Έντυπο που διαβάζεται

Site που δεν βομβαρδίζει

«Η αφή έρχεται πριν από την όραση, πριν από την ομιλία.
Είναι η πρώτη γλώσσα και η τελευταία και λέει πάντα την αλήθεια».
Μάργκαρετ Άτγουντ 

Εκείνο το καλοκαίρι του 2121 ήταν πραγματικά δύσκολο. Ο ήδη μολυσμένος αέρας που έκανε το περιβάλλον να παίρνει ένα χρώμα ώχρας -ή μάλλον χωμάτινου πορτοκαλί για να είμαι πιο ακριβής- έγινε ακόμη χειρότερος με την αύξηση της θερμοκρασίας. Οι μετεωρολόγοι έλεγαν ότι το χρώμα του ουρανού θα αλλάξει και θα παραμείνει στους τόνους του έντονου καφέ. Πώς αλλιώς, αφού από 48°C που είναι το φυσιολογικό για καλοκαίρι, εκείνη τη χρονιά δε θα έπεφτε καμία μέρα κάτω από τους 52°C. Αυτό το καφέ χρώμα θα προκαλούσε βαθιά θλίψη σε όλον τον πληθυσμό. Και τίποτα δε λειτουργεί αν έχεις κακή διάθεση.

Όταν εκείνος άνοιξε τα μάτια του και είδε ξανά αυτό το καφετί στον ουρανό, δεν μπόρεσε να κάνει πια θετικές σκέψεις. Είχε φτάσει στα όριά του. Τρεις μήνες αυτό το καφέ του είχε κάνει κουρέλι το νευρικό σύστημα. Το ρολόι έδειχνε 06.05 ακριβώς και έπρεπε να είναι στη δουλειά στις 08.00 όπως κάθε μέρα. Δεν βαρυγκωμούσε όμως γι’ αυτό, αφού δούλευε εκεί που ονειρευόταν από μικρός. Στην Κρατική Υπηρεσία Περιβάλλοντος, στο τμήμα των Δοκιμών και Πειραματισμών για τη Βελτίωση της Ποιότητας Ζωής. Το πόστο του είχε να κάνει πάνω απ’όλα με πειράματα, όπου δοκίμαζε τρόπους να βελτιώσει την ποιότητα του αέρα, ώστε να αλλάξει το χρώμα και να μειωθεί η μόλυνση. Πολλές φορές, αυτό φαινόταν ακατόρθωτο, σαν να μην υπάρχει λύση σε αυτό το πρόβλημα, αφού η οικολογική καταστροφή ήταν ένα δεδομένο για πάνω από 200 χρόνια. Ο ίδιος θεωρούσε ότι για να βρει τη λύση, έπρεπε να ανατρέξει στους λόγους για τους οποίους επήλθε αυτή η οικολογική καταστροφή. Όμως αντίστοιχη βιβλιογραφία δε συνάντησε ποτέ στις σπουδές του, αφού το Κράτος έλεγε πάντα ότι η γνώση έχει χαθεί.

Κάνοντας αυτές τις σκέψεις, έπρεπε παράλληλα να συγκεντρωθεί για να βρει το δρόμο για το μπάνιο. Όλοι χρειάζονται κάποια λεπτά να συγκεντρωθούν και να προσανατολιστούν. Αφού πέρασε ο κατάλληλος χρόνος, έπεσε από το κρεβάτι και σύρθηκε ως εκεί. Βαρέθηκε να ανέβει στο σπιτικό καροτσάκι για τόσο μικρή απόσταση. Άσε που η προσπάθεια θα τον ξυπνούσε πιο γρήγορα από το πρωινό ρόφημα ενέργειας που ήταν υποχρεωτικό να πίνουν όλοι για να παίρνουν τις απαραίτητες βιταμίνες.

