Η στραπατσάδα
Το “πολιτικώς ορθόν” είναι νοσογόνο. Για μένα τουλάχιστον. Μου προκαλεί στερητικό σύνδρομο. Από τη μια επειδή δεν μου επιτρέπει να κάνω ελεύθερα κριτική για ορισμένα κακώς κείμενα και, για να μην παρεκτραπώ, πρέπει να ικετεύω σιωπηρά «Θου, Κύριε, φυλακήν τω στόματί μου». Και από την άλλη επειδή δεν μου επιτρέπει να χρησιμοποιώ εκφράσεις που, ναι μεν κρύβουν λαϊκή σοφία, αλλά ενδέχεται να θίξουν τον τάδε ή την δείνα. Έτσι, όμως, μου φτωχαίνει τα εκφραστικά μου μέσα.
Μία από αυτές που κρατιέμαι και δεν ξεστομίζω είναι και η παραδοσιακή: «τι ξέρει ο (ακατονόμαστος) από σφουγγάτο;», που χρησιμοποιούσαμε αναντάμ μπαμπαντάμ για αυτόν που, για κάποιον λόγο, δεν έχει τη δυνατότητα να εκτιμήσει την ποιότητα που εκτιμούν άλλοι. Τον ακατονόμαστο, βέβαια, τον φαντάζεστε· το σφουγγάτο, όμως, ξέρετε τι είναι;
Για όσους από εσάς δεν το ξέρουν, ας πάμε λίγους αιώνες πίσω. Ένα από τα εδέσματα που συνήθιζαν (και εκτιμούσαν) στο Βυζάντιο ήταν τα αυγά. Μάλιστα, περί πολλού είχαν τα αυγά του φασιανού. Τα έτρωγαν είτε ωμά είτε μαγειρεμένα. Τα πιο κοινά, τα αυγά κότας, τα έκαναν ομελέτα. Όχι, όμως, απλή. Την εμπλούτιζαν με κάθε είδους λαχανικά και μυρωδικά. Μ’άλλα λόγια παρασκεύαζαν αυτό που, ακόμα και από πολλούς συμπατριώτες μας, σήμερα αποκαλείται (κακώς) “ισπανική ομελέτα”.
Λόγω δε της σπογγώδους μορφής και υφής αυτής της ομελέτας, μιας στραπατσάδας (ή ενός καγιανά) πολυτελείας δηλαδή, την αποκαλούσαν “σφουγγάτο”! Αποτελούσε μια “γκουρμεδιά” της εποχής!
Προφανώς δε το σφουγγάτο δεν το γεύονταν όλοι. Μεταξύ αυτών δε ούτε ο “ακατονόμαστος”, είτε για λόγους ένδειας, είτε για λόγους γαστριμαργικής κουλτούρας, είτε για λόγους συνθηκών διαβίωσης. Έτσι, όμως, αγνοούσε την παρασκευή του, αλλά και την γευστική απόλαυση που προσέφερε. Και επιλέχτηκε να προσωποποιήσει το άτομο που δεν διαθέτει εκλεπτυσμένα γούστα.