Ο ίδιος ο συγγραφέας στην αρχή του βιβλίου σημειώνει: «Με συναρπάζουν οι μύθοι των μεγαλουπόλεων. Έναν από αυτούς θα σας διηγηθώ». Και πράγματι, μας διηγείται έναν μύθο, που ίσως τελικά δεν είναι και τόσο μύθος, αφού είναι μια ιστορία που θα μπορούσε να συμβαίνει δίπλα μας.
Σε ένα χρόνο απροσδιόριστο, σε μια πόλη όπου η οικονομική (και ηθική) κρίση αφήνει τα σημάδια της, αφού αυτή η ανώνυμη πόλη, παρουσιάζεται συνεχώς βροχερή και συννεφιασμένη, με μια αίσθηση παρακμής και εγκατάλειψης, που απαρτίζεται από ανθρώπους που είναι «μισοί σκοτάδι και μισοί άνθρωποι», ζει μια γυναίκα-επίσης ανώνυμη. Μα τι σημασία έχει άραγε το όνομά της; Είναι μία από εμάς, ή ίσως είναι εμείς (γεγόνος που υπογραμμίζεται από το συγγραφέα, καθώς η εξιστόρηση γίνεται σε β’ενικό πρόσωπο). Οχυρωμένη πίσω από τη μοναξιά που η ίδια επέλεξε για τον εαυτό της –ο λόγος δεν έχει σημασία, αλλά σίγουρα η απώλεια την οδήγησε σε αυτήν την επιλογή- ονειρεύεται να επιστρέψει πίσω στα κτήματα του παππού της και περάσει το υπόλοιπο της ζωής της μακριά από αυτήν τη μίζερη πόλη. Όμως, για να συμβεί αυτό, χρειάζεται χρήματα. Τι θα κάνει για να τα αποκτήσει;
Με απώτερο στόχο τη φυγή, παρακολουθούμε τις ενέργειες και τα συναισθήματά της μέχρι να τα καταφέρει. Σε όλο αυτό είναι μόνη, αφού έχει απαλλαγεί από το βαρύ φορτίο των ανθρώπων: οι άνθρωποι θα σε προδώσουν, αργά ή γρήγορα, αυτό είναι το μόνο που έμαθε. Είναι όμως έτσι;
Στην περιπέτειά της ώσπου να φύγει, δοκιμάζει τα προσωπικά της όρια και των άλλων. Αναρωτιέται πού βρίσκονται και αν υπάρχουν, προσπαθεί να μην κατακλύζεται από θυμό και οργή και να μην εμπιστεύεται κανέναν. Το καταφέρνει όμως;
Η στάση της θα αλλάξει όταν θα γνωρίσει τη Λίνα, ένα άτομο που τα μάτια της «δεν έχουν κακία».Θα της ανοιχτεί και θα της εμπιστευθεί πράγματα που χρόνια έχει να πει με λόγια. Θα αναπτυχθεί μία περίεργη σχέση μεταξύ τους. Φιλική και στοργική, στα όρια της οικογένειας. Αλλά μάλλον την προδίδει κι εκείνη; Ή μήπως όχι; Η σχέση της με τη Λίνα θα την οδηγήσει στο Οριακό Σημείο οργής που χρόνια βράζει μέσα της και δε λέει να βγει προς τα έξω.
Το ταξίδι στον Προσωπικό της Παραδεισο θα συμβεί; Κι αν ναι, θα εξακολουθήσει να είναι μόνη της;
Ένα βιβλίο με καταιγιστικό ρυθμό, που διαβάζεται γρήγορα και όσο κι αν φαίνεται κυνικό στην αρχή, κρύβει μια βαθιά ευαισθησία, από αυτήν των παλιών καιρών. Και φυσικά, αναδεικνύει αξίες που ξεχνάμε μες την καθημερινότητά μας πόσο σημαντικές είναι. Και σημαντικότερη αυτών; Τι άλλο; Η ΦΙΛΙΑ.
Λίγα Λόγια για το συγγραφέα: Ο Φώντας Ξενιός γεννήθηκε στην Αθήνα το 1963. Σπούδασε αγγλική φιλολογία, ασχολήθηκε όμως με τη μουσική, αρχικά σαν μέλος συγκροτημάτων, και μετά σαν ηχολήπτης, μουσικός παραγωγός και δημοσιογράφος. Ήταν συνθέτης και ενορχηστρωτής της αθηναϊκής μπάντας Alive She Died, των οποίων η διασκευή στο She’s Lost Control των Joy Division επιλέχτηκε από την Gucci για την παγκόσμια καμπάνια ρούχων 2016-2017 τριάντα χρόνια μετά την αρχική κυκλοφορία! Σαν ηχολήπτης εργάστηκε με κορυφαίους έλληνες μουσικούς και συγκροτήματα, ενώ στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004 ήταν υπεύθυνος ήχου του αθλητικού συγκροτήματος Ελληνικού ( Hellenic Complex ). Εργάστηκε σαν δημοσιογράφος για μια δεκαετία στο περιοδικό Ήχος των Τεχνικών εκδόσεων, σαν ειδικός των νέων ρευμάτων της ηλεκτρονικής μουσικής.
*Ευχαριστώ τις εκδόσεις Θερμαϊκός για το δώρο τους και τον κο Ξενιό για τη συντροφιά που μου χάρισε το βιβλίο του.
Discussion about this post