Άννα Ροδίτη
Σκηνοθεσία: Γιάννης Φιλίππου, Μιχάλης Γαζιάδης Σενάριο: Βαγγέλης Σπυρόπουλος, Γιώργος Ασημακόπουλος, Παναγιώτης Παπαδούκας Φωτογραφία: Μιχάλης Γαζιάδης Μοντάζ:Σοβρέζ Γ. Μουσική: Νίκυ Γιάκοβλεφ, Ζακ Ιακωβίδης Ηθοποιοί: Καίτη Πάνου, Λάμπρος Κωνσταντάρας, Γιάννης Πρινέας, Λάλας Ιακωβίδης, Δήμος Σταρένιος Παραγωγή: ΑΝΖΕΡΒΟΣ
Η Άννα Ροδίτη, μία από τις πρώτες μεταπολεμικές ελληνικές κινηματογραφικές παραγωγές, γυρίστηκε κατά το μεγαλύτερο μέρος της στη Ρόδο αμέσως μετά την ένωση των Δωδεκανήσων με την Ελλάδα.
Η ταινία αντλεί το θέμα της από την ηρωική αντίσταση του ελληνικού λαού κατά των Γερμανών και Ιταλών κατακτητών.
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ένας υποπλοίαρχος του Βασιλικού Ναυτικού, ο Άρης Γαλανός, φτάνει με μυστική αποστολή στην ιταλοκρατούμενη Ρόδο και παίρνει τη θέση του Ιταλού αξιωματικού Τζοβάνι Ρετσίνι. Ως καπιτάνο Τζοβάνι, πλέον, βοηθά κατά το δυνατόν τους κατοίκους του νησιού και ταυτοχρόνως ερωτεύεται την Άννα Ροδίτη που είναι μέλος της Αντίστασης. Πηγαινοέρχεται στη Μέση Ανατολή μεταφέροντας τα μυστικά σχέδια αμύνης της Δωδεκανήσου. Η αποκάλυψη της δράσης του Άρη οδηγεί και στη σύλληψη της Άννας η οποία πρόκειται να περάσει από στρατοδικείο, αλλά η συνθηκολόγηση της Ιταλίας αποτρέπει μια τέτοια δυσάρεστη προοπτική. Με το τέλος του πολέμου και την ένωση της Δωδεκανήσου με την Ελλάδα, ο Άρης επιστρέφει στη Ρόδο για να ζήσει εκεί για πάντα με την αγαπημένη του Άννα Ροδίτη.
Πρόκειται για την πρώτη παραγωγή της Ανζερβός, της σημαντικότερης εταιρείας παραγωγής μετά τη Φίνος Φιλμ, την οποία ίδρυσε ο Αντώνης Ζερβός. Στην ταινία συμμετέχουν ορισμένοι από τους σημαντικότερους ηθοποιούς του κινηματογράφου και του θεάτρου της εποχής.
Η πατριωτική ιστορία της ταινίας και το παράλληλο ρομάντζο με σκηνικό τα επιβλητικά άγρια τοπία του νησιού συντέλεσαν στην ενθουσιώδη αποδοχή της από το ελληνικό κοινό με την ταινία να γνωρίζει μεγάλη εμπορική επιτυχία. Η Ανζερβός ανταποκρίθηκε στην επιτυχία αυτή αναθέτοντας στον Μιχάλη Γαζιάδη με την επόμενη παραγωγή της, τη Διαγωγή μηδέν, μια ρομαντική κομεντί με πρωταγωνίστρια την Έλλη Λαμπέτη κι επίσης μεγάλη εμπορική επιτυχία.
