Ο Βρετανός καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Ιστορίας, James Davidson, έγραψε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο με τίτλο: “Οι Έλληνες και ο Ελληνικός Έρως”, ένα έργο που αφορά την ελληνική ομοφυλοφιλία. Ο συγγραφέας υπερασπιζόμενος τον αρχαιοελληνικό Έρωτα και τη Φιλία ασκεί δριμύτατη κριτική, κυρίως, προς τον Kenneth Dover που πρωτομίλησε “επιστημονικά” ανάγοντας το τεράστιου εύρους ελληνικό πάθος σε μία μονοδιάστατη σεξουαλική πρακτική. Το έργο αυτό, καρπός της πολυετούς έρευνας του καθηγητή James Davidson, θα έχουμε την χαρά να μας παρουσιάσει ο ίδιος στις 9 Δεκεμβρίου, στο Μουσείο Ηρακλειδών. Εμείς είχαμε την χαρά και την τιμή να του θέσουμε κάποια ερωτήματα λίγο πριν από την συνάντηση του με ελληνικό κοινό.
Κ. Davidson είσαστε καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Ιστορίας στο πανεπιστήμιο του Warwick και ο ίδιος Βρετανός. Εύλογα κάποιος θα σας ρωτούσε: Είσαστε φιλέλληνας;
…Φιλέλληνας! Παραδέχομαι την ενοχή μου
Ποιος ήταν ο πρώτος μύθος που διαβάσατε και πόσο σας έχει επηρεάσει στην πορεία σας ως επιστήμονα η ελληνική μυθολογία;
Πρωτοδιάβασα ελληνική μυθολογία πολύ νωρίς, νομίζω το πρώτο βιβλίο ήταν η Ιλιάδα, στα δέκα μου. Με συνεπήρε κι έτσι συνέχισα με την Οδύσσεια, τη Θεογονία του Ησιόδου, έως και τον Προμηθέα Δεσμώτη του Αισχύλου -μάλλον θα με παρακίνησε κάποιο απόσπασμα ή παραπομπή στον Προμηθέα σε κάποιο μυθολογικό βιβλίο αναφοράς – είχα από τότε μια φιλολογική περιέργεια για εξακρίβωση..
Στο βιβλίο σας «Οι Έλληνες και ο Ελληνικός Έρως» μιλάτε για τις ομόφυλες σχέσεις των αρχαίων Ελλήνων αλλά και για τον «Περικαλλής Έρως» όπως αυτός παρουσιάζεται στο Συμπόσιο του Πλάτωνα. Δηλαδή την «παιδευτική παιδεραστία». Τι σημαίνει για εκείνη την περίοδο παιδεραστία;
Καλή ερώτηση. Αυτό που πάντα υπενθυμίζω στους φοιτητές μου είναι ότι ο ίδιος ο Πλάτων στο Συμπόσιο[ χαρακτηρίζει αυτό το θέμα, όσον αφορά την Αθήνα, περίπλοκο: ο περί τον έρωτα νόμος(=συνήθεια, ηθική αντίληψη), ποικίλος και δύσκολο να κατανοηθεί, ου ράδιον νοήσαι. Υπήρχε λοιπόν μια δυσκολία κατανόησης του φαινομένου για τους ίδιους τους αρχαίους Έλληνες.
Από τη μια οι νέοι άνδρες ενθαρρύνονταν να ερωτευθούν και να πολιορκούν αγόρια (παίδες), να τους γράφουν ποιήματα, να εξυμνούν με γκράφιτι την ομορφιά τους (σε τείχη και σε πύλες), να τους ακολουθούν κυριολεκτικά κατά πόδας, να σπρώχνονται ποιος θα καθίσει πιο κοντά τους όπως μας περιγράφει ο Πλάτων στον (Διάλογό του) Χαρμίδη κι από τη άλλη τα θαυμαζόμενα και εξυμνούμενα αγόρια ενθαρρύνονταν να είναι ψυχρά έως και περιφρονητικά απέναντι στους εραστές (φλογερούς θαυμαστές) τους.
