Πανηγύρι ονομάζεται μια εορταστική εκδήλωση που γίνεται κυρίως εκτός μεγάλων πόλεων, στην επαρχία αλλά και σε μερικές περιοχές στην επαρχία Αττικής, είτε για θρησκευτικούς, είτε για εμπορικούς σκοπούς, είτε απλά για πολιτιστικούς λόγους. Αλλά το πανηγύρι ανήκει στις σημασίες εκείνες, στις έννοιες αυτές που πρέπει να βιώσεις πρώτα για να κατανοήσεις και, στη συνέχεια, να αποπειραθείς να ορίσεις.
Τρεις γρήγορες σκέψεις: τα πανηγύρια έχουν γίνει cool ξανά, τα πανηγύρια κάθε τόπου διαφέρουν άρδην μεταξύ τους, τα πανηγύρια δεν είναι για όλους. Α, και μια τέταρτη. Η φράση ότι κάποιος «είναι για τα πανηγύρια», ας ξεπεραστεί πλέον. Τα πανηγύρια είναι πράγμα σοβαρό, ό,τι απέμεινε από τον Διόνυσο σε μια Ελλάδα που κυριαρχούν απόγονοι του Πενθέα, σε πολιτικό και αισθητικό επίπεδο. Έχουν ιστορία και είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής παράδοσης.
Από τον 7ο αιώνα π.Χ., ο αρχαίος λυρικός ποιητής Αρχίλοχος από την Πάρο χρησιμοποιεί τη λέξη «πανήγυρις»: “Δήμητρος ἁγνῆς καὶ Κόρης τὴν πανήγυριν σέβων”. Αυτό το έθιμο των αρχαίων Ελλήνων να μαζεύονται για να γιορτάσουν τους θεούς τους συνεχίστηκε και όταν οι θεοί έγιναν ένας, πέρασε στη χριστιανοσύνη, αποτελώντας ένα δυνατό κύτταρο της κοινότητας.
Οι άνθρωποι, ομόψυχα και ομαδικά, χύνονταν στο γλέντι και στο χορό, ξεχνώντας για λίγο τις διαφορές τους ή τα προβλήματα, για να απολαύσουν το συναίσθημα του «ανήκειν» και να τιμήσουν τον τόπο τους, τρώγοντας ντόπια εδέσματα και χορεύοντας με την παραδοσιακή μουσική. Μέθεξη. Αντάμωμα. Χαροκόπι. Αλλά και μια τονωτική ένεση για την τοπική οικονομία.
«Τα πανηγύρια χωρίζονταν, παλιά, σε τρία σκέλη: πρώτο το θρησκευτικό, με λειτουργία στην εκκλησία και λιτάνευση της εικόνας, δεύτερο το ψυχαγωγικό, με όργανα, μουσική και χορό και τρίτο το οικονομικό, καθώς στήνονταν υπαίθρια παζάρια», σύμφωνα με τον καθηγητή Λαογραφίας του Τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, Μανόλη Βαρβούνη. Ο τελευταίος σημειώνει και το εξής σημαντικό: «Ήταν ακόμη μία ευκαιρία για τα δύο φύλα να επικοινωνήσουν μεταξύ τους, να γίνουν συνοικέσια που τις περισσότερες φορές οδηγούσαν σε γάμους».
Τα πανηγύρια, στις μέρες μας, μπολιάζονται από «νέο αίμα»: τουρίστες, επισκέπτες κάθε ηλικίας από άλλες πόλεις και χωριά, που έρχονται για να συμμετάσχουν στη χαρά και τη γιορτή, να «μπουν στο χορό», στο μεγάλο κύκλο που μοιάζει ‒και είναι‒ σύμβολο αλληλεγγύης. Όλοι μαζί, ενωμένοι οι άνθρωποι τα καταφέρνουν καλύτερα και το πανηγύρι, ως θεσμός, το υπενθυμίζει αυτό με τον πιο διασκεδαστικό και αισθησιακό τρόπο.
