Μία παράσταση στα όρια έστησε ο άξιος και πολύπειρος σκηνοθέτης Γιάννης Χουβαρδάς, που ναι μεν αποδόμησε το μολιερικό αριστούργημα, κρατήθηκε όμως μακριά από οιανδήποτε ύβριν που γεννά η μεταμοντέρνα ισοπεδωτική αλαζονεία. Έχτισε ένα άλλο έργο, με τα ίδια δομικά υλικά, πολυεπίπεδο και πολυπρισματικό, πολυσχηματικό σχεδόν κι έλαμψε δια του ορθώς εκφερομένου κι ουχί εκφωνουμένου λόγου.
Εξηγούμαι. Με εξαίρεση τον Χρήστο Λούλη, που δεν έπειθε στις ερωτικές εξομολογήσεις του, έτσι στρωτά και στρογγυλά διατυπωμένες όπως ήσαν, όλοι οι άλλοι ήταν υποδειγματικοί στον μετεωρισμό τους μεταξύ αληθοφανούς υπερ-πραγματισμού κι εξεζητημένου στυλιζαρισμένος.
Το όλο στοίχημα κέρδισε ο σχεδόν βωβός, ελάχιστος ρόλος του υπηρέτη Ντυ Μπουά που ανέδειξε σε πρωταγωνιστικό ο μέγιστος ηθοποιός και κόσμημα του Εθνικού Θεάτρου Γιάννης Βογιατζής. Έλαμψε δια της σιωπής του. Σχολίαζε ως μονοπρόσωπος αρχαίος Χορός τα επί σκηνής δρώμενα, υπήρχε δια της σιωπής κι αξιοποιούσε τις παύσεις του, σε τέτοιο βαθμό που θα έπρεπε όλοι οι άλλοι, κι εμείς, οι θεατές να διδάσκονται από αυτόν τον φωτεινό καλλιτέχνη.
Ο Μιχαήλ Μαρμαρινός είναι καλύτερος ηθοποιός από σκηνοθέτης (το αντίθετο από τον συχωρεμένο Λευτέρη Βογιατζή)… Αξιοποίησε την ευκαιρία που του δόθηκε κι ακροβάτησε μεταξύ γελοίου και σοβαροφανούς υποχονδρίας με έναν τόσο λεπτεπίλεπτο και βιοενεργειακά ακριβοδίκαιο τρόπο που ανάγκαζε και τους άλλους να παίζουν καλά και να μετριάζουν τις σκηνοθετημένες ακρότητές τους. Ίσως αυτή η σκηνοθεσία του Χουβαρδά να κέρδισε από την γειτνίασή της με τον εμβριθή και ψαγμένο Μιχαήλ Μαρμαρινό. Από αυτή την άποψη μπορεί να πρόκειται για ένα υβρίδιο μετά-χουβαρδικό και μετά-μαρμαρινό και μετά το μεταμοντέρνο βεβαίως, γιατί είδαμε – επιτέλους – που η πολύ καταστροφική μανία δεν φτουράει…
Η μετάφραση της Χρύσας Προκοπάκη, έμμετρη και λεπτεπίλεπτη, αντέχει ακόμα στον Χρόνο, εκτός από εκείνο το άστοχο «να με εκδικηθείς» που λέει ο Αλσέστ ενώ εννοεί «να πάρεις εσύ για μένα εκδίκηση – να πάρεις το αίμα μου πίσω».
Αν πρέπει να συγκρίνουμε το πρώτο ανέβασμα αυτής της μετάφρασης στο «Θέατρο της Οδού Κυκλάδων» με τον υπερ-συγκεντρωτικό Λευτέρη Βογιατζή στον διπλό και φιλόδοξο ρόλο σκηνοθέτη-πρωταγωνιστή, θα πρέπει να ομολογήσω πως αυτή, ετούτη η τωρινή παράσταση, είναι απολύτως άρτια, πολύχρωμη, καρναβαλική, δεν είναι μονότονη και μπεργκμανική, δεν επισκιάζει η υποχονδρία του επώνυμου ήρωα όλους τους άλλους και δεν διαπιδύει σε σκηνή και πλατεία, αλλά διακωμωδείται κι αυτή ως κοινωνικό φαινόμενο με έναν αυτοσαρκαστικό διδακτικό στόχο.
Ο Μολιέρος πήρε πολλά στοιχεία από την αρχαία παράδοση, από τον «Δύσκολο» του Μενάνδρου, όπως πέρασε μέσα από τους λατίνους και την εκλαϊκευμένη commedia dell’arte, με άρχοντα και προεξάρχοντα τον Γκολντόνι. Έβαλε ενδεχομένως και πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία… Με την ιδιοφυΐα του μεγάλου δραματουργού χρησιμοποίησε το προσωπικό του δράμα και τις προσλαμβάνουσες εικόνες του ως πρώτη ύλη, ως ακατέργαστο υλικό προκειμένου να λαξεύσει το αριστούργημα που αντέχει στο διάβα των αιώνων.