Αποκατάσταση
Η αποκατάσταση της ταινίας βασίστηκε σ’ ένα ημιτελές αρνητικό και τμήματα θετικών τα οποία συγκεντρώθηκαν από διάφορες πηγές στην Ελλάδα και το εξωτερικό κυρίως από ιδιωτικές συλλογές στην Αυστραλία. Η επεξεργασία του ήχου πραγματοποιήθηκε στην Ταινιοθήκη του Βερολίνου (Stiftung Deutsche Kinemathek)
Μαγική πόλη
Ελλάδα, 1954, α/μ, 76΄
Σκηνοθεσία: Νίκος Κούνδουρος Σενάριο: Μαργαρίτα Λυμπεράκη Μοντάζ: Γιώργος Τσαούλης Φωτογραφία: Κώστας Θεοδωρίδης Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις Ηθοποιοί: Γιώργος Φούντας, Στέφανος Στρατηγός, Μαργαρίτα Παπαγεωργίου, Θανάσης Βέγγος Παραγωγή: Αθηναϊκή Κινηματογραφική Εταιρεία
Ο Νίκος Κούνδουρος ενθουσιασμένος από το σενάριο της Μαργαρίτας Λυμπεράκη, γυρίζει τη Μαγική πόλη. Από τη μια μεριά, η προσφυγική φτωχογειτονιά με τα τσακισμένα όνειρα του μικρασιατικού ελληνισμού, που δεν τολμούν να ξεμυτίσουν πέρα από τις γλάστρες με το βασιλικό και τις υφαντές μπάντες στους τοίχους των παραπηγμάτων, οι άνθρωποί της που μάχονται για το καθημερινό. Και, από την απέναντι μεριά, όχι οι πλούσιοι αλλά ένα υποκατάστατό τους, ένας φτηνός αντικατοπτρισμός μιας προκατασκευασμένης, σύμφωνα με τα πρότυπα των φτηνών αμερικάνικων φιλμ, ευτυχίας: η μαγική πόλη.
Η μικρογραφία της –ένα υπόγειο σφαιριστήριο της Ομόνοιας- είναι το κέντρο των λαθρεμπόρων. Ο στόχος της φιλοδοξίας των νεαρών της φτωχογειτονιάς είναι οι εύκολες γυναίκες, το εύκολο κέρδος κι η εύκολη μετάβαση από τη γη στον ουρανό με τα ψεύτικα αστέρια. Δίπλα σε όλα αυτά υπάρχει η αγάπη για τους ανθρώπους του οικείου περιβάλλοντος και μια τιμιότητα. Αυτό το τελευταίο στοιχείο είναι τελικά το βασικό χαρακτηριστικό του Κούνδουρου ως σκηνοθέτη. Μια ευθύτητα, μια τιμιότητα, ένα απότολμο είδος λεβεντιάς, που για τον σκηνοθέτη γίνεται πηγή ανησυχίας, ενώ κατά κάποιο τρόπο καθησυχάζει και τον θεατή. […]
Παντού όπου προβλήθηκε, άφησε ενθουσιώδη εντύπωση γιατί στην ανάδειξη του κλίματος της εποχής, δηλαδή του νεορεαλιστικού κλίματος, έδινε μια ελληνική απόκλιση, που η αυθεντικότητά της αποτελούσε και το μεγαλύτερό της θέλγητρο. […]
Πρώτα απ’ όλα την επιλογή των χώρων: οι συνοικίες Δουργούτη και Καισαριανή, η Ομόνοια με την ξενόφερτη νυχτερινή ζωή της, κι ανάμεσά τους η θέα της θάλασσας -όνειρο άπιαστο- από τη γειτονιά της Καστέλας. Στον διευθυντή φωτογραφίας Κώστα Θεοδωρίδη ο Κούνδουρος βρίσκει τον επαγγελματία που θα δώσει μορφή στις δικές του νεοελληνικές εσωτερικές εικόνες.
Η μουσική του Μάνου Χατζιδάκι τονίζει τον προσφυγικό καημό όλων αυτών των ανθρώπων που νοσταλγούν τη χαμένη αλλοτινή ευτυχία.
Για περισσότερες πληροφορίες εδώ