Οι αρχαίοι παιδαγωγοί, δούλοι συνοδοί-φύλακες των αγοριών, είχαν πρωταρχικό καθήκον να προστατεύουν τα αγόρια από τους εραστές/θαυμαστές τους, όπως μας λέει και πάλι ο Πλάτων στον διάλογό του Λύσις. Στο Συμπόσιο, ένας από τους χαρακτήρες, ο Παυσανίας, επιχειρεί να λύσει το πρόβλημα λέγοντας ότι αυτό το παιχνίδι «καταδίωξης» και «περιφρόνησης» αποτελούσε μια δοκιμασία της πίστης και του ήθους, οπότε η αθηναϊκή εκδοχή του «Ελληνικού Έρωτα» υπηρετούσε εντέλει έναν παιδευτικό σκοπό.
Αλλά ο ίδιος ο λόγος του Παυσανία, καθώς και του Αριστοφάνη, στο Συμπόσιο αποκαλύπτει ότι η συνήθης τυπική σχέση εραστή- ερώμενου δεν υπηρετούσε ένα παιδευτικό ιδεώδες αλλά την οικονομική και πολιτική ανέλιξη. Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι όλες οι δημόσιες διακηρύξεις ανιδιοτελούς, ανεξέλεγκτης αγάπης απέβλεπαν στην κάλυψη λιγότερο ιδανικών- εξυψωμένων μορφών υλικού, πολιτικού συμφέροντος – αυτό που σήμερα αποκαλούμε «διαφθορά». Οι Έλληνες, βέβαια, δεν υπήρξαν οι τελευταίοι που επισήμαναν τις ομοιότητες μεταξύ σεξουαλικής και πολιτικής διαφθοράς ούτε οι τελευταίοι που χρησιμοποίησαν τη λέξη «πορνεία» μεταφορικά για τα πολιτικά εγκλήματα…
Ποιος ήταν ο στόχος της συγγραφής αυτού του βιβλίου;
Βασικά ήθελα να αποκαταστήσω τα πράγματα όπως περίπου ήταν στον 19ο αιώνα! Αστειεύομαι. Το πρόβλημα ήταν ότι ο Κένεθ Ντόβερ, στο βιβλίο του Η Ομοφυλοφιλία στην Αρχαία Ελλάδα (1978), -το οποίο άσκησε μεγάλη επιρροή ορίζοντας το πεδίο κατανόησης του ελληνικού ομοερωτισμού- προσπάθησε να λύσει την πολυπλοκότητα με μια βλακώδη υπεραπλούστευση– συνοπτικά: «Δεν υπήρχε καμία περιπλοκή ή δυσκολία παρά μόνο ανησυχία. Οι εραστές- θαυμαστές ήθελαν να πηδήξουν, τα θαυμαζόμενα αγόρια δεν ήθελαν να πηδηχτούν» .
Για ‘μένα δεν επρόκειτο απλώς για σφάλμα οφειλόμενο σε άγνοια ή ηλιθιότητα αλλά για μια προσβολή κατά της υπέροχης τέχνης της μετάφρασης. Διότι για τον Ντόβερ ο εραστής ήταν ο σοδομιστής ή ο εν δυνάμει σοδομιστής, ο ερώμενος ο σοδομιζόμενος ή εν δυνάμει σοδομιζόμενος και ο ίδιος ο Έρω[τα]ς ένας θεός της σοδομίας, της διείσδυσης! Ήταν μία κατάφωρη, σκανδαλώδης παρανόηση!
