Πριν από είκοσι σχεδόν χρόνια, νέοι ελεύθεροι κι ωραίοι, κλείσαμε δωμάτιο για διακοπές στην Πάρο, αρχές Ιουλίου για δεκαπέντε μέρες. “Το βεσπάκι, το κορίτσι μου κι εγώ”.
Ήταν ήδη εκεί από τέλη Μαΐου ένα φιλικό μας ζευγάρι, τραγουδούσαν αμφότεροι στη θρυλική μουσική σκηνή “η Μυροβόλος” που για μια δεκαετία έγραψε ιστορία στην καλοκαιρινή νυχτερινή διασκέδαση του νησιού. Φίλοι μας βέβαια λίγο πολύ, ήταν και όλα τα υπόλοιπα παιδιά της ορχήστρας. Σχεδόν κάθε βράδυ λοιπόν, μετά από το ολοήμερο λιώσιμο σε κάποια παραλία και μια μικρή μεσημεριανή ξεκούραση στο δωμάτιο, αφού είχαμε τιμήσει δεόντως ταβέρνες και μπαράκια στην Παροικιά, καταλήγαμε στο αργά για “ένα” τελευταίο ποτάκι στη Μυροβόλο. “Ξημερώματα στη στράτα, μπουζουκάκι στα γεμάτα” που λέει και το τραγούδι, φτάναμε κομμάτια στο δωμάτιο.
Ξέχασα να πω ότι καλοκαίρι στα νησιά διάλεγα πάντα δωμάτιο, λίγο πιο έξω απ’ την πόλη, απόμερο και ήσυχο, για να μπορεί να ευχαριστηθεί κανείς ύπνο, μέχρι αργά το μεσημέρι που άρχιζε πάλι το γνωστό απολαυστικό γαϊτανάκι: παραλία, ψαροταβέρνα, δωμάτιο, εστιατόριο, μπαρ, Μυροβόλος και ούτω καθεξής.
Αμ δε! Την πρώτη κιόλας μέρα, μόλις είχαμε κοιμηθεί, απάνω στον πρώτο βαθύ γλυκό ύπνο, ντριιιιιιιιιιιιιν! ένα από εκείνα τα παλιά αθάνατα, βροντερά, μηχανικά ξυπνητήρια, μας τίναξε στον αέρα! Κοίταξα το ρολόι μου: ήταν ακριβώς 6πμ. Χτυπούσε επίμονα από το διπλανό ενοικιαζόμενο δωμάτιο. Μια μεσοτοιχία μας χώριζε. Κοινό μοιρασμένο στα δύο μπαλκόνι και ανοιχτές βέβαια λόγω ζέστης μπαλκονόπορτες. Σε λίγο ξεκίνησε το μαρτύριο: oui, oui, oui, oui, oui,…. μια ακαθορίστου ηλικίας γυναικεία φωνή, σε ερωτικό οίστρο. Για αρκετή ώρα, μονότονα, επίμονα, σταθερά. Μέχρι που ολοκλήρωσε με ένα τελευταίο σκέτο μακρόσυρτο oui. Καμιά άλλη λέξη δεν ακούστηκε. Ούτε πριν, ούτε μετά. Μόνο oui. Ούτε άλλη φωνή. Αντρική ή γυναικεία. Παρτενέρ ανύπαρκτος ή αμίλητος. Μετά από λίγο απόλυτη ησυχία. Ξανακοιμήθηκε ή έφυγε από το δωμάτιο.
Την επόμενη μέρα πάλι τα ίδια. Μεταξύ σοβαρού και αστείου, το κουβεντιάσαμε με τα παιδιά στη Μυροβόλο. Ο καθένας έφτιαχνε και το δικό του σενάριο. Ακούστηκαν οι πιο απίθανες εκδοχές.
Την τρίτη μέρα δεν άντεξα. Βγήκα στο μπαλκόνι και τους είδα να φεύγουν για τη θάλασσα. Αυτή Παριζιάνα, καστανόξανθη με λευκό σαν πορσελάνη δέρμα. Καλοστεκούμενη, στεγνή καλοντυμένη πενηντάρα. Αυτός μελαμψός, ψηλός, αθλητικός, το πολύ τριαντάρης. Είχε πρόγραμμα η κυρία. Ο νεαρός έκανε τσάμπα διακοπές και 6πμ καθημερινά, έβγαζε το μεροκάματο, συνεπής, αμίλητος, σοβαρός. Με τον ιδρώτα του προσώπου του.