Ο Μολιέρος γράφει τον «Μισάνθρωπό» του εξήντα χρόνια μετά τον σαιξπηρικό «Τίμωνα τον Αθηναίο» που βασίστηκε στο έργο του Λουκιανού. Δεν υπάρχει παρθενογένεση στην Τέχνη, αλλά επικάλυψη, όπως οι φλοίδες των δέντρων και τα ετερόχρωμα στρώματα των πετρωμάτων. Ο καθένας όμως δίνει τη δική του αλκή και τη δική του ζέση.
Ο Γιάννης Χουβαρδάς υπερέβη εαυτόν με αυτή την παράσταση. Δεν μπορούν να του προσάψουν τίποτα οι συνήθεις επικριτές του. Κι ο Μιχαήλ Μαρμαρινός απέδειξε ότι είναι πρωτίστως ηθοποιός, γαλήνιος, υπάκουος, πειθαρχημένος και συνδημιουργικός. Ο Γιάννης Βογιατζής έλαμψε, ο Λούλης μας απογοήτευσε για πολλοστή φορά, όλες οι γυναίκες ηθοποιοί ήταν υπέροχοι κι οι άντρες υπέρ-επαρκείς, γραφικοί και σχηματικοί, ακριβώς όπως το απαιτούσε το έργο και η mise-en-place την οποία υπηρέτησαν με ενθουσιασμό.
Η Μουσική δεν με ξετρέλανε… Εντάξει. Θα μπορούσε να είναι καλύτερη.
Εν γένει, μία σπουδαία παράσταση, αντάξια του Εθνικού Θεάτρου και του καλλιτεχνικού διευθυντή του ΣΤΑΘΗ ΛΙΒΑΘΗΝΟΥ που συμμετέχει στο όλον θέαμα ως «θεός από μηχανής» χάρη στη σύγχρονη ψηφιακή τεχνολογία.
Περιμένω πολλά ακόμα από το δίδυμο Χουβαρδά-Μαρμαρινού. Μήπως – λέω, μια ιδέα ρίχνω – να ενσωματώσουν και τη μοναχική κι ασυμβίβαστη Ρούλα Πατεράκη σε ένα σκηνοθετικό-διονυσιακό τρίδυμο; Τότε θα είχαμε ενωμένους τους τρεις σημαντικότερους θεατρανθρώπους της γενιάς τους που είναι ακόμα δημιουργικοί και ασύμβατοι με τη μετριότητα.
Μετά λόγου γνώσεως,
Κωνσταντίνος Μπούρας
Υστερόγραφον: Αλήθεια, ο Τεννεσσή Γουίλλιαμς την Μπλανς Ντυμπουά του «Λεωφορείου ο Πόθος» από τον υπηρέτη τού μολιερικού «Μισανθρώπου» την βάφτισε; Απορία ψάλτου βηξ!!!
Info: https://www.n-t.gr/el/test2018/o-misanthropos-tou-molierou
Μισάνθρωπος Μολιέρου
ΚΤΙΡΙΟ ΤΣΙΛΛΕΡ – ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΚΗΝΗ
Ο Μισάνθρωπος, ένα από τα καλύτερα έργα του Μολιέρου, γεννά χαρακτήρες που δομούνται αριστοτεχνικά σε μια δηκτική κωμωδία που αποκαλύπτει την υποκρισία κάθε κοινωνίας και κάθε εποχής. Μια παράσταση στην οποία τα πάντα μπορούν να συμβούν με την υπογραφή του σκηνοθέτη Γιάννη Χουβαρδά, πρώην Καλλιτεχνικού Διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου. Η έξοχη μετάφραση, εκ νέου επεξεργασμένη από τη Χρύσα Προκοπάκη, καθιστά τις λέξεις φονικά όπλα στα στόματα ευγενών υπάρξεων.
Ο Αλσέστ, μέλος της «καλής κοινωνίας», είναι αθεράπευτα ερωτευμένος με τη Σελιμέν. Μισεί, όμως, όλους τους άλλους, καθώς όσοι τον περιστοιχίζουν επιδίδονται ανελέητα στην κολακεία, στον κοινωνικό σχολιασμό και στις ίντριγκες, στην υποκρισία και στο ψεύδος. Όταν ο Αλσέστ δει με τα μάτια του πως, η αγαπημένη του, διάγει ακριβώς αυτή τη ζωή που ο ίδιος απεχθάνεται και πως απορρίπτει τον δρόμο της αληθινής αγάπης, επιλέγει την αναχώρηση και τη μοναξιά.