Δεν ήταν αυτό ο Έρωτας… και… Εκκινώντας απ’ αυτή τη θέση, και υπό την επίδραση του Ούγγρου φίλου του George Devereux , αποφάσισε ότι αυτή η σεξουαλικότητα η οποία εστίαζε στο ποιος «πηδάει και ποιος πηδιέται», στο «διεισδύειν και διεισδύεσθαι», είναι εντελώς διαφορετική από τη σημερινή, δική μας σεξουαλικότητα η οποία ορίζεται με βάση το φύλο – έλξη προς το αρσενικό ή έλξη προς το θηλυκό.
Ο Ντόβερ συμπέρανε, σε συμφωνία με τον Devereux, ότι επρόκειτο για ψευδο-σεξουαλικότητα. Αλλά στη συνέχεια… Ο Γάλλος φιλόσοφος Μισέλ Φουκό, στηριζόμενος σ’ αυτή τη θέση, προχώρησε ακόμα πιο πέρα και συμπέρανε ότι όλη η ανθρώπινη σεξουαλικότητα ήταν ψευδο-σεξουαλικότητα αφού επρόκειτο για πολιτισμική κατασκευή. Όχι μόνο οι αρχαίοι Έλληνες- όλες οι κουλτούρες κατασκεύαζαν τη σεξουαλικότητά τους. Ο σεξουαλικός προσανατολισμός δεν έχει τίποτε να κάνει με τη φύση ή τη βιολογία, ήταν ένα πολιτισμικό προϊόν. Αυτό στάθηκε το δεύτερο κίνητρό μου. Θέλησα να απορρίψω την άποψη ότι ο αρχαιοελληνικός έρως σήμαινε σεξουαλική κυριαρχία και υποταγή.
Τελικά η καθαρή σεξουαλική λύση του προβλήματος από τον Ντόβερ είχε επιτρέψει στους συναδέλφους μου που μελετούσαν τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό να συνεχίσουν να μην το σκέφτονται: ήταν ένα περίπλοκο πράγμα που έβγαζε πολύ σαφές και απτό νόημα στην κρεβατοκάμαρα, όταν… οι λυχνίες έσβηναν. Έξω από την κρεβατοκάμαρα, στο φως της μέρας, δεν χρειαζόταν να το σκεφτούμε.
Φιλοδόξησα λοιπόν να ξαναφέρω αυτόν τον παράξενο, θαυμάσιο, εντελώς ξεχωριστό Ελληνικό Ομόφυλο Έρωτα στην καρδιά της ελληνικής κουλτούρας, κάτι με το οποίο πρέπει να συνομιλήσει οποιοσδήποτε μελετά τους αρχαίους Έλληνες – να σκεφτεί μόνος του για ένα θέμα όπου δεν θα έπρεπε να υπάρχουν ειδικοί διότι είναι πανταχού παρόν στην αρχαία ελληνική κουλτούρα: στον αθλητισμό, στη φιλοσοφία, στην ποίηση, στη δημοκρατική πολιτική αρένα, στην αγγειογραφία, στη γλυπτική, στον πόλεμο, στην ειρήνη. Γι’ αυτό τιτλοφόρησα το βιβλίο “Οι Έλληνες και ο Ελληνικός ‘Ερως”. Είναι ένα βιβλίο πρώτα και κύρια για την αρχαιοελληνική κουλτούρα.