Το μυστήριο είχε λυθεί! Το κουβεντιάσαμε σκασμένοι στα γέλια με τα παιδιά και κάποιος έριξε την ιδέα που θα λύτρωνε σίγουρα εμάς και όπως αποδείχθηκε και τον σκληρά εργαζόμενο φουκαρά παραθεριστή!
Το ίδιο βράδυ μετά τη Μυροβόλο καταλήξαμε στις 5.30πμ στο δωμάτιο μας καμμιά δεκαριά άτομα, να περιμένουμε σιωπηλά το παρακείμενο ερωτικό εγερτήριο. Έξι ακριβώς, χτύπησε το ξυπνητήρι. Μετά από λίγο, μόλις έπεσε το τελευταίο μακρόσυρτο oui, το χειροκρότημα μας ήταν εφάμιλλο αυτού που αποσπά το ηλιοβασίλεμα στη Σαντορίνη! Τα γέλια μας ακούστηκαν μέχρι τη Νάξο.
Το σίγουρο είναι ότι τις επόμενες μέρες χορτάσαμε ύπνο, αφού την ίδια κιόλας μέρα τα μάζεψαν και έφυγαν απ’ το δωμάτιο, ίσως κι από το νησί.
Το ωφέλιμο της υπόθεσης; Ότι εμπνεύστηκα για την παράσταση του επόμενου χειμώνα, τους ν το πλήθος (για να μην πω μ εις την ν το πλήθος γυναικείους οργασμούς).
Ο θετικός οργασμός: ΝΑΙ, ΝΑΙ, ΝΑΙ, ΝΑΙ
Ο αρνητικός οργασμός: ΟΧΙ, ΟΧΙ, ΟΧΙ, ΟΧΙ
Ο γαλλοτραφής οργασμός: OUI, OUI, OUI, OUI
Ο τρικαλινός οργασμός: Ούι, ούι, ούι, ούι μάνα μ’
Με τις υγείες μας!
Καλό ερωτικό καλοκαίρι!!
Το καλοκαίρι τώρα
Το καλοκαίρι τώρα γυρεύομε δροσιά
κι ο κόσμος παίρνει φόρα στην ακροθαλασσιά.
Αγόρια και κορίτσια σαν γλάροι να πετούν,
με χίλια δυο καπρίτσια στο κύμα να βουτούν.
Η Βαρβάρα
Η Βαρβάρα κάθε βράδυ στη Γλυφάδα ξενυχτάει
και ψαρεύει τα λαβράκια, κεφαλόπουλα, μαυράκια
Το καλάμι της στο χέρι, κι όλη νύχτα στο καρτέρι
περιμένει να τσιμπήσει το καλάμι να κουνήσει.
Όσα έρθουν κι όσα πάνε
Γεια σου καπετάν Φλωριά
που τα δίχτυα σου βογγάνε.
“δε βαριέστε ρε παιδιά,
όσα έρθουν κι όσα πάνε”.
Είμαι και πολύ καμάκι
Πήγα για μπάνιο στη Γλυφάδα
κολύμπαγε η μισή Ελλάδα
και κάτι νεαρές στην άμμο
είπα κι εγώ να κάτσω χάμω
Φόρεσα τα γυαλιά τα μαύρα
άναψα κι ένα τσιγαράκι
με τη θαλασσινή την αύρα
τσίμπησε το μελανουράκι.
Τα καβουράκια
Με το σπάρο τον ξενύχτη στη Ραφήνα
παίζει τώρα στα ρηχά η καβουρίνα
κι όλο κλαίνε τα καβουράκια
στου γιαλού τα βοτσαλάκια.
Βαρκάδα κι αγκαλίτσα
Πήρα ένα βαρκάκι
πάμε μια βραδιά
με το φεγγαράκι
Αίγινα μεριά
Πότε με πανάκι
πότε με κουπί
έλα ένα βραδάκι
πάμε κι όπου βγει
Το μπαρμπουνάκι
Το μπαρμπουνάκι θέλει μπυρίτσα
και το κορίτσι θάλασσα
Στα μπαρμπουνάκια και στα κορίτσια
ποτέ χατίρι δεν τους χάλασα.