατρο. Το ανεβάσαμε σε μορφή musical, σε σκηνοθεσία Γιάννη Ιορδανίδη, μουσική τυο Αμερικανού Κρις Κουκλ. 22 χρονών ήμουν.
Για 3 χρόνια, είχες το ρόλο της «Βασιλικής» στην τηλεοπτική καθημερινή σειρά «Μπρούσκο». Η τηλεόραση πως προέκυψε; Την έψαχνες;
Δεν την έψαχνα την τηλεόραση. Ειδικά τα πρώτα χρόνια τη φοβόμουνα πολύ. Δεν ξέρω γιατί ακριβώς. Σίγουρα ως ένα βαθμό για την έκθεση που σου δίνει και ίσως δεν ήμουνα και έτοιμη. Η τηλεόρασή μου προέκυπτε πάντα, δεν τη κυνηγούσα.
Πριν από το Μπρούσκο ας πούμε, ήμουν στο «Λάκη το γλυκούλη» και πήρα μεγάλη εμπειρία και μαθήματα. Εκεί ήταν και ο πρώτος μου πρωταγωνιστικός ρόλος. Τα υπόλοιπα ήταν απλώς συμμετοχές. Έτσι, πήγα πολύ αργά με την τηλεόραση. Ένιωθα πιο δυνατή, «ανεβαίνοντας» με μικρότερους ρόλους.
Σε αναγνωρίζουν ακόμη στο δρόμο;
Δύο χρόνια μετά, ακόμη με φωνάζουν Βασιλική! Έχω χάσει κιλά, έχω αλλάξει μαλλιά, αλλά είναι τόσο δυνατή η εικόνα της Βασιλικής, που στο δρόμο με λένε Βασιλικούλα! Είναι ωραίο! Γιατί βλέπεις πόσο πολύ σε αγάπησε ο κόσμος μέσα από το ρόλο. Και για να σε αγαπήσει τόσο και να ταυτιστεί, μάλλον κάτι έκανα καλά. Σαφώς με ευχαριστεί, σαφώς και κάνω χαβαλέ με τον κόσμο.
Πως ήταν στην Κύπρο που αναγκάστηκες να ζήσεις για αρκετό καιρό;
Για μένα, δύσκολα. Ήμουνα ένα παιδί που μέχρι να φύγει για την Κύπρο δεν είχε φύγει ποτέ από το σπίτι του. Γεννήθηκα στην Αθήνα, μεγάλωσα στην Αθήνα, σπούδασα και δούλευα σερί μέχρι το 2010 που έφυγα για την Κύπρο. Έμεινα συνολικά 7 χρόνια.
Ήμουνα δύο χρονιές στον ΘΟΚ, μία χρονιά στο Ελεύθερο Θέατρο και μετά προέκυψε το Μπρούσκο. Αρχικά, δηλαδή, στην Κύπρο, είχα πάει καθαρά για θέατρο. Είχα ακούσει ότι κάνει ακρόαση ο ΘΟΚ και είπα “θα το ρισκάρω”.
Μου έχει αποδείξει η ζωή ότι όσες φορές παίρνω ρίσκα με θάρρος μου βγαίνουν, ανταμείβομαι. Σκέφτηκα ότι δεν έχω να χάσω τίποτα, θα πάω και το πολύ-πολύ να γυρίσω πίσω βρε αδερφέ. Όμως να που έκανα πολύ ωραίες δουλειές.
Ποια θεωρείς ότι είναι η διαφορά μεταξύ θεάτρου και τηλεόρασης ως προς το υποκριτικό κομμάτι;
Θεωρώ ότι η τηλεόραση και ο κινηματογράφος είναι άλλου «είδους» υποκριτική. Στο θέατρο χρειάζεται να έχεις μία πολύ δυνατή φωνή και ακόμη και τον ψίθυρο να ξέρεις να τον στηρίζεις. Χρειάζεται τα εκφραστικά σου μέσα να είναι σε εγρήγορση, το ίδιο και η κίνηση του σώματος. Όλα αυτά «μικραίνουν» μπροστά στην κάμερα, γιατί είναι διαφορετικός ο τρόπος αντιμετώπισης. Έχεις ένα κοντινό, οπότε είναι σαν ο θεατής να σε βλέπει όπως μιλάμε εμείς τώρα μεταξύ μας.
