Καλή η τηλεοπτική πρωταγωνίστρια που επωμίστηκε επαξίως τον επώνυμο ρόλο,
καλή και η κριτική της ερασμιακής προφοράς που είχε ακούσει στην προηγούμενη παράσταση του Εθνικού Θεάτρου με τους “Πέρσες” του Λιγνάδη,
καλή και η διευρυμένη επιθεωρησιακή “παράβασις”, που διόλου αριστοφανική δεν ήταν,
καλές και οι μπουφόνικες επιδόσεις όλων των πρωταγωνιστών κάτω από τις ζωγραφισμένες “κολοκύθες” που φορούσαν στο κεφάλι,
καλή και η επί σκηνής παρουσία του σκηνοθέτη, δίκην πιραντελλικής πρόβας,
καλή και η “αναλογία” στην αναζήτηση παραλληλισμών ανάμεσα σε απομακρυσμένα πολιτικά, κοινωνικά, θρησκευτικά και ιστορικά χωροχρονικά συμφραζόμενα.
Καλή και η μετανεωτερική αποδόμηση [όλα αυτά τα θέματα έχουν λυθεί και θεωρητικώς και πρακτικώς προ πολλού]…
όλα καλά… και το κοινό που σιγοτραγουδούσε το χατζιδακικό “έναν μύθο θα σας πω…”,
καλά όλα αυτά,
ΑΛΛΑ
βρε παιδιά,
αγαπητοί μου συνάνθρωποι,
φίλτατοι εν θεάτρω συνάδελφοι,
ομοιοπαθείς θεατές,
ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΤΟΛΜΑΜΕ ΝΑ ΓΡΑΨΟΥΜΕ ΣΤΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ, ΣΤΙΣ ΑΦΙΣΕΣ, ΣΤΑ ΕΙΣΙΤΉΡΙΑ, ΣΤΑ ΔΕΛΤΙΑ ΤΥΠΟΥ και οπουδήποτε αλλού…
γιατί δεν τολμάμε να παρουσιάσουμε την δική μας εκδοχή του μύθου της Λυσιστράτης, αντί να χρεώνουμε τις όποιες πετυχημένες αποτυχίες μας στον ταλαίπωρο Αριστοφάνη, που ναι μεν εκείνος ΔΕΝ έχει πρόβλημα,
ΈΧΟΥΜΕ ΌΜΩΣ ΕΜΕΙΣ, ΟΙ ΕΠΑΡΚΕΙΣ ΘΕΑΤΕΣ, που δεν θέλουμε να υποτιμάται ΚΑΙ η νοημοσύνη ΚΑΙ η αισθητική μας και ΔΕΝ επιλέγουμε να δούμε παράσταση στο Δελφινάριο με λαϊκούς αηδούς (από το αηδία)
που έκαναν έργο ζωής το κιτς και βρήκανε την κόττα που γεννάει τα χρυσά αυγά…
Θα πρέπει να διαχωρίζουμε τους χώρους, ειδικά εκείνους που έχουν ιστορία στην περιπέτεια της αναβίωσης του αρχαίου δράματος, και δεν είναι αναβίωση ο χαβαλές, το θράσος, ο ωχαδερφισμός, η απαξίωση, η υποτίμηση των πάντων…
δεν ήταν πολύ ευφυές το στημένο καυγαδάκι των πρωταγωνιστών… λυπάμαι.
Παρ’ όλα αυτά, για να γυρίσουμε την κρέπα από την άλλη πλευρά προκειμένου να …ψηθεί ομοιόμορφα, δεν ήταν ό,τι χειρότερο έχουμε δει σε ΠΑΡΩΔΙΑ ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗ και είχε μια κάποια συμμετοχή του κοινού.
Όμως θα πρότεινα στους θαρρετούς σκηνοθέτες και διασκευαστές των αρχαίων κειμένων
να εντάξουν στις θεατρικές απόπειρές τους την ΔΙΑΔΡΑΣΤΙΚΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ του κοινού κι έτσι δεν θα κινδυνεύουν να κατηγορηθούν για αχρείες αρπαχτές [παρήχηση του χι – ΟΥΔΕΜΙΑΝ ΣΧΕΣΙΝ ΈΧΕΙ ΌΜΩΣ ΑΥΤΟ ΤΟ ΛΟΓΟΠΑΙΓΝΙΟ ΜΕ ΤΗΝ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΚΡΙΝΟΜΕΝΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ], αλλά θα μπορούν τότε δικαίως ΟΙ ΚΑΛΟΙ ΚΑΙ ΠΑΝΑΞΙΟΙ ΘΕΑΤΡΑΝΘΡΩΠΟΙ να καμαρώνουν και να καμώνονται πως μιμούνται τις προ πολλού παρωχημένες πρωτοπορίες που εισάγονται από την Εσπερία με χρονοκαθυστέρηση μερικών δεκαετιών [γενικώς ομιλώντας πάλι, μην το πάρετε προσωπικά!!!].