Ένας αθεράπευτα ειλικρινής ήρωας που απεχθάνεται την υποκρισία κερδίζει τη συμπάθεια και τον θαυμασμό μας. Χάρη στη μαεστρία του κορυφαίου Γάλλου κωμωδιογράφου αναδεικνύεται σε σύμβολο που εκφράζει και δικές μας αγωνίες. Ο Αλσέστ μοιάζει να φέρει βιώματα του συγγραφέα για μια από σκηνής διαμαρτυρία. Εκεί συναντά τη δική μας φωνή.
https://www.ticketservices.gr/event/ethniko-theatro-o-misanthropos-tou-molierou/?lang=el
Ο Μισάνθρωπος
του Μολιέρου
Μετάφραση: Χρύσα Προκοπάκη
Σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς
Έναρξη: 10 Μαρτίου 2019
Λήξη: 26 Μαΐου 2019
Μια ευτυχής συνάντηση επί σκηνής σαν εκρηκτικό, αυθεντικά «μολιερικό», μίγμα. Μια ιδανική συνθήκη για τους λάτρεις των κορυφαίων στιγμών της κλασικής δραματουργίας. Μια παράσταση στην οποία τα πάντα μπορούν να συμβούν με την υπογραφή του σκηνοθέτη Γιάννη Χουβαρδά, πρώην Καλλιτεχνικού Διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου.
Το έργο, ένα από τα καλύτερα του Μολιέρου, γεννά χαρακτήρες που δομούνται αριστοτεχνικά σε μια δηκτική κωμωδία που αποκαλύπτει την υποκρισία κάθε κοινωνίας και κάθε εποχής. Η έξοχη μετάφραση, εκ νέου επεξεργασμένη από τη Χρύσα Προκοπάκη, καθιστά τις λέξεις φονικά όπλα στα στόματα ευγενών υπάρξεων. Το εγχείρημα δελεάζει τον Μιχαήλ Μαρμαρινό να ενεργοποιήσει την υποκριτική του τέχνη σε μια διανομή με ιδιαίτερες εκπλήξεις.
Ο Αλσέστ, μέλος της «καλής κοινωνίας», είναι αθεράπευτα ερωτευμένος με τη Σελιμέν. Μισεί, όμως, όλους τους άλλους, καθώς όσοι τον περιστοιχίζουν επιδίδονται ανελέητα στην κολακεία, στον κοινωνικό σχολιασμό και στις ίντριγκες, στην υποκρισία και στο ψεύδος. Όταν ο Αλσέστ δει με τα μάτια του πως, η αγαπημένη του, διάγει ακριβώς αυτή τη ζωή που ο ίδιος απεχθάνεται και πως απορρίπτει τον δρόμο της αληθινής αγάπης, επιλέγει την αναχώρηση και τη μοναξιά.
Ένας αθεράπευτα ειλικρινής ήρωας που απεχθάνεται την υποκρισία κερδίζει τη συμπάθεια και τον θαυμασμό μας. Χάρη στη μαεστρία του κορυφαίου Γάλλου κωμωδιογράφου αναδεικνύεται σε σύμβολο που εκφράζει και δικές μας αγωνίες. Ο Αλσέστ μοιάζει να φέρει βιώματα του συγγραφέα για μια από σκηνής διαμαρτυρία. Εκεί συναντά τη δική μας φωνή.
Ταυτότητα Παράστασης
Μετάφραση: Χρύσα Προκοπάκη
Σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς
Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Μουσική: Κορνήλιος Σελαμσής
Φωτισμοί: Σίμος Σαρκετζής
Βοηθός Σκηνοθέτις: Άντα Πουράνη
Β’ Βοηθός Σκηνοθέτις: Δήμητρα Μητσάκη
Β’ Βοηθός Σκηνοθέτις: Ιωάννα Πιταούλη
Κίνηση: Σταυρούλα Σιάμου
Διανομή:
Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, Γιάννης Βογιατζής, Έμιλυ Κολιανδρή, Χρήστος Λούλης, Λαέρτης Μαλκότσης, Μιχαήλ Μαρμαρινός, Δημήτρης Παπανικολάου, Άλκηστις Πουλοπούλου, Έλενα Τοπαλίδου
Με ζωντανή μουσική επί σκηνής
Ημέρες & Ώρες Παραστάσεων:
Τετάρτη 19:00 – Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο 20:30 – Κυριακή 19:00
Διάρκεια: 130 ‘ χωρίς διάλειμμα
Η παράσταση είναι κατάλληλη για θεατές άνω των 15 ετών
Υπέρτιτλοι στα Αγγλικά: Κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή