Κρίση. Ξανά. Οι συνοικίες βουλιάζουν. Μικροαστικές πολυκατοικίες, εγκαταλελλειμένοι σκελετοί και κουφάρια γιαπιών, σκονισμένες νερατζιές, ξεθωριασμένες πινακίδες, κλειστά μαγαζιά, κακοφωτισμένοι δρόμοι. Ζεις στο μισοσκόταδο της ελληνικής πραγματικότητας. Άνθρωποι μόνοι, αμίλητοι σ’ όποια συνοικία κι αν μένεις. Σε φοβίζει αυτή η σιωπή, απάνθρωπο πράγμα. Πόση σιωπή να κουβαλήσει ένας άνθρωπος μέσα του;
Η αβεβαιότητα, η ματαίωση, η απόγνωση, η ντροπή φωλιάζουν και φουντώνουν το μυαλό και την ψυχή. Η απειλή της φτώχειας,η ασφυξία των παιδιών σου, τα συναισθηματικά αδιέξοδά σου, η αποσιώπηση σκέψεων και αισθημάτων καταπνίγουν τις αντιστάσεις σου. Δεν λες αυτό που νιώθεις και κάποια στιγμή μπορεί να πάψεις να το νιώθεις. Στεγνώνεις. Κόμποι κλείνουν το λαιμό λίγο πριν ξεσπάσεις σε λυγμούς ή κραυγές ανάλογα με τις αντοχές σου. Άδειασες, αλλά είσαι γεμάτος μ’ ένα απίστευτο κενό. Κι όμως, δεν μπορεί….
Κομμάτι κομμάτι σου παίρνουν τον κόσμο σου και συ χορεύεις το σπαραγμό σου σ΄ένα βουβό ζεϊμπέκικο απέναντι στον ουρανό. Έχασες τις σταθερές σου σ΄ένα ρευστό πια τοπίο και πρέπει να επαναπροσδιοριστείς και να συμψηφίσεις. Κέρδη και ζημιές. Δεν ισοσκελίζεται ο λογαριασμός. Ζημιές , μόνο ζημιές. Είσαι ηττημένος με απλήρωτα δάνεια, κομμένο επικουρικό, σύνταξη ελεημοσύνης, κλεμμένους παιδικούς κουμπαράδες, με δανεικά για την κηδεία, με κατάσχεση σπιτιού, με επερχόμενη απαλλοτρίωση και βαρκάδα που δεν έγινε. Δεν είσαι μόνος. Συλλογική η αποτυχία. Κι όμως, δεν μπορεί….
Τα αύριο, τα θέλω και τα όνειρά σου στο χαλάκι της εξώπορτας. Ζητιανάκια.. Δεν ανοίγεις. Ντρέπεσαι, να ονειρευτείς και να επιθυμήσεις. Κι αν φύγουν; Κι αν τα σπρώξει κανείς από τη σκάλα και πέσουν και χτυπήσουν ; Δεν έχεις περιθώρια για άλλα. Ανοίγεις δειλά την πόρτα και βάζεις λίγα μέσα να τα ζεστάνεις και να τα κανακέψεις στην αγκαλιά της ψυχής σου, απέναντι από ένα καλοριφέρ που ούτε και φέτος θα ανάψει. Κι εκείνες τις βροχερές νύχτες τα βάζεις όλα μέσα μην κρυώσουν, αρρωστήσουν και σου πεθάνουν. Κι ο Αύγουστος αργεί για να κάνεις καινούργια…Και τι θα κάνεις μ’ ένα άδειο χαλάκι στην εξώπορτα; Κι όμως, δεν μπορεί…
Κι ο πόνος κι ο θάνατος όλα στη ζωή σαν το νύχι στο κρέας είναι. Να το κόψεις μοναχά μπορείς να το ξεριζώσεις όχι. Δεν αυτοκτονείς. Ακόμη. Αντέχεις όπως κι εγώ. Και είμαστε μαζί στην καινούργια μέρα που μόλις αχνοχάραξε στα γύρω βουνά.Τόλμησε λίγη αισιοδοξία, κι ας είναι σκοτεινά και αχαρτογράφητα τα νερά, κι ας έχει πέσει πούσι στις ματιές μας. Γιατί δεν μπορεί, ΚΑΤΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ, ΘΑ ΔΕΙΣ.
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ
Discussion about this post