Πρώτα κοιτάζεις το εξώφυλλο, πρώτα βλέπεις τον έρημο δρόμο. Έναν δρόμο αλαζόνα, όμως απόλυτα ταγμένο στην πλανεύτρα νομοτέλεια της θεάς προοπτικής.
Δεσπόζει στον χώρο σαν αρχαία πυραμίδα και σε σαγηνεύει με υποσχέσεις δόξας και αθανασίας. Όμως ταυτόχρονα σε οδηγεί με γεωμετρική ακρίβεια, σ’ έναν συννεφιασμένο ορίζοντα. Χωρίς να το αντιληφθείς, το άπληστο βλέμμα σου περιορίζεται από το σταδιακό στένεμα των παραλλήλων. Παγιδευμένο σε μια οριζόντια κορυφή, ασφυκτιεί. Για ν’ αποδράσουν, τα μάτια σου σκαρφαλώνουν ένα ένα τα ασταθή, νεφελώδη σκαλοπάτια τ’ ουρανού.
Διψάς για λίγο οξυγόνο, αναζητάς το φως. Σαν ανεστραμμένος Ίκαρος θέλεις από τις ακτίνες του να γαντζωθείς. Το φως ωστόσο, εκεί που το αναζητάς, εκεί δε θα το βρεις. Το φως χάθηκε. Βρίσκεται τώρα στα χέρια του μυστηριώδη σφετεριστής, που κρύβεται πίσω από τη νηματώδη σκιά ενός τίτλου ομηρικού. “Κανένας” , σου φωνάζει άηχα το βιβλίο του συγγραφέα Κώστα Ζαχαράκη, του ανθρώπου που λήστεψε τον χρόνο.
Χρονοταξιδευτές των λέξεων υπάρχουν πολλοί. Λόγιοι ιστορικοί που επιχειρούν να ξεγυμνώσουν το παρελθόν για να μας διδάξουν το μέλλον. Συγγραφείς της φαντασίας που μας ταξιδεύουν στο μέλλον σε άυλα καράβια, βαμμένα στα ξεθωριασμένα χρώματα του παρελθόντος. Ακόμα και μαθητευόμενοι αλχημιστές, που μας μεταφέρουν στον μαγικό ρεαλισμό ενός δυστοπικού παρόντος.
Όλοι τους επίδοξοι θηριοδαμαστές, προσπαθούν με τον δικό τους τρόπο και με τη γραφή για μοναδικό εργαλείο, να εξημερώσουν το ανάλγητο θηρίο. Άλλοτε με το καμτσίκι της σατιρικής γλώσσας και άλλοτε με το απαλό χάδι του λυρικού λόγου – όπως θα έκαναν μ’ ένα άγριο άλογο- φιλοδοξούν να δαμάσουν τον καλπασμό του χρόνου.
Ο Κώστας Ζαχαράκης είναι πιο ταπεινός, γιατί γνωρίζει. Γνωρίζει πως ο χρόνος δεν εγκλωβίζεται σε μια φιάλη, όπως το νοσταλγικό άρωμα του χθες. Γνωρίζει πως καμία δύναμη στον κόσμο δε θα καταφέρει ν’ ανοίξει τα παραθυρόφυλλά του αύριο. Ακόμα και στο σήμερα, τον χρόνο δε θα μπορέσεις ποτέ να τον κοιτάξεις στα μάτια. Πάντα θα ξεγλιστράει από το βλέμμα σου σα μια θολή φωτογραφία.
Η μαγεία, η πίστη, ακόμα και η επιστήμη έδωσαν μάχες αμέτρητες, έδωσαν όρκους κι υποσχέσεις. Εντέλει ποτέ δεν κατάφεραν να επιβάλουν το θέλημα τους στη φευγαλέα αύρα ενός άπιαστου κομήτη. Κανένα ξόρκι δεν πέτυχε, καμία προσευχή δεν εισακούστηκε, καμία εξίσωση δεν επαληθεύτηκε. Κανείς δεν περπάτησε την επιφάνεια του χρόνου, παρά μόνο στη φαντασία των ονείρων του.
Απ’ τα όνειρα αυτά, ο Κώστας Ζαχαράκης ξύπνησε νωρίς. Άφησε τους άλλους ανθρώπους να χτίζουν τη ζωή τους σαν πύργους από άμμο. Τους άφησε να κρύβονται πίσω από τα σφραγισμένα βλέφαρα της προσωπικής τους αυταπάτης. Ο συγγραφέας Ζαχαράκης, δεν υποκρίνεται κουλουριασμένος στο σκοτάδι. Γράφει όπως ζει τη ζωή του, με τα μάτια ανοιχτά. Ξέρει πως δεν υπάρχει αρχή να ανατρέξεις, ούτε τέλος για να αναλογιστείς. Έμαθε πως η ζωή είναι μια στιγμή, και μετά μια άλλη, και μετά άλλες πολλές… ή και καμία.
