Τη δική τους ιστορία, ανάμεσα σε χιλιάδες Έλληνες στρατιώτες, έγραψαν στα βουνά της Αλβανίας τέσσερις ποδοσφαιριστές. Δυο του ΠΑΟΚ, ένας του Παναθηναϊκού και ένας της ΑΕΚ. Oι «ασπρόμαυροι» Γιώργος Βατίκης & Νίκος Σωτηριάδης, ο «πράσινος» Δημήτρης Πιερράκος και ο «κιτρινόμαυρος» Σπύρος Κοντούλης άφησαν το δικό του αποτύπωμα στο έπος της 28ης Οκτωβρίου.
Ο «πρώτος» νεκρός…

Ο πρώτος Έλληνας αθλητής που «έπεσε» στο αλβανικό μέτωπο ήταν ο Γιώργος Βατίκης, αμυντικός του ΠΑΟΚ. Ημερολόγιο μετώπου. Μοράβας, 17 Νοεμβρίου 1940… «Μέρες τώρα, μάχη σκληρή. Εφτά φορές στην ίδια μέρα το ύψωμα 1878, καταλαμβάνεται και ανακαταλαμβάνεται. Η διαταγή του επιτελείου, αμετάκλητη: πρέπει να παρθή, να πάρουμε σίγουρα την Κορυτσά. Η 573η μονάς πυροβολητών ενισχύει το 27ον Σύνταγμα Κοζάνης. Διοικητής μίας πυροβολαρχίας της, ο έφεδρος ανθυπασπιστής, Γιώργος Βατίκης». Ο Βατίκης μόλις είχε αποφοιτήσει από τη Σχολή Εφέδρων της Σύρου… «Απόγευμα, άλλη μια επίθεσις. Ο νεαρός ανθυπασπιστής, αχρηστεύει με πυροβόλα δύο βασικές εστίες αμύνης των Ιταλών. Και κατορθώνει να στήση το πολυβόλο του στην κορυφή του υψώματος. Εκεί ψηλά, με 10 πολυβολητάς του. Οι Ιταλοί χτυπάνε. Ο πρώτος πολυβολητής πέφτει. Ο δεύτερος…». Μένουν έξι… «Νοιώθει πόνο στον ώμο. Ψαύει με τα δάκτυλα. Κατακόκκινα. Κάποια σφαίρα. Τσουρουφλάει τη σάρκα. Μα μένει εκεί, πρώτη γραμμή. Νέα φωτιά…». Μένουν πέντε, τρεις… «Λυσσασμένος, ορμάει στο πυροβόλο, βάλη μόνος του. Η μοίρα το ‘φερε να μείνη τελευταίος. Οι στρατιώτες του έπεσαν μέχρις ενός. Το σούρουπο, έφθασαν οι ενισχύσεις. Οταν ανέβηκαν, με επί κεφαλής τον ανθυπολοχαγό, Κωνσταντίνο Κολόμβα, τον βρήκαν νεκρό επάνω στο πυροβόλο, με γαζωμένο στήθος». Θυσία που άνοιξε τον δρόμο για την Κορυτσά. Τρίτη μέρα Δεκεμβρίου, επιστολή του Κωνστ. Κολόμβα στη μάνα του, Μακρίνα: «Τον ενεταφίασα μόνος. Κλίνω ευλαβικά το γόνυ προ του μεγάλου νεκρού…».
Μια μέρα μετά ο Πιερράκος…
O Δημήτρης Πιερράκος με την κήρυξη του πολέμου εμφανίστηκε στο στρατολογικό γραφείο για να καταταχτεί. Ηταν 31 ετών και θα μπορούσε να μείνει στα μετόπισθεν. Όμως εκείνος δεν ήθελε να ακούσει κάτι τέτοιο και πήγε στο μέτωπο ως ασυρματιστής. Το πρωί της 18ης Νοεμβρίου, το πρωί, έπιασε ένα Ιταλό αεροπόρο που είχε πέσει με το αλεξίπτωτό του, αιχμάλωτο. Την ημέρα εκείνη η μονάδα του Πιερράκου βρισκόταν στο χωριό Διποταμιά. Κάποια στιγμή άρχισε βομβαρδισμός από το ιταλικό πυροβολικό. Όλοι έτρεξαν να κρυφτούν. Ο Πιερράκος όμως δεν έφυγε καθώς ήθελε να τελειώσει ένα γράμμα που έγραφε στον αδελφό του. Εκεί ήταν που τον βρήκε το μοιραίο, όταν ένα θραύσμα οβίδας τον σκότωσε!
