Σταυροδρόμι. Aφίσες. «…΄Εδωσα εντολή να προχωρήσουν…»
Σταυροδρόμι.
Πολυσύχναστο.
Όχι σήμερα.
Μάρτιος.
Κυριακή.
Ώρα 5. Το απόγευμα.
Στέκεται στη μέση του
οδοστρώματος.
Προς τα πάνω, ο δρόμος,
ώς ψηλά, στη Ζήνωνος, άδειος.
Και πίσω.
Και δεξιά.
Και αριστερά.
Στη μια από τις τέσσερις γωνίες,
σ’ ένα παλιό στέκι,
καφενείο και ουζερί,
οι ιδιοκτήτες μαζεύουν απ’ το
πεζοδρόμιο
τα τελευταία τραπεζάκια.
Η μωβ σιδερένια πόρτα μισόκλειστη.
Άλλες δυο, ίδιες πόρτες, αριστερά
και δεξιά,
διπλομανταλωμένες.
Χρόνια τώρα.
Στο πλατύσκαλό τους 3-4 γλάστρες.
Στις δυο πλευρές της κεντρικής
πόρτας,
κάποιες αφίσες, κρεμασμένες.
Εικοσιδυό.
Με μανταλάκια. Σ’ ένα σκοινί.
Ένας χαμηλός άνεμος τις σηκώνει,
πότε αυτή, πότε μιαν άλλη,
πότε δυο-τρεις μαζί,
ξεσκεπάζοντας δυο-τρεις,
που έχουν ξεμείνει από παλιότερα.
“…Δεν θα αφήσω μερικούς επιπόλαιους να υπονομεύσουν την
ασφάλεια των πολλών…”
Στην απέναντι καφετέρια, διαγώνια,
έχουν μαζέψει τα πάντα κι εκεί.
“…Ερημώνοντας δρόμους και πλατείες, εξορίζουμε τον κίνδυνο…”
Κοιτάζει.
Τις αφίσες.
Διαβάζει.
Το χρονικό του χρόνου
ΕΝΤΜΟΝΤ
ΣΕΡΡΑ – Η ΨΥΧΗ ΤΟΥ
ΠΟΝΤΟΥ – ΧΡΥΣΑ ΠΑΠΠΑ
MOBYDICK.
“…Έδωσα εντολή να προχωρήσουν οι απαραίτητες ενέργειες…”
Το αεράκι δυναμώνει.
Σαπφώ
Ποιήματα
ΚΥΡΙΑΚΗ 23/02 – …..
Κάθε Κυριακή μια μικρή ιστορία
με ένα μεγάλο ζωγράφο
ΤΟ ΒΡΑΚΙ
Koutsopanos
Gayerduet
ΕΡΩΤΙΚΕΣ ΚΑΡΤ ΠΟΣΤΑΛ
ΑΠ’ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
“…Από αύριο θα μείνουν κλειστά
τα εμπορικά καταστήματα,
πλην εκείνων με προϊόντα ή υπηρεσίες πρώτης ανάγκης…”
ΚΕΡΑΜΕΙΟ BAR
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΚΡΟΥΣΤΩΝ
ΘΑΥΜΑΣΤΟΣ ΚΑΙΝΟΥΡΙΟΣ
ΚΟΣΜΟΣ
Ο ΑΤTΙΚ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ
LET’S GO
“…Όσοι φέρονται αντικοινωνικά
θα τιμωρούνται παραδειγματικά…”
ΤΑΡΤΟΥΦΟΣ
Η ΚΑΡΑΜΕΛΑ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΖΕΡΒΟΥΔΑΚΗΣ
DEATH IN ATHENS
Σταματάει.
Ξανακοιτάζει.
DEATH IN ATHENS
Πηγαίνει προς την άλλη γωνία.
Πλησιάζει.
DEATH IN ATHENS
SUNDAY, 15/03/2020
“…Ο εχθρός είναι αόρατος και
ύπουλος….”