Μια εφήμερη σειρά από μικρές δονήσεις, σαν αυτές που αφήνει ένα βότσαλο αναπηδώντας πάνω στα ήρεμα νερά της λίμνης. Ακατέργαστα αποκυήματα της αναπνοής του χρόνου, που περιμένουν την ιδέα να έρθει να τα σχηματίσει και που χρωματίζονται από του συναισθήματος τις άστατες διαθέσεις. Και μόλις ολοκληρωθούν, χάνονται. Γίνονται σκόνη σαν τα φτερά της πεταλούδας, όταν στα δάχτυλα σου επιχειρείς να τα συγκρατήσεις.
Ο Κώστας Ζαχαράκης δεν ήθελε να προσπεράσει τις στιγμές της ζωής του, ούτε να καρφιτσώσει τις αναμνήσεις τους –νεκρές- σ’ ένα γκροτέσκο ανθολόγιο. Δεν πτοήθηκε όμως από την αδυναμία του Ανθρώπου να σταματήσει τη ροή του χρόνου. Σαν τον πολυμήχανο ήρωα της εποχής των μύθων, αποφάσισε να ξεγελάσει τον αντίπαλο του. Ανώνυμος κι ασάλευτος, για να μη γίνει αντιληπτός. Ισορροπώντας επικίνδυνα στα όρια του υπαρκτού, άφησε τον χρόνο να περάσει ανυποψίαστος από μπροστά του. Αόρατος παρατηρητής της ιστορίας -της δικής του και των άλλων- περίμενε στωικά τον χρόνο για λίγο ν’ αποκοιμηθεί.
Τότε με έντεχνες κινήσεις λογοτεχνικές, έκλεψε γρήγορα μικρές πάλλουσες κορδέλες ύπαρξης, να κρατήσει στη χούφτα του αυθεντικά αποτμήματα ζωής. Είκοσι και μία μοναδικές ανθρώπινες εμπειρίες, σύλλεξε. Εύθραυστες όπως ήταν, τις φύλαξε στην καρδιά του δίπλα. Τις έθρεψε με αγάπη για να μη μαραθούν. Τίποτα πολύτιμο δεν έχει όμως αξία αν δεν το μοιραστείς. Γι’ αυτό ο συγγραφέας Ζαχαράκης, άνοιξε την καρδιά του και άφησε σταγόνες ζωής να στάξουν στις σελίδες ετούτου του βιβλίου.
Αν το πιάσετε στα χέρια σας θα νιώσετε τη θέρμη του, θα νιώσετε τους παλμούς του. Εσείς οι μυημένοι, θα γνωρίζετε ότι μέσα του κρύβονται τα ζωντανά τρόπαια ενός ληστή του χρόνου. Όμως αν σας ρωτήσουν ποιος το έγραψε, εσείς να απαντήσετε: “Κανένας”!… Μαζί να κοροϊδέψουμε τον χρόνο λίγο ακόμη.
Στέφανος Παπαδόπουλος (Συγγραφέας)
Ο συγγραφέας με λιτή γραφή μα ιδιαιτέρως πυκνό λόγο μας ταξιδεύει με 21 ξεχωριστές ιστορίες.
Σε όλες δεσπόζει ένα γεγονός άξιο λόγου,ένα γεγονός που υπήρξε καθοριστικό για τη ζωή του ήρωα.
Ο συγγραφέας ψυχογραφεί κάθε φορά άρτια τον ήρωα του καθιστώντας τον οικείο στον αναγνώστη προσφέροντας παράλληλα μια συνολική εικόνα της ζωής του.
Κλείνοντας ήθελα να πω πως όλα αυτά τα διηγήματα αποτελούν κατά την άποψή μου μια ωδή στον ίδιο τον άνθρωπο, έναν άνθρωπο μιας εποχής που έχει πια περάσει μα που έχει αφήσει ανεξίτηλα τα σημάδια της μέσα στην ψυχή του..
Πρόκειται για ένα ιδιαίτερο βιβλίο, καλογραμμένο, πολύ προσεγμένο το οποίο αξίζει τον αναγνωστικό σας χρόνο!
Θεώνη Κωνσταντοπούλου (Αναγνώστρια)