Η Αμάντα Μιχαλοπούλου είναι πολυγραφότατη και πολυβραβευμένη συγγραφέας και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, αφού οι αρετές της γραφής της φάνηκαν από το πρώτο κιόλας μυθιστόρημα. Με ιδιαίτερη ευαισθησία και ενσυναίσθηση, έχει ένα ιδιαίτερο χάρισμα να μεταφέρει στο γραπτό λόγο την πραγματικότητα και τις ιδιαίτερες πτυχές των ανθρώπινων χαρακτήρων και τις σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ τους.
Όταν αντιλήφθηκα ότι θα κάνει σεμινάρια δημιουργικής γραφής στον Ιανό, ήθελα πολύ να έρθω σε επαφή μαζί της, λόγω απεριόριστου θαυμασμού, αφού παρακολουθώ και διαβάζω εδώ και χρόνια τα έργα της. Μιλήσαμε τόσο για τα σεμινάρια, όσο και για τη συγγραφή και το βιβλίο γενικότερα.
Πώς αρχίσατε να εκφράζεστε μέσω του γραπτού λόγου αλήθεια;
Νομίζω πως ήταν πολύ έντονη μέσα μου η ανάγκη για ιστορίες. Από παιδί ήθελα να συνεχίσω τις ιστορίες που μου έλεγε η μητέρα μου, να τους δώσω άλλο τέλος. Στην αρχή προφορικά. Αργότερα και γραπτά. Ένιωθα επίσης ότι δεν μπορούσα να πω τη σωστή λέξη στη σωστή στιγμή. Έπασχα από αυτό που οι Γάλλοι ονομάζουν esprit de l’escalier– η σωστή απάντηση σου έρχεται μόλις αρχίσεις να κατεβαίνεις τη σκάλα. Κι έτσι άρχισα να σκέφτομαι τις σωστές απαντήσεις, τα εναλλακτικά σενάρια, πράγμα που οδηγεί κατευθείαν στην αφήγηση ιστοριών.
Ποιοι είναι οι δικοί σας αγαπημένοι συγγραφείς;
Αλλάζουν συνεχώς, ανάλογα με τα υπό διαπραγμάτευση θέματα. Οι αγαπημένες μου συγγραφείς όλων των εποχών είναι η Βιρτζίνια Γουλφ και η Κλαρίσε Λισπέκτορ. Οι αγαπημένοι μου ο Ίταλο Καλβίνο και ο Μαξ Φρις. Θαυμάζω διηγηματογράφους όπως ο Η.Χ. Παπαδημητρακόπουλος και η Έρση Σωτηροπούλου. Και εναποθέτω τις ελπίδες μου στους νεότερους: Δημήτρης Σωτάκης, Αλεξάνδρα Κ, Γιάννης Δούκας, Μυρσίνη Γκανά.
Προσωπικά, η πρώτη φορά που σας “γνώρισα” μέσω των βιβλίων σας, ήταν το μυθιστόρημα “Γιατί σκότωσα την καλύτερή μου φίλη”. Ένα βιβλίο το οποίο συχνά ξαναδιαβάζω. Το είχα πιάσει στα χέρια μου και σε πολύ μικρή ηλικία και θυμάμαι χαρακτηριστικά να σκέφτομαι πόσο περίπλοκες είναι οι ανθρώπινες σχέσεις. Έχει μέσα στοιχεία του χαρακτήρα σας; Πώς το εμπνευστήκατε;
Όλα τα βιβλία μου είναι αλλοιωμένες μετα-βιογραφίες. Δεν με βρίσκεις μέσα, βρίσκεις όμως την θεματολογία και τα περίπλοκα ζητήματα που με απασχόλησαν σε μια δεδομένη εποχή. Στο συγκεκριμένο βιβλίο το βαθύ αποτύπωμα της φιλίας, την γοητεία, αλλά και την καταδυνάστευση που ασκούν οι φίλες, εξουσιάζοντας η μία την άλλη.