Σύμφωνα με κάποιες πηγές η ομόφυλη έλξη ή επιθυμία για νεαρά αγόρια μπορεί να μην ήταν καταδικαστέα, ωστόσο φαίνεται να ήταν η θηλυπρέπεια. Η δική σας έρευνα εντόπισε κάτι τέτοιο;
Δεν θα έλεγα ομοφυλοφιλική έλξη, θα έλεγα μια κουλτούρα στην οποία η ομορφιά, το κάλλος, των νεαρών 18-20 ετών εξυμνούνταν με απροκάλυπτα ανοιχτό, δημόσιο τρόπο. Η σεξουαλική επιθυμία για αγόρια κάτω των 18 εθεωρείτο αποδοκιμαστέα ή και παράνομη τουλάχιστον στην Αθήνα, αν πιστέψουμε αυτά που λέει ο Παυσανίας στο πλατωνικό Συμπόσιο [181d-182a]: “Έπρεπε μάλιστα να υπάρχει νόμος που να απαγορεύει τον έρωτα των μικρών παιδιών… Διότι αυτοί [οι χυδαίοι εραστές] έχουν προκαλέσει και τη δυσφήμηση… ώστε να τολμούν μερικοί να υποστηρίζουν πως είναι ντροπή να φαίνεται κανείς (ο ερώμενος) ευχάριστος στον εραστή του (χαρίζεσθαι ερασταίς)”. Ως προς τη «θηλυκότητα»… Σε καμία περίπτωση δεν θαύμαζε (ο εραστή) κανείς ένα αγόρι για τα «θηλυκά» στοιχεία του, το θαύμαζε- λάτρευε για την αρρενωπότητά του.
Όπως είπατε στην αττική αγγειογραφία υπάρχουν στοιχεία. Αυτό μας δίνει την εικόνα ότι υπήρχε ανάγκη εκδήλωσης του έρωτα ως προς το ίδιο φύλο. Άρα δεν υπήρξε το αίσθημα της ενοχής.
Πράγματι, υπάρχει διαφορά ανάμεσα σε αυτά που λένε τα γραπτά κείμενα και αυτό που -φαίνεται να- δείχνουν τα αγγεία. Αλλά ούτε και οι εικόνες των αγγείων είναι ξεκάθαρες, μπορεί κι αυτές να είναι περίπλοκες και ποικίλες, να αστειεύονται, να προκαλούν. Δεν είναι ρεπορτάζ, δεν είναι στιγμιότυπα της καθημερινής ζωής και σίγουρα δεν είναι καθρέφτες ηθικών και αξιοσέβαστων πραγμάτων.
Θα μας πείτε δύο λόγια για τον Ιερό Λόχο και ποια η σύνδεση της σχέσης – ερώμενου με τις επιδόσεις τους στον πόλεμο;
Υπάρχουν πολύ λίγες πηγές, κυρίως ο (βοιωτός) Πλούταρχος (47-127 μ.Χ), που έγραψε πολύ μετά την καταστροφή του θηβαϊκού «Ιερού Λόχου» από τους Μακεδόνες στη Χαιρώνεια το 338 π.Χ. Γι’ αυτό κάποιοι μελετητές θεωρούν όλο αυτό το πράγμα μυθοπλασία. Όμως αν συνδυάσουμε όσα μπορούμε να μάθουμε για παρόμοια έθιμα στη Σπάρτη και στην Κρήτη (ή «το στρατιωτικό σώμα που αποτελείται μόνο από εραστές και ερώμενους» για το οποίο κάνει λόγο ο Φαίδρος στο πλατωνικό Συμπόσιο) σκέφτομαι ότι συνιστά μια μέθοδο να σφυρηλατηθούν δεσμοί ενότητας σ’ έναν στράτευμα μέσω ενός παθιασμένου, ανιδιοτελούς έρωτα ο οποίος διαλύει εδραιωμένους οικογενειακούς και φυλετικούς δεσμούς… πράγμα που μέσαις άκραις λέει ο Πλούταρχος.
Η απεικόνιση του έρωτα στις τέχνες…
Συνοδεύεται συχνά από τον Ίμερο και τον Πόθο. Υπήρχε ένα περίφημο σύμπλεγμα και με τους τρεις, μαζί με τη μητέρα τους την Αφροδίτη, στα Μέγαρα.
Ευχαριστούμε πολύ τον κ. Davidson για τη συνέντευξη!
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια
Μετάφραση: Λύο Καλαβυρνάς
Η παρουσίαση του βιβλίου θα γίνει στις 9/12 στο Μουσείο Ηρακλειδών στο Θησείο, στις 19: 30
Ηρακλειδών 16