Τι γίνεται όταν σε μια πόλη υπό καθεστώς ολοκληρωτικού Lockdown, ανακαλύπτονται σε μια σακούλα, τα οστά ενός δεκάχρονου παιδιού;
Όταν έφτασε στα χέρια μου το βιβλίο με τίτλο Lockdown από τις εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, η πρώτη σκέψη που έκανα ήταν “Μα καλά, γράφτηκαν και βιβλία για να μην ξεχάσουμε ποτέ αυτήν την κατάσταση;”. Όταν όμως διάβασα στην εισαγωγή ότι το βιβλίο είναι γραμμένο από το 2005 και δεν είχε εκδοθεί γιατί όλοι οι εκδότες της Μ. Βρετανίας πίστευαν ότι ήταν ένα σενάριο επιστημονικής φαντασίας “παρατραβηγμένο” και μη ρεαλιστικό, είπα “δεν μπορεί”…
Κι όμως, στην εισαγωγή, ο συγγραφέας Peter May τα εξηγεί όλα. Το 2005, η επιδημία της γρίπης των πτηνών ανησυχούσε την επιστημονική κοινότητα τόσο πολύ, που θεωρούσε ότι πρόκειται για την επόμενη πανδημία της ανθρωπότητας. Με την εμφάνιση των φαρμάκων και των εμβολίων, η μετάδοση του ιού περιορίστηκε πολύ. Όμως ο συγγραφέας, κάνοντας την έρευνά του πάνω στους ιούς, συνειδητοποίησε ότι η πανδημία δεν ήταν τόσο μακριά από την πραγματικότητα. Σε αντίθεση με τους εκδότες.
Το 2005, ο γνωστός συγγραφέας στο είδος του αστυνομικού μυθιστορήματος/θρίλερ, αποφάσισε να τοποθετήσει μία δολοφονία στην ατμόσφαιρα ενός καθηλωτικού lockdown, που συμβαίνει στην πιο κεντρική πρωτεύουσα της Ευρώπης: το Λονδίνο.
Αφού ο ιός H5N1 έχει εξαπλωθεί σε ολόκληρο το Λονδίνο, οι ανάγκες για την ανέγερση νέων νοσοκομείων γρήγορα κι αποτελεσματικά είναι μεγαλύτερες από ποτέ. Στο εργοτάξιο που χτίζεται το νέο νοσοκομείο βρίσκεται μια σακούλα με ανθρώπινα οστά και ο επιθεωρητής Τζακ Μακνίλ καλείται να ερευνήσει την υπόθεση, με τη βοήθεια άλλων συνεργατών. Μέσα σε όλα αυτά, η οικογένειά του προσβάλλεται από τον ιό.
Όλη η δράση εξελίσσεται σε ένα 24ωρο, σε ένα δυστοπικό Λονδίνο. Ή μάλλον όχι και τόσο δυστοπικό. Οι περιγραφές του May παρουσιάζουν ένα σκηνικό που θυμίζει την κατάσταση του Μαρτίου και Απριλίου 2020. Λίγο χειρότερα βέβαια, αφού το διάστημα του lockdown είναι μεγαλύτερο και η πόλη έχει αρχίσει να σαπίζει. Το ίδιο και οι άνθρωποί της: παρά την απαγόρευση κυκλοφορίας, πλιάτσικα γίνονται παντού, με την άποψη που επικρατεί να είναι αυτή του “ο σώζων εαυτώ σωθείτο”.
Με φόντο την πανδημία και τον τρόπο που οι άνθρωποι βιώνουν αυτόν τον κίνδυνο, ο επιθεωρητής καλείται να λύσει ένα έγκλημα, που όσο περνούν οι ώρες και τα στοιχεία έρχονται στο φως, γίνεται όλο και πιο φρικαλέο.
Στη σκακιέρα που στήνει ο May, όλα τα … πιόνια έχουν το ρόλο τους. Οι χαρακτήρες και πρωταγωνιστές του δράματος χτίζονται αριστοτεχνικά και αναλαμβάνουν δράση. Τα κεντρικά πρόσωπα έχουν διαφορετικές ιδιοσυγκρασίες, με ξεχωριστά βιώματα και παρελθόν, τέτοια που καθόρισαν αυτό που είναι σήμερα. Ο Τζακ Μακνίλ, χωρισμένος με ένα παιδί, έχει αυξημένο το αίσθημα της δικαιοσύνης και θα κάνει τα πάντα για να την αποδώσει, η Έιμι παλεύει να ενταχθεί σε ένα κόσμο που τη θεωρεί κατώτερη, η Καστέλι θέλει να εξηγήσει πώς ξεκίνησε η πανδημία, ενώ ο Πίνκι, η πιο αινιγματική προσωπικότητα, με το ρόλο-κλειδί στην εξέλιξη των γεγονότων, πρέπει να τελειώνει πάντα αυτό που αρχίζει.