Όχι μόνον έχετε γράψει αρκετά βιβλία, αλλά μεταφράζονται και κυκλοφορούν και σε άλλες χώρες, με θετικότατες έως και αποθεωτικές κριτικές. Πώς αισθάνεστε για αυτό; Το είχατε επιδιώξει ή συνέβη κάπως αναπάντεχα;
Επιδιώκω τη μετάφραση, ναι. Μετάφραση σημαίνει αποδέχομαι την εξωστρεφή φύση του βιβλίου, την πολυγλωσσία του (κυριολεκτικά και μεταφορικά). Με τις μεταφράστριές μου γίνομαι φίλη, ανοίγεται με φυσικό τρόπο ένα κανάλι αλληλοϋποστήριξης και αγάπης που είναι μεγάλο δώρο στη ζωή μου. Τώρα τα υπόλοιπα, οι κριτικές και τα βραβεία, είναι τα παράπλευρα οφέλη της μετάφρασης. Τώρα που “Η Γυναίκα του Θεού” είναι υποψήφια για το Εθνικό Βραβείο Μετάφρασης στις ΗΠΑ, είμαι υπερήφανη για τη μεταφράστριά μου, Πατρίσια Μπαρμπέιτο. Το ίδιο υπερήφανη αισθάνθηκα και για την υποψηφιότητα του “Γιατί σκότωσα την καλύτερή μου φίλη” και τη μετάφραση της Κάρεν Έμμεριχ.
Από τα έργα σας, ποιο θα ξεχωρίζατε; Όχι λόγω αποτελέσματος, αλλά σύμφωνα με την κατάσταση που βρισκόσασταν όταν γράφατε.
Πάντα το τελευταίο, το στερνοπούλι. Χρειάζεται περισσότερη αγάπη. Και νιώθω κι εγώ κάθε φορά σαν νέα μητέρα, νιώθω την ανάγκη να προστατεύσω το βιβλίο μου. Ώσπου να καταλάβω πια ότι δεν είναι δικό μου, ότι ανοίχτηκε στον κόσμο. Είναι μια πικρή στιγμή επαναδιαπραγμάτευσης ταυτότητας, αλλά δεν γίνονται αυτές οι μεταβάσεις με συνοπτικές διαδικασίες. Όπως και με τα παιδιά, έτσι και με τα βιβλία.
Για εσάς η Τέχνη δημιουργεί βίωμα ή το βίωμα Τέχνη;
Είναι συγκοινωνούντα δοχεία: η ζωή τροφοδοτεί την τέχνη και η τέχνη, ως μετουσίωση της πραγματικότητας, μας μαθαίνει πολλά για τη ζωή.
Ποιο ακριβώς είναι το σεμινάριο που ξεκινάτε στον Ιανό και ποιος είναι ο στόχος; Τι θα θέλατε να “περάσετε” στους νέους συγγραφείς/ μαθητές;
Στον Ιανό θα διδάξω μυθιστόρημα. Έχω στο νου μου ένα εναλλακτικό μάθημα ανατομίας: ανοίγουμε το μυθιστόρημα σαν να είναι μια μηχανή – ή ακόμη καλύτερα ένα σπίτι – και παρατηρούμε τις συνδέσεις, την καλωδίωση, τις υδραυλικές εγκαταστάσεις, τοποθετούμε πόρτες, παράθυρα, στέγη. Χρειαζόμαστε θεμέλια και αρχιτεκτονικό σχέδιο. Αλλά και έπιπλα, λουλούδια, λίγη χαρά ζωής. Έναν συνδυασμό πειθαρχίας, αυστηρότητας, χιούμορ και καλών προθέσεων. Προσπαθούμε με ασκήσεις και θεωρία να απαντήσουμε στο ερώτημα: πώς λειτουργεί; Και γιατί δεν λειτουργεί- αν δεν λειτουργεί; Αυτό που θα συζητάμε σε κάθε ενότητα με τους νέους συγγραφείς είναι πως γράφουμε σαν να είναι η συγγραφή κάτι φυσικό και αναγκαίο. Πώς συνδέουμε χωρίς να φαίνονται οι αρμοί – εκτός κι αν θέλουμε να φαίνονται οι αρμοί. Άρα μιλάμε και για την πρόθεσή μας, για το είδος λογοτεχνίας που μας ενδιαφέρει. Ευτυχώς δεν γράφουμε όλοι το ίδιο πράγμα.
Τι θα συμβουλεύατε έναν καινούργιο συγγραφέα;
Να διαβάσει όση περισσότερη κλασική πεζογραφία γίνεται. Και ποίηση. Και δοκίμια. Να διαβάσει με λαχτάρα και βουλιμία. Στη μεγάλη λογοτεχνία βρίσκονται όλες οι οδηγίες χρήσεως. Εμείς απλώς τις κωδικοποιούμε.
