Ο Αλέξης Μοστριός μπήκε δυναμικά στο χώρο του βιβλίου με τους “Ικέτες”, που πριν λίγες ημέρες κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Bell. Ένα καλό αστυνομικό θρίλερ, γεμάτο με όλες τις αρετές αυτού του λογοτεχνικού είδους, είναι σίγουρο ότι θα σε κρατήσει ξάγρυπνο μέχρι να το τελειώσεις: οι παραλίες γύρω από την Αττική γίνονται το μακάβριο σκηνικό των εγκλημάτων που συγκλονίζουν τη χώρα. Ο δολοφόνος βρίσκεται εκεί έξω και τα πτώματα που αφήνει πίσω του, τοποθετημένα σε στάση προσευχής, μοιάζουν μέρος ενός αλλόκοτου τελετουργικού. Με κάθε χαρακτηριστικό γνώρισμά τους να έχει αφαιρεθεί προσεκτικά, οι Αρχές αδυνατούν να ανακαλύψουν ακόμα και τις ταυτότητες των θυμάτων. Τον γρίφο θα κληθεί να λύσει ο αστυνόμος Ωρίωνας Άστρος. Ανατριχίλα, αγωνία, “σκάψιμο” χαρακτήρων, έξυπνη υπόθεση είναι μερικά από τα στοιχεία που απογειώνουν το βιβλίο.
Έχετε μεγάλη αγάπη για τα βιβλία όπως και έχετε δηλώσει, αλλά φαίνεται ότι είστε και … “επαγγελματίας” αναγνώστης. Θυμάστε ποιο ήταν το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε; Και θα μπορούσατε να ξεχωρίσετε το αγαπημένο σας;
Ένα από τα πρώτα βιβλία που διάβασα ποτέ ήταν «Οι Μυστικοί Εφτά» της Enid Blyton, με πολλά όμορφα μηνύματα για τη συνεργασία και την αποφασιστικότητα. Έχω πολλά αγαπημένα βιβλία, αλλά αν έπρεπε να ξεχωρίσω κάποιο, αυτό είναι «Η Σιωπή των Αμνών» του Thomas Harris. Κάθε φορά που το διαβάζω, νιώθω την ίδια ανατριχίλα που έχουμε νιώσει όλοι και μέσα από την ομώνυμη ταινία, καθώς και τη μεγάλη αξία του «κακού» της υπόθεσης που προσπαθώ κι εγώ να αναδείξω στο βιβλίο.
Πώς αποφασίσατε να γράψετε ένα δικό σας βιβλίο; Ποια ήταν η έμπνευσή σας;
Σε εφηβική ηλικία έγραψα αρκετές μικρές ιστορίες και ποιήματα, αλλά ποτέ δεν μπήκα στη διαδικασία να τα δω να εκδίδονται. Αποφάσισα να γράψω ένα δικό μου βιβλίο πριν από περίπου τρία χρόνια, καθώς διάβαζα και συνεχίζω να διαβάζω πολλά αστυνομικά βιβλία και ένιωθα ότι μπορούμε και στην Ελλάδα να αποτυπώσουμε στο χαρτί ιστορίες έξυπνες, συναρπαστικές και απρόβλεπτες, όπως ακριβώς κάνουν και οι ξένοι αστυνομικοί συγγραφείς.
Η έμπνευσή μου ήρθε από το πιο αγαπημένο μου μέρος, τις παραλίες, όπου συχνά βλέπουμε περίτεχνα γλυπτά στην άμμο, καθώς και κατασκευές με πέτρες και ξύλα. Ο συνδυασμός αυτός της ξεγνοιασιάς και της ανεμελιάς που νιώθουμε όλοι κοντά στη θάλασσα μαζί με την αγωνία και τον τρόμο που περιγράφω στο βιβλίο νομίζω ότι αποτελεί ένα πολύ ελκυστικό μείγμα.
Από την πρώτη κιόλας σελίδα, είναι φανερό ότι πρόκειται για ένα κλασικό έργο αστυνομικής λογοτεχνίας. Ακολουθήσατε αρκετά από τα “χαρακτηριστικά” του είδους: ένας ερευνητής με πάθη, “νουάρ” ατμόσφαιρα, αγωνία, plot twists, καταιγιστικός ρυθμός αφήγησης. Έχετε διαβάσει αρκετά αστυνομική λογοτεχνία; Τι σας αρέσει περισσότερο στο είδος;
Δεν τα έχω υπολογίσει ακριβώς, αλλά πρέπει να έχουν περάσει από τα χέρια μου περισσότερα από τριακόσια αστυνομικά βιβλία. Το βιβλίο όντως περιέχει τα χαρακτηριστικά αυτά, καθώς θεωρώ ότι ύψιστος στόχος πρέπει πάντα να είναι να ψυχαγωγείται ο αναγνώστης, κρατώντας ψηλά το ενδιαφέρον του σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας. Έχω ορκιστεί στον εαυτό μου ότι πάντα θα αντιμετωπίζω όσα γράφω πρωτίστως ως αναγνώστης.
Σε αυτό το πλαίσιο, θέλω να διαβάζω ένα βιβλίο που έχει ξεκάθαρη πορεία προς την κάθαρση, όσο μπλεγμένα κι αν φαίνονται τα πράγματα στην αρχή, κι αυτό επιτυγχάνεται όταν ο συγγραφέας γνωρίζει από την αρχή πώς θα ολοκληρώσει το σενάριο. Μου αρέσουν πολύ οι αλλαγές στην πλοκή, οι διαφορές ανάμεσα στους χαρακτήρες, η κοφτή γραφή χωρίς πολλή φλυαρία, αλλά πάνω από όλα όπως προανέφερα θέλω η «κακή» πλευρά να έχει το βάρος και την επιρροή που της αναλογεί. Άλλωστε, οι περισσότεροι από εμάς αυτό αναζητούμε σε ένα καλό αστυνομικό, μια καλή μάχη ανάμεσα στο «καλό» και το «κακό».