Ο τάφος του Πιερράκος
Ο αδερφός του, Στέφανος Πιερράκος μετά από πολλά χρόνια αναζήτησης κατάφερε να βρει τα οστά και τον τόπο που είχαν ταφεί. Ο άνθρωπος που τον βοήθησε προερχόταν και αυτός από τον χώρο του αθλητισμού. Ήταν ο έφεδρος λοχίας, τότε, Χαράλαμπος Παπαδόπουλος που είχε διατελέσει προπολεμικά σύμβουλος στον Άρη Θεσαλονίκης. Επίσης τον βοήθησε ένας Έλληνας βορειοηπειρώτης που είχε βοηθήσει στη ταφή του Δημήτρη Πιερράκου. Το 1950 λίγο μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου ο Στέφανος Πιερράκος κατάφερε να πάει στην Αλβανία και να βρει τον τάφο του αδερφού του. Αναγνώρισε το κρανίο του αφού λίγο πριν τον πόλεμο είχε βγάλει κάποια δόντια της κάτω σιαγώνας και μετέφερε τα οστά του στην Ελλάδα. Στις 19 Νοεμβρίου 1950 τα οστά τυλίχτηκαν με τη σημαία του Παναθηναϊκού και θάφτηκαν στον οικογενειακό τάφο στο Νεκροταφείο Ζωγράφου.
Ο ατρόμητος λοχίας Ν. Σωτηριάδης
Ξημερώματα 28ης Ιανουαρίου 1941, Κλεισούρα. Παραμονές της γενικής επίθεσης του 50ού Συντάγματος Πεζικού. «Ο λοχίας Νίκος Σωτηριάδης με την ομάδα του μετράει τις ώρες. Σκάει ένας όλμος. Δεύτερος… ‘Να πάρη, θα μας χαλάσουν τα σχέδια οι φρατέλοι’. Αρπάζει μια χειροβομβίδα. «Τι κάνεις λοχία; Να σε φάνε τζάμπα, σαν ορτύκι;» Το πολυβόλο σωπαίνει… «Κοντεύει να φέξη. Ο λοχίας γυρίζει σε έναν φαντάρο: «Στείλε χαιρετίσματα, πριν ξεκινήσουμε, στον Θεσσαλονικιό, τον Σουγιουλτζή». Σάλπισμα, επίθεση… «Πηδάει από το χαράκωμα. Το τμήμα του, στους πρόποδες υψώματος της Τσέροβας. Ψηλά, οι Ιταλοί έχουν εγκατεστημένα πυροβολεία. Οι κάννες ξερνούν φωτιά και σίδερο. Bουτάει σε μια τρύπα, που έχει κάνει στη γη μία οβίδα. Καλύπτεται, εξετάζει. Ξαναμμένος από το μεθύσι του μπαρουτιού, εξορμά. Μια ριπή σφυρίζει, ξαναπέφτει μπρούμυτα στην τρύπα. Δεν κρατιέται πια. «Απάνω τους, παιδιά. Αέρα, Αέρα»… Η μοιραία στιγμή. Καθώς σηκώνεται στα γόνατα, η ριπή τού γαζώνει το στήθος.
Το τελευταίο σπριντ του Σπύρου Κοντούλη
Ο Σπύρος Κοντούλης ήταν από τους καλύτερους ποδοσφαιριστές της προπολεμικής ΑΕΚ μαζί με τον Κλεάνθη Μαρόπουλο, τον Τρύφωνα Τζανετή και τον Σπύρο Σκλαβούνο. Πολέμησε στο Αλβανικό μέτωπο όπου και τραυματίστηκε στο πόδι. Έγινε καλά και επέστρεψε στην Αθήνα. Στη διάρκεια της Κατοχής, τον Απρίλιο του ’44 συνελήφθη στην περιοχή της Νίκαιας. Μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου, όπου συνάντησε τον αδελφό του Βασίλη (και αυτός αργότερα εκτελέστηκε) και τον συμπαίκτη του στην ΑΕΚ Κώστα Χριστοδούλου, που βασανίστηκε φριχτά, αλλά επέζησε. Μερικές εβδομάδες αργότερα, τον Ιούνιο του 1944, μεταφερόταν με καμιόνι από το Χαϊδάρι στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής. Θα τον εκτελούσαν μαζί με άλλους Ελληνες πατριώτες. Στο Μετς ο Κοντούλης αποφασίζει να δραπετεύσει. Πηδά στο δρόμο και τρέχει για να σωθεί. Ήταν το μεγαλύτερο σπριντ της ζωής του. Ομως ο τραυματισμένος και ταλαιπωρημένος Κοντούλης δεν ήταν σε καλή κατάσταση. Η ριπή από το αυτόματο όπλο τον άφησε στον τόπο. Ήταν μόλις 29 ετών.
Discussion about this post