Θέλουμε κάθε καλοκαίρι να είναι ξεχωριστό. Ειδικά όμως αυτό. Μια δύσκολη χρονιά μπήκε, θα συνεχίσει να είναι ακόμη πιο δύσκολη, όμως όλοι χρειαζόμαστε ένα διάλειμμα. Τι είναι άλλωστε το ελληνικό καλοκαίρι εκτός από διάλειμμα; Ξέρουμε ότι κρατάει λίγο, αλλά εκτιμάμε το κάθε λεπτό του. Σε αυτό το ξεχωριστό καλοκαίρι, νοσταλγούμε, ελπίζουμε, ονειρευόμαστε, μα πάνω απ’όλα, αγαπάμε! Καλές βουτιές, καλές διακοπές, καλό διάλειμμα!
Στην ταράτσα της πόλης
Τα καλοκαιρινά βράδια στην Αθήνα πρέπει να σε βρίσκουν σε ταράτσες, που τα φωτάκια των σπιτιών και των δρόμων σε ζαλίζουν, ενώ ο ουρανός από πάνω σου παίζει παιχνίδια με τις υπαρξιακές αναζητήσεις σου.
Μετά τις 23.00, για να μην σε κάψει το τσιμέντο που βγάζει όλη τη ζέστη της ημέρας, όταν θέλεις να ξαπλώσεις ανάσκελα και απλά να μην σκέφτεσαι τίποτα. Ειδικά αν είσαι μόνος. Παίρνεις μια μπύρα από το μίνι μάρκετ ή φτιάχνεις homemade δροσερό ποτάκι για να μπορέσεις να νυστάξεις. Γιατί ο ύπνος είναι δύσκολος το καλοκαίρι. Κι αν είσαι με παρέα, ακόμη καλύτερα.
Όλα και όλοι χαλαρώνουν, η φασαρία δεν νοιάζει ούτε εσένα, ούτε το γείτονα. Αντίθετα, κι εκείνος χαίρεται με τα πνιχτά γελάκια και τις ατάκες που ακούγονται ψηλά απ’την Πόλη. Η ταράτσα είναι αστική συνήθεια, αθηναϊκή σκηνή (ακόμη και αρένα), όπου δράματα και κωμωδίες ξετυλίγονται, παντελώς ίδια ή παντελώς διαφορετικά από αυτά της διπλανής ταράτσας.
Η βουή της πόλης καταλαγιάζει για να ακούσουμε τη βουή των ψυχών που αναστενάζουν τα ζεστά καλοκαιρινά βράδια, νιώθοντας εγκλωβισμένες ή ελεύθερες (ή και τα δύο) στην Αθήνα των πέντε εκατομμυρίων κατοίκων.
Ο αυλόκηπος της γειτόνισσας
Στα μέρη που παραθερίζουμε, ακούμε συχνά για εκείνο το σπίτι μοναδικής ομορφιάς, με τον ολάνθιστο κήπο και τα κατάλευκα πλακάκια, που οι ιδιοκτήτες το επισκέπτονται μόνο το Δεκαπενταύγουστο (και αν).
Ένα τρελό όνειρο είχαμε με την καλοκαιρινή παρέα: να πηδήξουμε τη μάντρα που μας χώριζε από την ανθισμένη όαση. Να πάρουμε σεντόνια και να αράξουμε στο πάντα φρεσκοποτισμένο γκαζόν. Να φουσκώσουμε μια πισινούλα και να κάτσουμε μέσα με τα μαγιό, κρατώντας μια μπύρα και μετά να παίξουμε μεθυσμένα επιτραπέζια ως το πρωί.