Στηρίχτηκε στο νιπτήρα από τους αγκώνες, ενώ τα πέλματά του, στραβά και χωρίς καμία δύναμη, προσπαθούσαν να στηρίξουν το σώμα του ώστε να παραμείνει σταθερός μπροστά στον καθρέφτη. Κοιτάχτηκε. Φαινόταν η κούραση στο πρόσωπό του, ενώ τα μάτια του ήταν πρησμένα. Έριξε λίγο νερό και σύρθηκε πίσω στο δωμάτιο για να ντυθεί. Επέλεξε το αγαπημένο του μακρυμάνικο πουκάμισο, σε χρώμα κίτρινο για να ξεφύγει από το καφέ, και το αγαπημένο του τζιν παντελόνι. Για το στυλ, έβαλε και ένα σκούφο. Κάθισε στο καροτσάκι του και ξεκίνησε για το γραφείο.

Μέχρι να φτάσει, είδε πολλούς φίλους και γείτονες στο δρόμο, τους έγνεψε εγκάρδια και είπε «καλορίζικο» σε δύο τρεις που είχαν αγοράσει τα καροτσάκια μεταφοράς τελευταίας τεχνολογίας. Ούτε αυτή η κοινωνική επαφή του έφτιαξε τη διάθεση και μπήκε μέσα στο αχανές και κατάμαυρο κρατικό κτίριο.

Μπήκε στο εργαστήριο, έβαλε τη ρόμπα του και κοίταξε φευγαλέα το μικροσκόπιό του. Δεν είχε έμπνευση, ούτε νέα δεδομένα. Αποφάσισε να επισκεφθεί άλλη μια φορά τη βιβλιοθήκη με τα λιγοστά ράφια, μπας και του είχε ξεφύγει τίποτα. Κυκλοφορούσε με το καροτσάκι χωρίς νόημα, αφού δεν είχε μείνει βιβλίο για βιβλίο που να μην έχει μελετήσει. Όπως κυκλοφορούσε, η δεξιά ρόδα του καροτσιού σκάλωσε στο πλακάκι. «Μα τι έγινε;» σκέφτηκε. Ποτέ πριν δεν είχε παρατηρήσει ότι ένα πλακάκι ήταν ελαφρώς ξεκολλημένο. «Δεν ξέρουν ότι προκαλεί πρόβλημα στην κυκλοφορία; Γιατί δεν το φτιάχνουν;» Σύρθηκε στο πάτωμα και βάλθηκε να δει ποιο είναι το πρόβλημα. Όπως το κοίταξε από κοντά, είδε ότι από κάτω ήταν κούφιο. Σαν κάποιος να είχε σκάψει. «Πόσα άλλα περίεργα θα συμβούν σήμερα;» αναρωτήθηκε και από τις άγαρμπες κινήσεις του το πλακάκι έσπασε και επιτέλους μπόρεσε να δει το εσωτερικό. Μία σκάλα! Μία κανονική σκάλα που φαινόταν να οδηγούσε κάπου πραγματικά επικίνδυνα. Φυσικά, δεν μπορούσε να κατέβει, αφού το καροτσάκι δεν χωρούσε. Έβαλε όμως το χέρι του, ψαχουλεύοντας, χωρίς κι αυτός να ξέρει τι ψάχνει ακριβώς.

Κάποια στιγμή έπιασε κάποιο αντικείμενο. Ήταν ένα χαρτί στο οποίο ήταν αποτυπωμένη μία φράση με ένα qr code: ΔΙΑΦΥΛΑΞΤΕ ΤΗΝ 5η ΑΙΣΘΗΣΗ, Η αίσθηση της αφής, της Α.Κ.  

Αυτομάτως σκάναρε το qr code που τον οδήγησε σε ένα λινκ. Ήταν ένα άρθρο δημοσιευμένο σε κάποιο site με τίτλο sciencetoday.gr. Δεν ήξερε καν αυτό το site. Ημερομηνία δημοσίευσης: 25/12/2021. «Τόσο παλιό και υπάρχει ακόμη;». Έπρεπε να το διαβάσει. 

