Ο Μηνάς Βιντιάδης είναι ένα κεφάλαιο ανεξάλειπτο από τα Ελληνικά Γράμματα. Κι αυτό για τρεις λόγους: 1. γράφει μετά λόγου γνώσεως, 2. δεν έχει πάρει διαζύγιο από το συναίσθημα, 3. είναι δραματικός, εξ ορισμού, εκ φύσεως, εκ γενετής κι εκ θέσεως…
Μακριά πολύ από κάθε σοβαροφάνεια κι απόπειρα επιτήδευσης, διακρίνεται από γνήσια αισθαντικότητα (κάτι σοβαρότερο και σημαντικότερο από τα είσαι απλώς «ευαίσθητος»), νοιάζεται για τους άλλους και προσέχει να μην πληγώσει τα αισθήματά τους (αυτό φαίνεται ιδιαίτερα στο μάλλον …απολογητικό αν όχι και αυτοβιογραφικό έργο με τον χιουμοριστικό τίτλο) και – πάνω απ’ όλα και πριν απ’ όλα – ΕΙΝΑΙ ΆΝΘΡΩΠΟΣ, πνευματικός αλλά και ζωντανός, μεσογειακός, με σάρκα και οστά.
Αρκετά πια με τις αποστεωμένες αφαιρέσεις και τις ομιλούσες κεφαλές. Αρκετά πια με τους ψευτοδιανοούμενους και τις …σοφολογιώτατες παντός είδους.
Η αυθεντικότητα, το γνήσιο συναίσθημα είναι αυτό που μας συναίρει, μας συνείρει και μας συγκινεί. Κι άνευ αυτού… ουδέν, μηδέν ίσον άπειρον.
Στο έργο τώρα. Μια γυναίκα εξομολογείται κι αποζητάει την προσοχή του αδιάφορου πλέον συζύγου της επιθυμώντας να αναστήσει τον τελματωμένο τους γάμο και να …αναστηλώσει τον (πάλαι ποτέ) έρωτά τους.
Λόγος καίριος, αποφαινόμενος, αλλά όχι κι αποφατικός. Εδώ θίγονται (δίχως να προσβάλλονται – απλώς προβάλλονται) τα «ιερά και τα όσια» του «τα εν οίκω μη εν δήμω». Πράγματα που δεν λέγονται συνήθως. Μυστικά και ψέματα που παραμένουν πάντοτε στο σκοτάδι. Στο μισόφωτο, στην καλύτερη περίπτωση.
Είναι περίεργο το πώς ένας άντρας δραματουργός κατέχει τόσο καλά την γυναικεία ψυχολογία. Ίσως γιατί αγάπησε πολύ τις γυναίκες (και …πολλές γυναίκες, ενδεχομένως).
Εξάλλου, μετά τον Ευριπίδη και τον Στρίντμπεργκ, δεν υπάρχει αίνιγμα της γυναικείας πανανθρώπινης ψυχής που να μην έχει αναλυθεί.
Εδώ η Άννα Αδριανού δίνει ένα ρεσιτάλ υποκριτικής, μέσα από μεταμορφώσεις που δεν μπορείς να τις πεις «πρωτεϊκές» δίνουν όμως μιαν άλλη, κατάλληλη χρονική στίξη του παρελθόντος διαστήματος της φθοράς.
Χάρηκα ιδιαίτερα το «αίσιον τέλος», αντίδοτο σε κάθε μελοδραματισμό, παλιομοδίτικο και ξεπερασμένο εξάλλου. Αντιθέτως, στην ευπώλητη αυτή παράσταση, που θα παίζεται για πολλές δεκαετίες ακόμη (εύχομαι και πιστεύω), το χιούμορ ισορροπεί ευαίσθητα με την επικίνδυνη τροπή που μπορεί να πάρει κάθε στιγμή, κάθε αγωνιώδες δευτερόλεπτο σκηνικής (εσωτερικής) δράσης ετούτο το ψυχόδραμα που καταλήγει με καρναβαλικό τρόπο στην αποθέωση της ζωής, σε έκρηξη χαράς και στην αισιόδοξη διαπίστωση της προσωρινότητάς μας.
Ευτυχώς. Για φανταστείτε να ζούσαμε αιώνια μέσα στα ίδια προβλήματα. Όχι, φανταστείτε το, αν το αντέχετε! Εγώ πάντως όχι.
Ο Μηνάς Βιντιάδης είναι σημαντικός και σημαινόμενος για το ελληνικό μας θέατρο. Ξέρει καλά την τέχνη της στιχομυθίας, η ατάκα του είναι πάντα εύστοχη, ο διάλογός του καίριος. Μήτε μια λέξη πεταμένη, ένα νεύμα, ένα υπόμνημα υποσυνείδητο, όχι όμως και για τούτο ανεπαίσθητο.
Η τέχνη της μεγέθυνσης είναι ιδιαίτερα προσφιλής στους σημαντικούς λογοτέχνες και κάτι τέτοιο προσδίδει μεγάλη δραματικότητα στο όποιο πόνημά τους, ακόμα και σ’ ένα ανέκδοτο που διηγούνται με τις απαραίτητες παύσεις και την έκδηλη σωματική γλώσσα (τα περίφημα «παραγλωσσικά σημεία»).
Μια παράσταση που δεν πρέπει να χάσετε. Προλαβαίνετε!!!
Δρ. Κωνσταντίνος Β. Μπούρας
www.konstantinosbouras.gr
Πληροφορίες για την παράσταση θα βρείτε εδώ