Ωρίωνας Άστρος: Γιατί ονομάσατε τον πρωταγωνιστή με ένα τόσο…αιθέριο όνομα;
Ο αστυνόμος έχει την εικόνα ενός δύστροπου, κλειστού και αντικοινωνικού ανθρώπου. Όσο προχωράμε όμως στην ιστορία, διαπιστώνουμε ότι πρόκειται για έναν ευαίσθητο άνθρωπο, γεννημένο σε ένα όμορφο οικογενειακό περιβάλλον, με γονείς που δεν διστάζουν να του δείξουν ότι είναι ξεχωριστός ακόμα και με το όνομα που του δίνουν. Ως αναγνώστης, μου δίνεται μάλιστα η εντύπωση ότι πιθανώς να μην είχε ακολουθήσει αυτό το επάγγελμα αν τα πράγματα είχαν εξελιχθεί διαφορετικά στη ζωή του, παρότι είναι πολύ καλός σε αυτό που κάνει. Ήθελα να έχει ένα όνομα που μένει εύκολα στη μνήμη, καθώς συχνά θυμόμαστε πιο εύκολα το όνομα του πρωταγωνιστή ενός βιβλίου παρά τον ίδιο το συγγραφέα.
Αναπτύσσεται μία ιδιότυπη επικοινωνία ανάμεσα στον αστυνόμο και στο δολοφόνο, ένα μοτίβο που συναντάμε συχνά στο αστυνομικό είδος. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Νομίζω ότι οι περισσότεροι συγγραφείς προσπαθούν με αυτόν τον τρόπο να δείξουν ότι η καλύτερη μέθοδος για την επίλυση ενός προβλήματος είναι να μπει κανείς στο μυαλό της πηγής αυτού του προβλήματος. Στους «Ικέτες», θεωρώ ότι η επικοινωνία αυτή τροφοδοτείται περισσότερο από την «κακή» πλευρά παρά από τον αστυνόμο, σε μια προσπάθεια να δικαιολογηθούν αυτές οι πράξεις.
Σε κάθε περίπτωση όμως, στόχος αυτής της επικοινωνίας που βλέπουμε στα αστυνομικά είναι να μας περάσει στο υποσυνείδητο το μήνυμα ότι ακόμα και ένας αστυνομικός θα μπορούσε να βρίσκεται στη θέση του εγκληματία, κάτι που πάντα συναρπάζει τον αναγνώστη.
Στο έργο σας, ο δολοφόνος εξηγεί τις πράξεις του, ενώ ο αστυνόμος έχει κάνει τα δικά του λάθη. Πόσο δυσδιάκριτα είναι τα όρια ανάμεσα στο καλό και στο κακό, ανάμεσα στο θύτη και στο θύμα;
Όπως προείπα, είναι θολά τα όρια αυτά. Θεωρητικά ο καλύτερος αστυνόμος θα ήταν ένας επιτυχημένος εγκληματίας, όσο ακραίο και αν ακούγεται αυτό. Η δυσκολία αυτού του επαγγέλματος είναι ακριβώς ότι καλείται ο υπερασπιστής του νόμου να βρίσκεται διαρκώς κοντά στη νοοτροπία ενός παράνομου, και για αυτό πρόκειται για ένα από τα πιο δύσκολα, απαιτητικά και θαυμαστά επαγγέλματα που μπορεί να κάνει κανείς. Ακόμα και εμείς, στην καθημερινή μας ζωή, καλούμαστε διαρκώς να αποφασίσουμε τι είναι «κακό» και τι «καλό», αλλά αυτό είναι περισσότερο αντικείμενο της φιλοσοφίας.
Βρίσκετε στοιχεία του χαρακτήρα σας σε κάποιον από τους πρωταγωνιστές;
Όχι, είναι αρχή μου ότι ένα καλό αστυνομικό δεν πρέπει να έχει καθόλου στοιχεία του χαρακτήρα του συγγραφέα, όσο δύσκολο και αν είναι αυτό. Όποτε το συναντώ αυτό σε βιβλία που διαβάζω, με απωθεί. Στους «Ικέτες», οι χαρακτήρες δεν έχουν καμία σχέση με μένα, και πολλοί από αυτούς δεν είναι τύποι με τους οποίους θα ήθελα ιδιαίτερα να κάνω παρέα!! Πλάθοντάς τους όμως από το μηδέν, ελπίζω ότι εξυπηρετώ τον βασικό στόχο, που είναι να τέρψω τον αναγνώστη και να τον οδηγώ διαρκώς να γυρίζει τις σελίδες για να δει τι γίνεται παρακάτω.
Ετοιμάζετε κάποιο άλλο βιβλίο για τη συνέχεια;
Το πρώτο που πρέπει να δει ο αναγνώστης είναι η κατάληξη της ιστορίας στους «Ικέτες», καθώς το «κακό» αρχίζει κάποια στιγμή να στοχεύει και στην ομάδα του Άστρου. Σε κάθε περίπτωση, θα ήθελα να συνεχιστεί η ιστορία που εκτυλίσσεται σε αυτές τις σελίδες, και έχω ήδη έτοιμο το προσχέδιο του επόμενου βιβλίου. Έχει ανοίξει η όρεξή μου να πω ενδιαφέρουσες ιστορίες και ελπίζω ότι και οι αναγνώστες θα αγκαλιάσουν και θα αγαπήσουν τους πρωταγωνιστές και το ταξίδι τους.