Αφή. Η πέμπτη αίσθηση. Λείπει σε όλους η πέμπτη αίσθηση. Εξαφανίστηκε γονιδιακά. Το Κράτος επενέβη στην ανθρώπινη φύση. Οι άνθρωποι, όπως λέει η μυστηριώδης επιστήμων Α.Κ. είναι μισοί. Ανάπηροι. Του χτύπησε άσχημα αυτή η λέξη. Ήξερε ότι υπήρχαν αναπηρίες στο παρελθόν. «Αναπηρία είναι η οποιαδήποτε κατάσταση του σώματος και του νου ενός ατόμου, που δυσκολεύει την επικοινωνία του με το κόσμο γύρω του (κοινωνικά και υλιστικά) ,αλλά και την εκτέλεση διάφορων ενεργειών του. Η αναπηρία μπορεί να είναι σωματική, διανοητική, ψυχολογική, αναπτυξιακή, αισθητηριακή, γνωστική ή ένας συνδυασμός τους. Ακόμα, αυτές χωρίζονται σε ολικής και μερικής αναπηρίας». Όμως ήξερε ότι η επιστήμη είχε εξαλείψει κάθε αναπηρία, κάθε λάθος, κάθε δυσκολία. Πώς μπορεί να θεωρείται ανάπηρος κάποιος που του λείπει η 5η αίσθηση; Μόνο και μόνο επειδή «ανικανότητα ελέγχου και προσδιορισμού της θέσης και της κίνησης των άκρων;» Επειδή «μειώνονται οι δεξιότητες;» Επειδή «δεν νιώθεις κρύο ή ζέστη;» Επειδή «έχεις δυσκολία στο λόγο»; Ή μήπως γιατί «δεν νιώθεις πόνο, πάθος, ανατριχίλα, γαργαλητό, θαλπωρή και νοιάξιμο;» Για τη συντάκτρια, ειδικά αυτά τα τελευταία ήταν το χειρότερο. Το «επικίνδυνο» της αφής για το Κράτος, το οποίο αποφάσισε να καταργήσει την αίσθηση από τη σύλληψη ακόμη, είναι ότι σχετιζόταν με τα έντονα ανθρώπινα συναισθήματα. Ο έρωτας, το πάθος, η συγκίνηση, η χαρά, η επαφή με ένα άλλο σώμα, κάθε τι που θα μπορούσε να προκαλέσει επανάσταση. Διάβασε το άρθρο χίλιες φορές. Και όσο διάβασε, τόσο σιγουρευόταν. Επιστήμονας ήταν. Θα τα άλλαζε όλα. Μπορεί να μην κατάφερνε να αλλάξει το χωμάτινο πορτοκαλί και το καφέ του ουρανού, αλλά αυτό θα το κατάφερνε. Η 5η αίσθηση θα επέστρεφε ξανά.

֍

Κατάφερνε να σέρνεται καθημερινά στην σκάλα κάτω από το πλακάκι και να βρει εκατομμύρια επιστημονικά βιβλία για το πώς ήταν η ζωή παλιά. Όλη η γνώση που αναζητούσε χρόνια ήταν πάντα κάτω από τα πόδια του κι αυτός δεν το είχε καταλάβει. Βρήκε γιατί επήλθε η οικολογική καταστροφή, βρήκε λεπτομέρειες για τα θετικά της αφής, στην ψυχολογική της διάσταση. Το άγγιγμα και το να νιώθεις τι αγγίζεις λειτουργεί πολύ πιο καθησυχαστικά και επιβεβαιωτικά από την όραση. Νιώθεις που βρίσκεσαι, νιώθεις τον κόσμο γύρω σου, νιώθεις γιατί επιλέγεις να έχεις δίπλα σου έναν άνθρωπο κι όχι απλά αυτόν που σου επέβαλλε το Κράτος. Όμως, καταλάβαινε ότι η αφή έχει και αρνητικά. Γιατί αν χάσεις αυτόν τον άνθρωπο που αγγίζεις κάθε μέρα ή οτιδήποτε δικό σου, θα νιώσεις πόνο που ίσως δεν μπορείς να τον αντέξεις. Όλα τα καταλάβαινε. Αλλά η απόφασή του δεν άλλαζε.