Πιστεύετε ότι μας δίδαξε και συνεχίζει να μας διδάσκει κάτι η κατάσταση με τον κορωνοϊό;
Μας διδάσκει ο κορωνοϊός, και βέβαια: Η ζωή δεν είναι προδιαγεγραμμένη, πράγμα που το ξέρουμε, αλλά η πανδημία το δείχνει ανάγλυφα. Δεν μπορούμε να κάνουμε σχέδια, πρέπει να ζούμε σήμερα, τώρα. Με αξιοπρέπεια και πάθος και λίγη τρέλα. Ποτέ δεν πρέπει να απογοητευόμαστε και να χάνουμε τη μάχη. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι η ηττοπάθεια.
Όπως σε όλες τις Τέχνες, έτσι και το βιβλίο περνάει μια δύσκολη κρίση. Λίγοι πόροι, λιγότερο αναγνωστικό κοινό. Γιατί συμβαίνει αυτό κατά την άποψή σας;
Το καλό βιβλίο ήταν πάντα για λίγους. Για να γίνει πιο δημοκρατικό αγαθό, πρέπει να ξεφοβηθεί το πλατύ κοινό. Έχω στο νου μου μια πανέξυπνη και διαβασμένη νέα γυναίκα στο Instagram, την intellectual thights, που έχει κάνει μια μικρή επανάσταση, συσπειρώνοντας γύρω της νέους ανθρώπους που διαβάζουν και συζητούν βιβλία με τρομερό χιούμορ και με αληθινή αγάπη για την ανάγνωση. Αυτές είναι κινήσεις που μπορούν να μεταμορφώσουν την αναγνωστική ζωή, να την κάνουν πιο ανέμελη. Πιο καθημερινή. Και ταυτόχρονα πιο ουσιαστική.
Η Βιρτζίνια Γουλφ στο A room of one’s own είχε γράψει σχετικά με τις Γυναίκες και την Πεζογραφία, εξηγώντας ότι οι γυναίκες για να γράψουν πρέπει να έχουν τα δικά τους χρήματα και το δικό του δωμάτιο, αλλά οι ίδιες οι συνθήκες της ζωής τους δεν τους επέτρεπαν κάτι τέτοιο. Με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις. Θεωρείτε ότι έχει αλλάξει κάτι από την εποχή της Γουλφ;
Όχι πολλά πράγματα. Είδατε κι εσείς που με ρωτήσατε “ποιοι” είναι οι αγαπημένοι μου συγγραφείς; Η γλώσσα δηλώνει κι όταν ξεχνάμε τη συμπερίληψη του θηλυκού γένους, ουσιαστικά κατευθυνόμαστε προς έναν συμπαγώς ανδροκρατούμενο κόσμο. Αν δείτε τις λίστες με μεγάλους συγγραφείς θα διαπιστώσετε πόσο ανδροκρατείται η συγγραφική ζωή. Ας πούμε, τη Λουσία Μπερλίν, την ανακάλυψαν στην Αμερική μετά θάνατον. Χάρηκα τόσο πολύ με το Νόμπελ της Λουίζ Γκλουκ, τη διάβαζα χρόνια στο New Yorker, όπως και με την Τοκάρτσουκ πέρσι, που είναι εξαιρετική συγγραφέας, αλλά δεν μπορούσα να μη σκεφτώ, ότι οι κριτικές επιτροπές προσπαθούν να επανορθώσουν λάθη αιώνων.
Τι σας αρέσει περισσότερο στην Αθήνα;
Τα μικρά βιβλιοπωλεία, οι πλατείες, τα παγκάκια, τα κορίτσια που κάθονται στα σκαλιά, οι νεραντζιές, τα καφενεία, τα περίπτερα, τα ζευγάρια που φιλιούνται- κι ελπίζω να συνεχίσουν να φιλιούνται.
Κυρία Μιχαλοπούλου, η πόλη ζει;
Δεν υπάρχει πιο ζωντανή πόλη από την Αθήνα τα τελευταία χρόνια. Ίσως μόνο η Νέα Υόρκη.
-
Πληροφορίες για την εργογραφία της Αμάντας Μιχαλοπούλου θα βρείτε εδώ: http://amandamichalopoulou.com/
-
Η Αμάντα Μιχαλοπούλου διδάσκει στο σεμινάριο Δημιουργικής Γραφής «Μυθιστόρημα: Οδηγίες χρήσης» της αλυσίδας πολιτισμού IANOS. Τα μαθήματα πραγματοποιούνται δια ζώσης, 17:30-20:30 για δέκα (10) διαδοχικές Τρίτες, αρχής γενομένης από την Τρίτη 17 Νοεμβρίου. Περισσότερες πληροφορίες θα βρείτε εδώ, ενώ μπορείτε να υποβάλλετε αίτηση συμμετοχής ηλεκτρονικά εδώ