Και αν η κατάνυξη των παλιών πανηγυριών έχει αντικατασταθεί, σε κάποιες περιπτώσεις, από κακής ποιότητας ήχο, «αρπαχτή» και βαβούρα, το πανηγύρι της σημερινής εποχής έχει λόγο ύπαρξης, διατήρησης και συνέχισης.
- Τα χαρακτηριστικά ενός αυθεντικού πανηγυριού είναι τα εξής: υπαίθριος χώρος, φαγητό, δημοτικά τραγούδια, παραδοσιακοί χοροί. Συχνά, πωλείται και κάτι, κάπου υπάρχουν δηλαδή πάγκοι με αντικείμενα, ρούχα, παιχνίδια.
- Τα πανηγύρια ξεκίνησαν να οργανώνονται στους περιβόλους ξωκλησιών, όπου μετά τη λειτουργία για τους Αγίους, ψήνονταν κρέατα (κυρίως αρνί) και άρχιζαν τα όργανα και ο χορός.
- Το πανηγύρι προκύπτει από την πανήγυριν (πανήγυρις = πᾶς + ἄγυρις, που θα πει μια γενική συγκέντρωση, συνέλευση).
- Υπάρχει εφαρμογή που μπορεί κανείς να κατεβάσει στο κινητό του (e-panigiria) και να βρει τι πανηγύρι συμβαίνει πού ανά την Ελλάδα.
- Τα πανηγύρια της Ικαρίας διοργανώνονται όλον τον χρόνο, όχι μόνο το καλοκαίρι, και μπορεί να να υπάρχουν και 10 πανηγύρια ταυτόχρονα σε διαφορετικά χωριά.Δεν θεωρούνται τυχαία τα πιο θρυλικά πανηγύρια της Ελλάδας.
- Πανηγύρια υπάρχουν, από πολύ παλιά, και στην Αίγυπτο, την Κίνα, την Ιαπωνία, αλλά και στην Ευρώπη και φυσικά στα Βαλκάνια. Μπορεί να έχουν αρκετές διαφορές με τα ελληνικά, αλλά οι πασιφανείς ομοιότητες είναι σημαντικότερες.
- Στα πανηγύρια της υπαίθρου βασιλεύει το κλαρίνο, που κατέφθασε στην Ελλάδα τον 19ο αιώνα, «τρώγοντας» τον πολύ αρχαιότερό του ζουρνά και την φλογέρα. Στα νησιώτικα πανηγύρια διαφεντεύει το βιολί.
- Από την δεκαετία του ’50, μπήκε στα πανηγύρια το λαϊκό τραγούδι — και φυσικά παρέμεινε. Σε πανηγύρια έχουν τραγουδήσει οι θρυλικοί ρεμπέτες Ρούκουνας και Περπινιάδης, αλλά και πασίγνωστοι καλλιτέχνες όπως: Τσιτσάνης, Χιώτης, Ζαμπέτας, Πάνος Γαβαλάς, Καίτη Γκρέυ, Σωτηρία Μπέλλου, Πόλυ Πάνου, Πρόδρομος Τσαουσάκης, Λάκης Χαλκιάς, Ελένη Βιτάλη, μεταξύ άλλων.
Τα εμβληματικά πανηγύρια του Αιγαίου
Βιολιά, λα(γ)ούτα, σαντούρια, ακορντεόν, τσαμπούνες
Συρτός, Ικαριώτικος, Καλαματιανός, Καλυμνιώτικος, Μπάλος, Πεντοζάλης, Σούστα
Στην Τήνο, δεκαπενταύγουστο, έξω από την Παναγία. Στη Σύρο, στις 14 Αυγούστου, αναβιώνει το έθιμο των «Φωταρίδων» και στήνεται νησιώτικη βραδιά στην παραλία του Κινιού, ενώ ανήμερα της Παναγίας σουξέ κάνει το μεγάλο πανηγύρι της «Μεταστάσεως της Θεοτόκου». Λαμβάνουν χώρα όλον τον Αύγουστο και πολλά καθολικά πανηγύρια.
Στις 6 Αυγούστου, η Μεταμόρφωση του Σωτήρος γιορτάζεται, σε τρία διαφορετικά μέρη στη Νάξο: στο Γλινάδο, στο Δαμαριώνα και στο Κουρουνοχώρι. Στις 15/8 όλο το νησί είναι γεμάτο εκδηλώσεις για την Κοίμηση της Θεοτόκου, με πιο γνωστό το πανηγύρι στο Φιλώτι, ενώ 29/8 γίνονται πανηγύρια στην Απείρανθο, στον Απόλλωνα και στο Αγερσανί.
Στην Ικαρία, είναι άχαστο τον δεκαπενταύγουρο το πανηγύρι στης Παναγίας στο Γιαλισκάρι, αλλά και εκείνο της Λαγκάδας, γνωστό και ως «της Παναγιάς της Ρέιβερ». Ο κόσμος χορεύει non stop για ώρες ολόκληρες και ο παραδοσιακός ικαριώτικος (όχι του Γιάννη Πάριου!) διαρκεί τουλάχιστον 20 λεπτά.
Η Ρόδος σκίζει από πανηγύρια. Πολύ κόσμο μαζεύει το περίφημο «Ασκληπιείο» την 1η Αυγούστου, ενώ από τις 2 έως και τις 6 Αυγούστου πραγματοποιούνται παραδοσιακά γλέντια για τη Μεταμόρφωση του Σωτήρος, η γιορτή του ούζου και λαϊκά πανηγύρια. Τον Δεκαπενταύγουστο δεν υπάρχει κοινότητα στο νησί που να μένει αγλέντιστη.
Ξακουστά τον Δεκαπενταύγουστο και τα πανηγύρια της Καρπάθου, στα χωριά Μενετές, Πυλές, Απέρι και Όλυμπο, όπου οι ντόπιοι ντύνονται με παραδοσιακές φορεσιές και το γλέντι κρατά μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες.
Όσο για την κοσμοπολίτισσα Μύκονο, πίσω από τους ναργιλέδες και τα κότερα, κρύβεται η παράδοση, με καταπληκτικά πανηγύρια, τον δεκαπενταύγουστο και όχι μόνο. Λίγοι ξέρουν το πανηγύρι της Αγίας Κυριακής τον Ιούλιο στην κοντινή Δήλο, όπου τηρούνται απίστευτα έθιμα, όπως η κατανάλωση γιδόζουμου σε σφηνοπότηρο!
Το παραδοσιακό ηπειρώτικο πανηγύρι
Κλαρίνο, βιολί, φλογέρα, στεριανό λαούτο, ντέφι
Μενούσης, Φυσούνι, Πωγωνίσιος, Συρτός στα δύο, Συρτός στα τρία, Ζαγορίσιος, Κοφτός, Τσάμικος
Ανάμεσα στα τραχιά βουνά και τα πετρόχτιστα σπίτια, κελαηδεί ένα πουλάκι. Μια κοπελιά κοιτάζει πίσω από το παράθυρο και κάπου ένα ποτάμι κελαρύζει. Το σύμπαν του ηπειρώτικου τραγουδιού είναι σπαρμένο με ποίηση και άγρια ομορφιά. Για το ηπειρώτικο πανηγύρι, που κρατά σε μεγάλο βαθμό την παράδοση στιβαρή και απείραχτη, χρειάζονται τεύχη ολόκληρα.
Οι κοµπανίες των πανηγυριών αποτελούνταν αρχικά από όργανα όπως το κλαρίνο, το βιολί, το λαούτο και το ντέφι. Αργότερα προστέθηκαν οι τραγουδιστές, αφού αρχικά τραγουδούσε ο κόσµος ή οι οργανοπαίκτες. Ονοµαστοί µουσικοί της ευρύτερης περιοχής είναι ο Φίλιππος Ρούντας, οι Χαλκιάδες από το ∆ελβινάκι, οι Χαλιγιαννέοι από τον Παρακάλαµο, οι Τζουµέοι από τα ∆ολιανά, οι Χαρισιάδηδες, οι Καψάληδες.