Θέατρο ή τηλεόραση;
Την τηλεόραση την αγάπησα. Έμαθα και τα τεχνικά κομμάτια της, τα οποία δεν τα γνώριζα και αισθάνομαι πλέον μεγαλύτερη άνεση. Λατρεύω όμως το θέατρο, γιατί αυτό έμαθα να κάνω.
Είμαι μες στο θέατρο από τα 13 μου. Γαλουχήθηκα μέσα στο θέατρο και γι’ αυτό το αγαπώ. Ίσως και για αυτό το νιώθω, όπως σου είπα καταφύγιο και φυσικό μου χώρο.
Επίσης, μου αρέσει σαφώς όλη αυτή η επικοινωνία που δημιουργείται με το κοινό. Η παράσταση είναι ένα πράγμα που γεννιέται και πεθαίνει εκείνη τη στιγμή. Αυτό είναι υπέροχο. Το κοινό νιώθει το μήνυμα που θέλουμε να περάσουμε, καταλαβαίνουμε την αντίδραση του, μπορεί να δώσουμε έτσι και τροφή για σκέψη. Το θέατρο περιλαμβάνει όλες αυτές τις διαδικασίες.
Πως βλέπεις το μέλλον του επαγγέλματος του ηθοποιού στις μέρες μας;
Στην Ελλάδα; Γιατί είναι άλλο να είσαι ηθοποιός στην Ελλάδα και άλλο στον υπόλοιπο κόσμο!
Ναι, καταλαβαίνω τι εννοείς. Εννοώ στην Ελλάδα, που ανεβαίνουν τόσες παραστάσεις, για ένα περιορισμένο θεατρικό κοινό, με αποτέλεσμα οι ηθοποιοί να μην πληρώνονται καν τις περισσότερες φορές.
Ζοφερό. Φέτος, ανεβαίνουν 2011 παραστάσεις. Καταρχάς, θα ήθελα να σημειώσω ότι είναι λάθος να μην πληρώνονται οι ηθοποιοί. Οι ηθοποιοί είναι άνθρωποι που και αυτοί έχουν έξοδα! Κάνουμε αυτή τη δουλειά, σαφώς γιατί θέλουμε να εκφραστούμε καλλιτεχνικά, αλλά δεν δουλεύουμε για την ψυχή της μαμάς μας!
Δυστυχώς, είναι ένα επάγγελμα που δεν έχει ωράριο και το λέω αυτό, πιο πολύ για τον κόσμο που δεν το ξέρει. Δεν είναι μόνο οι δύο ώρες που πάμε στο θέατρο ή οι 10 ώρες σε ένα γύρισμα (που 10 ώρες δεν είναι λίγο να δουλέψει κάποιος).
Κάνουμε μία δουλειά που μας απασχολεί όλη την ημέρα. Πρέπει να πληρωνόμαστε. Όπως χρειάζεται χρήματα ο οποιοσδήποτε, έτσι χρειαζόμαστε κι εμείς. Και είναι λάθος οι ηθοποιοί να δεχόμαστε, προκειμένου να είμαστε πάνω σε μία σκηνή ή σε μία κάμερα μπροστά, να εργαζόμαστε τσάμπα. Αν το δεχόμαστε εμείς οι ίδιοι αυτό, τότε η ευθύνη βαραίνει εμάς.
Γιατί θεωρείς ότι ακόμα και σήμερα, εν έτη 2018, πολλοί δεν αναγνωρίζουν την προσφορά του θεάτρου στο κοινωνικό σύνολο;
Γιατί δεν έχει φροντίσει η ίδια η κοινωνία, το ίδιο το κράτος. Δεν δύναται να είμαστε η χώρα που γέννησε το θέατρο και να έχουμε τον πολιτισμό μας τόσο χαμηλά. Θεωρώ ότι είναι καθαρά κρατική η ευθύνη. Δεν με ενδιαφέρει ποια κυβέρνηση είναι πάνω. Θα έπρεπε να εξάγουμε πολιτισμό. Θεωρούμαστε από τους καλύτερους ηθοποιούς στον κόσμο οι Έλληνες ηθοποιοί. Και αυτό το λένε οι ξένοι, όχι εμείς. Παρόλ’ αυτά, ο πολιτισμός στην Ελλάδα είναι ο τελευταίος τροχός της αμάξης.