Άρχισε να σέρνεται όλο και περισσότερο για να βάλει το σώμα του σε διαδικασία να νιώσει κάτι. Να βρει την ισορροπία του, να προσπαθεί να μετακινηθεί χωρίς το καροτσάκι, να βρίσκει πιο γρήγορα τον προσανατολισμό του. Τα όργανα στο εργαστήριό του τον εξυπηρετούσαν να κάνει πειράματα πάνω του. Βρήκε ότι το δέρμα είναι το βασικό που πρέπει να ενεργοποιήσει κι άρχισε να χρησιμοποιεί μεγάλες και μικρότερες βελόνες για να νιώσει κάτι. Τρυπώντας άλλοτε απαλά, άλλοτε με τόση λύσσα που έφτανε να τρέχει μπόλικο αίμα, δεν κατάφερνε τίποτα. Το γονίδιο. Αυτό το γαμημένο, αφαιρεμένο γονίδιο. Αυτή η «αναπηρία»…

֍

Πέρασαν σχεδόν 6 μήνες που απομονώθηκε. Αφοσιώθηκε σε αυτήν την ιδέα. Όμως τίποτα δεν λειτουργούσε. Μέσα στη θολούρα και την επιμονή του, ζήτησε από τον μόνο άνθρωπο που εμπιστευόταν, την σύντροφό του που την έβλεπε κάθε Κυριακή, προγραμματισμένα, να τον βοηθήσει. Κι αυτή επιστήμονας, καταλάβαινε την ομορφιά του ονείρου του: να βρει λύση σε ένα πρόβλημα που θα καλυτέρευε τις ζωές τους. Άρχισε και εκείνη τα πειράματα, ενώ τις πληροφορίες από τη βιβλιοθήκη κάτω από το πλακάκι τις έφερνε μόνο εκείνος, γιατί ήταν αδύνατο να κατεβαίνουν και οι δύο. Ένας χρόνος, ενάμισης… Είχε σκεφτεί και είχε δοκιμάσει τα πάντα. Παραμονή Πρωτοχρονιά, έπεφτε Κυριακή, όποτε συναντήθηκε με τη σύντροφό του. Εκεί, ανάμεσα στα δεδομένα και τις αναλύσεις, της είπε για να σπάσει τη βαριά ατμόσφαιρα: «Ξέρεις, στην βιβλιοθήκη βρήκα κι ένα βιβλίο που έλεγε ότι οι άνθρωποι κάποτε πίστευαν σε μια ανώτερη δύναμη, την οποία ονόμασαν Θεό. Όσοι πίστευαν βαθιά στον Θεό και έκαναν καλές πράξεις, ονομάζονταν “Άγιοι”. Ένας Άγιος, ο “Άγιος Βασίλης”, έλεγε ο μύθος ότι έφερνε στα καλά παιδιά ό,τι του ζητούσαν, κάθε Παραμονή Πρωτοχρονιάς. Λες να του ζητήσουμε κι εμείς να μας φέρει πίσω την 5η αίσθηση;». Γέλασαν. Αλλά κάπου ανάμεσα στα γέλια και τις επιστημονικές μελέτες, πιάστηκαν από το χέρι και φώναξαν δυνατά: «Άγιε Βασίλη, φέρε μας την 5η αίσθηση!». Κάπως έτσι, τους πήρε ο ύπνος πιασμένους χέρι χέρι.