“…Όποιος κυκλοφορεί, θα πρέπει
να έχει οπωσδήποτε μαζί του αστυνομική ταυτότητα ή διαβατήριο…”
Στο κλειστό ψιλικατζίδικο, πίσω
από το τζάμι, μια κρεμασμένη
εφημερίδα.
ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Τίτλος: ΟΛΟΙ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ
δρακόντεια μέτρα για να περιοριστεί ….
Δυο βιβλία–προσφορά, μέσα σε
νάυλον,
κρύβουν την υπόλοιπη σελίδα.
ΝΙΚΗΣΕ ΤΟΝ ΦΟΒΟ…
– 21 ημέρες για να τον μετατρέψετε σε σύμμαχό σας
ΚΟΣΜΑΣ ΠΟΛΙΤΗΣ – ΣΤΟΥ
ΧΑΤΖΗΦΡΑΓΚΟΥ
DEATH IN ATHENS…
DEATH IN ATHENS…
ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ…
Να πουλούν στο σημείο
Μενάνδρου και Σαπφούς πριν από τη μία το μεσημέρι
θανάσιμα από σφαίρα
23χρονος υπήκοος Αφγανιστάν
ομοεθνής του 25 ετών
επιτέθηκαν
πουλούσαν τσιγάρα
συμβολή
Μενάνδρου και Σαπφούς
αιμόφυρτους
πρόλαβαν να φύγουν
έρευνες
ανακρίνονται
συνολικά 13 κάλυκες
ένα μαχαίρι
αυτόπτες μάρτυρες
απαιτούσαν χρήματα από Αφγανούς
να πουλούν στο σημείο
Ιανουάριο του 2019
Κοιτώντας μπροστά
Συνοικία Αγίου Παύλου
Ψηλός, υπερβολικά λιγνός, σαν
ένα «ανθρώπινο μακαρόνι», γκρίζα, άσπρα μαλλιά, μπλου τζήν
ομοιόχρωμο, εφαρμοστό, παλιά,
καστόρινα παπούτσια, το αριστερό χέρι στην τσέπη του μπλου
τζήν, σχετικά ευθυτενής, μπλούζα
με μακρύ μανίκι, προχωράει στο
πεζοδρόμιο, ευθεία, ήρεμα, κάπως αργά, κοιτώντας μόνο μπροστά, αμίλητος και χάνεται.
Τώρα είναι όλο άντρες
Πλατεία Καραϊσκάκη
Τρία μεγάλα σκαλιά από δυο μεριές οδηγούν στην αίθουσα της
καφετέριας.
Το στέκι ξεκίνησε συμπαθητικό.
Τώρα είναι όλο άντρες. Οδηγοί.
Επένδυση ξύλινη, ταβάνια με γύψινη διακόσμηση, μικροί πολυέλαιοι με ψεύτικες χάντρες. Ξύλινο
πάτωμα. Στο μπαρ μια Ελληνίδα,
σαν ξένη. Τα στήθια, η κοιλιά έξω.
Λίγο παχουλή. Κοντό μαλλί, δυνατή, ζεστή φωνή.
Ένας «γεμάτος», με λαδί κοντό
κουστούμι, μελαχρινός, με τσουλούφι, σαν «μπούλης», σαν αστυνομικός, σαν ψιλονταβατζής. Κάποια φώτα εσωτερικού χώρου.
Η καφετέρια είναι κάτω από ένα
καλό θέατρο που παίζει επιθεώρηση, κάπως ξεπεσμένο.
Πλατεία Καραϊσκάκη. Ο σταθμός
του μετρό. Η Τροχαία.
Στα στενά, ξενοδοχεία.
Πιο κάτω ο σταθμός Λαρίσης και
Πελοποννήσου, ο Κολωνός, η
Κωνσταντινουπόλεως
Παίζει μόνο του
Ομόνοια
Το πιάνο στο Hondos Center παίζει μόνο του. Κινέζικη πατέντα.