Πολύ σημαντικά είναι τα πολυφωνικά τραγούδια της Ηπείρου, που οι ρίζες τους χάνονται στα βάθη της ιστορίας. Ο «πάρτης» ξεκινά τη µελωδία, ο «γυριστής» του απαντά και οι «ισοκράτες» κρατούν το ίσο, δηλαδή το φθόγγο της µελωδίας.
Ο χορός είναι κυκλωτικός. Το χορό ξεκινούσε αρχετυπικά συνήθως ο ιερέας του χωριού και οι ιερείς των γειτονικών χωριών και ακολουθούσαν οι άλλοι κατά ηλικία από το γεροντότερο προς τους νεότερους. Μπροστά πιάνονταν οι άνδρες και πίσω ακολουθούσαν οι γυναίκες. Ο πρωτοχορευτής έχει κυρίαρχο ρόλο, αφού καθορίζει το χορό που θα χορευτεί, είναι ο µόνος που µπορεί να κάνει φιγούρες και είναι αυτός που προσέχει περισσότερο το κοινό. Όλοι έµπαιναν στο χορό και ιδιαίτερα τα νεαρά κορίτσια για να τα δουν οι υποψήφιοι γαµπροί.
Τσίπουρο, αρνί και πίτες πρωτοστατούν στο τραπέζι.
Ιστορίες από τα πανηγύρια
Λάκης Χαλκιάς, τραγουδιστής
Δεν γλεντούν το ίδιο σε όλους τους τόπους. Τα πανηγύρια διαφέρουν! Στην Ήπειρο γλεντάνε αλλιώς από ό,τι στην Πελοπόννησο. Χόρευαν πολύ αργά οι Ηπειρώτες και κούραζαν πολύ τα όργανα. Μετά από κάθε τραγούδι, ήθελαν και 15 λεπτά κλαρίνο σκέτο για να κάνουν τις φιγούρες. Θυμάμαι τους αυτοσχεδιασμούς του πατέρα μου για να τους ικανοποιήσει. Στο μεταξύ, ο κόσμος εκείνα τα χρόνια ήξερε τα τραγούδια απ’ έξω, είχαν αυτί καλό, ήταν σπουδαίοι χορευτές και οι άντρες αλλά και οι γυναίκες. Αν άκουγαν μια νότα λάθος, γυρνούσαν και σε κοίταγαν. Στο δεύτερο ή το τρίτο «σφάλμα», μπορεί και να εγκατέλειπαν το χορό.
Νίκος Φάκαρος, βιολιστής
Ήταν θυμάμαι 29 Αυγούστου του 2011, του Άι Γιαννιού του Νηστημάρη, και βρισκόμαστε στην περιοχή Μαυράτο στην Ικαρία. Τέσσερις τα ξημερώματα και με τους συνεργάτες μου, τους Musicaroi, παίζουμε έναν από τους πολλούς ικαριώτικους που παίζουμε κάθε φορά. Πριν ξεκινήσουμε εκείνη τη φορά, είχαμε την ιδέα, για να γίνει πιο διονυσιακός ο ικαριώτικος, να κλείσουμε όλα τα φώτα σε συνεννόηση με τους υπεύθυνους τους πανηγυριού. Τα φώτα έκλεισαν, λοιπόν, και ξεκινάμε τον ικαριώτικο, ζώντας, εκείνη την ώρα, κάτι ανεπανάληπτο και πολύ συγκινητικό. Δεν είχαμε ξανανιώσει ποτέ έτσι παίζοντας τον ικαριώτικο. Παντού, μες στο σκοτάδι, ακούγονταν ιαχές κι επιφωνήματα. Όταν τέλειωσε ο σκοπός και άνοιξαν τα φώτα, μείναμε όλοι έκπληκτοι, σχεδόν όλος ο κόσμος είχε δακρύσει. Μας έλεγαν ότι έζησαν μια μοναδική εμπειρία, που δεν είχαν ξαναζήσει σε ικαριώτικο πανηγύρι, μια κάθαρση στην ψυχή τους και μια αγαλλίαση. Το ίδιο αισθανθήκαμε κι εμείς οι μουσικοί. Όσο παίζω βιολί και μουσική, αυτό το συμβάν θα μείνει για πάντα χαραγμένο στη μνήμη μου!