Θεωρείς ότι υπάρχει ακόμα απέναντι στο επάγγελμα του ηθοποιού αυτός ο «ρατσισμός» του τύπου ότι δεν πρόκειται για κανονικό επάγγελμα;
Προσωπικά, δεν έχω βιώσει τέτοιου τύπου ρατσισμό. Απλά, ο περισσότερος κόσμος έχει ταυτίσει το επάγγελμα με την τηλεόραση. Γιατί θεωρούν ότι για να είσαι ηθοποιός, πρέπει να παίζεις στην τηλεόραση. Δεν είναι μόνο αυτό ένας ηθοποιός. Η τηλεόραση είναι μέρος της δουλειάς μας. Πρόσφατα έμαθα ότι βγάλανε την θεατρολογία από τα σχολεία. Αν ισχύει αυτό είναι κρίμα. Στη Σουηδία π.χ. έβλεπα ότι στα σχολείο τους κάνουν πολύ περισσότερα μαθήματα που έχουν να κάνουν με τέχνες.
Το παιδικό θέατρο σου αρέσει;
Το λατρεύω. Γιατί τα παιδιά είναι το πιο δύσκολο κοινό. Το παιδί βαριέται εύκολα, θέλει καινούργια πράγματα και αν δεν έχεις τη σωστή ενέργεια για του κρατήσεις το ενδιαφέρον, το παιδί θα φύγει. Δεν έχει την κρίση του ενήλικα που θα πει «Ωχ, εντάξει δεν μου αρέσει, αλλά το πλήρωσα το εισιτήριο, ας κάτσω μιάμιση ώρα τώρα».
Το παιδί είναι αυθόρμητο και ειλικρινές. Επίσης, θεωρώ το παιδικό θέατρο ένα πολύ καλό είδος θεάτρου για να εξασκούνται οι ηθοποιοί φωνητικά, σωματικά, υποκριτικά. Είναι μεγάλο σχολείο το παιδικό θέατρο.
Σε ανησυχεί το γεγονός ότι έχουν αυξηθεί οι παιδικές παραστάσεις και ίσως αυτό να έχει αντίκτυπο στην ποιότητα;
Είναι πολύ σημαντική η ποιότητα, ειδικά στο παιδικό θέατρο, γιατί μέσα από την παράσταση του περνάμε και μηνύματα για τη ζωή. Από τη μία χαίρομαι που γίνονται τόσες παραστάσεις, γιατί φαίνεται ότι είμαστε ένας λαός με ανησυχίες, ένας λαός άκρως καλλιτεχνικός, έχουμε να πούμε πράγματα, θέλουμε να εκφραστούμε και για αυτό κάνουμε τόσες πολλές παραστάσεις.
Αυτό είναι τρομερά ελπιδοφόρο. Σίγουρα παροτρύνω να πηγαίνουν οι γονείς τα παιδιά στο θέατρο γενικώς. Τα παιδιά είναι έξυπνα, καταλαβαίνουν και όταν κάτι δεν είναι ποιοτικό, θα το απορρίψουν από μόνα τους.
Αν δεν ήσουν ηθοποιός, τι θα ήσουν;
Ψυχολόγος ή ψυχίατρος.
Εσύ έχεις κάνει ψυχοθεραπεία;
Πολλά χρόνια. Με βοήθησε πολύ, πάρα πολύ και με βοηθάει ακόμη. Μπορεί να σταματάω τις τακτικές επισκέψεις, αλλά προσπαθώ πάντα να έχω κατά νου ό,τι έχουμε πει και να πράττω αναλόγως.
Πώς το αποφάσισες;
Είχα θέματα και εγώ όπως όλοι οι άνθρωποι! Και ήθελα να βρω από πού πηγάζουν κάποια μπλοκαρίσματα που είχα. Κάποια τα έχω λύσει, κάποια άλλα όχι. Οπότε δουλεύω πολύ με τον εαυτό μου. Και στο συγκεκριμένο επάγγελμα, χρειάζεται να δουλεύεις με τον εαυτό σου πάρα πολύ.
Όχι απαραίτητα να κάνεις συνεδρίες, αλλά να κάνεις τον απολογισμό σου και να δουλεύεις με τον εαυτό σου και να γίνεσαι καλύτερος. Έχουμε μεγάλη ευθύνη εμείς οι καλλιτέχνες. Μιλάμε για ζητήματα, τα οποία σε μία απλή κουβέντα καθημερινή στο σπίτι , σε μία παρέα μπορεί να μην τα συζητήσουμε ποτέ. Σαφώς και πρέπει να δουλεύουμε τον εαυτό μας, να βλέπουμε τα λάθη μας, τα καλά μας και να διορθωνόμαστε.
Discussion about this post