֍

Άνοιξε τα μάτια του την άλλη μέρα το πρωί και τότε ένιωσε κάτι εντελώς διαφορετικό στο δεξί του χέρι. Κοιτάει και τι να δει; Το χέρι της συντρόφου του είχε μείνει μέσα στο δικό του όλη τη νύχτα. Είδε στάλες νερού στην παλάμη του και κατάλαβε ότι αυτό είναι ο «ιδρώτας» όπως έλεγαν τα βιβλία. Νιώθοντας αυτήν την αίσθηση μέσα στο χέρι του, άρχισε το δέρμα του να ανατριχιάζει. Έβλεπε τους πόρους του να βγαίνουν προς τα έξω. Παράλληλα, η καρδιά του άρχισε να χτυπάει πιο γρήγορα, ενώ το δέρμα της συντρόφου του θα το χαρακτήριζε απαλό, οικείο, σαν κάτι να του θύμιζε. Την ξύπνησε γρήγορα, χωρίς να της αφήσει το χέρι: «Ξύπνα! Ακούς, ξύπνα! Τι νιώθεις; Στο χέρι σου, τι νιώθεις;» Γούρλωσε τα μάτια της κι εκείνη. «Πώς δεν το είχαμε σκεφτεί τόσον καιρό; Έπρεπε να αγγίξουμε ο ένας τον άλλον για να επιστρέψει η αφή; Ή μήπως μας την έφερε ο Άγιος Βασίλης;»

Ξέσπασαν σε γέλια. Γέλια υστερικά, γέλια πραγματικά, γέλια γεμάτα που τους θύμισαν την παιδική τους ηλικία. Γέλια ουσιαστικά σαν αυτά που περιέγραφαν οι άνθρωποι στα παλιά βιβλία. Άρχισαν να τσιμπιούνται για να νιώσουν τον πόνο, άρχισαν να γαργαλιούνται για να νιώσουν χαρά, άγγιζαν τα πράγματα γύρω τους και κατάλαβαν επιτέλους τη διαφορά του σίδερου από το ξύλο. Κι όταν τελικά αγκαλιάστηκαν σφιχτά, ένιωσαν τη ραχοκοκκαλιά τους σαν να κινιόταν μόνη της. Τότε, ενστικτωδώς, φιλήθηκαν με πάθος. Άρχισαν να χαϊδεύονται σε όλο το κορμί, δεν άφησαν σπιθαμή που να μην ανακαλύψουν. Έμειναν γυμνοί στο κρεβάτι και φιλιούνταν για ώρες. Τα δάχτυλα μπλέκονταν, τα μέλη έπαιρναν άλλες θέσεις, μπόρεσαν να σταθούν όρθιοι στηριζόμενοι μόνο ο ένας στον άλλον. Τελικά, έκαναν έρωτα μια ολόκληρη μέρα. Και τους ξαναπήρε ο ύπνος.

֍

Τρεις μέρες μετά, βρέθηκαν ακίνητοι και με κλειστά μάτια από ανθρώπους του Κράτους. Αυτοί που τα ήξεραν όλα, κατάλαβαν. Από τη συγκίνηση και τα πρωτόγνωρα συναισθήματα, η καρδιά τους δεν άντεξε. Αυτή η ξαφνική ορμή της αφής. Αυτή η αναπηρία…
Στο δελτίο εξέδωσαν, έγραψαν: «Διακεκριμένοι επιστήμονες βρέθηκαν νεκροί, γιατί έχασαν τον προσανατολισμό τους και χτύπησαν τα κεφάλια τους. Η Υπηρεσία κηρύσσει πεντάλεπτο πένθος».



1 Ιανουαρίου 2022. Ξύπνησε ιδρωμένος από αυτό το όνειρο. Αντανακλαστικά, άρχισε να πιάνει τα αντικείμενα δίπλα του. Τα ένιωθε όλα. Σηκώθηκε όρθιος. Μπορούσε να περπατήσει. Η αφή ήταν στη θέση της. Και τότε έμεινε αποσβολωμένος. «Τι να την κάνω ρε γαμώτο, αν δεν έχω κάποιον να αγκαλιάσω;» 

Υ.Γ. Αφιερωμένο σ'εκείνον που λέει λυπητερές ιστορίες, χαμογελώντας...

Welcome Back!

Login to your account below

Retrieve your password

Please enter your username or email address to reset your password.

Add New Playlist