Σταματάει, ξαναρχίζει. Τώρα
παίζει ένα ελληνικό. Στην είσοδο
του πρώτου ορόφου, τα ασανσέρ ανεβοκατεβαίνουν. Ώς τον
δέκατο όροφο.
Ο γέρος
Πεζόδρομος -μέσα από τις γρίλιες.
Στα σκαλοπάτια του απέναντι
τριώροφου νεοκλασικού,
όπου πολλοί τα προτιμούν για
στάση,
(για ξεκούραση, για να φάνε το
συσσίτιό τους στο πλαστικό
ή να πάρουν τη «δόση» τους),
εκείνος σήμερα διακρίνει, μέσ’ από
τη γρίλια, κάτι θολό, λίγο ακαθόριστο.
Μόλις μετακινείται ένα-δυο πόντους πίσω απ’ το παράθυρο,
η εικόνα καθαρίζει εντελώς.
Άλλωστε, ξέρει ποιος είναι.
Ο γέρος.
Κάθεται στο δεύτερο σκαλοπάτι,
από τα τρία πού, από το νεοκλασικό, εξέχουν στο δρόμο.
Το ένα πόδι, το δεξί,
λυγισμένο, ακουμπάει στο πρώτο σκαλοπάτι,
ενώ το άλλο φτάνει λίγο πιο
μπροστά, στον πεζόδρομο.
Φοράει ένα μπλου τζιν και μια
μπλούζα,
με φαρδιές μωβ και άσπρες ρίγες,
κι από πάνω ένα πιο σκούρο
μωβ, φθαρμένο μπουφάν,
που οι άκρες του ακουμπούν,
δώθε-κείθε, στα δυο πρώτα σκαλοπάτια.
Είναι κυρτωμένος δεξιά,
έτσι που η πίσω μεριά του μπουφάν δεν ακουμπάει
στο τρίτο, τελευταίο σκαλοπάτι
κι ο παρατηρητής βλέπει μόνο το
γυμνό του κεφάλι,
το γεμάτο διάσπαρτες, μικρές
και μεγάλες βούλες,
και τα λίγα άσπρα μαλλιά που
το περιβάλλουν.
Φαίνονται ακόμα τα δυο,
κάπως πεταχτά αυτιά,
που θυμίζουν ξωτικά
των Χριστουγέννων
και η σουβλερή μύτη.
Έχει τα χέρια ενωμένα,
ανάμεσα στα γόνατα,
με μπλεγμένα κάποια δάχτυλα
και στο αριστερό χέρι
φοράει ένα στρογγυλό ρολόι, με
μαύρο φόντο και λουρί.
Οι κνήμες, κάπως πρησμένες,
προβάλλουν αρκετά, πάνω από
τις κοντές, άσπρες κάλτσες και
τα παλιά, σφιχτοδεμένα “σπορτέξ”.
Κοιμάται;
Όχι.
Μπροστά στο διπλωμένο, δεξί του πόδι,
είναι γερμένο ένα μεγάλο καροτσάκι
με χοντρό, μπλε πλαστικό κάλυμμα,
που από το ανοιχτό του μέρος
εξέχει μια μαύρη, νάϊλον, σακούλα.
Συχνά είναι γεμάτη από πακέτα
με ξένα τσιγάρα,
συνήθως “Μάρλμπορο”,
που πουλάει σε κάποιους μόνιμους πελάτες του
και στους περαστικούς.
Πίσω του, στο τρίτο σκαλοπάτι
πριν από τη σιδερένια γκρι πόρτα με τα μεταλλικά στολίσματα,
στη δεξιά γωνιά, είναι ακουμπισμένη
μια ακόμα, μεγάλη, άσπρη, τετράγωνη τσάντα με λαβές,
που από το ανοιχτό της φερμουάρ
διακρίνονται μάλλον κάποια
είδη -ίσως- ρουχισμού.