Καμία λεπτομέρεια του βιβλίου, ούτε στις αναλύσεις των χαρακτήρων, αλλά ούτε και στις σκηνικές περιγραφές, δεν είναι άσχετη ή περιττή. Μπλεγμένοι και τόσο σοφά δομημένοι, οι χαρακτήρες οδηγούν στη λύση και την εξήγηση του μυστηρίου. Όχι όμως και στο τέλος του ανθρώπινου δράματος, που δεν είναι άλλο από την ακροβασία ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο, το καλό και το κακό.
Φυσικά, τα θέματα που πραγματεύεται ο συγγραφέας, με έναυσμα την πανδημία και το φόνο, είναι πολλά και σημαντικά, που μοιάζουν μάλιστα στην εποχή μας – κι όχι το 2005- να είναι ακόμη πιο έντονα: η φύση που δε συγχωρεί, οι φανταστικές και οι πραγματικές συνωμοσίες, η κοινωνική αντιμετώπιση απέναντι σε σωματικά ελαττώματα, η έννοια της Τέχνης και πώς αυτή αλλάζει, δηλώνοντας με τη σειρά της την κοινωνική σήψη, την ανθρωποθυσία στο βωμό του χρήματος, το εμπόριο ανθρώπων, τις ερωτικές και φιλικές σχέσεις με φόντο μία έκτακτη κατάσταση. Και άλλα πολλά, ανάλογα με αυτό που θέλεις να αποκομίσεις. Γιατί, προσωπικά, κατάλαβα ότι εμείς, το Μάρτιο και τον Απρίλιο, από το φόβο μην πεθάνουμε, ξεχάσαμε να ζούμε. Κάτι που δεν ξέχασαν οι πρωταγωνιστές του Lockdown, παρά το γεγονός ότι βρίσκονται σε δυσμενέστερη θέση.
Πάντως, μόνο και μόνο η διορατικότητα του συγγραφέα σε κάνει και ανατριχιάζεις. Λες και ο May προέβλεψε το μέλλον, φράσεις και σκηνές που περιλαμβάνονται σίγουρα τις έχεις πει ή τις έχεις ζήσει: “Αν ο ισχυρότερος άνθρωπος της χώρας, ήταν τόσο ευάλωτος στον θάνατο, τι πιθανότητες είχαν οι υπόλοιποι;”, “Σε αυτή τη σύγχρονη εποχή των αεροπορικών ταξιδιών, ζούμε όντως σε ένα παγκόσμιο χωριό. Και έχουμε δημιουργήσει τα τέλεια εκκολαπτήρια για την αναπαραγωγή και μετάδοση του ιού…”, “Η Έιμι ανέπνεε μέσα στο κλειστοφοβικό βαμβακερό της μάσκας…”, “Ένα φτάρνισμα ήταν ικανό να προκαλέσει καρδιακή προσβολή…”, “Η οικονομία της πρωτεύουσας ήταν σε ελεύθερη πτώση…”.
Ακόμη ακόμη, στη σελ. 29, ο Τζακ Μακνίλ περνάει έξω από ένα θέατρο του Λονδίνου, όπου πριν το lockdown παιζόταν η “Ποντικοπαγίδα” της Αγκάθα Κρίστι. Αν περάσετε από τις οδούς Ιπποκράτους και Ακαδημίας, το θέατρο Νέος Ακάδημος στέκει με ρολά κατεβασμένα, κρατώντας ψηλά την αφίσα…της “Ποντικοπαγίδας”, που θα συνεχίσει τις παραστάσεις με το νέο άνοιγμα των θεάτρων (αν υπάρξει!).
Ένα αστυνομικό μυθιστόρημα που θα μπορούσε να είναι φιλμ νουάρ φέρνει στα μάτια σου μια ατμόσφαιρα βαριά, μια κοινωνία υπό κατάρρευση. Όταν έκλεισα το βιβλίο, αναρωτήθηκα: Σε μια κοινωνία, χωρίς επαφή, χάνεται η ανθρωπιά; Ή μήπως η έλλειψη ανθρωπιάς οδήγησε σε μια κοινωνία χωρίς επαφή; Ποια λάθη μας οδήγησαν στην πανδημία τελικά; Και σίγουρα, τι άλλο έχει προβλέψει ο May και δεν το ξέρουμε;!
__________