Δεν τον τολμήσαμε ποτέ, γιατί ένας τόσο πλούσιος κήπος, μια τόσο καθαρή αυλή, ένα σπίτι που μοιάζει με μέγαρο, σίγουρα θα έχει και κάμερα. Μείναμε με τη λαχτάρα. Τώρα πια μεγαλώνοντας, περνάμε απ’έξω, μυρίζουμε το γιασεμί κι αν κανένα κλαράκι κάνει την εμφάνισή του έξω από τη μάντρα, το κόβουμε για να μοσχοβολίσει το δικό μας ταπεινό δωματιάκι.
Πλατείες των παιδικών καλοκαιριών μας
«Ως τις 21:00 να είσαι πίσω!», η πρώτη κατάκτηση εκεί στα 14 με 15. Φρεντοτσίνο, τότε, στο χέρι. Πάνω κάτω η πλατεία αγκαζέ με τις φίλες. Δεκάδες φορές. Χωρίς βαρεμάρα. Όλο κάτι λέγαμε. Σχολιάζαμε. Μας σχολίαζαν.
Παρέες ενώνονταν, κάποιος κάποτε τσακωνόταν με έναν άλλον, διαλυόμασταν. «Παγωτό κανείς;», για κάποιους τα πρώτα τσιγάρα στα κρυφά, για άλλους ένα κλεφτό φιλί πίσω από την εκκλησία, τα σορτσάκια μας, τα πατίνια μας, τα σκέιτ μας, χωρίς selfies και insta stories.
Στα παγκάκια γράφαμε τα ονόματά μας, καθόμασταν και χαζεύαμε τους περαστικούς. Παίζαμε στις παρακείμενες παιδικές χαρές, ήμασταν ακόμα παιδιά, κι ας είχαμε τις πρώτες σοβαρές έγνοιες της ζωής μας κι όλα τα όνειρα τα άπειρα, τα εφικτά, τα τρελά. Κι ήμασταν πολλοί: η ωραία της παρέας, η πολύ έξυπνη, η ατσούμπαλη που την ήθελαν όμως όλοι, ο γόης κακός μαθητής, ο φύτουκλας ξάδερφος από την άλλη γειτονιά…
Όλοι εμείς που μεγαλώσαμε και τώρα γράφουμε για πλατείες, τώρα βγάζουμε τα παιδιά μας σε αυτές, τώρα νοσταλγούμε.
Μάσες του θέρους απερίγραπτες
Όλη μέρα μπορεί να μην πεινάς πολύ. Έχει καύσωνα, σκάει ο τζίτζικας και τα σχετικά. Θες νερό, δροσερούς καφέδες και παγωμένες μπύρες, κανένα φρούτο, κανένα σνακ.
Παραλία, σπίτι με κλιματισμό, σιέστες και τα συναφή. Όταν όμως κάνει να πέσει το βράδυ, εκεί που λίγο πάει να ψευτοδροσίσει ο καιρός, σε κατακλύζει μια τέτοια πείνα, μια λαχτάρα να φας, που δεν περιγράφεται. Και θες-δεν ξέρεις τι θες. Σουβλάκι; Μια σαλατάρα με δροσερές βινεγκρέτ και αλμυρά τυριά; Μήπως μια περιποιημένη μακαρονάδα με κόκκινη σάλτσα και θαλασσινά; Ή μια ποικιλία κρεάτων, μαζί με τζατζίκια και πατάτες να τελειώνουμε;
Ό,τι και να ορέγεσαι, το βέβαιο είναι ότι θες την παρέα μαζί. Να τα μοιραστείτε, να τα λιμπιστείτε, να τσακωθείτε για την τελευταία μπουκιά, να τσουγκρίσετε, να σηκωθείτε σκασμένοι, αλλά να έχετε όλοι, ή έστω οι περισσότεροι, περισσευούμενο χώρο και για λίγο γλυκό. Μαγεία.
Είτε μαζευτείτε σε κάποια ταράτσα, αυλή, μπαλκόνι, είτε πάτε στο αγαπημένο σας μαγαζί, αυτό που εμπιστεύεστε και αγαπάτε, να το απολαύσετε όσο μπορείτε…