Ο γέρος.
Ογδονταπέντε χρονών; Ενενήντα;
Όλοι τον ξέρουν,
άλλος λίγο, άλλος πολύ,
στη γειτονιά.
Πότε στον έναν δρόμο.
Πότε στον άλλον.
Πότε στο φούρνο της Μεγάλου
Αλεξάνδρου,
απέξω, σα να έχει μόλις τελειώσει κάποια θελήματα.
Κάθε Τρίτη στη λαϊκή, στην Κεραμεικού,
στον πάγκο της επίμονης, φασαριόζας μανάβισσας από την
Κόρινθο,
που “μαζεύει” τελευταία.
Κάτι να τη βοηθάει, κάτι να γεμίζει με φρούτα, που περίσσεψαν,
το καροτσάκι του.
Αραιά και πού έξω τον βλέπεις από
το σουπερμάρκετ της περιοχής.
Και, κατά καιρούς, κάτω από
αυτή τη γρίλια.
Στο πρώτο και πιο φαρδύ σκαλοπάτι
δυο περιποιημένες, σιδερένιες,
όρθιες γλάστρες,
βαμμένες κι αυτές γκρι,
συντηρούν εδώ και χρόνια δυο
μικρές ελιές,
ενός μέτρου η καθεμιά.
Από το μεγάλο οικόπεδο δεξιά,
που τώρα το “σταμάτησε” η αρχαιολογία,
δυο-τρία μεγάλα κλαριά μιας
αγριοσυκιάς
έρχονται και ακουμπούν πάνω
στη μια από τις δυο ελιές.
Ακριβώς από κάτω, μέσα από το
μάρμαρο του σκαλοπατιού,
βγαίνουν κελαρύζοντας κάθε τόσο,
από έναν αγωγό,
κάποια λίγα νερά από την αυλή
του νεοκλασικού.
Ο γέρος.
Hellow! Wellcome!
Τσάινα Τάουν.
Κάθε φορά που περνάς μπροστά
από την ολάνοιχτη πόρτα ενός
κινέζικου μαγαζιού που πουλάει
ρούχα στη γωνία Θερμοπυλών
και Αγησιλάου, εκεί ακριβώς
πίσω από τα πόδια σου, ακούς
κάτι ακατάληπτες, σύντομες, μικρές κραυγές, λες και φωνάζουν
κάποια ζωάκια σε μια γλώσσα
άγνωστη. Ξαναγυρνάς να βεβαιωθείς, να ελέγξεις τι συμβαίνει.
Τις ξανακούς. Τελικά αυτό το
νανοειδές, σύντομο μικροσκοπικό τσιριχτό σε καλεί από ένα μηχανηματάκι, κρυμένο κάπου, να
μπεις μέσα στο μαγαζί. Hellow!
Wellcome! Πας μπρος, πας πίσω
και ακούς τον αόρατο, μικροσκοπικό νάνο να σε καλεί.
Θίασος
Ο «ταξίαρχος»
Κάποιοι ίσως ξέρουν το πραγματικό του επίθετο, κάποιοι ίσως
και το μικρό του όνομα. Κανείς όμως δεν το λέει ποτέ. Όλοι, όταν
αναφέρονται σε αυτόν, τον αποκαλούν «ο ταξίαρχος». Κάποτε, ήταν
στρατιωτικός. Συνταξιούχος εδώ και καιρό, γύρω στα ογδόντα,
άχρωμος, αθόρυβος, πάντα ξυρισμένος και με καθαρά, φροντισμένα
ρούχα. Λιγομίλητος. Συχνάζει σε ξενοδοχεία της Ομόνοιας και της
πλατείας Καραϊσκάκη για να συναντήσει παρόμοιους στην ηλικία και
τα χαρακτηριστικά τύπους ή κάποιους επιχειρηματίες, αλλά ποτέ για
επαγγελματικούς λόγους. Καμιά φορά τον συνοδεύει μια λίγο παχουλή, λίγο πιο κάτω απ’ τα 30, γυναίκα, που την συστήνει ως «η ανιψιά
μου». Ποιος είναι; Διακινεί κάτι; Μήπως ιδέες; Ναρκωτικά; Γυναίκες;
Μάλλον όχι. Απλώς ισορροπεί μεταξύ παρόντος και ενός απροσδιόριστου, επίσης άχρωμου παρελθόντος. Υπάρχει υποψία, ότι καμιά φορά προμηθεύει κάποια πλαστά πιστοποιητικά. «Ο ταξίαρχος». Ίσως, ωστόσο, ο ρόλος του να είναι πιο δραστικός απ’ ότι φαίνεται.