Ως θεωρητικός, έχω πολλάκις και πλειστάκις επισημάνει ότι το θέατρο του μέλλοντος θα είναι αναγκαστικά διαδραστικό και θα εφαρμόζονται οι σύγχρονες εκπαιδευτικές τεχνικές. Το αρχαίο θέατρο ήταν ανοικτό σχολείο. Η Επίδαυρος και το Ηρώδειο λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο στις σύγχρονες μεταβατικές, κρίσιμες και ταραγμένες εποχές μας. Για να μην παρατηρήσουμε εκτεταταμένη αποχή του κοινού από τα κοίλα των αρχαίων θεάτρων ΔΕΝ χρειάζεται να επιστρατεύουμε τηλεοπτικές φατσούλες, που όσο συμπαθείς κι αν είναι δεν έχουν προγυμναστεί για την Επίδαυρο και δεν αρκούν τα γκαγκ για να κρατήσουν το ενδιαφέρον του κοινού αμείωτο για ένα δίωρο.
Θαύμασα τον σκηνοθέτη για το άγχος του (προφανές) και για την νευρικότητά του (που αποδείκνυε ένα κάποιο αίσθημα ευθύνης). Είναι καλύτερος ηθοποιός από σκηνοθέτης.
Το απολύτως ελληνικό φαινόμενο ηθοποιοί εικοσαετίας να χρίζονται σκηνοθέτες και σκηνοθέτες να αυτοπροσδιορίζονται ως μεταφραστές-δραματουργοί-διασκευαστές δείχνει μια επιπολαιότητα που αδικεί ακόμα και την πατροπαράδοτη προχειρότητά μας.
Εν τέλει, για να χρυσώσουμε λίγο το “χάπι”, περάσαμε καλά, τραγουδήσαμε, απολαύσαμε και τον ηλιοβασίλεμα και τον Γαλαξία, όταν επιτέλους φώτα και μεγάφωνα έσβησαν για μια στιγμή. Καλή αυτή η εκδρομή, θεραπευτική, μας δείχνει κάθε χρόνο σαν καθρέφτης το μέγεθος της αλλοτρίωσης, της αισθητικής αλλοίωσης, της πνευματικής διολίσθησης…
Όλα όμως είναι ευκαιρίες και λειτουργούν ως εναύσματα για την πολύτιμη αυτογνωσία μας.
Συγχαρητήρια σε όλους.
Εκείνα τα σπασμένα πλακάκια στην αυλή των καμαρινιών πότε θα τα αλλάξουν;
Και η καλαμωτή που είχα τοποθετήσει εγώ (ως επιβλέπων μηχανικός) το 1997, εκσυγχρονίζοντας το έργο του Άρη Κωνσταντινίδη, έχει μαυρίσει προ πολλού. Ποιος θα δεηθεί να την αλλάξει;
Αυτά για την ώρα. Και άλλα πολλά προσεχώς. Ακούστηκε σαν …απειλή, αλλά δεν είναι. Αγαπώ τους ανθρώπους, ζω για το θέατρο, με το θέατρο, μέσα στο θέατρο, αλλά όχι και από το θέατρο… Στενοχωριέμαι όταν όλα τα υλικά είναι πρώτης διαλογής και το φαγητό δεν πετυχαίνει…
Ανυπομονώ να δω και τους επόμενους “όρνιθες” του ΚΘΒΕ. Εκεί όμως οι συντελεστές εγγυώνται μια πιο παραδοσιακή εκδοχή του αριστοφανικού ποιητικού αριστουργήματος.
Μα είναι τόσο δύσκολο να σεβόμαστε τους αρχαίους βρε παιδιά;
Σεβασμός στους εαυτούς μας πρωτίστως!!!