Θωμάς Φώτης, τραγουδοποιός, κιθαρίστας
Κατάγομαι από την οικογένεια Φωτίου στην Άρτα και ο θείος μου ο Χρήστος ο Φωτίου (Τσομπανάκος μωρέ παιδιά/Τσομπανάκος ήμουνα…) με έπαιρνε καμιά φορά στα πανηγύρια μαζί του, σε διάφορα παραδοσιακά σχήματα εντός και εκτός Ηπείρου. Φαγητό, χορός, βαβούρα. Είχε τύχει καμιά φορά να ανοίγω το πρόγραμμα, με την κιθάρα μου, πιτσιρίκος θυμάμαι να λέω κανένα έντεχνο, κανένα ροκ. «Τι ’ναι αυτά, ρε, που παίζεις;», μου έλεγαν με τα μάτια κάποιοι από τους μουσικούς της ορχήστρας. Θυμάμαι μια φορά, είχε πέσει τρελή χαρτούρα, πέταγαν χαρτονομίσματα στον αέρα. Κι ένας από τους μουσικούς τα έπιανε με το πόδι και τα ’σερνε κάτω από την καρέκλα του να μην τα χάσει. Επικές στιγμές και να ’ταν οι μόνες… Έχω δει ακόμα και με τσίχλα να παίρνουν το πεντοχίλιαρο να το κολλούν κάτω από την καρέκλα. Η χαρτούρα, αν και δεν ταιριάζει με την ιδιοσυγκρασία μου ως κατάσταση, ήταν άμεση πληρωμή, καταργούσε τον ενδιάμεσο. Ο καλλιτέχνης με τον ακροατή και πελάτη του σε πρώτο πλάνο και πολύ άμεσα, χωρίς μεσάζοντα το μαγαζάτορα!
Γιώργος Μάγκας, κλαρινίστας
Έμαθα μόνος να παίζω κλαρίνο, βλέποντας τον πατέρα μου, που ήταν δεξιοτέχνης κλαριτζής. Δούλευε όπως όλοι οι μουσικοί σε γάμους, βαπτίσια, πανηγύρια, γιορτές, όπου τον φωνάζανε. Καθόντουσαν οι άνθρωποι σε ένα καφενείο, στην πλατεία οι οργανοπαίχτες και περίμεναν να χτυπήσει το τηλέφωνο. Έτσι κλείνονταν οι δουλειές. Μια φορά, ο πατέρας μου έκλεισε κατά λάθος δύο δουλειές για το ίδιο βράδυ, ένα πανηγύρι κι ένα γάμο, κάτι τέτοιο. Για να μην εκτεθεί, λοιπόν, έπρεπε να ρισκάρει και να στείλει τον γιο του, εμένα δηλαδή, που στα 17 μου, είχα πια αφήσει την παιδική μου φλογερίτσα που βάσταγα στην τάξη και είχα αρχίσει στα κρυφά, από σέβας και ντροπή στον πατέρα, να παίζω το κλαρίνο. Χίλιοι άνθρωποι τώρα από κάτω και περίμεναν να ακούσουν. Η τραγουδίστρια και οι άλλοι οργανοπαίχτες είχαν ασπρίσει, ήταν αγχωμένοι, δεν ήξεραν τι και αν θα κατάφερνα να παίξω. Και δίνω μια και φυσάω μες στο όργανο και τους αφήνω άναυδους όλους. Τα κατάφερα. Μόλις μου βάλανε τα λεφτά στο παντελόνι, έτρεξα στη μάνα μου να της τα δώσω να ψωνίσει κάτι καλό να φάμε.