Λάκης, ο περιπτεράς
Το περίπτερό του – πάνω στην Ομόνοια – ήταν κάποτε μικρό, όπως όλα άλλωστε. Τώρα έχει «πνιγεί» γύρω-γύρω από εφημερίδες, κάθε είδους έντυπα και περιοδικά. Όταν κάποιος πελάτης τον θέλει πρέπει να τον ζητήσει ή στο βάθος του περιπτέρου ή στο πίσω μέρος, όπου κάθε τόσο βγαίνει για κάτι συγκεκριμένο ή για μια σύντομη ανάπαυλα. Ο πατέρας του και ο παππούς του είχαν το μοναδικό κιόσκι κάτω, στην πλατφόρμα του Ηλεκτρικού, στη γραμμή Πειραιάς – Κηφισιά. Μένει ανεπηρέαστος από τα χιλιάδες ερεθίσματα της πλατείας, λες και αυτά δεν τον αγγίζουν και λες και είναι αφοσιωμένος μόνο στις παραλαβές και στους καθημερινούς λογαριασμούς. Ή μήπως ούτε σ’ αυτά; Απρόσιτος και κάπως υπερόπτης. Το μάτι
του όμως τρέχει. Τα χέρια του κινούνται συνεχώς. Ξέρει πολλά. Κάθε τόσο μιλάει, ανοίγεται κάπως σε κάποιους γνωστούς του. Όμως, ως εκεί.
Πέτια, η δημοσιογραφίνα
Το γραφείο της είναι στις αρχές της Αγ. Κωνσταντίνου, σε μια πολυκατοικία με στοά, στον δεύτερο όροφο. Ένα δωμάτιο τρία επί τρία. Για δυο χρόνια έβγαζε μια βδομαδιάτικη εφημερίδα στα βουλγάρικα, για τους συμπατριώτες της που ζουν στην Αθήνα. Μαζί με μια φίλη της, τη Χριστίνα, άνοιξαν για λίγους μήνες κι ένα μικρό βιβλιοπωλείο, στο ισόγειο του κτιρίου, με βουλγαρικά βιβλία και cd. Ψηλή. Με κοντό μαλλί, όμορφη. Τα μάτια της – που υπόσχονται και δεν υπόσχονται – αστράφτουν. Παντρεύτηκε έναν μικρομεσαίο από Γλυφάδα, έκαναν ένα παιδί, αγόρι. Χώρισαν. Εκείνος κράτησε, με απόφαση του δικαστηρίου, το παιδί. Εκείνη το δέχτηκε. Το δέχτηκε; Πότε είναι στη Βουλγαρία, πότε εδώ. Έτοιμη για όλα. Ή για τίποτα. Πέρυσι έκλεισε την εφημερίδα. Άνοιξε ένα μεγαλύτερο βιβλιοπωλείο, με τη φίλη της, σε μιαν άλλη στοά, προς τη Βάθης. Ποτέ βέβαια δεν μπορεί να τη βρει κανένας εκεί. Ούτε η φίλη της η Χριστίνα μπορεί να σου δώσει κάποια πληροφορία για το πού θα τη βρεις. Η Πέτια.